► Ξεπερνώντας τις κρίσεις
Όλοι, ανεξαρτήτου φύλου, μορφωτικού επιπέδου και κοινωνικής ταυτότητας, έχουμε βιώσει σε κάποιες περιόδους της ζωής μας κρίσιμες στιγμές. Άλλοτε πρόκειται για καταστάσεις στις οποίες αισθανόμαστε πίεση επειδή πρέπει να κάνουμε συγκεκριμένες επιλογές, ενώ άλλες φορές πρόκειται για τραυματικές εμπειρίες και απώλειες, τις οποίες πρέπει να ξεπεράσουμε για να μπορέσουμε να συνεχίσουμε τη ζωή μας.
Ήδη από τα μέσα του 20ού αιώνα, ο φιλόσοφος και κοινωνιολόγος Thomas Kuhn χρησιμοποίησε τον όρο «κρίση» για να περιγράψει μια σημαντική αλλαγή στις επικρατούσες επιστημονικές αντιλήψεις και μεθόδους, που φέρνει μια επανάσταση στην επιστήμη. Υποστήριζε ότι η αμφισβήτηση μπορεί να δημιουργεί κραδασμούς, οδηγεί όμως τελικά σε ανακατατάξεις και ανοίγει νέους δρόμους’ η κρίση είναι αναγκαία για την εξελικτική πορεία της επιστήμης.
Όταν λοιπόν πρόκειται για την επιστήμη και την πρόοδο της, μπορούμε να αντιμετωπίζουμε τις κρίσεις επιστρατεύοντας τη λογική μας. Όταν όμως πρόκειται για την καθημερινότητα μας, που μπορεί να απειληθεί από την απώλεια ενός αγαπημένου προσώπου, την απόλυση από την εργασία μας, την καταστροφή της περιουσίας μας ή την ανασφάλεια και την αγωνία που βιώνουμε για το αύριο – ειδικά μέσα σε ένα δυσοίωνο περιβάλλον οικονομικής ύφεσης -, τότε η λέξη κρίση σηματοδοτεί μια περίοδο έντονων ψυχολογικών κραδασμών- κραδασμοί που η λογική θεώρηση και ανάλυση τους, σε ένα πρωταρχικό τουλάχιστον στάδιο, δεν φαίνεται να μπορεί να μας βοηθήσει.
O ψυχολόγος Rollo May, ένας από τους θεμελιωτές της υπαρξιακής ψυχολογίας, είχε προσδιορίσει την αγωνία που βιώνουμε σε κρίσιμες στιγμές ως το φόβο ενώπιον της απειλής για μια συγκεκριμένη αξία, την οποία θεωρούμε πρωταρχική στη ζωή μας. Μπορεί να πρόκειται για τον επερχόμενο θάνατο, για την απώλεια κάποιας πολύ σημαντικής σχέσης, για το φόβο της αποτυχίας στις σπουδές ή τον επαγγελματικό χώρο, είτε ακόμη για την ενοχή που βιώνουμε από το γεγονός ότι θα μπορούσαμε να είχαμε πράξει διαφορετικά σε μια συγκεκριμένη περίσταση στη ζωή μας, αλλά δεν τα καταφέραμε.
Σύμφωνα με την υπαρξιακή ψυχολογία, η κρίση είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την πνευματική μας ανάπτυξη. Αυτή η τοποθέτηση συνάδει με το μοντέλο της εξέλιξης της επιστήμης μέσω της ανατροπής, σύμφωνα με το οποίο η κρίση σηματοδοτεί τη δημιουργία ενός νέου παραδείγματος.
Τέσσερις θεωρούνται οι πρωταρχικές υπαρξιακές καταστάσεις που μας απασχολούν:
• Το αναπόφευκτο του θανάτου
• Η ανάγκη της επιλογής
• Η απώλεια του νοήματος της ζωής και
• Η μοναξιά.
Όταν επικεντρώνουμε σε αυτά τα θέματα, συνήθως βιώνουμε υπαρξιακό άγχος, το οποίο όμως, αν δεν ξεπερνάει κάποια φυσιολογικά όρια, γίνεται κινητήριος δύναμη για να αντιληφθούμε πιο καθαρά τη ζωή μας και να πάρουμε συγκεκριμένες αποφάσεις γι’ αυτή. Αντίθετα, η αποφυγή του υπαρξιακού άγχους ή η υπερβολή στον τρόπο που το βιώνουμε μπορεί να μας οδηγήσει σε νευρώσεις και άλλες παθολογικές καταστάσεις.
Στο κυρίαρχο ερώτημα της ανθρώπινης ύπαρξης, δηλαδή, το ερώτημα ποιος είναι ο σκοπός της ζωής, η απάντηση που δίνει η ψυχαναλυτική θεώρηση, όπως αυτή εκφράζεται κυρίως από τον Φρόυντ, δεν είναι άλλη από την επιθυμία μας να γίνουμε καινά παραμείνουμε ευτυχισμένοι. Στο κλασικό του έργο «Ο πολιτισμός πηγή δυστυχίας», ο Φρόυντ υποστήριξε ότι τρεις είναι οι πηγές του πόνου μας: H διαπίστωση για το πόσο φθαρτό και αδύναμο είναι το σώμα μας, η διαπίστωση της υπεροχής της φύσης και των απρόβλεπτων δυνάμεων του περιβάλλοντος, που δύσκολα μπορούμε να τιθασεύσουμε, και, τέλος, τα προβλήματα που ανακύπτουν στις σχέσεις μας με τους άλλους.
Αυτή η τελευταία πηγή πόνου ο Φρόυντ θεωρούσε ότι μας προβληματίζει περισσότερο από τις άλλες δύο. O λόγος είναι ότι δύσκολα μπορούμε να συμβιβαστούμε με τα ατελή μέτρα που ρυθμίζουν τις σχέσεις στην οικογένεια, το κράτος, την κοινωνία γενικότερα. H συνειδητοποίηση του ότι δεν μπορούμε να κατανοήσουμε γιατί οι θεσμοί που φτιάξαμε είναι αδύναμοι να μας προστατέψουν από τον πόνο μάς προκαλεί τη μέγιστη αγωνία.
► Ζούμε σε εποχή κρίσεως των αξιών
Τα ερωτήματα που προκύπτουν ως προς τη σχέση μας με το πολιτισμικό περιβάλλον μέσα στο οποίο ζούμε και τις εσωτερικές και εξωτερικές συγκρούσεις που συνεπάγεται αυτή η σχέση είναι πολλά και τίθενται όλο και πιο επιτακτικά:
• Είναι τελικά ο πολιτισμός μας υπεύθυνος για τη δυστυχία μας;
• Μήπως το ότι αισθανόμαστε νευρικοί, ανικανοποίητοι και περνάμε κρίσεις πανικού οφείλεται στο ότι πρέπει να υποταχθούμε σε στερήσεις που μας επιβάλλονται από την κοινωνία, χάριν κάποιων πολιτιστικών ιδανικών, στη διαμόρφωση των οποίων δεν συμμετέχουμε;
• Γιατί τα επιτεύγματα της τεχνολογίας δεν αρκούν για να είμαστε ευτυχισμένοι;
• Πώς να αντιμετωπίσουμε το γεγονός ότι αν και έχουμε καταφέρει να ζούμε περισσότερα χρόνια, η ζωή μας είναι φτωχή σε χαρές και γεμάτη πόνους;
• Πώς να περιμένουμε αποτελέσματα κα επιδόσεις από τα παιδιά μας, όταν αυτό που έχουν ως εικόνα της ζωής είναι η σημερινή ανασφάλεια σε όλα τα επίπεδα, και την ίδια στιγμή λείπει εντελώς από τη ζωή τους το όραμα για το μέλλον;
• Τι να απαντήσουμε στα παιδιά που τραγουδούν ότι θέλουν να στρέψουν τις πλάτες σε ένα μέλλον που σχεδιάζεται γι? αυτά χωρίς τη συμμετοχή τους;
Οι ορμές και οι επιθυμίες μας, υποστήριζε ο Φρόυντ, υπόκεινται σε ρυθμίσεις και θεσμούς, που μπορεί μεν να διευθετούν τις σχέσεις μας, πολύ συχνά όμως απαγορεύουν την απόλαυση των αγαθών και προκαλούν στερήσεις, αλλά και την εσωτερίκευση των εξωτερικών εμποδίων, με τη μορφή μιας φωνής που μας ελέγχει διαρκώς «από μέσα». Οι πολιτιστικές απαιτήσεις, τελικά, μας κάνουν να ασφυκτιούμε, ενώ δεν μας προσφέρουν διεξόδους.
► Συνέπειες στη ζωής μας
Όπως υποστηρίζεται από την κλινική ψυχολόγο Glenys Parry – στο βιβλίο της Coping with Crises -, πέραν της αγωνίας και της θλίψης που συνδέονται με τις κρίσιμες καταστάσεις, υπάρχουν και κάποια άλλα συναισθήματα που τις συνοδεύουν, αλλά κυρίως τις ακολουθούν, όπως η ενοχή, η ντροπή και ο θυμός.
H ενοχή σχετίζεται άμεσα με το αίσθημα της ηθικής ευθύνης για όσα πιστεύουμε ότι δεν προλάβαμε να τακτοποιήσουμε, ή για όσα άθελα μας προκαλέσαμε. Ακόμη και για φαινόμενα όπως οι φυσικές καταστροφές, τα οποία δεν μπορούμε καν να επηρεάσουμε, πόσο μάλλον να αναχαιτίσουμε, είναι πιθανό να νιώσουμε ενοχή, στην περίπτωση που εμείς έχουμε κατορθώσει να επιβιώσουμε, ενώ άλλοι συνάνθρωποι μας χάθηκαν, ή υπέστησαν πόνο από κάποια απώλεια.
Το αίσθημα της ντροπής δείχνει πόσο ανέτοιμοι είμαστε να αποδεχθούμε κάτι άσχημο που θα μας συμβεί. Τα περισσότερα θύματα βιασμού, για παράδειγμα, αντιδρούν με τέτοιο τρόπο, σαν να πιστεύουν ότι για τη βία που έχουν υποστεί μπορεί να ευθύνεται η δική τους συμπεριφορά. Αλλά και το αίσθημα του θυμού και της αδικίας που νιώθουμε όταν βρεθούμε σε κρίση συνδέεται κυρίως με τον τρόπο που την αντιμετωπίζουμε και λιγότερο με το ίδιο το γεγονός που την προκάλεσε.
Όλα αυτά τα συναισθήματα θα μπορούσαν να θεωρηθούν φυσιολογικά – αν όμως διαρκέσουν για μεγάλο χρονικό διάστημα, έχουν σαν αποτέλεσμα να βιώνουμε με μεγαλύτερη ένταση μια κρίσιμη κατάσταση. O λόγος είναι ότι, παρά το γεγονός ότι πάντα υπάρχει κάποιο συγκεκριμένο γεγονός που πυροδοτεί μια κρίση, οι ανεξέλεγκτες αντιδράσεις μας απέναντι στο γεγονός αυτό, που προκύπτουν από την έντονη αγωνία μας, επηρεάζουν και περιορίζουν τη δυνατότητα κριτικής σκέψης, τη δυνατότητα πνευματικής συγκέντρωσης, επομένως και τη δυνατότητα λήψης των αποφάσεων που είναι απαραίτητες- έτσι, το εκάστοτε πρόβλημα μεγαλοποιείται.
H αναζήτηση της κατάλληλης βοήθειας και υποστήριξης τις πρώτες δύσκολες στιγμές, αλλά και στη συνέχεια, είναι απαραίτητη. Είναι απολύτως φυσιολογικό να μην μπορούμε να στηριχθούμε στις δικές μας ελλιπείς ή ανύπαρκτες -λόγω του πόνου – δυνάμεις, ώστε να ξεπεράσουμε το αρχικό σοκ που έχουμε υποστεί. Σε μια πρώτη φάση, η κινητοποίηση του δικτύου φίλων και συγγενών μπορεί να προσφέρει συναισθηματική υποστήριξη, όπως και τη βοήθεια που είναι απαραίτητη για την επίλυση πρακτικών θεμάτων τα οποία δεν μπορούμε μόνοι να αντιμετωπίσουμε. Αργότερα, ένας ειδικός θα μας Βοηθήσει να ξεπεράσουμε το αρχικό μούδιασμα και να προχωρήσουμε στην ανάλυση των γεγονότων που σχετίζονται με τη συγκεκριμένη κρίση, για να καταφέρουμε τελικά να δούμε τον εαυτό μας και τις αντιδράσεις μας με πιο καθαρό βλέμμα.
Όταν ολοκληρωθεί και το στάδιο της ανάλυσης, θα έχει καλλιεργηθεί το έδαφος για το επόμενο Βήμα, που δεν είναι άλλο από την ανάπτυξη μεθόδων για την αποκατάσταση της ηρεμίας μας, αλλά και για την καλύτερη αντιμετώπιση των κρίσεων στο μέλλον.
Αυτή η τελευταία πηγή πόνου ο Φρόυντ θεωρούσε ότι μας προβληματίζει περισσότερο από τις άλλες δύο. O λόγος είναι ότι δύσκολα μπορούμε να συμβιβαστούμε με τα ατελή μέτρα που ρυθμίζουν τις σχέσεις στην οικογένεια, το κράτος, την κοινωνία γενικότερα. H συνειδητοποίηση του ότι δεν μπορούμε να κατανοήσουμε γιατί οι θεσμοί που φτιάξαμε είναι αδύναμοι να μας προστατέψουν από τον πόνο μάς προκαλεί τη μέγιστη αγωνία.
► Ανάλυση μιας κρίσης
Για την αποκατάσταση της ψυχικής μας ισορροπίας και την έξοδο μας από την εκάστοτε κρίση, ένα σημαντικό βήμα είναι να κοιτάξουμε τα γεγονότα κατάματα, αποδεχόμενοι ότι τη συγκεκριμένη περίοδο η ζωή μας δεν ακολουθεί την επιθυμητή πορεία, αλλά έχει «διακοπεί» από καταστάσεις που μας δημιουργούν αγωνία, θλίψη και πληθώρα αρνητικών σκέψεων. Με τη βοήθεια ειδικού, θα πρέπει βήμα βήμα α αναλύσουμε το γεγονός, τις συνθήκες που το προκάλεσαν, αλλά και το δικό μας ρόλο πριν, κατά τη διάρκεια αλλά και μετά την κρίση.
Σύμφωνα με την Glenys Parry, η διαδικασία της ανάλυσης μπορεί να αποβεί μια μακροχρόνια διαδικασία, που απαιτεί προσήλωση, αφού, για να λειτουργήσει ευεργετικά, πρέπει να απαντηθούν μια σειρά ερωτήματα, όπως τα εξής:
• Ποιο ήταν το γεγονός που πυροδότησε την κρίση;
• Ποιες συνθήκες επικρατούσαν στη ζωή μας τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο;
• Ήταν η κρίση απρόβλεπτη, ή υπήρχαν ενδείξεις ότι κάτι πρόκειται να συμβεί, επομένως θα μπορούσαν να γίνουν κινήσεις αποτροπής της;
• Ποια δυνατότητα ελέγχου είχαμε όταν προέκυψε η κρίση;
• Πόσο άλλαξε η κρίση την καθημερινότητα μας και πως επηρέασε τη ζωή μας γενικότερα;
• Στην αρχή της κρίσης υπήρχε δυνατότητα πρόβλεψης της έκβασης της;
• Τι σημαίνει για μας η όποια απώλεια προκλήθηκε από την κρίση;
• Νιώσαμε ότι ολόκληρη η ζωή μας απειλείται;
• Υπήρξε κάποια μορφή προσωπικής μας ταπείνωσης την οποία πιστέψαμε και εξακολουθούμε να πιστεύουμε ότι δεν μπορούμε να ξεπεράσουμε;
Απαντώντας σε τέτοιου είδους ερωτήματα, παίρνουμε μια απόσταση από τα γεγονότα που μας έχουν προκαλέσει πόνο και αγωνία, ενώ συγχρόνως εκπαιδευόμαστε στην τεχνική της ανάλυσης, από την οποία πολλά έχει να ωφεληθεί η ψυχική μας υγεία.
► Προσφορά βοήθειας
Έχουμε όλοι βρεθεί στη θέση του φίλου ή γνωστού που κάποια στιγμή καλείται να βοηθήσει έναν άνθρωπο που περνάει μια κρίση. Το βασικό ερώτημα εδώ είναι τι οφείλουμε να πράξουμε, αλλά και τι να αποφύγουμε, ώστε να μην κάνουμε άθελα μας τα πράγματα χειρότερα απ* ό,τι είναι ήδη.
Όπως υποστηρίζει η Glenys Parry στο βιβλίο της Coping with Crises, οι μορφές βοήθειας που μπορούμε να προσφέρουμε – αλλά και να δεχτούμε, όταν περνάμε κρίση εμείς οι ίδιοι – είναι συνήθως οι εξής:
• Προσφορά συναισθηματικής στήριξης. Πρέπει να δημιουργήσουμε έναν προστατευτικό κλοιό γύρω από τον άνθρωπο που πονάει, έτσι ώστε μέσα σε αυτόν να έχει τη δυνατότητα να εκδηλώσει και να εκτονώσει τα συναισθήματα θλίψης, θυμού, αγωνίας και ντροπής που νιώθει. Είναι πιο σημαντικό να ακούμε με προσοχή, χωρίς να κάνουμε ερωτήσει, επισημάνσεις ή να δίνουμε συμβουλές, τις οποίες, τον πρώτο καιρό τουλάχιστον, το εν λόγω άτομο δεν μπορεί να ακολουθήσει. Να ανταποκρινόμαστε στο είδος βοήθειας που μας ζητείται, όχι σε αυτή που θέλουμε εμείς να προσφέρουμε. Επίσης, να σταματάμε όταν η δική μας βοήθεια δεν χρειάζεται πια, αφήνοντας έτσι αυτόν που βρίσκεται σε κρίση να πάρει πρωτοβουλίες για να επανακτήσει την αυτονομία του.
• Προσφορά χρήσιμων πληροφοριών. Ως συμπαραστάτες πρέπει να μπορούμε να διακρίνουμε ποια είναι η σωστή στιγμή για να δώσουμε συμβουλές και πληροφορίες για κέντρα αποκατάστασης ή ειδικούς. Συνήθως, τον πρώτο καιρό της κρίσης έχει κανείς την ανάγκη να επαναλαμβάνει διαρκώς τις δικές του σκέψεις και δεν μπορεί να συγκεντρωθεί και να ακολουθήσει οδηγίες και κατευθυντήριες γραμμές προκειμένου να βγει γρηγορότερα από την κρίση.
• Προσφορά συντροφικότητας. Στις δύσκολες στιγμές, χρειαζόμαστε ανθρώπους με τους οποίους θα μπορούμε να μοιραστούμε και κάποιες δραστηριότητες, όπως να πάμε έναν περίπατο, ή ακόμη και να παίξουμε χαρτιά μαζί τους – δραστηριότητες δηλαδή για τις οποίες δεν χρειάζεται κάποια ανεπτυγμένη κοινωνική ικανότητα, κι έτσι δεν μας απορροφούν συναισθηματική ενέργεια, που εκ των πραγμάτων δεν έχουμε σε περίσσεια. H συντροφικότητα αυτής της μορφής μας βοηθά να επανεγκαταστήσουμε τους κοινωνικούς κανόνες του διαλυμένου από την κρίση κόσμου μας.
• Προσφορά πρακτικής βοήθειας. H υποστήριξη σε πρακτικά ζητήματα, όπως η επαφή με υπηρεσίες, η καθαριότητα, το μαγείρεμα, η μεταφορά, είναι μια πολύτιμη βοήθεια, σε στιγμές που δεν μπορούμε, λόγω του σοκ, του άγχους και της πληθώρας των συναισθημάτων που μας κατακλύζουν, να συγκεντρώσουμε δυνάμεις και προσοχή για να λειτουργήσουμε στη καθημερινότητα. %
► Τεχνικές αντιμετώπισης της κρίσης
Αν μια κρίση δεν την αντιμετωπίσουμε στο σωστό χρόνο και με το σωστό τρόπο, θα υπάρξουν αρνητικές επιπτώσεις για τη ζωή μας· επιπτώσεις οι οποίες μπορεί μακροπρόθεσμα να επηρεάσουν τον τρόπο που χειριζόμαστε τις απαιτήσεις της καθημερινότητας. Υπάρχουν τεχνικές οι οποίες έχει αποδειχθεί ότι βοηθούν πολύ σε δύσκολες στιγμές. Ανάμεσα σε αυτές είναι οι εξής:
• Φροντίδα του σώματος. Οι αγχογόνες ορμόνες κάνουν τη καρδιά να εργάζεται πιο γρήγορα, τους μυς να κουράζονται πιο εύκολα, ενώ παράλληλα μεταβάλλουν τη χημική σύσταση του αίματος, κάνουν τις τοξίνες να μη διαλύονται κανονικά και διαταράσσουν την πέψη. Γι* αυτό, έχει μεγάλη σημασία να φροντίζουμε τη διατροφή μας, με θρεπτικές τροφές, πολύ νερό, φρούτα και λαχανικά, αποφεύγοντας όσο το δυνατόν περισσότερο το αλκοόλ και την καφεΐνη. Επίσης, ασκήσεις γυμναστικής και περίπατοι – στην εξοχή, αν είναι εφικτό – απομακρύνουν το άγχος που ακολουθεί τις δύσκολες στιγμές.
• Ασκήσεις χαλάρωσης. Υπάρχουν διάφορες ασκήσεις που διευκολύνουν τη χαλάρωση. Μια εύκολη άσκηση, για την οποία δεν χρειάζεται ειδικός εξοπλισμός, είναι η εξής: Καθόμαστε αναπαυτικά, κλείνουμε τα μάτια και σφίγγουμε τη δεξιά γροθιά μας όσο πιο δυνατά γίνεται, για να νιώσουμε την ένταση στην παλάμη και σε όλο το δεξί μας χέρι, μετρώντας αργά ως το πέντε. Έπειτα, αφήνουμε τα δάχτυλα του δεξιού μας χεριού να χαλαρώσουν, μετρώντας και πάλι αργά ως το πέντε, για να νιώσουμε τη διαφορά. Παίρνουμε βαθιά αναπνοή και βγάζουμε όλο τον αέρα. Επαναλαμβάνουμε την ίδια άσκηση με το αριστερό χέρι, έπειτα και με τα δυο μαζί, και συνεχίζουμε με το στήθος, το στομάχι, τη λεκάνη, τους μηρούς, το κάθε πόδι χωριστά και τα δυο μαζί.
• Διευκόλυνση του ύπνου. Οι δυσκολίες στον ύπνο, χαρακτηριστικές για περιόδους κρίσης, δεν πρέπει να αντιμετωπίζονται με υπνωτικά χάπια. Τα χάπια δεν βοηθούν το σώμα να ξαναβρεί το φυσιολογικό του ρυθμό και παρεμποδίζουν την εποικοδομητική αντιμετώπιση της κρίσης που λαμβάνει χώρα μέσω των πληροφοριακών διεργασιών του ύπνου.
Είναι γεγονός ότι ο ύπνος δεν έρχεται όταν το προσπαθούμε συνειδητά, γι’ αυτό πρέπει να πηγαίνουμε στο κρεβάτι όταν νυστάζουμε πραγματικά, να ξαπλώνουμε ήρεμα, χωρίς τη σκέψη «πρέπει να κοιμηθώ», να κάνουμε μια άσκηση χαλάρωσης των μυών, όπως αυτή που αναφέρεται παραπάνω, και να προσπαθούμε να σκεφτούμε τον εαυτό μας σε μια κατάσταση που μας ευχαριστεί – για παράδειγμα, ότι είμαστε ξαπλωμένοι στην παραλία και ακούμε τον ήχο των κυμάτων.
Πρέπει να θυμόμαστε ότι το αλκοόλ ενδεχομένως μας χαλαρώνει και βοηθάει να κοιμόμαστε πιο εύκολα, αλλά μπορεί επίσης να προκαλέσει διακοπή του ύπνου στη συνέχεια. Αντίθετα, το να πίνουμε νερό πριν ξαπλώσουμε διευκολύνει.
Οι εφιάλτες που τυχόν μας βασανίζουν στον ύπνο δεν είναι κάτι που πρέπει να ξεχάσουμε, αντίθετα χρειαζόμαστε το υπομονετικό αυτί ενός ακροατή ή ειδικού, στον οποίο θα τους διηγηθούμε με κάθε λεπτομέρεια, για να μπορέσουμε να καταλάβουμε το κρυφό τους περιεχόμενο.
• Έλεγχος του πανικού. H εξάσκηση μας στη διαφραγματική αναπνοή μπορεί να μας προσφέρει μια πολύτιμη βοήθεια. Γίνεται ως εξής: Βάζουμε το ένα χέρι στο διάφραγμα – κάτω από τα πλευρά – και το άλλο στην κορυφή του στήθους. Παίρνουμε βαθιά, αργή εισπνοή, μετρώντας ως το πέντε, και ύστερα εκπνέουμε αργά, μετρώντας πάλι ως το πέντε, κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να νιώθουμε το χέρι που βρίσκεται ψηλότερα ακίνητο, ενώ το χέρι που βρίσκεται χαμηλότερα να κινείται. To κάνουμε ακόμη μια φορά, και έπειτα αναπνέουμε κανονικά.
Στον έλεγχο του πανικού βοηθάει ακόμη μια τεχνική, που είναι η αντικατάσταση των επίμονων αρνητικών σκέψεων με εναλλακτικές θετικές σκέψεις. Αυτό βέβαια δεν είναι εύκολο σε στιγμές κρίσης, γι* αυτό καλό θα ήταν τις θετικές μας σκέψεις ή κάποιες όμορφες αναμνήσεις να τις καταγράφουμε και να τις επαναλαμβάνουμε, μέχρι να «κλειδώσουν» στο μυαλό μας, ώστε να μπορούμε να τις ανακαλέσουμε όταν χρειαστεί.
• Αναζήτηση βοήθειας από ειδικό. Όταν η κατάθλιψη είναι διαρκής, με αποτέλεσμα να χάνουμε κάθε ενδιαφέρον για τη ζωή, όταν σκέψεις αυτοκτονίας περνούν όλο και συχνότερα από το μυαλό μας, όταν βιώνουμε απανωτές κρίσεις πανικού, που μας κάνουν να νιώθουμε ότι θα πεθάνουμε ή ότι δεν μπορούμε να μετακινηθούμε, όταν χάνουμε κάθε διάθεση για τη δουλειά μας και δεν μπορούμε ούτε στοιχειωδώς να περιποιηθούμε τον εαυτό μας, τότε δεν πρέπει να μείνουμε μόνο στις προαναφερθείσες μεθόδους. Είναι καιρός να αναζητήσουμε την επαγγελματική βοήθεια ενός ειδικού.