Ως παιδιά, καθώς μεγαλώνουμε, αρχίζουμε να βιώνουμε κάποια στιγμή απογοήτευση επειδή οι ανάγκες μας δεν ικανοποιούνται πάντα και φυσικά προσπαθούμε να βρούμε τρόπους να τις ικανοποιήσουμε. Θέλουμε να πάρουμε αυτό που επιθυμούμε από τους άλλους ανθρώπους, και επίσης να εξασφαλίσουμε ότι οι άλλοι δεν παίρνουν από μας αυτό που δε θέλουμε να τους δώσουμε.
Τι είναι αυτά που θέλουμε από τους άλλους ανθρώπους ακόμα και ως ενήλικοι;
-
Πρώτα την προσοχή τους. Όλοι θέλουμε να μας προσέχουν. Νιώθουμε πολύ άσχημα όταν κάποιος μας αγνοεί. Νιώθουμε μείωση της αξίας μας, απόρριψη, αδυναμία.
-
Θέλουμε επιβεβαίωση, αναγνώριση της αξίας μας, δηλαδή ότι είμαστε καλοί, σωστοί, ικανοί.
-
Θέλουμε να μπορούμε να είμαστε σίγουροι ότι οι άλλοι θα είναι πάντα εκεί για μας, για να νιώσουμε την ασφάλεια που μας δίνει η δέσμευσή τους.
-
Μερικές φορές θέλουμε και την αποκλειστικότητα της αγάπης και της προσοχής τους. Ένα παιδί που χάνει την αποκλειστικότητα βιώνει για πρώτη φορά ζήλια προς το μικρότερο αδελφό ή αδελφή. Και ως ενήλικοι θέλουμε αποκλειστικότητα στις συντροφικές μας σχέσεις και, κατά καιρούς, ακόμα και στις φιλικές μας σχέσεις. Αυτό συμβαίνει, επειδή φοβόμαστε μήπως ο σύντροφος ή ο φίλος κάποια στιγμή αρχίσει να ενδιαφέρεται περισσότερο για κάποιον άλλον και μας αφήσει. Τότε εμείς θα μείνουμε μόνοι, χωρίς να ικανοποιούνται οι ανάγκες μας.
Ως μικρά παιδιά, η ανάγκη μας αφορούσε στη ίδια την επιβίωσή μας, που εξαρτιόταν από κάποιον άλλο. Δεν μπορούσαμε να εξασφαλίσουμε για τον εαυτό μας ούτε τροφή ούτε στέγη. Όλη η ύπαρξή μας και η αξία μας εξαρτιόταν από τον γονιό, που ήταν για μας «παντοδύναμος και τέλειος», μέχρι σιγά – σιγά να απομυθοποιηθεί στα εφηβικά μας χρόνια. Θέλουμε, λοιπόν, προσοχή, επιβεβαίωση και αναγνώριση. Θέλουμε να δεσμεύσουμε τον άλλο, ώστε να εξαρτάται από μας και θέλουμε επίσης αποκλειστικότητα σε όλα αυτά.
-
Επίσης, ίσως μας ενδιαφέρει το να μπορούμε να ελέγχουμε τον άλλο, εμποδίζοντάς τον να μας ζητάει πράγματα που δεν θέλουμε ή δεν μπορούμε να δώσουμε, ίσως για να μην κουραζόμαστε ή για να μπορούμε να βολευόμαστε. Ή ίσως θέλουμε απλά να μας κάνει τα χατίρια.
Έτσι ψάχνουμε και βρίσκουμε τον τρόπο για να κάνουμε το γονιό να μας δώσει την προσοχή του και αρχίζουμε να μαθαίνουμε να «παίζουμε» ρόλους: Κλαίμε, φωνάζουμε, κρυβόμαστε, απειλούμε, εκμεταλλευόμαστε τις ενοχές του. Αν δεν μπορούμε να έχουμε την προσοχή που θέλουμε σας «καλά» παιδιά, θα γίνουμε «κακά» παιδιά, ώστε με οποιονδήποτε τρόπο να έχουμε την προσοχή, την αναγνώριση και ό,τι ζητάμε.
Σ΄αυτήν μας την προσπάθεια αναπτύσσουμε διάφορους ρόλους, που θα χωρίσουμε σε τέσσερις βασικές κατηγορίες:
-
Ο πρώτος ρόλος είναι ο ρόλος του Τρομοκράτη. Μαθαίνουμε από τους γονείς μας, ότι με τη φωνή, με την απειλή και με το να γινόμαστε άγριοι, μπορούμε να έχουμε αυτό που θέλουμε.
-
Ο δεύτερος ρόλος είναι ο ρόλος του Θύματος. Στο ρόλο αυτό δημιουργούμε συνήθως αίσθηση ενοχής στους άλλους, ώστε να τους σταματήσουμε να κάνουν ό,τι μας στενοχωρεί. Κάνουμε ένα συναισθηματικό εκβιασμό παίζοντας τον πληγωμένο ή τον αδικημένο.
-
Ο τρίτος ρόλος είναι ο ρόλος του Απόμακρου. Στο ρόλο αυτό βρίσκουμε ως μόνη λύση, το να απομακρυνθούμε συναισθηματικά, να κλειστούμε μέσα στον εαυτό μας, επειδή δεν αντέχουμε, δεν τα βγάζουμε πέρα σε αυτό το συναισθηματικό παιχνίδι.
-
Ο τέταρτος ρόλος είναι ο ρόλος του Ανακριτή. Στο ρόλο αυτό μαθαίνουμε να προστατεύουμε τον εαυτό μας και επιδιώκουμε να παίρνουμε ενέργεια, προσοχή και να ελέγχουμε τους άλλους ανακρίνοντάς τους.
Είναι δυσάρεστες αυτές οι επικοινωνίες, αυτές οι σχέσεις. Πληγωνόμαστε και εμείς και οι άλλοι και είναι κρίμα, γιατί συνήθως παίζουμε τους ρόλους αυτούς, με ανθρώπους που αγαπάμε.
Αγαπάμε αυτά τα άτομα, αλλά έχουμε τόση ανασφάλεια και αμφιβολία για την αξία μας ώστε αναγκαζόμαστε να μπούμε σε αυτά τα παιχνίδια, για να πάρουμε ενέργεια και ασφάλεια μέσα από την προσοχή, την επιβεβαίωση και την υπακοή των άλλων.
Πηγή από το βιβλίο «Αυτογνωσία» του Ρόμπερτ Ηλία Νατζέμυ