Γιατί τόσες αυτοκτονίες;

Οι αυτοκτονίες έχουν γίνει καθημερινό φαινόμενο στην Ελλάδα της κρίσης. Είναι όμως τα αίτια μόνο οικονομικά; Ποιός ο ρόλος της μίμησης, της πόλης, του Τύπου; Τι μπορούμε να κάνουμε για να βοηθήσουμε;

selfmurder

Τους τελευταίους μήνες οι ειδήσεις για αυτοκτονίες είναι τόσο πολλές που αδυνατεί κανείς να συγκρατήσει τις λεπτομέρειές τους. Αυτό όμως που μένει είναι εκείνη η πικρή αίσθηση ότι ακόμη ένας άνθρωπος χάθηκε και εμείς οι υπόλοιποι μένουμε εδώ να μετρούμε τις απώλειες, ανήμποροι να βοηθήσουμε.

Τι συμβαίνει λοιπόν; Αυξήθηκε όντως η συχνότητα των αυτοκτονιών στη χώρα μας; Γιατί αυτοκτονούν οι συμπολίτες μας; Αρκεί το ζοφερό κλίμα της ύφεσης να κάνει τον θάνατο ελκυστικότερο από τη ζωή για κάποιους ανθρώπους; Μπορούμε να κάνουμε κάτι για να σταματήσουμε τις αυτοκτονίες, οποιαδήποτε και αν είναι η αιτία τους; Οδηγημένοι από τη σκληρή ειδησεογραφία και με απόλυτο σεβασμό για τους ανθρώπους που επέλεξαν τον θάνατο ως διέξοδο, μιλήσαμε με τους ειδικούς, τόσο για να κατανοήσουμε τα αίτια αυτής της μάστιγας όσο και για να συμβάλουμε κατά το δυνατόν στην αποτροπή της.

selfmurder_plunge

Τόσο η Μυρτώ Νίλσεν, ψυχολόγος-ψυχοθεραπεύτρια και ιδρυτικό μέλος της «Μέριμνας» (μη κερδοσκοπική εταιρεία για τη φροντίδα παιδιών και οικογενειών στην αρρώστια και στον θάνατο), όσο και ο Κυριάκος Κατσαδώρος, ψυχίατρος και ιδρυτής της «Κλίμακας» (ΜΚΟ που μεταξύ άλλων λειτουργεί από το 2007 την τηλεφωνική Γραμμή Παρέμβασης για την Αυτοκτονία 1018), μας διαβεβαίωσαν ότι όλοι μαζί μπορούμε πράγματι να βοηθήσουμε για να δουν φως στο τούνελ της απόγνωσης οι συνάνθρωποί μας.

Ελλάδα: από το απυρόβλητο στην πρώτη γραμμή

Οι άνθρωποι αυτοκτονούσαν πάντα. Ωστόσο πριν από μερικά χρόνια τα πράγματα δεν ήταν έτσι. Οι αυτοκτονίες δεν αποτελούσαν συχνό φαινόμενο στη χώρα μας. Παραδοσιακά, μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών η Ελλάδα βρισκόταν στις τελευταίες θέσεις της κατάταξης με τον αριθμό αυτοκτονιών ανά 100.000 κατοίκους. Τα σκήπτρα στις αυτοκτονίες κατείχαν οι χώρες του Βορρά και κυρίως η Φινλανδία και η Σουηδία. Τα συστήματα υγείας των χωρών αυτών όμως έλαβαν μέτρα και πέτυχαν να μειώσουν τον αριθμό των αυτοκτονιών. Αντίθετα, στη χώρα μας παρατηρείται μια σημαντική αύξηση των αυτοκτονιών, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια.

Η αύξηση του ρυθμού των αυτοκτονιών στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια της τελευταίας πενταετίας είναι καλά τεκμηριωμένη, όπως προκύπτει και από σχετικές δημοσιεύσεις επίσημων στοιχείων σε επιστημονικά περιοδικά. Το 2008, οπότε και τοποθετείται διεθνώς η έναρξη της οικονομικής κρίσης, ξεπεράστηκε το φράγμα της μιας αυτοκτονίας την ημέρα. Οι εκτιμήσεις μας σήμερα είναι ότι έχουμε 2-3 αυτοκτονίες την ημέρα.

Οι αριθμοί αναφέρονται ως εκτιμήσεις γιατί τα επίσημα στοιχεία δεν περιγράφουν επαρκώς το πρόβλημα: «Το στίγμα που συχνά συνοδεύει τις οικογένειες των αυτοχείρων οδηγεί στο να μην καταγράφονται όλες οι αυτοκτονίες. Στην "Κλίμακα" συνεργαζόμαστε τόσο με τα Κέντρα Υγείας όλης της επικράτειας όσο και με τις πανεπιστημιακές ιατροδικαστικές υπηρεσίες προκειμένου να συλλέξουμε τα στοιχεία για τον αριθμό των αυτοκτονιών. Και πάλι κάποιες δεν γίνονται ποτέ γνωστές: εκείνος που αποφασίζει να χρησιμοποιήσει το αυτοκίνητό του για να αυτοκτονήσει, πάντοτε θα καταγράφεται στα τροχαία», λέει ο Κυριάκος Κατσαδώρος.

Μομφή προς τον εαυτό του

Ποιοι είναι όμως οι λόγοι για τους οποίους κάποιοι άνθρωποι βλέπουν ως μόνη διέξοδο στα προβλήματά τους τον θάνατο;

«Η αυτοκτονία είναι μια μομφή του ατόμου προς τον ίδιο του τον εαυτό» λέει η Νίλσεν και εξηγεί: «Εκείνος που αυτοκτονεί για ερωτικούς λόγους θεωρεί τον εαυτό του ανάξιο για τον έρωτα που του αρνήθηκαν. Ο αυτόχειρας, αρνούμενος το δώρο της ζωής, δηλώνει εμπράκτως την πίστη του ότι η ζωή δεν του αξίζει. Πρόκειται για την παραδοχή της ύστατης αποτυχίας. Βεβαίως, το να βιώσει κανείς οτιδήποτε σαν να πρόκειται για την ύστατη αποτυχία σημαίνει ότι η κρίση του έχει διαταραχθεί, ότι βρίσκεται σε μια συναισθηματική σύγχυση που δεν αφήνει χώρο για την ορθή κρίση. Η απόγνωση που βιώνει το άτομο αυτό δεν αφήνει χώρο για τη σκέψη που οργανώνει το μέλλον».

Σύμφωνα με τη διεθνώς αποδεκτή παραδοχή, η πλειονότητα των αυτοχείρων πάσχει από ψυχικές διαταραχές. «Αν και υπάρχουν πολλές συζητήσεις σχετικά με το θέμα, η διεθνής επιστημονική κοινότητα συμφωνεί ότι το ποσοστό των αυτοχείρων που είναι ψυχικά ασθενείς κυμαίνεται από 80% ως 95%» λέει ο Κατσαδώρος. Η ψυχική διαταραχή, η «ευαλωτότητα» κάποιων ατόμων, αν και σοβαρός παράγοντας, δεν αποτελεί ωστόσο ικανή και αναγκαία συνθήκη για να τα οδηγήσει στην αυτοκτονία. Για να συμβεί αυτό απαιτείται και κίνητρο: «Άομα με ένα συγκεκριμένο γενετικό υπόβαθρο είναι περισσότερο ευάλωτα στην αυτοκτονία, ωστόσο για να φθάσουν ως εκεί απαιτούνται οι κατάλληλες εξωτερικές συνθήκες. Στρεσογόνοι παράγοντες οι οποίοι αθροίζονται και με γεωμετρική πρόοδο οδηγούν το ευάλωτο άτομο στο να βάλει τέλος στη ζωή του» τονίζει ο έλληνας ψυχίατρος.

Η «σκανδάλη» της κρίσης

Η οικονομική κρίση από την οποία διέρχεται η χώρα μας τα τελευταία χρόνια, και η οποία έχει συνέπεια τη ραγδαία αύξηση της ανεργίας αλλά και τη δραστικότατη μείωση του Κράτους Πρόνοιας, φαίνεται ότι απετέλεσε πολύ καλό υπόβαθρο για την αύξηση των αυτοκτονιών. «Πράγματι, η οικονομική κρίση έχει λειτουργήσει ως πυροδοτικός μηχανισμός για την παρατηρούμενη έξαρση των αυτοκτονιών στη χώρα. Το διαπιστώσουμε και από τη σύνθεση των ατόμων που τηλεφωνούν στη γραμμή 1018. Τα άτομα που έχουν οικονομικά προβλήματα διαφέρουν από τα υπόλοιπα. Είναι περισσότερο θυμωμένα και αισθάνονται αδικημένα. Όως όμως όλοι οι άνθρωποι που φθάνουν στο σημείο να σκέφτονται την αυτοκτονία ως το μόνο φως στο τούνελ, νιώθουν και αυτά ότι είναι αποκλεισμένα από τα πάντα. Βιώνουν έναν αφόρητο ψυχικό πόνο και έχουν χάσει κάθε ελπίδα» συνεχίζει ο Κατσαδώρος.

Τον κοινωνικό αποκλεισμό και τη μοναξιά κατονομάζει και η Νίλσεν ως βασικούς παράγοντες που οδηγούν ένα ευάλωτο άτομο στην έσχατη λύση: «Παλαιότερα η υποστηρικτική ελληνική οικογένεια και οι μικρές κοινωνίες δημιουργούσαν έναν ιστό που στήριζε τα μέλη του. Η σημερινή αστικοποίηση, με τον ταυτόχρονο περιορισμό του Κράτους Πρόνοιας και την αποδιάρθρωση του κοινωνικού ιστού, έχει συμβάλει στην απομόνωση των ατόμων. Δεν υπάρχει καλύτερο μέρος να απομονωθεί κανείς από μια μεγαλούπολη».

Μιμητισμός, ηρωισμός ή δειλία;

Μπορεί πράγματι οι σημερινές συνθήκες να ευνοούν την άνθηση του φαινομένου, δεν μπορεί όμως κανείς να μην παρατηρήσει ότι φαίνεται να υπάρχει μια μόδα αυτοκτονιών, για τις οποίες μάλιστα επιλέγονται δημόσιοι χώροι. «Υπάρχει πράγματι το φαινόμενο του μιμητισμού και στις αυτοκτονίες» λέει ο Κατσαδώρος και προσθέτει: «Όσο για την επιλογή δημοσίων χώρων, αυτή εντάσσεται στην προσπάθεια για μια ηρωική έξοδο και για την αποστολή, μέσω της αυτοκτονίας, ενός κοινωνικού μηνύματος».

Εκλαμβάνεται άραγε και από τους άλλους ως ηρωισμός η αυτοκτονία σε δημόσιους χώρους, ή πρόκειται μόνο για ακόμη μία ψευδαίσθηση των αυτοχείρων; «Η αυτοκτονία παραμένει αυτοκτονία όποιος και αν είναι ο χώρος όπου αυτή διενεργείται» αναφέρει η Νίλσεν και επεξηγεί: «Πρόκειται για μια δειλία μπροστά σε μια ζωή που δεν προσφέρει μέριμνα και υποστήριξη. Η μόνη ίσως περίπτωση να θεωρηθεί ηρωισμός είναι σε καιρό πολέμου, όπου θυσιάζει κανείς τον εαυτό του για το κοινό καλό».

Τη σημασία τού να μην παρουσιάζεται ως ηρωισμός κάτι που δεν είναι και τον καθοριστικό ρόλο του Τύπου σε αυτό επεσήμανε ο κ. Κατσαδώρος: «Τα αίτια μιας αυτοκτονίας δεν είναι προφανή. Η ψυχολογική αυτοψία που διενεργούμε μετά το συμβάν πρέπει να είναι πολύ ενδελεχής για να αποκαλυφθούν οι αιτίες που οδήγησαν κάποιον άνθρωπο στο να τερματίσει τη ζωή του. Το να αποδίδονται λοιπόν όλες οι αυτοκτονίες στην κρίση, ή, ακόμη χειρότερο, να παρουσιάζονται ως ηρωικές πράξεις όχι μόνο δεν συμβάλλει στην αποτροπή τους, αλλά υποκινεί τα φαινόμενα μιμητισμού που προαναφέραμε. Οι αδέξιοι χειρισμοί του θέματος των αυτοκτονιών εκ μέρους του Τύπου κινητοποιούν μια αλυσίδα ανεπιθύμητων καταστάσεων που δυσχεραίνει το έργο όσων προσπαθούν να βάλουν φρένο σε αυτό το φαινόμενο».

Η πίστη σώζει Καθοριστικός ο ρόλος της Εκκλησίας

Χαρακτηριστικό της ταυτότητας του ανθρώπου που δίνει τέλος στη ζωή του είναι η μοναξιά, η αίσθηση ότι δεν ανήκει κάπου. Όπως εξηγεί η Νίλσεν: «Είναι σημαντικό για τον άνθρωπο να διαθέτει ένα οικογενειακό, κοινωνικό, συναισθηματικό πλαίσιο, να αισθάνεται ότι ανήκει κάπου. Δύσκολα εγκαταλείπει κάποιος ένα γερό υποστηρικτικό πλαίσιο. Αντίθετα, είναι πολύ πιο εύκολο να αποφασίσει να τερματίσει τη ζωή του κάποιος που είναι αναγκασμένος να ζει σε μια συναισθηματική έρημο. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι οι πιστοί άνθρωποι δεν αυτοκτονούν εύκολα. Οχι μόνο επειδή η αυτοχειρία είναι κάτι που δεν θέλει ο Θεός, αλλά και επειδή συνήθως είναι μέλη μιας ευρείας κοινότητας πιστών».

Την παραπάνω παρατήρηση συμμερίζεται και ο Κατσαδώρος, ο οποίος επισημαίνει ότι η αλλαγή στη στάση της Εκκλησίας έχει σώσει πολλούς συνανθρώπους μας από την αυτοκτονία: «Παλαιότερα, η στάση των ιερέων προς τις οικογένειες των αυτοχείρων ήταν καταδικαστική. Σήμερα παρατηρούμε μια τεράστια αλλαγή η οποία επιβεβαιώνεται και στα ιερατικά συνέδρια στα οποία καλούμαστε να συμμετάσχουμε. Πραγματικά, αισθάνομαι την ανάγκη να πω ένα "μπράβο" στην Εκκλησία για το έργο που προσφέρει στη στήριξη των ατόμων που θέλουν να αυτοκτονήσουν. Δεν είναι μικρός ο αριθμός μελλοντικών αυτοχείρων που έφτασε σε εμάς μέσω της Εκκλησίας. Συχνά πρόκειται για άτομα που έχουν πάει για εξομολόγηση και εκεί έχουν εκφράσει την επιθυμία να δώσουν τέλος στη ζωή τους. Με πρωτοβουλία της Εκκλησίας βλέπουμε αυτά τα περιστατικά, τα οποία δέχονται και τη δική μας φροντίδα παράλληλα με τη στήριξη που τους παρέχεται εκεί».

Στον αντίποδα, από απόψεως συμπεριφοράς προς τις οικογένειες των αυτοχείρων, βρίσκονται τα γραφεία τελετών. Πρόκειται για μια έκπληξη των ανθρώπων της «Κλίμακας» καθώς φαίνεται ότι το φαινόμενο ενδημεί στη χώρα μας. «Οι οικογένειες ατόμων που έχουν αυτοκτονήσει και παρακολουθούνται από εμάς, φέρουν βαρύτατα ψυχικά τραύματα από τους αδέξιους χειρισμούς του προσωπικού των γραφείων τελετών. Ξέρετε, σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, οι άνθρωποι που εργάζονται σε γραφεία τελετών έχουν φοιτήσει σε ειδικά εκπαιδευτικά τμήματα και έχουν μάθει πώς διαχειρίζεται κάποιος το πένθος. Αυτό δεν ισχύει στην Ελλάδα και δυστυχώς οι συνέπειες για τις οικογένειες των αυτοχείρων είναι δραματικές» σημείωσε ο Κατσαδώρος.

Προσοχή στα παιδιά!

Η απώλεια του γονέα είναι πάντοτε τραυματική εμπειρία για τα παιδιά, αλλά το τραύμα των παιδιών που χάνουν τον πατέρα ή τη μητέρα τους εξαιτίας μιας αυτοκτονίας είναι πάρα πολύ βαθύ. Τα μέλη της «Μέριμνας», μεταξύ άλλων, παρακολουθούν και στηρίζουν τα τραυματισμένα από το πένθος παιδιά. Σύμφωνα με την Νίλσεν, «ο αντίκτυπος μιας αυτοκτονίας στην οικογένεια είναι τεράστιος. Εκτός από τη θλίψη για την απώλεια, οι οικείοι του αυτόχειρα αισθάνονται θυμό για το γεγονός και ενοχές που δεν μπόρεσαν να το αποτρέψουν. Ιδιαίτερα τα παιδιά των αυτόχειρων βιώνουν μια ανείπωτη θλίψη και κουβαλούν το βάρος αυτού του θανάτου κατ’ επιλογή σε όλη τους τη ζωή».

Σύμφωνα με τα διεθνώς ισχύοντα πρωτόκολλα, η ύπαρξη αυτοκτονίας στην οικογένεια αποτελεί παράγοντα για την εμφάνιση ενός νέου κρούσματος αυτοκτονίας στους κόλπους της. Για τον λόγο αυτόν η ελληνίδα ψυχοθεραπεύτρια είναι ιδιαιτέρως αυστηρή με τους γονείς που σκέπτονται την αυτοκτονία: «Οσο σοβαρό και να θεωρούν το κίνητρο που τους οδηγεί σε αυτή τη σκέψη πρέπει να γνωρίζουν ότι το κακό που θα κάνουν στα παιδιά τους είναι τεράστιο».

Από τη θεωρία στην πράξη Πώς να τις προλάβουμε

suicide Τα τελευταία χρόνια η Γραμμή Παρέμβασης για την Αυτοκτονία 1018 που λειτουργεί η Κλίμακα έχει δεχθεί χιλιάδες τηλεφωνήματα απεγνωσμένων συμπολιτών μας που έβλεπαν τον θάνατο ως μόνη λύση στα προβλήματά τους. Αλλά οι άνθρωποι της Κλίμακας δεν περιορίζονται στο να δέχονται τηλεφωνήματα: έπειτα από ενημέρωση από φορείς όπως η δίωξη ηλεκτρονικού εγκλήματος (που, μεταξύ άλλων, εντοπίζει συζητήσεις για αυτοκτονίες στο διαδίκτυο) ή η Εκκλησία, επικοινωνούν οι ίδιοι με ευάλωτα άτομα.

Θα μπορούσαμε άραγε και εμείς να συμβάλουμε στο να μπει φρένο στη μάστιγα των αυτοκτονιών;

Ζητήσαμε από τον Κατσαδώρο να μας δώσει οδηγίες για τον εντοπισμό των ατόμων του περιβάλλοντός μας που θα μπορούσαν να υποκύψουν στη σκέψη της αυτοκτονίας. Ποια είναι λοιπόν τα χαρακτηριστικά του ατόμου που αυτοκτονεί;

«όταν υπάρχουν οι εξωγενείς παράγοντες που θα μπορούσαν να πυροδοτήσουν μια αυτοκτονία, το βασικό σημάδι του ευάλωτου ατόμου είναι η αλλαγή συμπεριφοράς. Αν ήταν νευρικό άτομο, γίνεται ένα ήσυχο άτομο, αν κοιμόταν καλά, αποκτά αϋπνίες, ή αντίθετα, αν είχε αϋπνίες, κοιμάται συνεχώς, είναι αγχωμένο και φαίνεται, αρχίζει να πίνει ποτά που δεν έπινε, δεν μιλά σε αυτούς που μιλούσε και επιλέγει να κλειστεί στον εαυτό του, σοβαρεύει, τακτοποιεί τις εκκρεμότητές του, κυρίως όσες έχουν να κάνουν με περιουσιακά στοιχεία, επισκέπτεται γιατρό ζητώντας βοήθεια για ένα άσχετο πρόβλημα υγείας. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 75%-80% των ατόμων που αυτοκτονούν έχουν δει κάποιον γιατρό πρωτοβάθμιας φροντίδας τον χρόνο πριν από την απόπειρα και έχουν παραπονεθεί για πονοκεφάλους, αϋπνίες κτλ.».

Περιττό να πούμε ότι αν παρατηρήσουμε κάποιες από τις συμπεριφορές αυτές σε κάποιο άτομο του περιβάλλοντός μας θα πρέπει να κινητοποιηθούμε για να του προσφερθεί η κατάλληλη βοήθεια. Υπάρχει όμως και κάτι ακόμη που μπορούμε να κάνουμε και που δεν αφορά συγκεκριμένα γνωστά μας ευάλωτα άτομα, αλλά οποιοδήποτε ευάλωτο άτομο. Είναι το να φτιάξουμε μια κοινωνία περισσότερο συλλογική, μια κοινωνία που δεν θα οδηγεί με ευκολία ανθρώπους στο περιθώριο. Δεν είναι δύσκολο να είμαστε αλληλέγγυοι σε αυτούς που είναι λιγότερο τυχεροί από εμάς σε αυτή τη χρονική συγκυρία. Η ιστορία αποδεικνύει ότι το έχουμε καταφέρει και σε περιόδους πολύ πιο δύσκολες.

Το διαβάσαμε στο Βήμα