Το να είσαι αγενής είναι η πιο αποδεκτή ελληνική συμπεριφορά. Οι λόγοι είναι πολλοί και κυρίως πολιτικοί
Η ευγένεια δεν είναι στη μόδα. Το βλέπεις στον δρόμο, το καταλαβαίνεις στις καθημερινές συζητήσεις. Το συνειδητοποιείς όταν οδηγείς, όταν εξυπηρετείσαι, όταν εξυπηρετείς, όταν αγοράζεις, όταν πουλάς, όταν μπαίνεις στο μετρό, όταν διασχίζεις τον δρόμο, όταν συγχρωτίζεσαι γενικά με αυτό το μπερδεμένο, οργισμένο, αποπροσανατολισμένο, ευθυνόφοβο είδος ανθρώπου που είναι ο μέσος έλληνας πολίτης στα μέσα του 2014.
Η ευγένεια θεωρείται αναχρονιστική. Μια πασέ ιστορία, μια περιττή συμπεριφορά κάπως συκοφαντημένη από τη ζωή.
Μια πολυτέλεια που ίσως και να μας απασχολούσε την εποχή που είχαμε χρόνο για τέτοιες πολυτέλειες. Ακόμη χειρότερα: Η ευγένεια θεωρείται αδυναμία, μια παραδοχή συνθηκολόγησης με τη ζωή.
Δεν χρειάζεται να αναλύσουμε ιδιαίτερα την κατάσταση: Είμαστε μια χώρα με βαθιά κουλτούρα αγένειας. Προέρχεται από το DNA μας; Αρκετά βολική δικαιολογία. Δικαιολογείται από την πρόσφατη κατάρρευση της κοινωνίας; Παλιά δεν ήταν ιδιαίτερα καλύτερα τα πράγματα, ένα λούστρο σοβαροφάνειας και προσχηματικής αριστοκρατίας δεν είναι ακριβώς ευγένεια. Μόνο εμείς είμαστε αγενείς, οι άλλοι λαοί τι κάνουν; Όχι, δεν είμαστε μόνοι, αλλά αυτό δεν είναι δικαιολογία. Επίσης, δεν πρέπει να συγκρίνεσαι με χειρότερους για να φανείς καλύτερος. Είναι δείγμα αυθεντικότητας και ντομπροσύνης; Όχι και τόσο, περισσότερο με μνημείο κουτοπονηριάς και ευκολίας μοιάζει.
Άρα, τι φταίει; Ορισμένες πολιτικές ιστορίες της προηγούμενης εβδομάδας ίσως να δικαιολογούν τη γονιδιακή ιστορία της αγένειας. Ιστορίες συνηθισμένες, καθημερινές, που όμως νομιμοποιούν τη λογική «αν τα κάνουν αυτοί, γιατί να μην τα κάνω εγώ;». Και «αυτοί», τα κάνουν με διαφορετικές κατηγοριοποιήσεις. Γιατί η σωστή αγένεια έχει και την ποικιλία της.
Η ευγενική προσβολή: Είναι η χειρουργική αγένεια που δεν φαίνεται. Είναι χειρότερη, πιο ύπουλη, πιο προσβλητική, πιο διαβρωτική, γιατί μπλέκεται με το δήθεν χιούμορ. Είναι αυτή που έγινε στην τελετή παράδοσης – παραλαβής του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη. Η προϊσταμένη της υπηρεσίας ασύλου, όχι στη λαμπρότερη στιγμή της, έδωσε, σύμφωνα με το ρεπορτάζ, ένα δώρο στον απερχόμενο υπουργό Νίκο Δένδια: Ήταν μια κάρτα πολιτικού ασύλου, με την οποία φωτογραφήθηκε περιχαρής ο υπουργός καθώς «το κοινό ξέσπασε σε γέλια». Εδώ και χρόνια, οι ελληνικές θάλασσες πλημμυρίζουν με πτώματα, μόλις την προηγούμενη εβδομάδα το Βέλγιο έδωσε άσυλο στον Μαμαντού Μπα από τη Γουινέα, ο οποίος ενώ είχε ήδη άσυλο στην Ελλάδα κατέφυγε στις Βρυξέλλες που έκριναν πως πρέπει να του χορηγηθεί εκ νέου άσυλο, καθώς «είναι επικίνδυνη για τη σωματική του ακεραιότητα η παραμονή στην Ελλάδα». Και ο πολιτικός που ήταν υπεύθυνος για τη σωματική ακεραιότητα των πολιτών κάνει πλάκα με τις ταλαιπωρημένες ζωές των άλλων. Σύμφωνοι, συμβολικό. Αλλά και φρικτά προσβλητικό.
Η αγένεια του να αγνοείς κάποιον: Όποιος έχει περπατήσει στο κέντρο της Αθήνας τους τελευταίους μήνες έχει αντικρίσει τις καθαρίστριες του υπουργείου Οικονομικών που βρίσκονται στην Καραγεώργη Σερβίας, διεκδικώντας την επαναπρόσληψή τους. Μια πρόχειρη καταγραφή της ιστορίας: Το Πρωτοδικείο έχει δικαιώσει τις καθαρίστριες στη νομική προσφυγή τους. Το υπουργείο Οικονομικών ζήτησε από τον Άρειο Πάγο να εκδοθεί προσωρινή διαταγή που θα πάγωνε την εκτέλεση της δικαστικής απόφασης. Η αίτηση απορρίφθηκε. Η Δικαιοσύνη έχει αποφανθεί: Πρέπει να επαναπροσληφθούν. Το κράτος αγνοεί τη Δικαιοσύνη και με διαρκή νομικά τρικ προσπαθεί να πάρει παράταση. Αυτό δεν είναι απλώς επιθετική αγένεια. Αγνοώντας συνειδητά τις αποφάσεις του Αρείου Πάγου, το ίδιο το κράτος δίνει το μήνυμα μιας γενικής ασέβειας, γενικής αγένειας, γενικής αναρχίας: Καμία εμπιστοσύνη πουθενά. Μόνο το δίκιο του καθενός.
Η μπρουτάλ αγένεια: Ο Αργύρης Ντινόπουλος, ο νέος υπουργός Εσωτερικών, έχει χτίσει προσεκτικά το όνομά του. Προσεκτικά για κάποιον με περίεργο αξιακό σύστημα. Μετά τη δημοσιογραφική του καριέρα ακολούθησε μια τηλεοπτική πορεία κραυγών και προσβολών. Έγινε μέλος του κλαμπ των πολιτικών που συχνάζουν μαινόμενοι στα κανάλια γιατί όλοι ξέρουν πως ένας καλός τσαμπουκάς είναι πιο αποδοτικός τηλεοπτικά από μια λογική κουβέντα. Και, κάπως έτσι, κάνοντας πρωταθλητισμό στους αγενείς τσαμπουκάδες, υπερασπιζόμενος με πάθος, οίηση, άγνοια κάθε λογικής συμπεριφοράς το κόμμα του, έγινε υπουργός. Η μπρουτάλ αγένεια μπορεί να σε πάει παντού, αρκεί να είσαι πρωταθλητής σε αυτό.
Αλλά αυτό δεν είναι κάτι καινούργιο, το λέει και η τεχνολογία. Αν βάλεις στο Google τις λέξεις ευγένεια και Ελλάδα, ένα από τα πρώτα αποτελέσματα δεν θα είναι η πραγματική ευγένεια, αλλά η σύζυγος ενός πρώην (και όχι και τόσο ευγενικού) υπουργού. Και ίσως αυτό να εξηγεί ορισμένα πράγματα.
* του Δημήτρη Θεοδωρόπουλου στο BHmagazino