Ένα παλιό γνωμικό λέει: «Αν τύχει να δεις δύο που τα πάνε καλά μεταξύ τους να σαι σίγουρος πως ο ένας υπομένει πολλά». Έτσι είναι τα πράγματα στη ζωή των γονιών. Δεν μπορεί να είναι διαφορετικά.
Η κοινή ζωή, ακόμα κι όταν κυλάει κάτω από τον αστερισμό ενός δυνατού έρωτα, οδηγεί αργά ή γρήγορα σε διαφωνίες, σε διχόνοιες και σε συγκρούσεις. Πρόκειται για δύο εντελώς διαφορετικές προσωπικές ιστορίες, για δύο εντελώς ανόμοιες θεωρήσεις του κόσμου, οι οποίες έρχονται αναγκαστικά αντιμέτωπες χωρίς καμιά να μπορεί να θριαμβεύσει οριστικά επί της άλλης.
Ο μόνος δυνατός δρόμος για να αποφευχθεί η οριστική ρήξη, που μοιραία θα οδηγήσει στο χωρισμό, είναι να επικρατήσει η λογική της διαπραγμάτευσης και των παραχωρήσεων, μέσα από μια αυστηρά υπολογιστική μέθοδο που θυμίζει περισσότερο λογιστική διεργασία, όπου ο καθένας προσπαθεί να διατηρήσει μια σχετική ισορροπία.
Αυτός που υποχωρεί σήμερα σκέφτεται ότι αύριο θα βγει από πάνω και θα καλύψει την απώλεια. Το ευτύχημα είναι ότι οι πόντοι που σημειώνουν οι δύο παρτενέρ έχουν τεράστια ποικιλία και διαφέρουν ριζικά μεταξύ τους. Αυτός είναι και ο παράγοντας που εξασφαλίζει τη βιωσιμότητα των ζευγαριών.
Πρέπει να αφήνουμε τα παιδιά να βιώνουν αυτές τις συγκρούσεις; Πώς τις βιώνουν, άραγε;
Είναι πολύ εύκολο, καθότι απλό και υγιές, να πει κανείς ότι οι τσακωμοί ανάμεσα στους γονείς πρέπει να διεξάγονται όταν τα παιδιά δεν είναι παρόντα. Μόνο που η θεωρία απέχει πολύ από την πράξη. Βέβαια, καθώς οι τόνοι ανεβαίνουν, οι γονείς μπορούν να συμφωνήσουν σε προσωρινή διακοπή του καβγά, που θα τον συνεχίσουν αργότερα μόνοι τους. Υπάρχουν όμως και κάποιες προφυλάξεις που πρέπει να τηρούνται οπωσδήποτε.
Τα παιδιά δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να αναμιγνύονται στη διένεξη, της οποίας μπορεί να αποτελούν το πρόσχημα ή το αντικείμενο – ακόμα κι αν το θέμα τα αφορά άμεσα. Δεν πρέπει επίσης να χρησιμοποιούνται ως αγγελιαφόροι ανάμεσα σε γονείς που αρνούνται να απευθυνθούν άμεσα ο ένας στον άλλον. Τέλος δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται ως σύμμαχοι ή να καλούνται να πάρουν θέση.
Οι γονείς δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να θίγουν ο ένας την αξιοπρέπεια του άλλου. Ας μην ξεχνάμε ότι το παιδί φέρει με περηφάνια μέσα του τις εικόνες τους. Δεν θα συγχωρήσει λοιπόν ποτέ στον πατέρα του το γεγονός ότι ταπείνωσε τη μητέρα του. Και καθώς βλέπει τον πατέρα του με τα μάτια της μητέρας του, η έλλειψη σεβασμού από τη μητέρα προς τον σύντροφο της θα αμαυρώσει την εικόνα που έχει το παιδί γι’ αυτόν – και που θέλει να διατηρήσει.
Όλα αυτά έχουν να κάνουν με το μέλλον των ίδιων των παιδιών με το πώς δηλαδή θα καταφέρουν να κρατήσουν κι αυτά αργότερα τις θέσεις τους ως γονείς.
Ο σεβασμός που θα εκφράσει η μητέρα για τον πατέρα των παιδιών της θα επιτρέψει αργότερα στον γιο της, όταν θα γίνει κι αυτός πατέρας, να αναπτύξει απέναντι στη μητέρα των δικών του παιδιών ένα λόγο που θα χαίρει ανάλογου σεβασμού, θα επιτρέψει στην κόρη της, όταν θα γίνει κι αυτή μητέρα, να τηρήσει απέναντι στον πατέρα των παιδιών της μια στάση σεβασμού, χωρίς αυτό να την κάνει να αισθάνεται μειωμένη ή ταπεινωμένη.
Ο σεβασμός που θα επιδείξει ο πατέρας απέναντι στην αξιοπρέπεια της μητέρας των παιδιών του θα διδάξει στον γιο του, όταν θα γίνει κι αυτός πατέρας, έναν λόγο συνεπή, εποικοδομητικό και απαλλαγμένο από διαβρωτικά στοιχεία, θα διδάξει στην κόρη του, όταν θα γίνει κι αυτή μητέρα, να αποδέχεται ένα λόγο διαφορετικό από τον δικό της, χωρίς να αισθάνεται ότι με αυτό τον τρόπο αμφισβητείται.
Από το βιβλίο του Αλντό Ναουρί “Ορια στην παιδική παντοδυναμία” εκδ. Κέλευθος
Σχετικά: Η δύσκολη εφηβεία και οι γονείς