Οι φιλικοί δεσμοί είναι πιο ισχυροί και από τους ερωτικούς, ισχυρίζεται βρετανική έρευνα

«Η γυναίκα δεν μπορεί να γνωρίσει φιλία. Γνωρίζει μόνο τον έρωτα», υποστήριζε ο «κακοποιημένος» από το ασθενές φύλο Γερμανός φιλόσοφος Φρίντριχ Νίτσε. Πρόσφατη όμως έρευνα Βρετανών κοινωνιολόγων φαίνεται ότι ανατρέπει αυτό τον ισχυρισμό, αποκαλύπτοντας ότι οι περισσότεροι άνθρωποι, και κυρίως οι γυναίκες, δεν χαλάνε εύκολα τις φιλίες τους, ακόμη κι αν αυτές είναι πηγή άγχους ή δυσαρέσκειας.

Όπως μάλιστα ομολογούν τα ίδια τα άτομα που συμμετείχαν στην έρευνα, τούς είναι πιο εύκολο να χωρίσουν από τον/την ερωτικό τους σύντροφο από ό,τι να διακόψουν μια πολύχρονη φιλική σχέση.

«Ο κώδικας συμπεριφοράς που ρυθμίζει τις σχέσεις μεταξύ φίλων είναι τόσο ισχυρός ώστε καθιστά εξαιρετικά δύσκολη τη διακοπή της φιλίας, ακόμη κι αν αυτή έχει πάψει να είναι ευχάριστη, εξαιτίας των ενοχικών αισθημάτων που γεννά. Υπάρχει σε κάθε φιλία ένα κοινό αίσθημα καθήκοντος, το οποίο δύσκολα παραβιάζεται», εξηγεί η Carol Smart, καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο του Μάντσεστερ και συνδιευθύντρια του Κέντρου Μόργκαν για τη Μελέτη των Σχέσεων και της Προσωπικής ζωής.

Η λήξη μιας φιλίας, σύμφωνα με την έρευνα, είναι μια εμπειρία εξαιρετικά επώδυνη και τραυματική και για τα δύο μέρη της σχέσης, τόσο για τον φίλο που εγκαταλείπει όσο και για αυτόν που εγκαταλείπεται. Για τον πρώτο επειδή αισθάνεται μεγάλες ενοχές για την πράξη του και για τον δεύτερο επειδή αισθάνεται προδομένος και κλονίζεται η αυτοεκτίμησή του. Γι’ αυτό και όσοι επιθυμούν να αποδεσμευτούν από μια φιλική σχέση σπάνια επιλέγουν τη βίαιη ρήξη, αλλά στην πλειονότητα τους επιλέγουν να απομακρυνθούν σταδιακά.

Τα ευρήματα της έρευνας παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον όχι μόνο επειδή ανατρέπουν βαθύτατα ριζωμένες προκαταλήψεις για τη γυναικεία στάση απέναντι στη φιλία, αλλά και γιατί εστιάζουν για πρώτη φορά στο πώς άνδρες και γυναίκες αντιλαμβάνονται τη φιλία και την απώλειά της.

Η έρευνα βασίστηκε στις προσωπικές μαρτυρίες 200 και πλέον ατόμων, που συμμετέχουν εθελοντικά στο λεγόμενο «Mass Observation Project» (ΜΟΡ), μία από τις μεγαλύτερες (πάνω από 4.000 άτομα έχουν συμμετάσχει από το 1981 έως σήμερα), μακροβιότερες (ξεκίνησε το 1937, διακόπηκε το 1960 και επανενεργοποιήθηκε το 1981) και πλέον πρωτότυπες κοινωνιολογικές έρευνες στον κόσμο, που έχει θέσει ως στόχο να καταγράψει λεπτομερώς την καθημερινή ζωή στη Μ. Βρετανία.

ΑΠΕ