Πρόσωπα υπαρξισμού

Ο υπαρξισμός εμφανίστηκε στα τέλη του δεκάτου ενάτου αιώνα, όταν σημειώθηκε μια γενική πνευματική κατάρρευση. Πολλοί πίστευαν – μεταξύ των οποίων πολλοί φυσικοί – ότι οι άνθρωποι ήταν έτοιμοι να αποκτήσουν όλη τη γνώση που υπάρχει. Η γραμμή της αιτιολόγησης ήταν πως υπήρχαν ένα δυο προβλήματα στη φυσική και τα μαθηματικά που όταν επιλύονταν, η γνώση για τον θεωρητικό και τον φυσικό κόσμο θα ήταν πλήρης. Αυτό το επίτευγμα θα μεταδιδόταν στον κοινωνικό κόσμο και θα βρισκόμαστε ξανά στον παράδεισο. Οι αρχαίοι Έλληνες είχαν μια λέξη για (χυτού του είδους την υπερβολική αυτοπεποίθηση: ύβρις. Και συνήθως ήταν προάγγελος μιας πτώσης πιο σημαντικής από την ταπείνωση.

Βέβαια, ενώ φαινόταν ότι είχαμε βρει τη λύση για τα πάντα, όχι μόνο εμφανίστηκαν καινούρια αναπάντητα ερωτήματα, αλλά ήρθαν απότομα στην επιφάνεια και ερωτήματα που δεν μπορούσαν να απαντηθούν. Η θεωρία της σχετικότητας του Αϊνστάιν μάς έδειξε ότι η απόσταση, η μάζα και ο χρόνος δεν είναι απόλυτα, αλλά μετριούνται σε σχέση με άλλα πράγματα και μόνο η ταχύτητα του φωτός φαίνεται να είναι αμετάβλητη. Η κβαντική θεωρία και η αρχή της αβεβαιότητας του Χάιζενμπεργκ μας έδειξαν ότι παρ’ όλο τον εξειδικευμένο εξοπλισμό, η υφή του υπομικροσκοπικού κόσμου περιλαμβάνει ζεύγη αντικειμένων που δεν μπορούμε να τα μετρήσουμε επακριβώς σε ένα δεδομένο χρόνο. Το θεώρημα της μη πληρότητας του Γκέντελ έδειξε ότι υπάρχουν θεωρήματα που δεν θα μπορέσουμε ποτέ να αποδείξουμε ή να απορρίψουμε, καθώς και μερικά ερωτήματα σια μαθηματικά που θα παραμείνουν αναπάντητα.

Καθώς λοιπόν βρεθήκαμε αντιμέτωποι με την ξαφνική απώλεια του απολύτου, είμαστε δηλαδή καταδικασμένοι σε ατελή γνώση στη λογική, στα μαθηματικά και τη φυσική, αντιμετωπίσαμε ακόμη μεγαλύτερα κενά γνώσης στα βιολογικά, ψυχολογικά και κοινωνικά πεδία. Δεν μπορούσαμε πια να προσβλέπουμε στο συνολικό ποσό γνώσης για να γίνουμε σοφοί. Η επιστημονική και τεχνολογική πρόοδος έπρεπε να συντονιστεί με καινούριες φιλοσοφικές ενοράσεις.

Οι υπαρξιστές ήρθαν να καλύψουν αυτό ακριβώς το κενό. Απέρριψαν την πλατωνική ουσιοκρατία (και την ιδέα της τέλειας γνώσης) που κυριαρχούσε στη φιλοσοφία μέχρι αυτό το σημείο. Πίστευαν ότι δεν υπήρχε αρχική ουσία, μόνο ύπαρξη. Αυτό που βλέπεις είναι αυτό που υπάρχει. Εάν δεν υπάρχει η ουσία, όπως εκφράζεται το επιχείρημα, είμαστε όλοι κενοί. Υπό αυτή την οπτική γωνία, ο Νίτσε δήλωσε: «Ο Θεός είναι νεκρός!» (και συμπλήρωσε αλλού, λες και δεν ήταν αρκετά αποκαρδιωτική η προηγουμένη δήλωση: «Και τον σκοτώσαμε εμείς».)

Η σκέψη ενός σύμπαντος τυχαιότητας και αδιαφορίας οδηγεί πολλούς στα βάθη της απελπισίας. Στερούμαστε τον πλούσιο και πυκνοϋφασμένο ιστό που μας συνδέει. Είναι μια άψυχη κοσμοθεωρία αποξένωσης και απομόνωσης από προ)-τη άποψη. Το συναίσθημα που δημιουργείται είναι: «Γιατί να σηκωθώ από το κρεβάτι το πρωί;»

Ο Σέρεν Κίρκεγκορ, που θεωρείται ο πρώτος υπαρξιστής, αν και είχε χριστιανική κλίση σε έντονη αντίθεση με τους υπόλοιπους υπαρξιστές που ήταν κατά κανόνα άθεοι, καλούσε την αντίδραση σε αυτή την κοσμοθεωρία «τρόμο». Ο Σαρτρ την έλεγε «ναυτία»: «Τα πάντα είναι μάταια, αυτός ο κήπος, αυτή η πόλη και ο εαυτός μου. Όταν ξαφνικά το διαπιστώνεις, αισθάνεσαι άρρωστος και τα πάντα αρχίζουν να παρασύρονται… Αυτό είναι ναυτία». Είναι γεγονός ότι μερικοί αντιμετωπίζουν τον υπαρξισμό σαν διάθεση και όχι σαν φιλοσοφία και μερικά από τα κυριότερα έργα του είναι στην ουσία μυθιστορήματα (κυρίως από τον Σαρτρ και τον Καμί) παρά φιλοσοφικές πραγματείες.

Όμως το σημείο-κλειδί συχνά το παραβλέπουμε. Οι υπαρξιστές επιδίδονταν σε μια ηθική αναζήτηση του ορθού εν απουσία κάποιας ουσιαστικής ιδέας για το καλό και χωρίς την καταφυγή στη θεϊκή αυθεντία. Υποστήριζαν ότι πρέπει να κάνουμε το σωστό ακόμη και όταν δεν υπάρχει λόγος και ότι το αληθινό κουράγιο και η ακεραιότητα σημαίνει να κάνεις το σωστό μόνο και μόνο για αυτό. Αυτή είναι μια αναζωογονητική άποψη: Να κάνουμε το σωστό, όχι επειδή φοβόμαστε την τιμωρία, ούτε γιατί επιθυμούμε απονομές τιμών, ούτε επειδή το βρίσκουμε προσοδοφόρο, ούτε για να αποφύγουμε την αμαρτία, απλά επειδή είναι το σωστό.

Τα άσχημα πράγματα, από την άλλη, συμβαίνουν επειδή συμβαίνουν, όχι απαραίτητα σαν κάποιο είδος τιμωρίας, απαλλάσσοντάς μας έτσι από την ενοχή. Πρέπει να αναγνωρίζουμε το σωστό και το λάθος. Για την ακρίβεια έχουμε περισσότερους λόγους από ποτέ να βρούμε την ηθική οδό. Αυτή είναι η πεμπτουσία της ελπίδας και της καλοσύνης στον πυρήνα του υπαρξισμού, συχνά σκεπασμένη από καταθλιπτική ρητορική την οποία είναι εύκολο να παραβλέψουμε. Οι υπαρξιστές για την ακρίβεια ανακάλυψαν ξανά την ηθική. Για τον δικό τους τρόπο σκέψης, μπορεί να είναι τα πάντα.

Ο Κίρκεγκορ συνειδητοποίησε τη δυσκολία της αντιμετώπισης της καθαρής ύπαρξης, χωρίς ουσία, μυστήριο, νόημα, σκοπό και αξία. Μια άβυσσος ξεπροβάλλει, όπου η ελπίδα, η πρόοδος και τα ιδεώδη φαντάζουν σαν ψευδαισθήσεις. Η ύπαρξη γίνεται πολύ ισχνή και μια εύκολη παγίδα για να πέσει κανείς είναι να αναρωτηθεί γιατί είναι ζωντανός. Τα θρησκευτικά πιστεύω μπορεί να προσφέρουν ανακούφιση, είτε είναι αληθινά είτε όχι, και όταν ο υπαρξισμός ή οτιδήποτε άλλο τα θέτει εκτός μάχης, μπορεί να ακολουθήσει η αγωνία.

Για τους ανθρώπους που νιώθουν αγωνία αλλά δεν γνωρίζουν το λόγο, αξίζει τον κόπο να ξεδιαλύνουν αν η αγωνία οφείλεται σε κάποια συγκεκριμένη περίσταση (αναμονή των αποτελεσμάτων μιας ιατρικής εξέτασης ή αναμονή της ζωής μετά από διαζύγιο) ή σε κάποια πιο αφηρημένη υπαρξιακή ανησυχία.

Πολλοί άνθρωποι περνούν από κάποια υπαρξιακή κρίση και περιοδικά επαναφέρουν το νόημα και το σκοπό στη ζωή τους, αφήνοντας κάποια στιγμή πίσω τους το άγχος. Εάν ο υπαρξισμός σάς «έριξε», θεωρήστε το απλώς σαν μια φάση και δείτε τι μπορείτε να κάνετε για να το ξεπεράσετε. Αφού έχετε ξεπεράσει μια υπαρξιακή κρίση, μπορεί να νιώσετε πιο ήρεμοι. Είναι ένας τρόπος για να ξεφορτωθείτε πολλά περιττά βάρη.

Τον Φρίντριχ Νίτσε τον θυμόμαστε περισσότερο για την ιδέα του του ανθρώπου και του υπερανθρώπου. Είχε την άποψη ότι κάθε άνθρωπος έπρεπε να προσπαθήσει και να εξελιχθεί σε υπεράνθρωπο. Μια άποψη περί αυτού του θέματος είναι σαν ένα κάλεσμα για να γίνει κανείς όσο καλύτερος μπορεί ή να υπερβεί τον κοινό μέσο όρο.

Ο ίδιος ο Νίτσε είχε μια αρρωστημένη απέχθεια για τον μέσο άνθρωπο. Πίστευε ότι για να ξεπεράσει κανείς τον μέσο όρο έπρεπε να απορρίψει τη συμβατική ηθική και οι ιδέες του αυτές έγιναν αντικείμενο μεγάλης κατάχρησης από τους Ναζί. Για να χρησιμοποιήσει κανείς τις ιδέες του πρέπει να λιχνίσει τον καρπό της σοφίας από τα σκύβαλα του δηλητηρίου. Όμως η πεποίθηση που οδηγεί στο να ότι ικανοποιούμαστε εύκολα με τον μέσο όρο και το ότι οι πιο πολλοί από μας δεν κάνουμε καν προσπάθεια να γίνουμε όλα όσα μπορούμε να γίνουμε είναι μια προειδοποίηση που αξίζει την προσοχή μας.

Ο Ζαν-Πολ Σαρτρ διερεύνησε μια άλλη λογική προέκταση του υπαρξισμού: Αν το σύμπαν είναι ακαθόριστο, τότε είμαστε ελεύθεροι να διαλέξουμε τη δική μας πορεία. Ενώ η διαρκής πιθανότητα -με την υπευθυνότητα των ενεργειών πάντα να βαρύνει το υποκείμενο- μπορεί να είναι μια αποκαρδιωτική πρόταση, επίσης απελευθερώνει. Άσχετα με τις περασμένες εμπειρίες καθενός, η μελλοντική του κατεύθυνση είναι ελεγχόμενη. Ο Σαρτρ χαρακτήριζε ως «κακή πίστη» οποιεσδήποτε προσπάθειες να αποποιηθούμε την ευθύνη των πράξεων μας και έβλεπε τη θρησκεία ή τη θρησκευτική πίστη σαν έναν από τους κύριους ενόχους. Καλώντας το υπαρξιακό άγχος ναυτία, ο Σαρτρ συνέδεσε το νου με το σώμα σε κάποιο επίπεδο, αναγνωρίζοντας ότι οι αποπροσανατολιστικές επιπτώσεις του υπαρξισμού μπορεί να προκαλέσουν σωματικές ενοχλήσεις.

«Ο άνθρωπος δεν είναι τίποτα περισσότερο από αυτό που γίνεται μόνος του. Αυτή είναι η πρώτη αρχή του υπαρξισμού».

ΖΑΝ-ΠΟΛ ΣΑΡΤΡ

Στα μυθιστορήματα του Αλμπέρ Καμί, συμπεριλαμβανόμενων της Πανούκλας και του Ξένου, καθώς και στο μυθιστόρημα του Σαρτρ Ναυτία και το θεατρικό Αδιέξοδο, οι ήρωες πάντα προσπαθούν να κάνουν το σωστό, ακόμη και όταν τα πάντα τριγύρω τους καταρρέουν. Είναι καλοί άνθρωποι, αν και υποφέρουν πολύ, είναι μουδιασμένοι και πάλι όμως παλεύουν να κάνουν το σωστό. Ο Καμί, που το 1957 κέρδισε το βραβείο Νόμπελ λογοτεχνίας, ενδιαφερόταν ιδιαίτερα για το παράλογο, το οποίο χρησιμοποιούσε για να περιγράψει την αίσθηση της ανούσιας ύπαρξης. Ανεξαρτήτως του πώς παρουσιάζεται το σύμπτωμα, είτε ως παραλογισμός είτε ως ναυτία ή τρόμος, οι υπαρξιακές κρίσεις είναι πολύ συνηθισμένες και αντιμετωπίζονται με τη φιλοσοφική συμβουλευτική.

Από το βιβλίο Πλάτωνας όχι Πρόζακ (Λου Μαρίνοφ)