Μορφή «σύγχρονης νόσου» τείνει να πάρει η σχολική αποτυχία καθώς οι κίνδυνοι που πηγάζουν από αυτήν, ιδίως κατά την περίοδο της εφηβείας , έχουν δυσάρεστα αποτελέσματα, τα οποία ενίοτε είναι απειλητικά για την ζωή του παιδιού.
Αν μάλιστα οι μαθησιακές δυσκολίες, που είναι από τις κυριότερες αιτίες της σχολικής αποτυχίας, είναι η «νόσος», η σχολική απελπισία θεωρείται η «κακοήθεια της νόσου». Ο έφηβος βρίσκεται σε μία μεταβατική φάση ανάμεσα στην παιδική ηλικία και την ενηλικίωση και η ύπαρξη προβλημάτων που τον φέρνει, σε αυτή τη φάση της ζωής του, αντιμέτωπο με ειδικές καταστάσεις του δημιουργεί αμηχανία και αναστάτωση.
«Όλη η πορεία του προς την ανεξαρτητοποίηση και την αυτονομία τίθεται σε αμφισβήτηση και ενδεχόμενα υπονομεύονται οι προσδοκίες και τα όνειρά του. Μία τέτοια κατάσταση είναι και η σχολική αποτυχία, η οποία συσχετίζεται στην κοινωνία με την κακή επαγγελματική εξέλιξη και την κοινωνικά απαξίωση. Συνοδεύεται επίσης από ελαττωμένη αυτοεκτίμηση, που μπορεί να οδηγήσει σε κατάθλιψη, και από υπεραναπληρωματική παραβατική δραστηριότητα, που φτάνει μέχρι την περιθωριοποίηση και σε νομικές περιπλοκές.
Οι έφηβοι κακοί μαθητές είναι στην πλειονότητά τους τέτοιοι και στο δημοτικό σχολείο γιατί από τότε δέχονται πιέσεις λόγω των προσδοκιών που έχουν οι οικογένειές τους από αυτούς» επισημαίνουν οι επιστήμονες.
«Το σχολείο είναι ένα στίβος όπου το παιδί αναγνωρίζει τον εαυτό του και μέσα από τη συλλογική προσπάθεια πετυχαίνει την προσωπική του εξέλιξη. Η αυτοεκτίμηση και ο επακόλουθος αυτοπροσδιορισμός είναι τα πρώτα κίνητρα για τη σχολική ένταξη. Έχει επίσης μεγάλη σημασία η σχέση του παιδιού με τους συνομήλικους και η αποδοχή τους από αυτούς» αναφέρει ο αναπληρωτής καθηγητής παιδιατρικής – αναπτυξιολογίας στο ΑΠΘ Παναγιώτης Καρδαράς.
Περιγράφοντας τις ειδικές καταστάσεις που εμπλέκονται στη σχολική ζωή του εφήβου αναφέρει:
· Το κοινωνικοοικονομικό επίπεδο του εφήβου και της οικογένειάς του.
Μεγάλη οικογένεια, διαλυμένες οικογένειες, χαμηλή κοινωνική τάξη, φτώχεια, μητέρα εργαζόμενη έξω από το σπίτι, κοινωνική απομόνωση, αλκοολισμός και χρήση τοξικών ουσιών από τους γονείς και άλλοι παράγοντες που προκαλούν κοινωνική αποδιοργάνωση. «Η συντριπτική πλειοψηφία των επονομαζόμενων «προβληματικών» μαθητών προέρχεται από τις κατώτερες κοινωνικές τάξεις. Έχει διατυπωθεί το ερώτημα μήπως το εκπαιδευτικό σύστημα , όπως είναι δομημένο, ευνοεί την πρόοδο των παιδιών μεσαίων και ανώτερων κοινωνικών στρωμάτων ή μήπως αυτό αποτελεί επιστημονικό άλλοθι για να συνεχίσουμε να ομαδοποιούμε τα παιδιά με ειδικές δυσκολίες, να παθολογικοποιούμε τις δυσκολίες, τις σχολικές αποτυχίες των μαθητών, αντί να στραφούμε και να εξετάσουμε τις ικανότητες προσαρμογής του συστήματος στο παιδί».
· Την εθνο-φυλετική προέλευση
Ο παράγοντας αυτός στις μέρες αναδεικνύεται λόγω της μαζικής μετανάστευσης ατόμων τα οποία δεν ανήκουν ούτε στον πολιτισμό απ΄ όπου προέρχονται ούτε στον πολιτισμό στον οποίο προσπαθούν να ενσωματωθούν
· Τις ειδικές μαθησιακές δυσκολίες
όπως η δυσλεξία, η δυσαριθμία καθώς και άλλες μαθησιακές δυσκολίες όπως οι διαταραχές της προσοχής, της μνήμης, η δυσκολία στην κατάκτηση του γραπτού λόγου και στη χρήση της γλώσσας σαν εργαλείο, η δυσκολία στις ανώτερες συνειρμικές λειτουργίες, οι διαταραχές στη λεπτή κινητικότητα-έλλειψη συντονισμού ματιού-χεριού, οι οργανωτικές ανεπάρκειες, οι δυσκολίες στην κοινωνική προσαρμογή.
«Τις περισσότερες φορές τα παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες δεν μπορούν να διαχειριστούν τον όγκο και τη ροή των πληροφοριών και έτσι αυτές δεν περνούν στη βραχεία και τη μακρά μνήμη. Τα παιδιά αυτά γίνονται παρορμητικά, γίνονται οι μάγκες του σχολείου , δημιουργούν φασαρίες , παρουσιάζουν παραβατική συμπεριφορά την οποία «μεταδίδουν» και στους άλλους μαθητές».
Εάν οι «μαθησιακές δυσκολίες» είναι η «νόσος» , η «μαθησιακή απελπισία» είναι η «κακοήθεια της νόσου». «Η μαθησιακή απελπισία διακρίνει τον έφηβο όταν για διάφορους λόγους δεν υπάρχει καμία βελτίωση στη σχολική του επίδοση παρά τις προσπάθειες που καταβάλει. Συνήθως συνθλίβεται ανάμεσα στις προσδοκίες του εαυτού του και των γονέων του, τις απαιτήσεις του συστήματος και των πτωχών έως ανύπαρκτων επιτεύξεών του. Δυστυχώς η αντιμετώπιση αυτών των παιδιών είναι εντελώς διαφορετική από αυτήν που πρέπει.
Το πιο σημαντικό για να κάνουμε τον έφηβο να πιστέψει πάλι στον εαυτό του είναι να ενδυναμώσουμε την αυτοπεποίθησή του. Αυτή είναι το κυριότερο κίνητρο για να συνεχίσει μια προσπάθεια που φαίνεται «καμένη από χέρι». Η ενδυνάμωση της αυτοπεποίθησης και αυτοεκτίμησης του μαθητή πρέπει να καλλιεργείται συνειδητά και συστηματικά μέσα από την καθημερινή πρακτική στο σχολείο και στο σπίτι έτσι ώστε τα παιδιά με μαθησιακές αποτυχίες να βιώνουν έστω και λίγο την αίσθηση της επιτυχίας» υπογραμμίζει ο Παναγιώτης Καρδαράς.