Σε έρευνα που ολοκληρώθηκε πρόσφατα στο Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ, οι ειδικοί που συμμετείχαν διατείνονται ότι κατάφεραν να «φωτογραφίσουν» τα εγκεφαλικά κυκλώματα που ενεργοποιούνται όταν βλέπουμε, ακούμε ή απλώς σκεφτόμαστε ένα φιλικό μας πρόσωπο. Στην παρουσία ενός φίλου ή μιας φίλης, η φαιά ουσία του εγκεφάλου μας «φωτίζεται», διευκολύνοντας έτσι τις πιο στενές διαπροσωπικές μας σχέσεις.
Αν αυτοί οι ερευνητές έχουν δίκιο, τότε κατάφεραν να εντοπίσουν το νευροβιολογικό υπόβαθρο της φιλικής έλξης -ή και της «ψυχικής ταύτισης»- που αισθανόμαστε για ορισμένα πρόσωπα! Επιπλέον διαπίστωσαν, προς μεγάλη τους έκπληξη, ότι δεν είναι οι ομοιότητες στον χαρακτήρα ή τα κοινά ενδιαφέροντα με το άλλο πρόσωπο που ενεργοποιούν τα νευρωνικά κυκλώματα της φιλίας, αλλά αυτό καθεαυτό το… φιλικό συναίσθημα.
Τα έντονα φιλικά αισθήματά μας για κάποιους ανθρώπους επηρεάζουν όχι μόνο την κοινωνική συμπεριφορά αλλά και συγκεκριμένες ανατομικές-λειτουργικές δομές του εγκεφάλου μας. Σύμφωνα με νευροεπιστημονική έρευνα που δημοσιεύεται στο τελευταίο τεύχος του περιοδικού «Journal of Neuroscience», οι φιλικές μας διαθέσεις και οι στενές διαπροσωπικές σχέσεις με ορισμένα πρόσωπα δεν εξαρτώνται αποκλειστικά από λίγο ώς πολύ τυχαίους εξωγενείς παράγοντες, αλλά πρωτίστως από ενδογενείς και συνήθως μη συνειδητές αναγκαιότητες, οι οποίες βρίσκονται «αποτυπωμένες» στα νευρωνικά κυκλώματα του εγκεφάλου μας.
Κατά καιρούς, οι μεγαλύτεροι στοχαστές του είδους μας επιχείρησαν -συνήθως ανεπιτυχώς- να διαφωτίσουν και να εξηγήσουν την προέλευση αυτού του περίεργου συναισθήματος της αμοιβαίας και ανιδιοτελούς συν-πάθειας και οικειότητας ανάμεσα σε πρόσωπα χωρίς δεσμούς αίματος. Για παράδειγμα, ο Αριστοτέλης περιγράφει τη φιλία ως την κοινή σε όλους τους ανθρώπους εσωτερική προδιάθεση που προκύπτει ανιδιοτελώς από την ελεύθερη επιλογή ελεύθερων ανθρώπων.
Τι σημαίνει όμως «εσωτερική προδιάθεση» και «ελεύθερη επιλογή»; Παραδόξως, για να βρει κανείς κάποιες ουσιαστικές και καθολικά αποδεκτές απαντήσεις σε αυτά τα δύο αποφασιστικά ερωτήματα, θα πρέπει να στραφεί στην επιστήμη και όχι στη μεταφυσική. Και αυτό ακριβώς επιχειρούν να κάνουν οι σύγχρονες νευροεπιστήμες όταν αναζητούν τα νευροβιολογικά ριζώματα και τις εγκεφαλικές προϋποθέσεις κάθε ανθρώπινης συμπεριφοράς.
Το νευρωνικό «αποτύπωμα»
Τα τελευταία τριάντα χρόνια νευρολόγοι και εξελικτικοί νευροψυχολόγοι σε όλο τον κόσμο δεν σταμάτησαν να συσσωρεύουν πολύτιμες πληροφορίες σχετικά με το ποιες εγκεφαλικές δομές εμπλέκονται, δηλαδή δραστηριοποιούνται, κατά τις εκδηλώσεις της ανθρώπινης κοινωνικότητας. Από αυτές τις έρευνες έγινε σαφές ότι στον άνθρωπο, αλλά και σε όλα τα πρωτεύοντα θηλαστικά (όπως π.χ. οι πίθηκοι), η εγκεφαλική περιοχή που εμπλέκεται τόσο στην επεξεργασία όσο και στις πιο σύνθετες εκδηλώσεις κοινωνικότητας είναι ο προμετωπιαίος φλοιός: η λεπτή στιβάδα νευρώνων, δηλαδή φαιάς ουσίας, που καλύπτουν το προσθιότερο τμήμα του μετωπιαίου λοβού του εγκεφάλου.
Πράγματι, έχει κατ’ επανάληψη διαπιστωθεί ότι βλάβες και τραυματισμοί σε αυτή την περιοχή του εγκεφάλου προκαλούν συχνά τη μερική ή ολική απώλεια της ικανότητας φυσιολογικής αλληλεπίδρασης και σχέσης με τους άλλους. Στην πρόσφατη μελέτη τους στο Χάρβαρντ, οι ερευνητές εστίασαν το ενδιαφέρον τους στο πώς δραστηριοποιείται ο προμετωπιαίος φλοιός στις κοινωνικές μας συναναστροφές. Για τον σκοπό αυτό κατέγραφαν με λειτουργική μαγνητική τομογραφία (fMRI) τον εγκέφαλο ενενήντα οκτώ νεαρών εθελοντών ηλικίας μεταξύ 18 και 23 ετών, ενώ αυτοί εκτελούσαν τεστ πρόβλεψης της συμπεριφοράς άλλων ανθρώπων. Σε αυτά τα ψυχολογικά τεστ οι εθελοντές προσπαθούσαν να μπουν στη θέση ενός άλλου προσώπου και να προβλέψουν τις πιθανές απαντήσεις που θα έδινε σε μια σειρά από ερωτήσεις.
Ανάμεσα στα ονόματα και τις φωτογραφίες των τρίτων προσώπων, με τα οποία όφειλαν να «ταυτιστούν» οι εθελοντές, υπήρχαν εντελώς άγνωστα πρόσωπα αλλά και κάποια γνωστά άτομα (φίλοι για τους οποίους ένιωθαν μεγαλύτερη ή μικρότερη οικειότητα). Το περίεργο ήταν ότι, σε όλα τα πειράματα, αυτό που καθοδηγούσε τις εγκεφαλικές απαντήσεις του προμετωπιαίου φλοιού των εθελοντών ήταν πάντα η οικειότητα και όχι η ομοιότητα με το άλλο πρόσωπο. Οι απαντήσεις των εθελοντών δεν επηρεάζονταν σημαντικά από τα πιθανά κοινά χαρακτηριστικά ή τις ομοιότητες που είχαν με τα τρίτα πρόσωπα αλλά, κατά κανόνα, από την ενσυναίσθηση μιας βαθύτερης οικειότητας που είχαν με αυτά τα πρόσωπα, οικειότητας που μόνο μεταξύ φίλων μπορεί να υπάρχει.
Οπως ήδη αναφέραμε, ήταν από καιρό γνωστό ότι βλάβες και τραυματισμοί του προμετωπιαίου φλοιού έχουν συχνά ως συνέπεια τη μερική ή ολική απώλεια της ικανότητας σχέσης με τους άλλους. Γι’ αυτό και οι ερευνητές του Χάρβαρντ επικέντρωσαν εξαρχής το ενδιαφέρον τους στο σκανάρισμα αυτής της περιοχής του εγκεφάλου, ελπίζοντας με αυτό τον τρόπο να αναδείξουν τον αποφασιστικό ρόλο που παίζει αυτή η περιοχή σε δύο βασικούς διανοητικούς μηχανισμούς ή, αν προτιμάτε, στους δύο «τρόπους» αντίληψης των άλλων προσώπων: την ομοιότητα και την οικειότητα.
Οικειότητα, αλλά όχι ταυτότητα
Ενώ ο πρώτος μηχανισμός επιτρέπει στον νου μας να προσομοιώνει τις πράξεις ή τις συμπεριφορές ενός τρίτου προσώπου και, χάρη σε αυτή την ταύτιση με τον άλλο, να διαισθάνεται πώς περίπου νιώθει ή σκέφτεται, ο δεύτερος μηχανισμός, δηλαδή η οικειότητα, μας επιτρέπει να ταυτιζόμαστε με κάποιο άλλο πρόσωπο, λόγω των κοινών μας εμπειριών. Με άλλα λόγια αυτό που διαπίστωσαν ήταν ότι η ύπαρξη μακροχρόνιας φιλίας δημιουργεί (μεταξύ των φίλων) μια κατάσταση αμοιβαίας ενσυναίσθησης και βαθύτερης κατανόησης που αποτυπώνεται όχι μόνο στις απαντήσεις των εθελοντών αλλά και στα πρότυπα νευρωνικής ενεργοποίησης στην περιοχή του προμετωπιαίου φλοιού.
«Αμφότεροι οι μηχανισμοί (δηλαδή της ομοιότητας και της οικειότητας) έχουν μια ψυχολογική και μια εξελικτική βάση, αφού αποτελούν θεμελιώδη συστατικά στοιχεία κάθε κρίσης μας για τους άλλους», δήλωσε στον Τύπο η Fenna Krienen, η ερευνήτρια του Χάρβαρντ που διηύθυνε την έρευνα.
Και καταλήγει: «Από τη μελέτη μας προκύπτει σαφώς ότι η κοινωνική οικειότητα αναπτύσσεται μέσα σε ανώτερες δομές του εγκεφάλου και επομένως αποτελεί τον βασικό μηχανισμό που χρησιμοποιεί ο εγκέφαλός μας για να κατανοεί τους άλλους ανθρώπους».
Η φιλία δεν αποτελεί ανθρώπινο προνόμιο
Σε εφημερίδες και περιοδικά διαβάζουμε συχνά για τη σημασία τού να έχουμε πλούσια κοινωνική ζωή, αφού αυτή η διαρκής άσκηση κοινωνικότητας αποτελεί το ελιξίριο της «αιώνιας νεότητας»: συμβάλλει όχι μόνο στην καλή ψυχική μας διάθεση αλλά και στη σωματική μας ευεξία. Μολονότι όλοι αποδέχονται ότι οι φιλικές σχέσεις και οι άνετες κοινωνικές επαφές παίζουν αποφασιστικό ρόλο στη ζωή των ανθρώπων, λιγότερο πρόθυμα αναγνωρίζουν πως το ίδιο μπορεί να ισχύει και για τα άλλα ανώτερα θηλαστικά. Στο ερώτημα αν η φιλία αποτελεί αποκλειστικό προνόμιο του ανθρώπινου είδους ή αν, αντίθετα, έχει μια μακρά εξελικτική ιστορία και εκδηλώνεται, με διάφορες μορφές, σε όλα τα κοινωνικά ζώα έχουν ήδη απαντήσει μια σειρά από μελέτες της Ηθολογίας. Η πιο πρόσφατη επιτόπια έρευνα πραγματοποιήθηκε από ομάδα ειδικών του πανεπιστημίου της Καλιφόρνια και δημοσιεύτηκε στο ειδικό περιοδικό «Current Biology». Οι επιστήμονες αυτοί περιγράφουν τις πολύ θετικές συνέπειες των φιλικών κοινωνικών σχέσεων σε ομάδες πιθήκων, και συγκεκριμένα των Μπαμπουίνων (Papio hamadryas ursinus). Διαπίστωσαν λοιπόν, ότι η μακροζωία και η ευζωία των θηλυκών μπαμπουίνων εξαρτάται από τη θέση τους στην κοινωνική ομάδα, κυρίως όμως από τον αριθμό και την ποιότητα των κοινωνικών σχέσεων που συνάπτουν μέσα στην ομάδα!
Οι μπαμπουίνοι μάλιστα που βρίσκονται σε κατώτερες θέσεις στην κοινωνική ιεραρχία, αντισταθμίζουν αυτό το μειονέκτημα συνάπτοντας στενότερες κοινωνικές σχέσεις και φιλικούς δεσμούς με τα υπόλοιπα μέλη της ομάδας, και οι θηλυκές που διαπρέπουν στις κοινωνικές συναναστροφές ζουν περισσότερο και καλύτερα από τις πιο μοναχικές!
ΣΠΥΡΟΣ ΜΑΝΟΥΣΕΛΗΣ Ελευθεροτυπία