Δημήτρης Χορν: Ο πρίγκιπας του ελληνικού θεάτρου

Σαν σήμερα 9 Μαρτίου 1921 γεννήθηκε στην Αθήνα ίσως ο μεγαλύτερος ηθοποιός μας, ο Δημήτρης Ελευθέριος Χορν. Ο πρίγκιπας του θεάτρου και κινηματογράφου που δικαίωσε το «ηθοποιός σημαίνει φως». Σεμνός, αριστοκρατικός και αισθαντικός, ο εθνικός μας πρωταγωνιστής υπήρξε μια λαμπερή προσωπικότητα, παραμένοντας διαχρονικά γοητευτικός, ταλαντούχος και σπιρτόζος.  Ο Τάκης Χορν άφησε τη δική του σφραγίδα στα θεατρικά και κινηματογραφικά πράγματα της Ελλάδας, ως ηθοποιός-ορόσημο και σύμβολο μιας ολόκληρης υποκριτικής γενιάς. Ως ένας άνθρωπος χαρισματικός και πληθωρικός με δυνατό χιούμορ και πηγαία διάθεση αυτοσαρκασμού, ο Χορν άφησε πίσω του έναν ανεξίτηλο μύθο που υπερβαίνει σαφώς τα υποκριτικά του χαρίσματα.

horn1

Ως γνήσιος μποέμ μιας άλλης εποχής, ο Χορν ήταν ακούραστο πειραχτήρι, η ίδια η χαρά της ζωής, μια χαρά συνδυασμένη βέβαια με ποιότητα, καλαισθησία και καλώς εννοούμενο αριστοκρατισμό. Φαινόταν να τα έχει όλα, να είναι προικισμένος με φινέτσα, στιλ, αέρα, ύφος και λάμψη, αν και εκείνος κρατούσε πάντα μικρό καλάθι για τον εαυτό του, άλλο ένα χαρακτηριστικό που προσιδιάζει στους πραγματικά σπουδαίους.

Μπορεί να ισχυριζόταν ότι είχε προδώσει όλους τους ρόλους που είχε ενσαρκώσει, αν και η κινηματογραφική και θεατρική ιστορία έχει σαφώς διαφορετική ετυμηγορία από την ειλικρινή ανασφάλεια του μεγάλου καλλιτέχνη. Ως απόδειξη λειτουργεί το γεγονός ότι το «στιλ Χορν», όπως ονομάστηκε το παίξιμό του, δεν άφησε πίσω μιμητές ή σχολή, καθώς υπήρξε ανεπανάληπτο!

Ο Χορν είχε ταυτοχρόνως το χάρισμα να ταιριάζει παντού, από τις πιο ετερόκλητες παρέες μέχρι και τα μεγάλα τζάκια, λες και ήταν κάπου ανάμεσα στον Φάουστ (έτσι όπως τον υποδύθηκε στο «Αλίμονο στους νέους»), στον Κλέωνα του «Μια ζωή την έχουμε» και τον ερωτοχτυπημένο Παύλο της «Κάλπικης Λίρας» που ήθελε να ζωγραφίσει το «σ’ αγαπώ». Όταν μάλιστα βάλθηκε να κατακτήσει τη θεατρική σκηνή της Αθήνας, όλες οι πόρτες άνοιξαν μονομιάς, λες και το ελληνικό θέατρο περίμενε χρόνια τον σαγηνευτικό και αιθέριο αυτό πρωταγωνιστή.

Χαρακτηριστικό εδώ είναι το γεγονός ότι οι συνάδελφοί του έχαναν τις ατάκες τους επειδή τον χάζευαν πάνω στη σκηνή, την ίδια ώρα που οι γυναίκες τον ερωτεύονταν κεραυνοβόλα και μια ολόκληρη χώρα λάτρευε τον Τάκη της. Όσο όμως τα φώτα της δημοσιότητας τον κυνηγούσαν κατά πόδας, τόσο εκείνος τα απωθούσε κρατώντας την προσωπική του ζωή μακριά από την αδιακρισία του φακού. Κι όμως, ο φλογερός του έρωτας με την Έλλη Λαμπέτη το 1953 θα γράψει μια δική του χρυσή σελίδα στην ιστορία του θεάτρου, μέχρι να χωρίσουν οι δρόμοι τους για πάντα. Ακόμα και η Έντιθ Πιαφ τον ερωτεύτηκε κεραυνοβόλα όταν τον πρωτοαντίκρισε σε εμφάνισή της στην Αθήνα τον Σεπτέμβριο του 1946, με τον παθιασμένο -αν και ανεκπλήρωτο έρωτά της- να απεικονίζεται γλαφυρά στις φλογερές επιστολές που του έστελνε!

Πατέρας του ήταν ο γνωστός στρατιωτικός και θεατρικός συγγραφέας Παντελής Χορν και νονά του η μεγάλη ηθοποιός Κυβέλη.

Τότε που γεννήθηκε ο Δημήτρης Χορν, η διαμάχη Βενιζελικών και Βασιλικών βρισκόταν σε μεγάλη οξύτητα. Οι Χορν Βενιζελικοί, η Κυβέλη, η νονά του νεογέννητου Βενιζελική. Η Ιερά Σύνοδος και ο παπάς που θα βάφτιζε τον Χορν, αντιβενιζελικοί… Ανεπίσημα, ο άγιος Ελευθέριος είχε τεθεί σε διαθεσιμότητα. Απέφευγαν οι αντιβενιζελικοί να δίνουν αυτό το όνομα σε βαφτιζόμενο. Όταν ο παπάς ρώτησε την Κυβέλη πώς θα ονομαστεί ο νεοφώτιστος, η Κυβέλη είπε: -Δημήτριος – Ελευθέριος. -Δεν επιτρέπει δύο ονόματα η Ιερά Σύνοδος, απάντησε ο παπάς. Ένα μόνο. Κι η Κυβέλη, πεισματωμένη του είπε: -Τότε Ελευθέριος! Μπροστά στην επιμονή της νουνάς, ο παπάς συνεβιβάσθη. -Καλά, για χατίρι σας, βάλτε δύο: Δημήτριος – Ελευθέριος. Κι έτσι ο Χορν βαφτίστηκε Δημήτριος – Ελευθέριος.

Για τη διαδικασία των εξετάσεων στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου ο ίδιος ο Χορν διηγείται πως δεν πρόλαβε να πει τέσσερις πέντε στίχους και τον διέκοψαν λέγοντάς του «καλά, καλά, αρκεί». Έτσι έφυγε απογοητευμένος, έχοντας τη γνώμη πως δεν πέρασε. Την επόμενη μέρα όμως είδε στην οδό Σταδίου τον Βεάκη με τη γυναίκα του και ο Βεάκης του είπε: «Δεν μπορείς να φανταστείς πόσο μας δρόσισες μέσα σ’ αυτή την ανομβρία». Έτσι έμαθε ότι πέρασε. Αποφοίτησε το 1940

Όπως ο ίδιος ο Χορν διηγείται : “Έζησα
πολύ φτωχικά στα παιδικά μου χρόνια. Νομίζω πως έπαιξε ρόλο θετικό. Θυμάμαι ότι υπήρχε μια εποχή που τρυπούσαν τα παπούτσια μου και έβαζα χαρτόνια από τσιγάρα για να τα κλείσω. Πιστέψτε με, δε με έβλαψε σε τίποτα αυτό. Παιχνίδια είχα πολλά. Μου έφερνε η νονά μου, η Κυβέλη. Όμως έπαιζα και πολύ στο δρόμο. Μπάλα, ξυλίκι…”

Είχε πρωταγωνιστήσει σε δεκάδες θεατρικά έργα. Έκανε το ντεμπούτο του το 1940 στην οπερέτα του Στράους "Η Νυχτερίδα". Αμέσως μετά εμφανίστηκε στο "Θέατρο Ρεξ" της Μαρίκας Κοτοπούλη σε πρωταγωνιστικούς ρόλους. Ανάμεσα σ΄ αυτά "Δωδεκάτη νύκτα", "Ριχάρδος Β’", "Ριχάρδος Γ’", "Άμλετ", "Τίμων ο Αθηναίος" (Σαίξπηρ), "Ημερολόγιο ενός τρελού" (Γκόγκολ), "Ιβάνωφ" (Τσέχωφ), "Ερρίκος Δ’" (Πιραντέλο).

Το 1943 – 1944 συμμετείχε στο θίασο Κατερίνας. Το 1944 συγκρότησε δικό του θίασο με τη Μαίρη Αρώνη και αργότερα με τη Βάσω Μανωλίδου. Το 1945 συνεργάστηκε με το θίασο Μελίνας Μερκούρη και Νίκου Χατζίσκου. Από το 1946 έως το 1950 επέστρεψε στο Εθνικό Θέατρο. Το 1951 μετέβη στην Αμερική και Αγγλία, όπου και παρέμεινε επί διετία παρακολουθώντας την εξέλιξη του θεάτρου.

Από το 1953 που επέστρεψε μέχρι το 1959 συγκρότησε μαζί με την Έλλη Λαμπέτη και το Γιώργο Παππά δικό τους θίασο και ανεβάζουν έργα όπως το "Νυφικό κρεβάτι", "Ο βροχοποιός" κ.ά., επιχειρώντας "τουρνέ" σε Κωνσταντινούπολη και Αίγυπτο.

Συμμετείχε μόλις σε δέκα κινηματογραφικές ταινίες, με αξιόλογες επιτυχίες όπως "Μια ζωή την έχουμε" (1958),"Μια του κλέφτη"(1960) (για την ερμηνεία του σε αυτή την ταινία ο Χορν τιμήθηκε με βραβείο Α’ ανδρικού ρόλου στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης το 1960), " Αλίμονο στους νέους" (1961), "Η κάλπικη λίρα" (1954), "Το κορίτσι με τα μαύρα" (1956),"Ο μεθύστακας"(1950),"Η φωνή της καρδιάς"( 1942), "Χειροκροτήματα"(1944), "Κυριακάτικο ξύπνημα"(1954), και "Η Αθήνα τη νύχτα"(1962).

Ξακουστή η ραδιοφωνική εκπομπή του με τίτλο "Ο Ταχυδρόμος Έφτασε". Με μια σουρεαλιστική ειρωνεία στη φωνή του, διάβαζε φανταστικά γράμματα ακροατών, σε κείμενα του Κώστα Πρετεντέρη. Ο Δημήτρης Χορν "άφησε" και δεκάδες μαγνητοφωνήσεις θεατρικών έργων.

horn2

Ξακουστό είναι το επτάχρονο ειδύλλιο με τη μεγάλη Ελληνίδα ηθοποιό Έλλη Λαμπέτη, την οποία ανάγκασε να κάνει έκτρωση στο παιδί τους αν και δεν παντρεύτηκαν ποτέ. Πολλά χρόνια αργότερα παραδέχτηκε πως "…η Έλλη δεν ήταν η γυναίκα της ζωής μου". Πριν όμως υπήρξε παντρεμένος με τη Ρίτα Φιλίππου.

Γνωρίστηκαν όταν η Λαμπέτη ήταν φοιτήτρια στη δραματική σχολή και το πρώτο συναίσθημα που ένιωσαν ο ένας για τον άλλον, ήταν η αντιπάθεια. Σύντομα όμως, η αντιπάθεια μετατράπηκε σε έναν θυελλώδη έρωτα. Ο σκηνοθέτης Μιχάλης Κακογιάννης είχε πει πως όταν οι δύο ηθοποιοί είχαν γύρισμα, προσπαθούσε να τους κρατήσει χωριστά τις νύχτες για να μην είναι εξαντλημένοι την επόμενη μέρα στο γύρισμα.

Η σχέση τους ήταν αγαπημένο θέμα του κοινού και των δημοσιογράφων. Μετά από έξι χρόνια κοινής ζωής, το 1959, ο Χορν και η Λαμπέτη χώρισαν. Η είδηση δεν άρεσε καθόλου στους πιστούς θαυμαστές τους. Κανείς δεν έμαθε τους λόγους που οδήγησαν το ζευγάρι να ακολουθήσει διαφορετικούς δρόμους. Οι δυο καλλιτέχνες σοβαροί και επιλεκτικοί στις παρέες τους, προστάτευαν το μυστικό τους μέχρι το τέλος. Για πολλά χρόνια δεν μιλούσαν καν μεταξύ τους, ενώ από τη στιγμή του χωρισμού, δεν έπαιξαν ποτέ ξανά μαζί….

Το 1967, χρόνια μετά το τέλος της σχέσης του με την Λαμπέτη παντρεύτηκε την Άννα Γουλανδρή (χήρα Παπάγου), η οποία είχε ήδη δύο παιδιά. Έζησαν μαζί μέχρι το θάνατο της το 1988.Παρά τις ιδιοτροπίες του, ο συνδυασμός του ταλέντου με τη γοητεία και τη φινέτσα των τρόπων του τον ανέδειξε ως έναν από τους κορυφαίους Έλληνες ηθοποιούς.Λέγεται πως κάποτε μετά από το τέλος μιας παράστασης στην οποία πρωταγωνιστούσε, ζήτησε συγγνώμη για την "άθλια" ερμηνεία του από τους θεατές, οι οποίοι παρ’ όλα αυτά τον καταχειροκρότησαν.

horn3

Μιλούσε Αγγλικά και Γαλλικά. Διετέλεσε Γενικός Διευθυντής της ΕΡΤ την περίοδο 1974 – 1975. Το 1980 ίδρυσαν μαζί με τη σ
ύζυγο του, Άννα Γουλανδρή, το Ίδρυμα Γουλανδρή-Χορν, σκοπός του οποίου είναι η μελέτη του ελληνικού πολιτισμού.

Τιμήθηκε από την ελληνική πολιτεία με το Χρυσό Σταυρό Γεωργίου Α’.

Ο Δημήτρης Χορν τα τελευταία τέσσερα χρόνια (απ’ το 1994), έπασχε από τη νόσο του Αλτσχάιμερ. Τελικά, πέθανε στις 16 Ιανουαρίου 1998, ύστερα από πολύμηνη μάχη, με την επάρατη νόσο. Κηδεύτηκε στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών. Μετά το θάνατό του, καθιερώθηκε στη μνήμη του βραβείο (Βραβείο Χορν), το οποίο απονέμεται σε νέους ηθοποιούς του θεάτρου.