Άρης για τους άνδρες, Αφροδίτη για τις γυναίκες, ροζ για τα κοριτσάκια, μπλε για τα αγοράκια. Στερεότυπα που δηλώνουν ότι τα δύο φύλα έχουν ελάχιστα κοινά μεταξύ τους, λένε μάλιστα ότι το κάθε φύλο μιλάει τη δική του “γλώσσα”, πόση αλήθεια κρύβει άραγε αυτό; Η σύγχρονη έρευνα αποκαλύπτει ότι το – επικοινωνιακό – χάσμα μεταξύ ανδρών και γυναικών δεν είναι τόσο βαθύ όσο νομίζουμε. Ας ξεφύγουμε λοιπόν από τα κλισέ, ας παραδεχθούμε τις – μικρές ή μεγάλες – διαφορές μας για να απολαύσουμε εν τέλει τη συμπληρωματικότητα μας, το γιν και το γιανγκ των ανατολικών.
Γιατί άραγε οι (περισσότερες) γυναίκες σταματάνε στον δρόμο και ρωτάνε για την κατεύθυνση, ενώ αντίθετα οι (περισσότεροι) άνδρες απεχθάνονται να το κάνουν;
Το ερώτημα δεν είναι τυχαίο αφού αποκρυσταλλώνει τις βασικές πτυχές ενός φαινομένου που ευθύνεται για πολλές από τις απογοητεύσεις που βιώνουν άνδρες και γυναίκες όταν συνομιλούν μεταξύ τους. Για μια γυναίκα το να ρωτήσει έναν ξένο σημαίνει ότι θα κάνει μια φευγαλέα σχέση μαζί του που θα την οδηγήσει εκεί που θέλει να πάει χωρίς απώλειες. «Τι έχουμε να χάσουμε;», λέει. Με την οπτική του άνδρα, όμως, κάτι τέτοιο θα ήταν υποτιμητικό. Προτιμάει να χάσει 5,10, άντε 20 λεπτά και να βρει μόνος του τον δρόμο, παρά να ρωτήσει κάποιον άλλο. «Ασε που μπορεί να μας στείλει αλλού γι’ αλλού», ισχυρίζεται.
Είναι θέμα κατεύθυνσης. Για τους άνδρες σημασία έχει το «πάνω – κάτω» (ποιος έχει το πάνω χέρι), ενώ για τις γυναίκες το «μεταξύ μας» σύμφωνα με την Deborah Tannen, καθηγήτρια Γλωσσολογίας στο Πανεπιστήμιο Georgetown, η οποία έχει αφιερώσει περισσότερα από τριάντα χρόνια ερευνώντας τον τρόπο με τον οποίο αλληλεπιδρούν γλωσσικά τα δύο φύλα.
«Οι συζητήσεις των ανδρών τείνουν να επικεντρώνονται στην ιεραρχία και τον ανταγωνισμό, αντίθετα οι κουβέντες των γυναικών περιστρέφονται γύρω από τις σχέσεις τους και κατά πόσο αυτές είναι στενές ή αποστασιοποιημένες», λέει η Deborah Tannen.
«Εγώ μπορώ να πετάξω την μπάλα μέχρι εκεί πάνω», λέει το ένα αγοράκι στον φίλο του, για να πάρει από εκείνον την απάντηση «η δικιά μου θα πάει στο φεγγάρι». «Η μαμά μου φοράει φακούς επαφής» λέει μια πιτσιρίκα για να εισπράξει ένα γεμάτο θαυμασμό «και μένα το ίδιο η θεία μου» από την άλλη.
Αυτό το κοινό που μοιράζονται, της είναι τόσο ευχάριστο όσο η πιο ψηλή μπαλιά για το αγοράκι που «καπελώνοντας» φραστικά τους φίλους του νιώθει πιο δυνατό. Σε άλλες ηλικίες, όταν μια γυναίκα αναφέρεται σε προσωπικά της προβλήματα, η φίλη θα της απαντήσει «ξέρω πώς αισθάνεσαι» ή «το ίδιο συμβαίνει και σε μένα». Είναι μια τελετουργική απάντηση που ενισχύει τη σχέση τους.
Σε μια ανάλογη συζήτηση ανάμεσα σε άνδρες ο δεύτερος θα έλεγε στον πρώτο «πού να δεις τι συμβαίνει σε μένα», αφήνοντας να εννοηθεί το χειρότερο και άρα κάτι που ενισχύει τη θέση του – ακόμη και – στη μιζέρια. Υπάρχουν όμως και παρεξηγήσεις αφού, αν η συζήτηση γινόταν ανάμεσα σε μια γυναίκα και έναν άνδρα, εκείνος θα θεωρούσε ότι του ζητάει τη βοήθεια του για να λύσει τα προβλήματα της, πράγμα που θα έκανε μεν αλλά τότε εκείνη θα τον κατηγορούσε με θυμό ότι της λέει τι να κάνει…
Όλες οι συζητήσεις όμως είτε από την ανδρική είτε από τηγυναικεία σκοπιά και άρα όλες οι σχέσεις, αντανακλούν έναν συνδυασμό ιεραρχίας και σύνδεσης. «Ολοι φιλοδοξούμε να είμαστε δυνατοί και να έχουμε σχέσεις με άλλους ανθρώπους. Τα φαινομενικά διαφορετικά στυλ συζήτησης ανδρών και γυναικών είναι απλά διαφορετικοί τρόποι για την επίτευξη των ίδιων στόχων», ισχυρίζεται η Deborah Tannen.
H οικογένεια μάλιστα είναι το πλαίσιο μέσα στο οποίο είναι ολοφάνερη αλλά και πολύ έντονη η επικέντρωση των μελώντης – αρσενικών και θηλυκών – στην ιεραρχία και τον ανταγωνισμό από τη μια αλλά και την επιθυμία για σύνδεση από την άλλη. Υπάρχουν άραγε άνδρες ή γυναίκες που δεν το έχουν βιώσει;