«Το δυσκολότερο πράγμα έπειτα από ένα επεισόδιο βουλιμίας είναι να περιμένω να εκλείψουν οι συνέπειες. Νιώθω τόσο άχρηστη και ανίκανη για οτιδήποτε. Νιώθω πως θα μπορούσα να σκίσω το στομάχι μου και να πετάξω όλα τα σκουπίδια από μέσα… Είναι τόσο μεγάλη η αηδία και η αποστροφή που νιώθω».
Ο όρος βουλιμία προέρχεται από τις λέξεις «βους» (βόδι) και «λιμός» (πείνα). Ένα επεισόδιο βουλιμίας χαρακτηρίζεται από την ταχεία κατανάλωση μίας δυσανάλογα μεγάλης ποσότητας τροφής σε μικρό χρονικό διάστημα, η οποία συνοδεύεται από αίσθημα απώλειας ελέγχου κατά τη διαδικασία της πρόσληψης τροφής.
Η Διαταραχή Επεισοδίων Υπερφαγίας (ΔΕΥ)
Ανακαλύφθηκε στα τέλη της δεκαετίας του ΄80, από την ερευνητική ομάδα του Πανεπιστημίου του Columbia, όταν συσσωρεύτηκαν μαρτυρίες ότι το ένα τέταρτο των ανθρώπων που αναζητούσαν θεραπεία για την παχυσαρκία παρουσίαζαν και προβλήματα βουλιμίας. Οι ασθενείς δεν προκαλούν εμετό και κατά κανόνα είναι υπέρβαροι.
Η σχέση βουλιμίας και παχυσαρκίας
Η εκδήλωση συμπτωμάτων βουλιμίας προσβάλλει περίπου το 20% των παχύσαρκων ανθρώπων. Αναρωτιέται όμως κανείς αν η βουλιμία προκαλεί την παχυσαρκία ή το αντίστροφο:
ΥΠΟΘΕΣΗ 1
Βουλιμία / Παχυσαρκία
Η βουλιμία μπορεί να οδηγήσει στην παχυσαρκία μέσω μίας ραγδαίας αύξησης του βάρους. Η συχνή παχυσαρκία στους ασθενείς με ΔΕΥ το πιστοποιεί.
ΥΠΟΘΕΣΗ 2
Παχυσαρκία / δίαιτα / βουλιμία
Η σωματική διάπλαση και το βάρος καθορίζονται σε μεγάλο βαθμό από γενετικούς παράγοντες. Είναι πιθανόν τα βουλιμικά άτομα να είναι γενετικά προγραμματισμένα να γίνουν υπέρβαρα. Οι υπέρβαροι άνθρωποι παραπαίουν μεταξύ περιόδων επιτυχούς δίαιτας και λαιμαργίας, με αποτέλεσμα τις σημαντικές αυξομειώσεις στο βάρος τους. Μετά τη δίαιτα επέρχονται διαστήματα ψυχικής και σωματικής στέρησης που οδηγούν στη βουλιμία. Είθισται η στιγμιαία παραβίαση της δίαιτας να ερμηνεύεται ως «πλήρη αποτυχία» του εαυτού τους, ενισχύοντας τη βουλιμία.
Της Μυρσίνης Κωστοπούλου