Η εξήγηση για την ευρύτερη μελαγχολία της κοινωνίας δεν αποκλείεται να βρίσκεται στην «πυραμίδα των αναγκών»
Τα προβλήματα δεν δημιουργούνται πλέον από τις ελλείψεις
Από τότε που κατοικήθηκε ο κόσμος, η μάχη για την επιβίωση έγινε το πιο πιεστικό πρόβλημα του ανθρώπου. Σήμερα όμως, κάτι ξεχωριστό συμβαίνει στον αναπτυγμένο κόσμο. Πρώτη φορά στην ιστορία, τα προβλήματα της κοινωνίας δημιουργούνται όχι από ελλείψεις, αλλά από αφθονία.
Τόσα αυτοκίνητα, που δεν έχουμε δρόμους να τα οδηγήσουμε, τόσα τρόφιμα, που πάσχουμε από παχυσαρκία, τόσα να αγοράσουμε, να δούμε, να κάνουμε, που δεν βρίσκουμε χρόνο να τα απολαύσουμε. Γιατί να μην είμαστε όμως λίγο περισσότερο ευγνώμονες, και γιατί όχι, λίγο περισσότερο ευτυχισμένοι;
Τη θέση μας αυτή είχε προβλέψει από το 1930 ο Βρετανός οικονομολόγος Τζον Μέιναρντ Κέινς. Σε ένα δοκίμιο με τον τίτλο «Οικονομικές δυνατότητες για τα εγγόνια μας» παρατηρούσε ότι στο μέλλον το πραγματικό πρόβλημα του ανθρώπου θα ήταν το πώς θα χρησιμοποιήσει την αποδέσμευσή του από τiς βασικές οικονομικές ανάγκες, ώστε να ζει αρμονικά, συνετά και «καλά».
Σήμερα, επισημαίνει ο βραβευμένος αρθρογράφος Ρίτσαρντ Τόμκινς, οι μελέτες για την ευτυχία σε ΗΠΑ, Βρετανία και ηπειρωτική Ευρώπη δείχνουν ότι τα επίπεδά της έχουν μείνει στάσιμα ή, σε ορισμένες περιπτώσεις, φθίνουν τα τελευταία 30 χρόνια.
Ένας λόγος είναι ασφαλώς ότι τα οφέλη της «ευημερίας» δεν έχουν εξαπλωθεί. Η εξήγηση για την ευρύτερη μελαγχολία της κοινωνίας δεν αποκλείεται επίσης να βρίσκεται στην «πυραμίδα των αναγκών», όπως τις ιεράρχησε ο Αβραάμ Μάσλοου, ψυχολόγος που μελέτησε την συμπεριφορά, το 1943. Ο Μάσλοου διαβεβαίωσε ότι το ισχυρότερο κίνητρο του ανθρώπου είναι η ανάγκη για την επίτευξη αισθήματος πληρότητας. Κάτω από αυτό, υπάρχουν άλλα επίπεδα αναγκών, το κάθε ένα από τα οποία πρέπει να ικανοποιηθεί για να προχωρήσει το άτομο στο ιεραρχικά ανώτερο. Στη βάση της πυραμίδας του Μάσλοου είναι οι κύριες ανάγκες για τη διαβίωση: νερό, τροφή, υλικές ανέσεις. Ακολουθούν ανάγκες ασφάλειας. Ύστερα έρχεται η αγάπη και το αίσθημα τoυ να ανήκεις κάπου, να νιώθεις αποδεκτός στην οικογένεια, την κοινωνία, την εργασία. Η ανάγκη για εκτίμηση και αυτοεκτίμηση έπεται και στην κορυφή τοποθετείται αυτό που ο Μάσλοου αποκαλούσε αυτoπραγμάτωση, η κατάσταση κατά την οποία ο άνθρωπος νιώθει ευτυχής από την επίτευξη όλων εκείνων που θα μπορούσε να γίνει.
Ο πλούτος. Τα χρήματα σαφώς είναι σημαντικός παράγοντας για την ικανοποίηση των προϋποθέσεων ώστε να νιώσει κάποιος ευτυχής. Το πρόβλημα είναι ότι τόσο το ίδιο το άτομο όσο και οι κυβερνήσεις έχουν καταλήξει να πιστεύουν ότι η μεγαλύτερη ευημερία είναι το κλειδί για «περισσότερη ευτυχία», ακόμη και πέρα από το σημείο που τα βασικά επίπεδα των ανέσεων έχουν επιτευχθεί. Η πυραμίδα του Μάσλοου λέει το αντίθετο. Και από τις έρευνες που γίνονται σήμερα διαπιστώνεται ότι ισχύει: ενώ οι άνθρωποι χαμηλότερων εισοδημάτων γίνονται ευτυχέστεροι όταν αυξάνονται τα εισοδήματά τους, μόλις φτάσουν σε ένα μέσο επίπεδο οικονομικής άνεσης – της τάξης των 10.000 ευρώ το χρόνο – η περαιτέρω αύξηση των εισοδημάτων φέρνει πολύ λιγότερη επιπλέον ευτυχία.
Επί πενήντα χρόνια κυβερνήσεις χρησιμοποίησαν το ακαθάριστο εθνικό προϊόν ως μονάδα μέτρησης της ευημερίας. Το μεγάλο πρόβλημα όμως είναι ότι το ΑΕΠ μετρά πράγματα στα οποία μπορεί να δοθεί νομισματική αξία. Όχι εκείνα που γίνονται περισσότερο σημαντικά μόλις απαντηθούν οι βασικές ανάγκες. Για πολλούς, για παράδειγμα, ο χρόνος είναι τόσο πολύτιμος που χαρακτηρίζεται «το νέο χρήμα», όμως το ΑΕΠ δεν τον υπολογίζει.
Στο ίδιο πλαίσιο, ετήσια αύξηση 3% του ΑΕΠ θα μας έφερνε σε 10 χρόνια στο απίστευτο σημείο τού να είμαστε «καλύτερα» 19 φορές απ’ ό,τι σήμερα. Πώς όμως θα χρησιμοποιούσαμε τον επιπλέον πλούτο; Θα είχαμε 19 φορές περισσότερα αυτοκίνητα, σπίτια, διακοπές; Θα ήμασταν έστω και λίγο ευτυχέστεροι; Ή μήπως θα είχαμε εκτεθεί σε διαφημίσεις 19 φορές περισσότερο από σήμερα, και θα είχαμε βρεθεί με 19 φορές περισσότερα καταναλωτικά αγαθά, βιώνοντας κατάθλιψη 19 φορές πιο βαριά;
Αμφιλεγόμενες κινήσεις. Η συνεχής προσπάθεια για αύξηση της παραγωγικότητας θα μπορούσε να οδηγήσει στην άσκηση πίεσης για την εφαρμογή υποχρεωτικών ορίων στις ώρες εργασίας, ώστε να ενθαρρύνονται οι πολίτες να περνούν περισσότερο χρόνο με τις οικογένειές τους. Τέτοιες αμφιλεγόμενες κινήσεις θα έβρισκαν πιο πρόσφορο το έδαφος μεταξύ κεντροαριστερών υποστηρικτών της κοινωνικής αναδόμησης, παρά μεταξύ των υπέρμαχων του καπιταλισμού της ελεύθερης αγοράς. Όμως, όπως προέβλεψε ο Κέινς, καθώς οδεύουμε προς μια μεταϋλιστική εποχή, η ευτυχία κινείται πιο ψηλά στην πολιτική και πολιτιστική ατζέντα.
της Ρένας Δημητρίου από ΤΑ ΝΕΑ