Το φαινόμενο Ντάνινγκ-Κρούγκερ

Ο Ντέιβιντ Ντάνινγκ και ο Τζάστιν Κρούγκερ, ερευνητές στο τμήμα ψυχολογίας του Πανεπιστήμιο του Κορνέλ το 1999, ανακάλυψαν μια γνωσιακή διαταραχή κατά την οποία άτομα περιορισμένων δεξιοτήτων αποκτούν μια ψευδαίσθηση ανωτερότητας, εκτιμώντας εσφαλμένα ότι οι γνωστικές τους ικανότητες είναι υψηλότερες από ό,τι πραγματικά είναι.

Dunning-Kruger_F

Οι Dunning και Kruger απέδωσαν αυτή την προκατάληψη σε μια μεταγνωστική αδυναμία των ανειδίκευτων να αναγνωρίσουν τη δική τους ανεπάρκεια και να αξιολογήσουν με ακρίβεια τη δική τους ικανότητα. Συνδυάστε την έλλειψη αυτογνωσίας με την χαμηλή γνωστική ικανότητα και έχετε μια έκρηξη ηλιθιότητας, υπερεκτιμώντας τη δική σας ανύπαρκτη ευφυΐα και ικανότητα», τονίζει ο Χέιντεν.

Όπως λέει ο Ντάνιγκ σήμερα «εάν είστε ανίκανοι, δεν μπορείτε να ξέρετε ότι είστε ανίκανοι. Οι δεξιότητες που χρειάζεστε για να παράγετε τη σωστή απάντηση είναι οι ίδιες δεξιότητες που χρειάζονται για να αναγνωρίσετε τη σωστή απάντηση».

Ο γνωστός Βρετανός φιλόσοφος Μπέρτραντ Ράσελ έχει πει: «Ένα από τα οδυνηρά πράγματα για την εποχή μας είναι ότι όσοι αισθάνονται μεγάλη  σιγουριά για την ευφυΐα τους είναι μάλλον ηλίθιοι, αντίθετα με εκείνους που είναι γεμάτοι αμφιβολίες και διαρκή άρνηση των δεδομένων τους».

«Ή, όπως έλεγε ο παππούς μου», γράφει ο Χέιντεν, «όσο πιο χαζός που είσαι, τόσο περισσότερο νομίζεις ότι δεν είσαι».

«Από την άλλη πλευρά, τα άτομα με πραγματικά υψηλό δείκτη ευφυΐας και ικανοτήτων τείνουν να υποτιμούν πόσο καλοί είναι, επειδή υποθέτουν ότι αφού γι’ αυτούς οι εργασίες ή οι θεωρίες τους είναι τόσο εύκολα τακτοποιημένες και αποτελεσματικές στην πράξη, θα είναι κάτι εξίσου απλό και για τους άλλους ανθρώπους. Αλλά μάλλον δεν θα έπρεπε να είμαι πολύ σκληρός για τον κύριο που μόλις είχε υιοθετήσει μια χορτοφαγική διατροφή», γράφει ο Χέιντεν συνεχίζοντας: 

«Σήμερα μπορώ να πω με βεβαιότητα ότι η υπερβολική υπερεκτίμηση των γνώσεων ενός ατόμου τον κάνει κλασικό παράδειγμα του φαινομένου Ντάνινγκ-Κρούγκερ.  Όλοι γνωρίζουμε ανθρώπους που κάνουν το ίδιο: παίρνουν μια πρόχειρα επεξεργασμένη θέση και, στη συνέχεια, την διακηρύσσουν ως απόδειξη των πραγμάτων, ενώ αγνοούν εντελώς τις διαφορετικές απόψεις ή την ρεαλιστική κατάσταση των πραγμάτων. Νομίζουμε ότι έχουμε δίκιο και θέλουμε όλοι να γνωρίζουν να έχουμε δίκιο. Ωστόσο, μια τέτοια συμπεριφορά δεν αποτελεί ένδειξη νοημοσύνης. Είναι ένα κλασικό σημάδι γνωσιακής διαταραχής με βάση το φαινόμενο Ντάνινγκ-Κρούγκερ», γράφει ο Χέιντεν. 

Σε ένα συγκεκριμένο πείραμα, ρώτησαν τους συμμετέχοντες αν ήταν εξοικειωμένοι με ορισμένες τεχνολογικές επιστημονικές έννοιες. Το κόλπο ήταν πως κάποιοι όροι ήταν εντελώς φτιαχτοί και ψεύτικοι. Οι Dunning-Kruger διαπίστωσαν πως:

“Ένας καλός αριθμός ισχυρίστηκε ότι ήταν εξοικειωμένος με πραγματικούς όρους όπως η κεντρομόλος δύναμη και το φωτόνιο. Αλλά ενδιαφέρον είναι ότι επίσης ισχυρίστηκαν πως είχαν εξοικείωση με έννοιες που ήταν φτιαχτές όπως οι πλάκες της παράλλαξης, το υπερλιπίδιο και η χολαρίνη”.

  Οι φοιτητές που ήταν να πάρουν D και Ε νόμιζαν ότι είχαν δώσει εργασία με βαθμό B ή καλύτερο. Όσο για τους φοιτητές με υψηλή ικανότητα, αυτοί υποτιμούσουν τη σχετική επάρκεια. Ενώ όσοι βρήκαν εύκολες τις δοκιμασίες θεωρούσαν –λανθασμένα– ότι ήταν εύκολες και για τους άλλους. Υπέθεταν ότι οι άλλοι ήταν το ίδιο ικανοί, αν όχι περισσότερο ικανοί από τους ίδιους.

“Η λανθασμένη σύγκριση του ανίκανου προκύπτει από ένα λάθος για τον εαυτό του. Λαμβάνοντας υπόψη ότι η λανθασμένη σύγκριση των εξαιρετικά ικανών προκύπτει από ένα σφάλμα για τους άλλους”.

   Οι επιστήμονες αντιλήφθηκαν ότι μόλις οι άνθρωποι συνειδητοποιήσουν πόσο κακοί είναι σε κάτι θα θελήσουν να βελτιωθούν. Η θεωρία είναι γνωστή ως “Mount Stupid“. Ωστόσο, το εν λόγω φαινόμενο έχει μελετηθεί διεξοδικά από ψυχολόγους. Είναι μια ελαφρώς πιο συγκεκριμένη περίπτωση της προκατάληψης, αυταπάτη ανωτερότητας, όπου οι άνθρωποι τείνουν να υπερεκτιμούν τα καλά σημεία σε σύγκριση με τους γύρω τους. Παράλληλα υποτιμούν τα αρνητικά.

   Εν ολίγοις, δείχνει πως οι άνθρωποι δεν έχουν κριτική ικανότητα και αυτογνωσία για να αναγνωρίσουν τις ικανότητές τους. Αυτό οδηγεί στο να έχουν μια ανώτερη άποψη. Συμβαίνει “όταν οι άνθρωποι είναι πολύ χαζοί για να γνωρίζουν πόσο ανόητοι είναι”. Οι Dunning-Kruger βρήκαν πως χειρότερο είναι όταν οι άνθρωποι έχουν κάποια γνώση για το θέμα. Η φράση “Η ημιμάθεια είναι επικίνδυνο πράγμα” αποδίδεται ευρέως στον Αλεξάντερ Πόουπ, το 1709. Ο Dunning επισήμανε πως “για να αναγνωρίσουν οι αδύνατοι συμμετέχοντες την ανικανότητα τους πρέπει να κατέχουν την εμπειρογνωμοσύνη που τους λείπει”. Οι επιστήμονες έδειξαν πως, καθώς αρχίζεις να μαθαίνεις περισσότερα ή να εξειδικεύεσαι περισσότερο, αρχίζεις να αξιολογείς την ικανότητά σου λιγότερο ευνοϊκά. Γνωρίζεις όλα όσα δεν ξέρεις. Πρόκειται για μια εντελώς διαφορετική γνωστική προκατάληψη γνωστή ως “Σύνδρομο του απατεώνα“.

Η σοφία δεν βρίσκεται ποτέ στη βεβαιότητα

Όπως έχει πει ο Τζεφ Μπέζος, «οι πιο έξυπνοι άνθρωποι αναθεωρούν συνεχώς τις πεποιθήσεις τους, επανεξετάζοντας ένα πρόβλημα που πίστευαν ότι είχαν ήδη λύσει. Είναι ανοιχτοί σε νέες απόψεις, νέες πληροφορίες, νέες ιδέες, αντιφάσεις και προκλήσεις, που μπορεί να καταρρίψουν τον δικό τους τρόπο της σκέψης». 

«Αληθινή σοφία σημαίνει να αντιλαμβάνεστε ότι, ενώ μπορείτε να γνωρίζετε πολλά, υπάρχουν επίσης πολλά ακόμη που δεν γνωρίζετε. Σοφία σημαίνει να προσπαθείτε να ανακαλύψετε τι είναι σωστό και όχι να πιστεύετε ότι αυτό που λέτε ή κάνετε είναι το σωστό. Η σοφία είναι εκείνη που σας βοηθά να συνειδητοποιείτε έγκαιρα πότε κάνετε λάθος και να υποχωρείτε ευγενικά. Μην φοβάστε να κάνετε λάθος. Μην φοβάστε να παραδεχτείτε ότι δεν έχετε όλες τις απαντήσεις. Μην φοβάστε να πείτε “νομίζω” αντί “ξέρω”.

Όπως λέει η ψυχολόγος Τζέσικα Στίλμαν, “την επόμενη φορά που θα προσπαθήσετε να προσδιορίσετε αν κάποιος είναι πραγματικά πολύ έξυπνος ή απλά πολύ ηλίθιος, μην τον ρωτήσετε εάν είναι σίγουρος για την άποψή του. Αντ’ αυτού, ρωτήστε τον πότε ήταν η τελευταία φορά που άλλαξε γνώμη. Εάν δεν μπορεί να απαντήσει με βεβαιότητα και ευσυνειδησία, πιθανότατα δεν είναι τόσο έξυπνος όσο θέλει να εμφανίζεται. Αυτό σημαίνει ότι πιθανότατα ανήκει στην μεγάλη ομάδα των γνωσιακά διαταραγμένων σύμφωνα με τη θεωρία των Ντάνινγκ και Κρούγκερ». 

Σήμερα, σχεδόν δύο δεκαετίες μετά τη δημοσίευση της έρευνας των Dunning και Kruger, αρκεί μια περιήγηση στα κοινωνικά δίκτυα για να βρούμε ομάδες ανθρώπων με ελάχιστες ως μηδενικές γνώσεις γύρω από ένα θέμα να βγάζουν με ακλόνητη αυτοπεποίθηση συμπεράσματα με τα οποία γελά όποιος γνωρίζει τα βασικά. Εκεί που μας κόβεται το γέλιο, είναι όταν άνθρωποι με ελλιπή κατανόηση των πιο θεμελιωδών εννοιών και αρχών των φυσικών επιστημών ή/και των μαθηματικών, υπερασπίζονται θέσεις ψευδοεπιστημών, αδυνατώντας πλήρως να καταλάβουν γιατί αυτό που υποστηρίζουν δε βγάζει νόημα . Η σιγουριά τους είναι τεράστια, όπως και η άγνοιά τους. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι, απλά κάνουν λάθος …

Πηγή και inc.com