Όταν οι γονείς καλούνται να πουν όχι

kids Ο γονιός, για δικούς του λόγους, πολλές φορές φοβάται να πει «Μη!» και «Όχι» στο παιδί του. Ξέρει ότι το σωστό είναι να αρνηθεί. Όμως φοβάται να το κάνει. Φοβάται ότι ίσως δεν πρέπει ν’ αρνηθεί, για ν’ αποφύγει να εμπλακεί σε κουβέντες, εντάσεις, συγκρούσεις.

Μέχρι που φτάνει κάποιες φορές να φοβάται και να σκεφτεί ακόμη ότι εδώ πρέπει να πει «Μη!» – κι αφήνει να τον κυβερνά και να τον οδηγεί ο δικός του φόβος… και οι απαιτήσεις, οι γκρίνιες ή το χαμόγελο του παιδιού…. Το «Μη!» και το «Όχι» όμως είναι κάτι που κανείς γονιός δεν μπορεί και δεν πρέπει να αποφύγει να πει στο παιδί του.

Η δυσάρεστη απαγόρευση ή άρνηση μπορούν να αφομοιωθούν εποικοδομητικά από το παιδί, αν ο γονιός υποστηρίζει το «Μη!» και το «Όχι» του με τρία στοιχεία:

1. Εύλογα και εύληπτα για το παιδί επιχειρήματα, εξηγήσεις και λόγια.

2. Να γίνει σαφές στο παιδί ότι το «Μη!» και το «Όχι» αφορούν άκαιρες, εσφαλμένες ή εξωπραγματικές ιδέες και απαιτήσεις του – και διόλου δεν σημαίνουν ότι «όποιος σου αρνείται κάτι δεν σε αγαπάει».

3. Υποδείξεις που χειροπιαστά δείχνουν στο παιδί ότι οι αρνήσεις είναι μέρος της ζωής, αλλά υπάρχουν εναλλακτικές ικανοποιήσεις.

Δεν υπάρχει λόγος να φοβάται ο γονιός όταν πρόκειται να αρνηθεί κάτι στο παιδί. Δεν πρόκειται να χάσει την αγάπη του. Δεν πρόκειται να το τραυματίσει. Δεν πρόκειται να φανεί στα μάτια του κακός ή παράλογος. Κουβέντες απλές, στρογγυλές και με νόημα, συναισθηματική καθησύχαση και αναζήτηση εναλλακτικών ικανοποιήσεων επιτρέπουν στο γονιό να πει «Μη!» και «Όχι» στο παιδί του κατά τρόπο εποικοδομητικό.

Από το βιβλίο του Ν. Σιδέρη «Τα παιδιά δεν θέλουν ψυχολόγο. Γονείς θέλουν!», εκδ. Μεταίχμιο