O Ντέιβιντ Χιουμ (David Hume) ήταν σκωτσέζος ιστορικός και φιλόσοφος, που επηρέασε την ανάπτυξη δυο σχολών φιλοσοφίας, του σκεπτικισμού και του εμπειρισμού.
Γεννήθηκε στο Εδιμβούργο όπου και μορφώθηκε κατ’ οίκον καθώς και στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου, στο οποίο εγγράφηκε σε ηλικία 12 ετών. Η υγεία του ήταν κακή και, αφού εργάστηκε για λίγο σε έναν εμπορικό οίκο στο Μπρίστολ, πήγε να ζήσει στη Γαλλία.
Από το 1734 έως το 1737, ο Χιουμ ασχολήθηκε έντονα με τα προβλήματα της θεωρητικής φιλοσοφίας και στην περίοδο αυτή έγραψε το σημαντικότερο φιλοσοφικό του έργο, Πραγματεία για την Ανθρώπινη Φύση (3 τόμοι, 1739-40), που ενσωματώνει την ουσία της σκέψης του. Παρά τη σημασία του, το έργο αυτό αγνοήθηκε από το κοινό πιθανώς λόγω του δυσνόητου ύφους του. Τα μεταγενέστερα πάντως έργα του Χιουμ γράφτηκαν στις ευκολότερες μορφές του δοκιμίου ή του διαλόγου, που ήταν δημοφιλείς εκείνο τον καιρό.
Μετά την έκδοση της Πραγματείας ο Χιουμ επέστρεψε στα κτήματα του όπου έστρεψε την προσοχή του στα προβλήματα ηθικής και πολιτικής οικονομίας και έγραψε τα Ηθικά και Πολιτικά Δοκίμια (2 τόμοι, 1741-42), τα οποία γνώρισαν άμεση επιτυχία. Απέτυχε όμως να εξασφαλίσει θέση καθηγητή στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου, ίσως επειδή ακόμα και στην αρχή της καριέρας του θεωρείτο θρησκευτικά σκεπτικιστής.
Το έργο του Φιλοσοφικά Δοκίμια για την Ανθρώπινη Αντίληψη (αργότερα μετονομάστηκε Έρευνα για την Ανθρώπινη Αντίληψη) δημοσιεύτηκε το 1748. Το βιβλίο αυτό είναι ίσως το πιο γνωστό έργο του και αποτελεί ουσιαστικά μια συμπύκνωση της Πραγματείας.
Το 1752 δημοσιεύτηκε το βιβλίο του Πολιτικοί Διάλογοι, ενώ στις αρχές της δεκαετίας εκείνης έγραψε το Διάλογοι για τη Φυσική Θρησκεία, αλλά δεν τους είχε δημοσιεύσει λόγω του σκεπτικισμού τους.
Οι ιδέες του Χιουμ
Η φιλοσοφική θέση του Χιουμ επηρεάστηκε από τις ιδέες δυο Βρετανών φιλοσόφων, του Τζων Λοκ και του επίσκοπου Τζωρτζ Μπέρκλεϋ. Και ο Χιουμ και ο Μπέρκλεϋ έκαναν διάκριση ανάμεσα στο λόγο και στην αίσθηση. Ο Χιουμ όμως προχώρησε πιο πέρα, επιδιώκοντας να αποδείξει ότι ο λόγος και οι λογικές κρίσεις είναι απλώς συνήθεις συνειρμοί διακριτών αισθήσεων ή εμπειριών.
Μεταφυσική και επιστημολογία
Με ένα επαναστατικό βήμα στην ιστορία της φιλοσοφίας, ο Χιουμ απέρριψε τη βασική ιδέα της αιτιότητας, υποστηρίζοντας ότι «ο λόγος δεν μπορεί να μας δείξει τη σύνδεση ενός αντικειμένου με ένα άλλο, αν και υποβοηθείται από την εμπειρία και την παρατήρηση της σύνδεσής τους σε όλες τις παρελθούσες περιπτώσεις. Συνεπώς, όταν ο νους περνά από την ιδέα ή εντύπωση ενός αντικειμένου στην ιδέα ή πεποίθηση ενός άλλου, τούτο δεν καθορίζεται από το λόγο, αλλά από ορισμένες αρχές που συσχετίζουν τις ιδέες αυτών των αντικειμένων και τις συνενώνουν στη φαντασία».
«Γίνε φιλόσοφος, αλλά μέσα σε όλη τη φιλοσοφία σου εξακολούθησε να είσαι άνθρωπος» Ντέιβιντ Χιουμ |
Η απόρριψη της αιτιότητας εκ μέρους του Χιουμ υπονοεί απόρριψη των επιστημονικών νόμων, που είναι βασισμένοι στη γενική αντίληψη ότι ένα γεγονός κατ’ ανάγκη προκαλεί ένα άλλο και εκ προβλέψεως πάντοτε θα το προκαλεί. Συνεπώς, σύμφωνα με τη φιλοσοφία του Χιουμ, η γνώση της ουσίας των γεγονότων είναι αδύνατη, αν και παραδεχόταν ότι στα πρακτικά ζητήματα οι άνθρωποι είναι υποχρεωμένοι να σκέπτονται με όρους αιτίας-αποτελέσματος και να υποθέτουν την αξιοπιστία των αντιλήψεών τους γιατί διαφορετικά θα τρελαίνονταν. Δεχόταν επίσης την πιθανότητα της γνώσης των σχέσεων μεταξύ ιδεών, όπως είναι οι σχέσεις των αριθμών στα μαθηματικά.
Η σκεπτικιστική προσέγγιση του Χιουμ αρνείται επίσης την ύπαρξη τόσο της πνευματικής ουσίας που υπέθετε ο Μπέρκλεϋ όσο και της "υλικής ουσίας" του Λοκ. Προχωρώντας πιο πέρα, ο Χιουμ αρνήθηκε και την ύπαρξη του ατομικού εαυτού, υποστηρίζοντας ότι επειδή οι άνθρωποι δεν έχουν μια σταθερή αντίληψη του εαυτού τους ως χωριστές οντότητες, «δεν είναι παρά ένα δεμάτι ή συλλογή διαφορετικών αντιλήψεων».
Ο σκεπτικισμός του δεν είναι κάτι πρωτόγνωρο για την ανθρωπότητα. Στην αρχαιότητα οπαδοί της εμπειριαρχίας ήταν οι σοφιστές, οι Κυρηναϊκοί φιλόσοφοι, ο Επίκουρος (πας λόγος από των αισθήσεων ήρτηται). Η αφετηρία του σκεπτικισμού ανάγεται και πάλι στην αρχαιότητα και θεμελιώθηκε αρχικά από το φιλόσοφο Πύρρωνα. Αργότερα αναπτύχθηκε σημαντικά από τον Πρωταγόρα και τους Κυρηναίους φιλοσόφους. Από το σκεπτικισμό επηρεάστηκαν επίσης οι Πλατωνικοί. Κορυφώθηκε τον 2ο αιώνα μ.χ. με τον Σέξτο τον Εμπειρίκο. Σύμφωνα με τους σκεπτικιστές της αρχαιότητας, η πίστη στην ανδυναμία να γίνουν γνωστά τα πράγματα όπως πραγματικά έχουν, έχει σαν αποτέλεσμα την αδιαφορία, την απάθεια (αταραξία).
Η αμφισβήτηση της επιστήμης
O Χιουμ αμφισβητεί στην επιστήμη τη δυνατότητα να προσφέρει αξιόπιστη, έγκυρη και αντικειμενική γνώση, και συνακόλουθα να αποτελέσει οδηγό του ανθρώπου στην προσπάθειά του να προσεγγίσει το μέλλον.
Κατά την άποψή του, τα επιχειρήματα στα οποία στηρίζεται η επιστήμη για να καταλήγει σε λογικά συμπεράσματα είναι ανύπαρκτα και ό,τι η επιστήμη ονομάζει επιχείρημα (δηλαδή μια σειρά προτάσεων συνδεδεμένων λογικά μεταξύ τους χωρίς χάσματα με ένα αναγκαίο δεσμό), δεν αποτελεί για εκείνον παρά μια συνήθεια, ένα είδος συναισθήματος.
Όλοι οι πιθανοί συλλογισμοί, όλη η λογική διαδικασία που χρησιμοποιούν οι επιστήμονες για να καταλήξουν σε ένα συμπέρασμα, για εκείνον είναι ανύπαρκτοι, εφόσον δέχεται μόνο πληροφορίες που του φέρνουν οι αισθήσεις του, ιδέες, και τίποτα περισσότερο. Και όπως στη μουσική και στην ποίηση ακολουθούμε το γούστο μας, το ίδιο, ισχυρίζεται, πρέπει να ισχύει και στη φιλοσοφία, όπου πρέπει να ακολουθούμε το γούστο μας στις ιδέες: εφόσον δεν μπορούμε να ανιχνεύσουμε ένα αναγκαίο δεσμό που να συνδέει τα αισθητά αντικείμενα ούτε ισχύει κάποια αρχή, νόμος της φύσης, μόνο η συνήθεια, υποστηρίζει, είναι εκείνη που πρέπει να μας οδηγεί σε συμπεράσματα για τη σχέση τους.
Με βάση τα παραπάνω, αφού δεν ισχύει κανένας νόμος, δεν υπάρχει και αναγκαία σχέση και μεταξύ παρελθόντος και μέλλοντος. Ό,τι παρατηρήσαμε ότι ίσχυε στο παρελθόν, δεν υπάρχει καμιά εγγύηση ότι θα ισχύει και στο μέλλον.
Επομένως, αν αρνηθούμε στην επιστήμη τη δυνατότητα της επαγωγικής μεθόδου, τη δυνατότητα από τα γνωστά να αποφαίνεται και για τα άγνωστα, από τα γνωστά στοιχεία του παρελθόντος να αποφαίνεται για το άδηλο μέλλον, αυτό το μέλλον κάτω από τέτοιες συνθήκες φαντάζει σκοτεινό και αόριστο, φοβερό και απειλητικό. Η κατάρριψη της επαγωγικής μεθόδου αφαιρεί από την επιστήμη το μεθοδολογικό της υπόβαθρο και για τον άνθρωπο που στηριζόταν στην επιστημονική γνώση σημαίνει μια κατακόρυφη πτώση από ύψος χιλιάδων ποδιών στο κενό.
Η επαγωγή ξεκινώντας από τη γνώση μας για τα επιμέρους, τον περιορισμένο χώρο, πετυχαίνει με το άπλετο φως του να φωτίσει έναν απέραντο χώρο. Ό,τι παρέμενε σκοτεινό και άγνωστο, γίνεται οικείο, προσιτό, προσεγγίσιμο και προβλέψιμο. Δε χρειάζεται να έχεις τη μαντική δύναμη του θεόπνευστου μάγου ή του ίδιου του θεού για να μπορείς να προσδιορίζεις το μέλλον. Αρκεί η γνώση και η εφαρμογή των βασικών όρων της λογικής διαδικασίας, του συλλογισμού για να το επιτύχει ο καθένας από μας. Με την ξαστεριά του πνεύματός του κατάφερε να απαλλαχθεί από φόβους, προκαταλήψεις, να ξεφύγει από εκμεταλλευτές της άγνοιάς του, ώστε στηριζόμενος με εμπιστοσύνη στις δυνάμεις του να μπορεί να ατενίζει με ελπίδα και αισιοδοξία το μέλλον.
Ηθική
Στο πεδίο της ηθικής, ο Χιουμ υποστήριζε ότι η έννοια του ορθού και του εσφαλμένου δεν απορρέει από τον λόγο, αλλά προέρχεται από το ενδιαφέρον του καθενός μας για ευτυχία. Το ανώτατο ηθικό καλό, κατά την άποψή του, είναι η καλοσύνη, ένα ανιδιοτελές ενδιαφέρον για τη γενική ευδαιμονία της κοινωνίας, το οποίο ο Χιουμ θεωρούσε συνώνυμο με την ανθρώπινη ευτυχία.
Η συμβολή του Χιουμ στην οικονομική θεωρία επηρέασε τον Σκωτσέζο φιλόσοφο και οικονομολόγο Άνταμ Σμιθ, καθώς και μεταγενέστερους οικονομολόγους. Στις ιδέες του Χιουμ περιλαμβανόταν η πεποίθηση ότι ο πλούτος δεν εξαρτάται από το χρήμα, αλλά από τα αγαθά, ενώ επίσης αναγνώριζε την επίδραση των κοινωνικών συνθηκών στην οικονομία.
wikipedia, margiakou.blogspot.com