Ο Έρμαν Έσσε δεν ήταν μόνο ένας σημαντικός συγγραφέας. Τα τελευταία είκοσι χρόνια της ζωής του τα αφιέρωσε στην κηπουρική, στις ακουαρέλες που αγαπούσε να ζωγραφίζει και στα χιλιάδες γράμματα αναγνωστών του στα οποία απαντούσε. Πενήντα ένα χρόνια μετά το θάνατό του δίνει ακόμα απαντήσεις σε ερωτήσεις που αφορούν στη μοναξιά και τις δυσκολίες της συνύπαρξης, στις καθημερινές μας μάχες, στο πώς καθένας λανθασμένα οχυρώνεται στον εαυτό και τον εγωισμό του, στα λάθη, τις παραλείψεις, την έλλειψη περισυλλογής, την αυτοεκτίμηση.
Χάρη στο βιβλίο 66 Μαθήματα καθημερινής σοφίας του Αλαν Πέρσυ ο Γερμανός συγγραφέας του Λύκου της στέπας παραδίδει ακόμα μαθήματα ζωής.
«Η ζωή κάθε ανθρώπου είναι ένας δρόμος προς τον εαυτό του, το πρόπλασμα ενός δρόμου, το προσχέδιο ενός μονοπατιού. Κανένας άνθρωπος δεν έφτασε να είναι εντελώς ο εαυτός του, ωστόσο, οι πάντες φιλοδοξούν να το κατορθώσουν, άλλοι στα τυφλά, άλλοι µε περισσότερο φως, ο καθένας όπως μπορεί» έλεγε ο Εσσε που ήξερε πως εκτός από τα βιβλία του υπήρξε ένα είδος γκουρού για όλους εκείνους που εντόπιζαν στο μυθιστορηματικό, δοκιμιακό και ποιητικό του έργο οράματα και συμβουλές για µια ζωή απλή, σοφή και ουσιώδη.
Ο Άλαν Πέρσυ, από την άλλη, ξέρει την επιτυχία τέτοιων εγχειρημάτων. Συγγραφέας των µπεστ σέλερ Νίτσε: 99 µαθήµατα καθημερινής φιλοσοφίας, Όσκαρ Ουάιλντ: 99 µαθήµατα σοφίας για μια ευτυχισμένη ζωή εδώ και τώρα, έχει αναμετρηθεί με προσωπικότητες της λογοτεχνίας. Στο συγκεκριμένο βιβλίο ξεκινά τα 66 κεφάλαια του βιβλίου με μια φράση του Έσσε κι έπειτα με απλό και κατανοητό τρόπο προσφέρει συγκρίσεις και παραλληλισμούς µε καθημερινές καταστάσεις στις οποίες μπορεί να εφαρμοστεί η σοφία του.
Ξεχνάει κανείς να κρίνει και να επικρίνει τους άλλους όταν είναι γεμάτος αμφιβολίες για τον εαυτό του:
«Το να κάνεις το δικαστή σε ξένες ζωές είναι η τέλεια δικαιολογία για να μην αναλύεις την δική σου. Αν παρατηρήσουμε τα άτομα που γυρνάνε εδώ κι εκεί βγάζοντας ετυμηγορία για το τι κάνουν καλά και τι κακά οι άλλοι, θα βρούμε σε αυτά ένα μεγάλο έλλειμμα αυτοκριτικής. Δεν έχουν συνείδηση των πράξεων και των λόγων τους γιατί εστιάζουν την προσοχή τους στις ζωές τρίτων. Και συμπεριφέρονται με αυτόν τον τρόπο επειδή φοβούνται να ακτινογραφήσουν τον εαυτό τους και να απογοητευτούν».
Όταν μισούμε κάποιον, μισούμε στην εικόνα του κάτι που υπάρχει μέσα μας:
«Όταν νομίζουμε ότι πλήττουμε με κάποιον, είναι γιατί κατέχει κάτι που μας αγγίζει βαθιά και μας προκαλεί δυσφορία. Αυτός ο κάποιος γίνεται καθρέφτης για κάτι που υπάρχει μέσα μας και δεν θέλουμε να το παραδεχτούμε. Αλλιώς δεν θα μας ενοχλούσε τόσο. Έτσι, ο μεν τσιγκούνης υπομένει την τσιγκουνιά των άλλων με περισσότερη ένταση από οποιονδήποτε, ο δε αδιάκριτος τσαντίζεται υπερβολικά όταν υφίσταται την αδιακρισία. Το πρόσωπο που μισούμε είναι καθρέφτης μας και, συνεπώς ένας πνευματικός δάσκαλος που δεν πρέπει να υποτιμάμε».
Όταν φοβόμαστε κάποιον είναι γιατί του έχουμε παραχωρήσει εξουσία πάνω μας:
«Συχνά οι άλλοι ούτε που έχουν γνώμη για μας. Εμείς οι ίδιοι τυφλωνόμαστε από τη μανία να μάθουμε τι θα σκεφτούν…»
Το τρυφερό είναι πιο δυνατό από το σκληρό, το νερό πιο δυνατό από τον βράχο, η αγάπη πιο δυνατή από τη βία:
«Η δύναμη της αγάπης, σαν το νερό, έγκειται στην προσαρμοστικότητά της στο μέσο όπου ζει. Αν αυτό μεταφερθεί στην καθημερινή ζωή, ο ικανός να αγαπήσει -όχι μόνο έναν άλλο άνθρωπο αλλά και ένα σχέδιο- σμιλεύεται στις δυσκολίες ώστε να αποκομίσει το καλύτερο σε κάθε κατάσταση».
Κάποιοι που θεωρούνται τέλειοι είναι τέλειοι επειδή απλώς έχουν λιγότερες απαιτήσεις από τον εαυτό τους:
«Μια απλή αλλά πολύ αποτελεσματική άσκηση: σημείωνε έναν στόχο βελτίωσης για κάθε εβδομάδα, και σε ένα χρόνο η ποιότητα ζωής σου θα έχει αναβαθμιστεί με τρόπο που ούτε τον φαντάζεσαι τώρα».
Το πουλί σπάει το τσόφλι. Το αυγό είναι ο κόσμος. Αυτός που θέλει να γεννηθεί οφείλει να σπάσει έναν κόσμο:
«Το παιδί πρέπει να εγκαταλείψει την παιδική ηλικία του, την αθωότητα του ώστε με αυτόν τον τρόπο να μεταμορφωθεί σε ενήλικα. Αυτά τα τελετουργικά μετάβασης συνεπάγονται πάντα το να αποβάλει κανείς το πρότερο εγώ του ώστε να επιτρέψει στο καινούργιο εγώ να γεννηθεί».
Κάποιες φορές οι εχθροί είναι πιο χρήσιμοι από τους φίλους, αφού χωρίς αέρα δεν γυρνάν οι ανεμόμυλοι:
«Ο εχθρός μας αναγκάζει να δράσουμε και να βγούμε από την άνεση που μας είχε κάνει μαλθακούς. Μας αναγκάζει να βγάλουμε τον καλύτερο, καθώς και τον χειρότερο εαυτό μας. Αν μπορούμε να δούμε τις αντιδράσεις μας από απόσταση και με λίγο χιούμορ, σε κάθε σύγκρουση κρύβεται κι ένα μεγάλο μάθημα σχετικά με το ποιόν μας και τις αδυναμίες μας».
Το σχολείο δεν διδάσκει δεξιότητες κι ικανότητες που είναι απαραίτητες για τη ζωή:
«Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει και ο Έσσε στο μυθιστόρημά του Κάτω από τον τροχό: "Ο δάσκαλος του σχολείου προτιμάει να έχει μερικά στουρνάρια στην τάξη του παρά έναν μόνο ιδιοφυή μαθητή. Και κατά βάθος έχει δίκιο γιατί καθήκον του δεν είναι να μορφώνει εξαιρετικά μυαλά αλλά καλούς φιλολόγους, μαθηματικούς, και χρήσιμους ανθρώπους».
Ξανά και ξανά γαντζώνεται κανείς στα πράγματα που έχει αγαπήσει και νομίζει ότι πρόκειται για πίστη ενώ είναι απλώς τεμπελιά:
«Τα παιδιά τα τρομάζει το σκοτάδι γιατί νομίζουν ότι ανάμεσα στις σκιές κρύβεται κάποιο τέρας, κάτι άγνωστο που μπορεί να τους επιτεθεί. Κατά τον ίδιο τρόπο, τους ενήλικες τους τρομάζει το άγνωστο γιατί συνεπάγεται αλλαγή, ρίσκο, αβεβαιότητα. Μας προκαλεί φόβο το καινούργιο γιατί αν αποτύχουμε ξέρουμε ότι θα ακούσουμε τη φράση: "Εγώ σου το είχα πει"».
Χωρίς προσωπικότητα δεν υπάρχει αγάπη, δεν υπάρχει αγάπη αληθινά βαθιά:
«Πολλοί άνθρωποι προσπαθούν να δείχνουν κάτι που δεν είναι, είτε γιατί νομίζουν πως αυτό θέλουν οι άλλοι είτε γιατί δεν τους αρέσει το πώς είναι. Είναι εξαρτημένοι από τη γνώμη των άλλων και χρειάζονται απελπισμένα την επιδοκιμασία τους. Όμως, η αληθινή αγάπη δε γεννιέται από τη στέρηση, με το να περιμένουμε να καλύψει ο άλλος τα εσωτερικά μας κενά ή να μας πει τι πρέπει να κάνουμε. Αγαπάμε κάτι αληθινά μόνο αποδεχόμενοι αυτό που είναι».