Ιδρώτας, τρέμουλο, ολικό μούδιασμα, φόβος επερχόμενου θανάτου. Έχοντας αποκλειστεί ιατρικά κάθε οργανικό αίτιο, αυτός ο «δαίμονας» του μυαλού εγκλωβίζει το σώμα σε κατά φαντασία «ασθένειες» και τη ζωή όσων βιώνουν αυτή την πραγματικότητα, στον ψυχολογικό τρόμο…
Η διαταραχή πανικού (ΔΠ) είναι μια αγχώδης διαταραχή, που εκδηλώνεται τόσο με ψυχολογικά όσο και με σωματικά συμπτώματα. Πρόκειται για μια από τις πιο συχνές ψυχικές παθήσεις, κατά την οποία το άτομο παρουσιάζει ξαφνικά και απρόσμενα επεισόδια έντονου φόβου και άγχους, που ονομάζονται κρίσεις πανικού.
Κι αν, για εκείνον που τις υφίσταται, μοιάζει με μαρτύριο στην αιωνιότητα, στην πραγματικότητα η διάρκεια της κρίσης, μπορεί να κυμαίνεται από λίγα λεπτά έως μερικές ώρες.
Υπολογίζεται ότι έως το 4% του γενικού πληθυσμού υποφέρει από συχνές και σοβαρές κρίσεις πανικού. Το πιο ανησυχητικό όμως, είναι ότι το μεγαλύτερο ποσοστό αυτών των ανθρώπων προτιμά να κρύβει με κάθε τρόπο το πρόβλημα του, παρά να το αντιμετωπίσει.
Ποιους «προτιμά»
Σύμφωνα με τους ψυχολόγους όπως και στις περισσότερες ψυχικές παθήσεις, έτσι και στη διαταραχή πανικού, οι γυναίκες σε σχέση με τους άνδρες κατέχουν την πρωτιά σε συχνότητα -2 προς 1 ή 3 προς 1, ενώ η συνήθης ηλικία εμφάνισης του προβλήματος είναι μεταξύ 25 και 45 ετών.
Εδώ, σημαντικό ρόλο παίζει η ανάληψη ευθυνών και υποχρεώσεων, πέρα απ’ τις αντοχές τους, οι πολλαπλοί ρόλοι τους και η έλλειψη στήριξης τους από το οικογενειακό και κοινωνικό τους περιβάλλον. Συχνό φαινόμενο είναι επίσης μια γυναίκα να παθαίνει κρίσεις πανικού κατά την εμμηνόπαυση. Ανεξαρτήτως πάντως φύλου, κρίσεις πανικού εμφανίζονται μεταξύ 17 (τέλος της εφηβικής ηλικίας) και 45 ετών, πιθανότατα επειδή είναι π στιγμή που το άτομο πιέζεται εντονότερα να ανταποκριθεί σε υποχρεώσεις που του επιβάλλει η καθημερινότητα.
Σπάνια έχουμε αυτή τη διαταραχή στην παιδική ηλικία ή μετά τα 45, εξηγούν οι ψυχολόγοι. Αυτό δεν σημαίνει βέβαια, ότι όλοι οι άνθρωποι στις ηλικίες αυτές θα αναπτύξουν διαταραχή πανικού. Έχει βρεθεί, πάντως, ότι το οικογενειακό ιστορικό με διαταραχή πανικού, επηρεάζει σημαντικά την εμφάνιση της νόσου σε συγγενείς πρώτου βαθμού, καθώς τα άτομα με ιστορικό έχουν από 4 με 8 φορές μεγαλύτερες πιθανότητες να εκδηλώσουν την ίδια διαταραχή. Φαίνεται, επίσης, ότι η πρόγνωση για τη διαταραχή πανικού είναι χειρότερη όταν συνυπάρχει με άλλες ψυχικές παθήσεις, όπως η κατάθλιψη ή η διαταραχή προσωπικότητας.
Τα συμπτώματα
Τα ψυχολογικά συμπτώματα της διαταραχής περιλαμβάνουν: έντονο φόβο, άγχος, αίσθημα επέλευσης τρέλας, έλλειψη ελέγχου, φόβο για επερχόμενο θάνατο. Το άτομο μπορεί επίσης να έχει αίσθημα έλλειψης της πραγματικότητας, δηλαδή να νιώθει ότι παρακολουθεί τον εαυτό του και τη ζωή του σαν να πρόκειται για άλλον άνθρωπο (αίσθημα αποπραγματοποίησης ή αποπροσωποποίησης). Τα σωματικά συμπτώματα που συνοδεύουν τις κρίσεις πανικού είναι πολύ έντονα και εκδηλώνονται με: τρέμουλο και ταχυπαλμία, δύσπνοια, ζάλη, ναυτία, αίσθημα ασφυξίας και πνιγμού, ιδρώτα και πόνο στο στήθος, μουδιάσματα στο σώμα, αίσθημα αδυναμίας και τάση λιποθυμίας.
Πότε και πως
Μια κρίση πανικού μπορεί να συμβεί ξαφνικά και απροειδοποίητα, κατά τη διάρκεια μιας συνηθισμένης δραστηριότητας, ενώ η αιτία έναρξης της μπορεί να θεωρείται άγνωστη. Μπορεί όμως να εμφανιστεί και μετά από συγκεκριμένα στρεσογόνα γεγονότα που βιώνει το άτομο τη δεδομένη στιγμή της ζωής του. Το 50% των ατόμων που υποφέρουν από διαταραχή πανικού, έχουν επίσης και αγοραφοβία, φοβία δηλαδή να βγουν από το σπίτι τους, να βρεθούν σε δημόσιους χώρους, στην αγορά για ψώνια, να χρησιμοποιήσουν τα μέσα μαζικής μεταφοράς.
H συχνότητα και η βαρύτητα των κρίσεων πανικού ποικίλλουν, από άτομο σε άτομο. Μπορεί δηλαδή κάποιος, να έχει μια κρίση πανικού την εβδομάδα για πολλούς μήνες. Κάποιος άλλος μπορεί να παρουσιάζει μια σειρά από κρίσεις μέσα στην εβδομάδα, με διαστήματα διακοπής κάποιων μηνών και επανεμφάνισης των κρίσεων και αυτό να συμβαίνει για πολλά χρόνια.
H ένταση των συμπτωμάτων, από τη στιγμή που εμφανίζονται, αυξάνει προοδευτικά, φτάνοντας στο μέγιστο μέσα σε δέκα περίπου λεπτά. H συνολική διάρκεια μιας κρίσης πανικού μπορεί να είναι από 1 μέχρι 3 ώρες.
Για τη διάγνωση της διαταραχής πανικού απαιτούνται τουλάχιστον δυο αιφνίδιες κρίσεις, που όμως δεν συνδέονται με κάποιο στρεσογόνο παράγοντα, εξηγούν οι ειδικοί.
O «τύπος» προσωπικότητας
Πιο επιρρεπή σε κρίσεις πανικού είναι τα άτομα με άγχος και συχνά με ψυχαναγκαστική συμπεριφορά, διευκρινίζουν οι ψυχολόγοι. Ένα τέτοιο άτομο έχει την τάση να ελέγχει τα πάντα και τους πάντες στο περιβάλλον του, να αναλαμβάνει υπέρμετρες ευθύνες και να δείχνει «βράχος» μπροστά σε δύσκολες καταστάσεις. Δίνει έτσι στους άλλους την εντύπωση του δυνατού, που τα αντέχει και τα μπορεί όλα, ενώ οι άλλοι που πείθονται, στηρίζονται πάνω του.
Επειδή όμως ένα τέτοιο βάρος γίνεται δυσβάσταχτο και η ίδια η ζωή δημιουργεί προβλήματα και δυσκολίες, κάποια στιγμή αυτός ο «δυνατός» άνθρωπος καταρρέει, γιατί δεν μπορεί να ελέγξει και να αντέξει άλλο, ούτε τα δικά του βάρη, πολύ δε περισσότερο τα βάρη των άλλων. O οργανισμός του τότε αντιδρά φωνάζοντας του «βοήθησε με, δεν αντέχω άλλο!». Συμπερασματικά λοιπόν, οι κρίσεις πανικού μπορούν να εμφανιστούν ως αντίδραση του ατόμου απέναντι σε μια αγχωτική κατάσταση ή και σε σημαντικές αλλαγές στη ζωή του.
Για παράδειγμα: ένας χωρισμός, η απώλεια ή η αλλαγή της εργασίας, ο θάνατος ενός σημαντικού προσώπου, τα οικονομικά αδιέξοδα, η αλλαγή κατοικίας, αλλά και θετικές καταστάσεις, όπως η γέννηση ενός παιδιού, ο γάμος, η εισαγωγή στο πανεπιστήμιο, θεωρούνται παράγοντες που μπορούν να προκαλέσουν στο άτομο που τους βιώνει, κρίσεις πανικού.
Όταν ο φόβος αυξάνει
Μια κρίση πανικού προκαλεί σοκ και έντονο φόβο στο άτομο που τη βιώνει. Ως συνέπεια, ο άνθρωπος αυτός υποφέρει από το άγχος της προσδοκιμότητας, αρχίζει δηλαδή να ασχολείται επίμονα με την πιθανότητα ότι θα ακολουθήσει και άλλη κρίση. Για να «προστατευτεί», μεταβάλλει προς το χειρότερο τον τρόπο ζωής του, στην προσπάθεια να προλάβει μια πιθανή κρίση. Περιορίζει λοιπόν τις δραστηριότητες του και αποφεύγει χώρους ή συνθήκες που συνδέονται με την πρώτη κρίση πανικού.
Οπωσδήποτε αυτή η συμπεριφορά αποφυγής εδραιώνει το φόβο απέναντι στην κρίση πανικού. Και ο φόβος συνήθως επεκτείνεται και σε άλλες καταστάσεις. Για παράδειγμα, ένα άτομο που έπαθε κρίση πανικού ενώ οδηγούσε ή ενώ έτρωγε σε κάποιο εστιατόριο, είναι πολύ πιθανό να φοβάται να οδηγήσει ξανά, ή να πάει σε άλλα εστιατόρια. Στη συνέχεια, αυτός ο φόβος θα γενικευτεί, με το να αποφεύγει να βρεθεί σε όλα τα μέσα μαζικής μεταφοράς και σε όλους τους χώρους ψυχαγωγίας. «Αναμφίβολα η ποιότητα της ζωής όσων πάσχουν από κρίσεις πανικού, επηρεάζεται σημαντικά σε θέματα που αφορούν στις προσωπικές και κοινωνικές σχέσεις, στην εργασία, στην οικογένεια», τονίζουν οι ειδικοί.
Επιπτώσεις στην καθημερινότητα
• Το άτομο με κρίσεις πανικού έχει τάσεις απομόνωσης κι έτσι χάνει τις κοινωνικές του επαφές
• Αποφεύγει να βγαίνει έξω
• Νιώθει συνεχώς άρρωστο
• Αποξενώνεται από τον ερωτικό σύντροφο, λόγω της συνεχούς ενασχόλησης με τον πανικό
• Γίνεται εξαρτημένο από τους άλλους, με αποτέλεσμα να τους κουράζει
• Επιζητά συνεχώς την παρουσία και την παρέα των άλλων μέσα στο σπίτι
• Έχει αϋπνίες και εκνευρισμό
• Δυσκολεύεται να εργαστεί ή νιώθει ανίκανο για εργασία, όσο οι κρίσεις πανικού αυξάνονται.
Στα επείγοντα των Νοσοκομείων
Οι ψυχολόγοι τονίζουν ότι πολλά από τα συμπτώματα που εκδηλώνονται στις κρίσεις πανικού, είναι παρόμοια με αυτά που παρουσιάζονται εξαιτίας σοβαρών παθήσεων της καρδιάς, του θυρεοειδούς, του εγκεφάλου, του πεπτικού συστήματος και των πνευμόνων. Οι κρίσεις πανικού δηλαδή, «μιμούνται» άλλες σοβαρές οργανικές ασθένειες και συχνά παρατηρείται η προσέλευση των ατόμων αυτών στα επείγοντα των νοσοκομείων.
H αρχική λοιπόν αντίδραση του ατόμου που παθαίνει για πρώτη φορά κρίση πανικού, είναι να απευθυνθεί σε κάποιο γιατρό, συνήθως καρδιολόγο, παθολόγο και ενδοκρινολόγο για έλεγχο του θυρεοειδούς. Ξεκινάει τότε μια σειρά εξετάσεων και όταν αποκλειστεί ιατρικά κάποιος παθολογικός παράγοντας, τότε γίνεται η διάγνωση ότι πάσχει από κρίση πανικού.
Δεν είναι σπάνιο, τα άτομα αυτά να αρνούνται να δεχτούν ότι το πρόβλημα τους είναι μόνο ψυχολογικό και κατά συνέπεια να μην επισκέπτονται κάποιον Ειδικό Ψυχοθεραπευτή, Ψυχίατρο ή Ψυχολόγο. Όσο περνά ο καιρός, όμως, ο πανικός εμφανίζεται συχνότερα, επηρεάζει αρνητικά όλες τις πτυχές της ζωής του ατόμου και βασανίζει όχι μόνο το ίδιο, αλλά και όσους το συναναστρέφονται. To άτομο με κρίση πανικού αποφασίζει να πάει σε ειδικό, όταν η κατάσταση είναι πια ανεξέλεγκτη και αισθάνεται ότι δεν αντέχει να ζήσει άλλο με το πρόβλημα, ούτε το ίδιο, αλλά ούτε και οι γύρω του.
Θα γίνω καλά;
H θεραπεία της κρίσης πανικού περιλαμβάνει ψυχοθεραπεία, με ή χωρίς φαρμακευτική αγωγή. Ως αποτέλεσμα, ένα μεγάλο ποσοστό -γύρω στο 80%- θα επιτύχει μείωση του
αριθμού και της συχνότητας των κρίσεων πανικού ή και την εξάλειψη τους. Αν και έχει βρεθεί ότι τα αντικαταθλιπτικά μπορούν να βοηθήσουν στη θεραπεία των κρίσεων πανικού, ο καλύτερος τρόπος είναι η γνωσιακή ψυχοθεραπεία, που έγκειται στην επίγνωση του τι ακριβώς συμβαίνει στο άτομο, γιατί του συμβαίνει, καθώς και στην αναγνώριση και αλλαγή του τρόπου σκέψης που διατηρεί το άγχος.
Το χρονικό διάστημα ‘ της ψυχοθεραπείας μπορεί να διαρκέσει από 3 με 9 μήνες. H διάρκεια όμως της θεραπείας εξαρτάται πάντοτε από τον ασθενή. Έτσι, υπάρχουν άτομα που καταφέρνουν σε σύντομο χρονικό διάστημα να ξεπεράσουν το πρόβλημα τους, άλλοι που χρειάζονται περισσότερο χρόνο και άνθρωποι που βρίσκονται σε θεραπεία για μια ολόκληρη ζωή.
Ωστόσο, για ένα επιτυχές αποτέλεσμα, βασικό ρόλο παίζει τόσο η συνεργασία, η επιμονή και η σχέση εμπιστοσύνης του ασθενούς με τον θεραπευτή του, όσο και η εμπειρία και η γνώση του ίδιου του ψυχοθεραπευτή. Από την άλλη, με τη φαρμακευτική αγωγή, η βελτίωση των κρίσεων πανικού αρχίζει μέσα σε μερικές εβδομάδες. H διάρκεια της θεραπείας είναι περίπου 12 με 18 μήνες και μειώνεται σταδιακά. Σε καταστάσεις όπου η φαρμακευτική αγωγή κρίνεται αναγκαία, καλό είναι να συνοδεύεται από ψυχοθεραπεία, γιατί τότε τα αποτελέσματα είναι γρηγορότερα.
Αυτό συμβαίνει γιατί το φάρμακο θα "χτυπήσει" μόνο το σύμπτωμα και όχι την αιτία που το προκαλεί. H ψυχοθεραπεία, αντίθετα θα εστιάσει στην αιτία της κρίσης πανικού κι αυτό τελικά θα αποτελέσει την αρχή της λύσης του προβλήματος.
«Πρώτες βοήθειες» στην κρίση
• Αν βρεθούμε μπροστά σε ένα άτομο με κρίση πανικού, καλό είναι να διατηρήσουμε στο ακέραιο την ψυχραιμία μας
• Σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να προσπαθήσουμε να του υποβιβάσουμε την κατάσταση στην οποία βρίσκεται, π.χ. «δεν έχεις τίποτα», «μην υπερβάλλεις» κλπ., γιατί έτσι κάθε άλλο παρά θα βοηθηθεί
• Πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας, ότι εκείνη τη στιγμή το άτομο υποφέρει
• H συμπεριφορά μας πρέπει να είναι ήρεμη και ο τόνος της φωνής μας χαμηλός
• Μπορούμε να τον/την ηρεμήσουμε, μιλώντας του με ενδιαφέρον και βοηθώντας τον/την να κάνει ασκήσεις αναπνοής και χαλάρωσης
• Το επόμενο βήμα, είναι αποκλειστικά και μόνο ο ειδικός, είτε ο πανικός αφορά τους άλλους, είτε εμάς τους ίδιους.
της Έλενας Κιούρκτση