Ο τίτλος του βιβλίου Ιστορία αγάπης και σκότους του Ισραηλινού Άμος Oζ, μοιάζει να προαναγγέλλει ένα θεματικό δίπτυχο: την αγάπη που έλαβε ο συγγραφέας από τη μητέρα του στη διάρκεια των πρώτων παιδικών του χρόνων και το σκοτάδι, την οδύνη της απώλειας που ακολούθησε μετά την τραγική αυτοχειρία της στα τριανταεννιά της χρόνια. Την ευαίσθητη, ευάλωτη και προικισμένη με τόση διαίσθηση και εξυπνάδα, Φάνια. Είναι ένα έργο συναρπαστικά ιδιόμορφο: είναι αυτοβιογραφία ( χωρίς να είναι εξομολόγηση ) και μυθιστόρημα ταυτόχρονα.
Στο κέντρο αυτού του μυθιστορήματος βρίσκεται η ιστορία ενός φαντασιόπληκτου παιδιού που κάποτε θα γίνει συγγραφέας, του τραγικού γάμου των γονιών του καθώς και η ιστορία της παράξενης, για τα μάτια ενός παιδιού, γέννησης ενός κράτους, του Ισραήλ.
Γύρω από τον κεντρικό αυτό πυρήνα βρίσκονται οι μεγάλες μεταναστεύσεις, οι μεγάλες ιδέες, για μεγάλα αδιέξοδα του 20ού αιώνα, αλλά και τα προσωπικά τραύματα που αφήνει μερικές φορές η Ιστορία στις ψυχές των ανθρώπων.
Όλο το έργο έχει ως άξονα το τραγικό τέλος στα τριανταεννιά της χρόνια της μητέρας Φιόνας, ωστόσο ένα τόσο τραυματικό και οδυνηρό γεγονός ο συγγραφέας δεν θα μπορούσε να το αφηγηθεί παρά μονάχα μ’ αυτόν τον τρόπο, ώστε να μην προδώσει την ιερή μνήμη της, και να μην παρασυρθεί σε εύκολους μελοδραματισμούς και εκμυστηρεύσεις.
Χαράζει το αγαπημένο πορτρέτο της με άπειρες προφυλάξεις και τρυφερότητα, εμβαθύνει στο χαρακτήρα και τη ζωή της , προσπαθώντας να ανιχνεύσει, να αποκρυπτογραφήσει στην απονενοημένη της πράξη. Και εντοπίζει τις αιτίες στο χάσμα ανάμεσα στο φαντασιακό της κόσμο και τον πραγματικό κόσμο, όπου αναγκάστηκε να ζήσει.
Η μορφή της διαποτίζει όλο το μυθιστόρημα, παρότι ποσοτικά δεν έχει τον πρωταγωνιστικό ρόλο, δίνοντας ενίοτε την αίσθηση ότι δεν αποτελεί υπαρκτό πρόσωπο, αλλά μια ονειρική παρουσία.
Ο θάνατος, η απώλεια ενός λατρευτού προσώπου, η οδύνη εξισορροπούνται αριστουργηματικά από το κωμικό στοιχείο και τον αυτοσαρκασμό, έτσι ώστε η Ιστορία αγάπης και σκότους δίχως να φτάσει ποτέ σε δραματικές εντάσεις και κορυφώσεις να αποκτά εντέλει, τη δύναμη φιλοσοφικού στοχασμού πάνω στην ανθρώπινη συνθήκη.
Επιπλέον, σε τούτο το πολυπρόσωπο έργο ο Άμος Οζ σκιαγραφεί μεταξύ των άλλων, πορτρέτα μεγάλων ανδρών με τη σωστή δόση ειρωνείας ή σαρκασμού, απομυθοποιώντας τη μορφή τους δίχως να τη στερήσει από το έρμα της. Επειδή αυτό που διαπνέει τον Οζ σε τούτο το μείζον έργο είναι ο βαθύς ανθρωπισμός.
Η ταινία «Ιστορία αγάπης και σκότους» που βασίζεται στο ομώνυμο βιβλίο του Άμος Οζ, με τη Νάταλι Πόρτμαν (που γεννήθηκε στην Ιερουσαλήμ, από πατέρα Ισραηλινό και Αμερικανίδα μητέρα), ζωγραφίζει με ρομαντικές πινελιές την πολυετή διαμάχη ανάμεσα σε Ισραήλ και Παλαιστίνη, μεταφέροντας τον τηλεθεατή στο φαντασιακό κόσμο του οκτάχρονου ήρωα που με τα παιδικά μάτια του «μεταφράζει» διαφορετικά από τους ενήλικες όσα συμβαίνουν στη χώρα του.
Ιερουσαλήμ 1945. Η Φάνια, μία νεαρή ευαίσθητη γυναίκα ζει με τον σύζυγό της Αριέχ, έναν σοβαρό, αποστασιοποιημένο άνδρα, και τον μικρό τους γιο Άμος, στον οποίο «χαρίζει» καθημερινά συναρπαστικές ιστορίες από τη ζωή της, αλλά και από τα ταξίδια της φαντασίας της.
Λίγα χρόνια αργότερα, η οικογένεια υποδέχεται με χαρά την ίδρυση του κράτους του Ισραήλ ελπίζοντας ότι η ουτοπία που έχουν πλάσει στο μυαλό τους θα γίνει πραγματικότητα. Η βλοσυρή πορεία των γεγονότων, όμως, τους διαψεύδει, διαταράσσοντας τα θεμέλια της κοινής τους ζωής. Ανάμεσα σε ψευδαισθήσεις, ματαιώσεις, απογοητεύσεις και απώλεια το κάθε μέλος της οικογένειας βιώνει τις εντάσεις και τον τρόμο του πολέμου με ξεχωριστό τρόπο.
O Άμος Oζ, που γεννήθηκε στην Iερουσαλήμ το 1939, είναι συγγραφέας, πανεπιστημιακός, δημοσιογράφος. Μία από τις σημαντικότερες προσωπικότητες της εποχής μας, τόσο για τη θέση που κατέχει στο χώρο των γραμμάτων, όσο και για τη στράτευσή του στην υπόθεση της ειρήνης. Είναι γνωστός και για τους αγώνες που έδωσε για την ειρήνευση στη M. Aνατολή. Η Ιστορία αγάπης και σκότους θεωρείται το αριστούργημα του μεγάλου Ισραηλινού φιλειρηνιστή συγγραφέα και ένα από τα σημαντικότερα λογοτεχνικά έργα της εποχής μας.
Λέει ο Άμος Oζ: "Στα 38 της ήταν η μητέρα μου όταν πέθανε. Μετά την ταφή της , ο πατέρας μου κι εγώ μείναμε μερικές μέρες σπίτι … Για τη μητέρα μου δεν μιλήσαμε ποτέ . Ούτε λέξη . Ούτε για μας. Ούτε για άλλα θέματα που είχαν μυρωδιά συναισθήματος …Κι εγώ δεν μίλησα γι’ αυτό σχεδόν ποτέ ,σε όλη μου τη ζωή , μέχρι τώρα που γράφω αυτές τις σελίδες . Ούτε με τον πατέρα μου ούτε με τη γυναίκα μου ούτε με τα παιδιά μου ούτε με κανέναν άλλον . Μετά το θάνατο του πατέρα μου , ούτε γι’ αυτόν μίλησα σχεδόν ποτέ , λες και ήμουν έκθετο".