Ο Ηράκλειτος και το βέλος του χρόνου

Ο Ηράκλειτος είναι μία από τις πιο αινιγματικές μορφές της Προσωκρατικής Φιλοσοφίας. Ο Κικέρωνας τον αναφέρει ως «σκοτεινό» φιλόσοφο, ένα προσωνύμιο δικαιωματικά δοσμένο, λόγω της δυσνόητης (ποιητικής) γλώσσας που είχε επιλέξει. Καταγόταν από αριστοκρατική οικογένεια της Εφέσου, αλλά παραιτήθηκε του δικαιώματος της βασιλείας για χάρη του αδελφού του (στην πραγματικότητα επρόκειτο περισσότερο για έναν τίτλο). Δεν πήγε σε καμία σχολή. Σε νεαρή ηλικία υποστήριζε (το ίδιο θα έκανε αργότερα ο Σωκράτης) ότι δεν ήξερε τίποτα, αλλά στη συνέχεια (αντίθετα από τον Σωκράτη) πίστευε ότι γνώριζε πολλά.

Ήταν μοναχικός και μελαγχολικός. Οι περισσότεροι φιλόσοφοι της εποχής ονόμαζαν το έργο τους «Περί Φύσεως», το ίδιο και ο Ηράκλειτος και, όπως συνέβη σε όλους τους Προσωκρατικούς, το έργο του Ηράκλειτου έχει χαθεί. Αντ’ αυτού, έχουμε περίπου 130 αποσπάσματα σωσμένα από τα έργα μετέπειτα φιλοσόφων, οι οποίοι είχαν διαβάσει το βιβλίο του. Οι πηγές είναι πολλές, αλλά δεν είναι όλες αξιόπιστες.

Για παράδειγμα, η γνωστή φράση «τα πάντα ρει» δεν περιλαμβάνεται στα αυθεντικά ηρακλείτεια αποσπάσματα. Ο Ηράκλειτος μίλησε όμως για τον Χρόνο, με τρόπο που κανείς έως τότε δεν είχε μιλήσει: «ο Χρόνος είναι ένα παιδί που παίζει. Που παίζει με πεσσούς. Η βασιλεία ενός παιδιού», έγραψε. Το πιο γνωστό όμως απόσπασμα, που συνοψίζει ποιητικά το βέλος του Χρόνου είναι το ποταμολογικό του: «δεν μπορείς να μπεις στο ίδιο ποτάμι δυο φορές».

Με αυτόν τον τρόπο, ο Ηράκλειτος έθεσε το πρόβλημα του Χρόνου τον 5ο αι. π.Χ. Η επιστήμη της Φυσικής ενσωμάτωσε το βέλος του Χρόνου στις εξισώσεις της μόλις τον 20ό αι. Η ιδέα του βέλους του Χρόνου, όπως αναφέρει ο Ilya Prigogine (νομπελίστας χημικός που μελέτησε τα συστήματα μακράν ισορροπίας), βρίσκεται στη διαμάχη των θέσεων του Παρμενίδη (η πραγματικότητα είναι άχρονη) και του Ηράκλειτου (η πραγματικότητα είναι η αλλαγή).

Σήμερα, η θερμοδυναμική με τον δεύτερο νόμο της, την αύξηση της εντροπίας, έχει αποδείξει ότι ο Χρόνος έχει κατεύθυνση (αν και η διαμάχη των Φυσικών συνεχίζεται). Ο Χρόνος κινείται από το παρελθόν προς το μέλλον σαν ένα βέλος. Δεν υπάρχει αναστρεψιμότητα, δε γυρίζει πίσω. Με άλλα λόγια, τα νερά του ποταμού είναι διαφορετικά κάθε φορά που βρέχουμε τα πόδια μας.

Ωστόσο, οι άνθρωποι ζουν σαν να μην υπάρχει χρόνος, δίνοντας δίκαιο στον Παρμενίδη. Περιμένουν να περάσουν οι καθημερινές για να φτάσουν στο σαββατοκύριακο, διοχετεύοντας τον πολύτιμο χρόνο τους στην παθητική και όχι στην ενεργητική ψυχαγωγία (αγωγή της ψυχής), μην έχοντας συνειδητοποιήσει ότι ζουν μόνο το παρόν. Ζούμε στιγμές. Στην ουσία πρόκειται για ένα παράδοξο των καιρών μας. Ενώ περνάμε ώρες παθητικά στον υπολογιστή ή την τηλεόραση βλέποντας βίντεο ή παρακολουθώντας τα Μέσα κοινωνικής δικτύωσης, γνωρίζουμε εξίσου καλά ότι υπάρχουν χιλιάδες ευχάριστα πράγματα που μπορούμε να κάνουμε, όπως να δούμε τους φίλους μας, να περπατήσουμε στη φύση ή να κάνουμε ιστιοπλοΐα. Όπως το έθεσε ο μεγάλος Bertrand Russell, «το να περνάμε τον χρόνο μας ευφυώς είναι μορφή πολιτισμού, και δυστυχώς λίγοι το καταφέρνουν». 

Τις αναμνήσεις τις θυμόμαστε, δεν τις βιώνουμε, ενώ το μέλλον δε θα το ζήσουμε ποτέ. Ζούμε μόνο το παρόν. Οι νέοι, φυσικά, είναι οι πρώτοι που θέλουν το παρόν να περάσει. Θέλουν να ζήσουν στο μέλλον, να τελειώσουν το σχολείο, να πάρουν το πτυχίο τους, να βρουν δουλειά, να κάνουν οικογένεια. Το παρόν είναι ένα εμπόδιο για το μέλλον τους, το καθυστερεί. Δεν επιθυμούν να ζήσουν το παρόν. Οι γεροντότεροι από την άλλη, χρειάζονται κι άλλο χρόνο, θέλουν να γυρίσουν τον χρόνο πίσω, να αλλάξουν το παρελθόν, για να είναι αλλιώς και το παρόν. Πόσος χρόνος χαμένος!

Το παρόν είναι τώρα. Μπορούμε να αλλάξουμε συνήθειες, να μιλήσουμε με τους φίλους μας, να αφιερώσουμε χρόνο στον εαυτό μας. Να μπούμε στο ποτάμι του Ηράκλειτου και να βρέξουμε τα πόδια μας. Πολλές φορές.
Έλσα Νικολαΐδου, που διδάσκει Φιλοσοφία στο σχολείο Med High της Κύπρου

Πηγή