Ο Διαφωτισμός ένα μεγάλο πνευματικό κίνημα στην ιστορία του Ευρωπαϊκού πολιτισμού διαμορφώθηκε κυρίως το 18ο αιώνα στη Γαλλία, την Αγγλία, τη Σκωτία και τη Γερμανία αλλά είχε σημαντική επιρροή και σε άλλες Ευρωπαϊκές χώρες (Ισπανία, Ιταλία, Ρωσία, Ελλάδα), καθώς και στις τότε πρωτοεμφανιζόμενες Η.Π.Α.
Χαρακτηριστικός είναι ο υπερεθνικός του χαρακτήρας: ο Montesquieu και ο Voltaire ήταν καλοί γνώστες των Αγγλικών νόμων και θεσμών, ο David Hume έμεινε για πολύ καιρό στη Γαλλία και είχε συνεχή επαφή με Γάλλους φιλοσόφους κι οικονομολόγους, ο Benjamin Franklin και ο Thomas Jefferson επισκέφθηκαν την Αγγλία και τη Γαλλία και είχαν στενές επαφές με ντόπιους διανοουμένους, ο Jean-Baptiste Say ήταν στενός φίλος του Ricardo και του Malthus και ο κύριος αγωγός διάδοσης των ιδεών των άγγλων κλασσικών οικονομολόγων στη Γαλλία, ο Condorcet, μετέφρασε στα Γαλλικά τον Πλούτο των Εθνών του A. Smith. Oι Εγκυκλοπαιδιστές αφιέρωσαν το μεγάλο τους έργο στους Fr. Bacon, John Locke και Isaac Newton. Oι όπερες του Mozart, ενός από τους σημαντικότερους εκφραστές του κινήματος, έχουν ένα εντυπωσιακά διεθνιστικό χαρακτήρα (οι γάμοι του Φίγκαρο στηρίχθηκαν στο ομώνυμο έργο του Γάλλου Beaumarchais και σε λιμπρέτο του Ιταλού Lorenzo da Ponte).
Κεντρική θέση των διανοητών του Διαφωτισμού (παρά τις επιμέρους διαφορές τους) ήταν ότι ο ελεύθερος και ανεμπόδιστος ανθρώπινος κριτικός λόγος, όχι η θρησκευτική πίστη ή η παράδοση, πρέπει να είναι ο οδηγός της ανθρώπινης συμπεριφοράς και ο διαμορφωτής της ανθρώπινης ιστορίας. Ο άνθρωπος δεν είναι λόγω του προπατορικού αμαρτήματος διεφθαρμένος και εξαρτημένος από τη θεία χάρη, όπως δίδασκε ο χριστιανισμός, ούτε η ανθρώπινη ευτυχία κερδίζεται μόνο στη μετά θάνατο ζωή. Η καταπολέμηση της δεισιδαιμονίας και των προκαταλήψεων ανοίγει το δρόμο σε διαρκή πρόοδο και βελτίωση της ανθρώπινης ζωής, σε περισσότερη ελευθερία και ευημερία, σε ελεγχόμενη κρατική εξουσία (πεφωτισμένη δεσποτεία) και σεβασμό στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Τη θέση της θρησκείας, του σκότους και της άγνοιας πρέπει να καταλάβει μια ορθολογική φιλοσοφική – θρησκευτική θεώρηση, στην οποία ο ρόλος του δημιουργού περιορίζεται στην αρχική κίνηση της συμπαντικής μηχανής που λειτουργεί έκτοτε αυτόνομα αφήνοντας μεγάλα περιθώρια ανθρώπινης ελευθερίας. Θρησκευτική ελευθερία και πόλεμος εναντίον κάθε θρησκευτικού φανατισμού (πρβλ. «ecrasez l’infâme»του Βολταίρου) ήταν το κυρίαρχο αίτημα της εποχής που βρίσκει τη σημαντικότερη πνευματική του έκφραση στο έργο του J.Locke.
Ο αγώνας κατά του θρησκευτικού ιρασιοναλισμού και της καταπίεσης που τον συνοδεύει συνδέεται και βρίσκει στήριγμα στις δύο σημαντικές πνευματικές κατακτήσεις της εποχής, στη δημιουργία και ανάπτυξη της νεότερης επιστήμης ως γνωστικής-πληροφοριακής προσέγγισης στον κόσμο και την εμφάνιση και διατύπωση φιλελεύθερων ιδεών με έντονο ανθρωποκεντρικό χαρακτήρα. Και τα δύο αυτά πνευματικά ρεύματα θέτουν το άτομο ως κεντρικό σημείο αναφοράς, ως πόλο διερεύνησης ενός αινιγματικού και άγνωστου κόσμου και ως αποδέκτη κανόνων και αρχών που ρυθμίζουν ανθρώπινη συμπεριφορά και κοινωνική συμβίωση.
Denis Diderot, Jean D’Alembert και Marie-Joseph de Lafayette
Επιστήμη ως η αποστασιοποιημένη αιτιακή γνώση του Γαλιλαίου και του Νεύτωνα αποτελεί ουσιώδη υπέρβαση του Αριστοτέλειου τελεολογικού μοντέλου και έκφραση τέλειας ορθολογικότητας που ανατρέπει δογματικές αγκυλώσεις και θρησκευτικούς φανατισμούς. Επιπλέον είναι πηγή αέναης προόδου και βελτίωσης των συνθηκών ζωής που μπορεί να οδηγήσει, όπως χαρακτηριστικά έγραψε ο Franklin στον Priestley ακόμα και σε εξαφάνιση του θανάτου. Πολλοί από τους διανοητές του Διαφωτισμού ήταν επιστήμονες: ο Locke , ο Hartley και ο La Mettrie ήταν γιατροί, ο d’Alambert, ο Price και ο Condorcet ήταν Μαθηματικοί, ο Franklin και ο Buffon ήταν διάσημοι επιστήμονες της φύσης, ενώ ο Voltaire, ο Montesquieu και ο Diderot ήταν συγγραφείς σημαντικών επιστημονικών πραγματειών.
Η πνευματική πειθαρχεία που επιβάλλει η επιστήμη στους λειτουργούς της περιόρισε νοητικές ακροβασίες σε μεγάλα μεταφυσικά συστήματα, χωρίς ωστόσο να αποφευχθούν (κυρίως στα πλαίσια του Γαλλι¬κού Διαφωτισμού) απλουστεύσεις που παραβλέπουν τη συνθετότητα της κοινωνικής ζωής, το γνωστικό δυναμικό της παράδοσης και τη δύναμη των άτυπων κοινωνικών θεσμών. Η πίστη στην παντοδυναμία του ανθρώπινου λόγου και η πνευματική μέθη που έφερε η συνείδηση των νέων δυνατοτήτων δημιούργησαν ένα κλίμα άκρατου οπτιμισμού που βιαζόταν να φέρει τις μεγάλες μεταβολές και να εξαφανίσει τα μεγάλα κακά που συσσώρευσαν αιώνες πλάνης και καταπίεσης.
Στον αιώνα του Διαφωτισμού έχουν τις απαρχές τους και οι δύο μεγάλες φιλελεύθερες παραδόσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της κοινωνικής ευημερίας που ως σήμερα ανταγωνίζονται στην αξιολόγηση των κοινωνικών και πολιτικών θεσμών με δικαιοκρατικά ή με ωφελιμιστικά κριτήρια. Στην τριλογία του Locke «ζωή, ελευθερία, ιδιοκτησία» που τονίζει τα δικαιώματα του απελευθερωμένου από τα φεουδαρχικά δεσμά ατόμου ο Jefferson θέτει την τριλογία «ζωή, ελευθερία, επιδίωξη ευτυχίας», προβάλλοντας ατομικές, επιλογές και προσωπικό τρόπο ζωής ως κεντρική αξία και ιδανικό του νέου ανθρώπου.
Το κράτος είναι δημιούργημα ελευθέρων ανθρώπινων αποφάσεων (κοινωνικών συμβολαίων) και έχει ως μοναδικό σκοπό την προστασία των πολιτών και τη διασφάλιση των προϋποθέσεων να επιλέγουν σχέδια ζωής που αυξάνουν την ατομική τους ευτυχία. Σημαντικότερο επίτευγμα στο χώρο των κοινωνικών επιστημών είναι η ανάλυση της λειτουργίας του αγοραίου οικονομικού συστήματος με τη δημιουργία της Πολιτικής Οικονομίας στο έργο των μεγάλων Βρετανών κλασικών οικονομολόγων που με την κατάδειξη των αυτόματων συντονιστικών μηχανισμών ως αόρατων χεριών άνοιξε δρόμους στον εκδημοκρατισμό της κοινωνικής ζωής και σε έλλογο περιορισμό της κρατικής παρέμβασης στην ατομική ζωή των πολιτών.
Η κριτική στο Διαφωτισμό συνδέθηκε πολύ νωρίς με τις υπερβάσεις της Γαλλικής επανάστασης για τις οποίες θεωρήθηκε υπεύθυνος. Οι τρελοί philosophes, έγραφε ο Γάλλος κληρικός de Maistre, είναι ένοχοι της σατανικής αμαρτίας της υπερηφάνειας που επιχειρεί να θέσει τον άνθρωπο στη θέση του θεού, να μετατρέψει την υποτιθέμενη ανθρώπινη σοφία σε οδηγό του σύμπαντος. Το διανοητικό κλίμα δυσπιστίας σε κάθε εξουσία που δημιούργησαν οι Γάλλοι διανοούμενοι του Διαφωτισμού θεωρήθηκε ότι έφερε τα δεινά της Γαλλικής επανάστασης. Η τελευταία ήταν ουσιαστικά μια συνωμοσία των ανθρώπων του πνεύματος και είμαστε ευτυχείς που δεν έχουμε στην Αγγλία οπαδούς του Βολταίρου, του Ρουσσώ και του Ελβέτιους, έγραφε ο μεγάλος Άγγλος ιστορικός και πολιτικός Edmund Burke.
Όσο προβληματική είναι ωστόσο η ταύτιση Διαφωτισμού με τη Γαλλική επανάσταση, τόσο σημαντική είναι η κριτική σε ορισμένες απλουστεύσεις και μονομέρειες του, ιδιαίτερα ως προς τη δυνατότητα μιας εκ θεμελίων ανακατασκευής και αναμόρφωσης της κοινωνίας, κριτική ωστόσο που δεν οδηγεί σε υποβάθμιση του λόγου αλλά σε υπόδειξη των δυσκολιών που αντιμετωπίζει η προσπάθεια ορθολογικής σύλληψης και διαμόρφωσης του κόσμου.
Ο 19ος αιώνας έφερε την πρώτη συστηματική αντίδραση στο Διαφωτισμό με το πνευματικό κίνημα του Ρομαντισμού που υποστήριζε ότι ο λόγος αποτελεί ένα μικρό τμήμα του ανθρώπινου πνεύματος, λιγότερο σημαντικό από το πλούσιο δυναμικό των συναισθημάτων, της φαντασίας, της ενόρασης. Οδηγός της ανθρώπινης ζωής πρέπει να είναι παραδόσεις, έθιμα, καταξιωμένες στο χρόνο ιδέες και θεσμοί, όλα προϊόντα ιστορικά αναπτυσσόμενου λαϊκού πνεύματος και σύνθετης πνευματικής ζωής. Εξύμνηση απλών τρόπων ζωής και πρωτόγονων κοινωνιών, σεβασμός στην εξουσία και την κοινωνική ιεραρχία, αποκατάσταση της θρησκευτικής πίστης και της ανθρώπινης ταπεινοφροσύνης ήταν θέματα στην κοινωνική agenda του Ρομαντισμού.
Με κριτική στο Διαφωτισμό συνδέονται ωστόσο και πνευματικές προσεγγίσεις, όπως ο Μαρξισμός, που παρά το δηλωμένο σεβασμό τους στην επιστήμη τον ερμηνεύουν όχι ως βασίλειο του ορθού λόγου αλλά ως ένα εγχείρημα εξιδανίκευσης της αστικής τάξης. Μια γενικότερη καχυποψία στα μηνύματα του Διαφωτισμού και μια υποσυνείδητη νοσταλγία της χαμένης ασφάλειας που πρόσφερε στα μέλη της η κλειστή κοινωνία φαίνεται να διατρέχει λίγο ή πολύ τις περισσότερες σχολές μεσευρωπαϊκής φιλοσοφικής σκέψης (αντίθετα προς την αναλυτική παράδοση) με αποκορύφωμα την κριτική που άσκησαν σε σημαντικές θέσεις του εκπρόσωποι της Σχολής της Φρανκφούρτης. Στο πολύ γνωστό τους έργο «Η διαλεκτική του Διαφωτισμού» (1947) οι Adorno και Horkheimer υποστηρίζουν ότι ο Διαφωτισμός παρά το δηλωμένο απελευθερωτικό του πρόγραμμα οδήγησε διαλεκτικά στη δημιουργία μιας ωφελιμιστικής, τεχνοκρατικής και ανελεύθερης κοινωνίας που αποδέχεται άκριτα το εμπειρικά δεδομένο.
Η ανάπτυξη του επιστημονικού λόγου οδήγησε τελικά στην αυτοκαταστροφή του — μια παράδοξη θέση για όσους πιστεύουν ότι η πρόοδος της γνώσης απελευθερώνει τον άνθρωπο από προλήψεις και δεισιδαιμονίες, εκδημοκρατίζει την κοινωνική ζωή, αυξάνει την ευημερία και τη συμμετοχή όλο και περισσότερων ανθρώπων στα αγαθά της κοινωνικής και οικονομικής προόδου.
Ριζικότερη ήταν η κριτική του Marcuse που διατυπώνει τον ισχυρισμό ότι η ελεύθερη αξιολογήσεων εμπειρική επιστήμη συνεπάγεται αναγκαία αποδοχή του status quo. Θετικισμός σημαίνει λατρεία του δεδομένου και συνακόλουθα συντηρητισμό και αυταρχισμό. Η διάσταση που λείπει κατά τον Marcuse από τη σύγχρονη κοινωνία είναι η αρνητική κριτική αρχή, η αληθινή αντιπαράθεση του κόσμου του όντος με τον κόσμο των αξιών και η επιστροφή σε μια οντολογική έννοια αλήθειας, όχι ως ιδιότητας προτάσεων, αλλά ως ταύτισης με την πραγματικότητα. Η εμπειρική επιστήμη έχει μόνο τεχνολογική χρησιμότητα για σκοπούς που δεν θέτει η ίδια και έμμεσα οδηγεί σε συντήρηση του κατεστημένου και υποδούλωση του ανθρώπου.
Η επίθεση κατά του Διαφωτισμού από τους διανοούμενους της Σχολής της Φρανκφούρτης που θα ανέμενε κανείς να επιχειρούν συνέχιση και περαιτέρω ανάπλαση του φαίνεται να βρίσκει οριστικό τέλος στο σημαντικότερο εκπρόσωπο της Σχολής, το Γερμανό φιλόσοφο και κοινωνικό επιστήμονα Jürgen Habermas, έναν από τους σημαντικότερους διανοητές της εποχής μας. Διαφωτισμός είναι για τον Habermas ένα «ατελείωτο εγχείρημα» που πρέπει να συνεχισθεί και να ολοκληρωθεί με τον ίδιο σεβασμό στον ανθρώπινο λόγο και στα μεγάλα ιδανικά της ελευθερίας και της δικαιοσύνης. Η αρχική υποβάθμιση της επιστήμης σε ένα είδος εργαλειακής σκέψης και η προτεραιότητα σε θέματα νοήματος, επικοινωνίας, ηθικής και δικαίου ως θεμελίων για την κατασκευή μιας ελεύθερης κοινωνίας και ως στοιχείων μιας γενικής πρακτικής φιλοσοφίας βρίσκει στο πρόσφατο έργο του μια σημαντική συμπλήρωση με τη στροφή στα προβλήματα γνώσης μιας ανεξάρτητης πραγματικότητας, στον περιορισμό συναινετικών θεωριών σε αξίες και δεοντολογικούς κανόνες και στη δημιουργία μιας ανανεωμένης θεωρητικής φιλοσοφίας που βρίσκεται πολύ κοντά σε αναλυτικά πρότυπα.
Η κριτική του Διαφωτισμού συνεχίζεται σήμερα στο πλαίσιο της συζήτησης για τη νεωτερικότητα, όπως διατυπώνεται σε μια σειρά ετερόκλητων μετανεωτερικών ρευμάτων με ακραίο σχετικιστικό χαρακτήρα που φαίνεται να συγχέουν de facto πλουραλισμό απόψεων με έγκυρη φιλοσοφική γνώση. Σε μια ύστατη έξαρση φιλοσοφικών θέσεων του ύστερου Wittgenstein η ενιαία πραγματικότητα διαλύεται σε ένα σύνολο ασύμβατων γλωσσικών παιχνιδιών, η ενότητα του λόγου διασπάται και αποδυναμώνεται, φιλοσοφικές και επιστημονικές θεωρίες αποκαλούνται λογικά και εμπειρικά αδέσμευτες αφηγήσεις, αξίες και ηθικές αρχές μετατρέπονται σε ψυχικές τάσεις και παρορμήσεις. Τα αποτελέσματα ελευθερίας που υποτίθεται ότι φέρνει η εγκατάλειψη των μεγάλων αφηγήσεων της νεωτερικότητας αυτοαναιρούνται μέσα σε ένα κλίμα σύγχυσης και συγκρούσεων τόσο στο επίπεδο της γνώσης και του θεωρητικού λόγου όσο και στο επίπεδο επιλογών και ηθικής συμπεριφοράς.
Ο Διαφωτισμός ως μια συγκεκριμένη περίοδος στην ιστορία του Ευρωπαϊκού πολιτισμού πρέπει να διακριθεί από μια γενικότερη χρήση του όρου αυτού για να συλληφθεί και απεικονισθεί μια διαδικασία ορθολογικής προσέγγισης στον κόσμο που χαρακτηρίζεται από υπέρβαση δογματικών τύπων σκέψης και παραδοσιακών τρόπων συμπεριφοράς και προσανατολισμό στον ορθό λόγο ως οδηγό θεωρίας και πράξης.
Διαφωτισμός με την έννοια αυτή που αντιστοιχεί περίπου στον περίφημο ορισμό του Καντ ότι είναι η έξοδος του ανθρώπου από την κατάσταση επιτροπείας για την οποία ευθυνόταν ο ίδιος εμφανίζεται πολλές φορές στην ανθρώπινη ιστορία, ιδιαίτερα ύστερα από εποχές κοινωνικής στασιμότητας και πολιτικού ή θρησκευτικού αυταρχισμού (όπως π.χ. στο σοφιστικό κίνημα της κλασικής Αρχαιότητας).
Ακόμα σημαντικότερη είναι μια έννοια διαφωτισμού ως στάσης ζωής που είναι δεμένη με μια ανθρωποκεντρική αλλά όχι ανθρωπομορφική φιλοσοφία που αποδέχεται πλήρως βασικά πορίσματα σύγχρονης επιστημονικής σκέψης για την τυχαιότητα (Kontingenz) του κόσμου και της ανθρώπινης παρουσίας σε αυτόν. Βασικά αιτήματα μιας τέτοιας φιλοσοφίας είναι η αφομοίωση της ιδέας ενός αινιγματικού και αδιάφορου για τον άνθρωπο φυσικού κόσμου, η εγκατάλειψη ολιστικών – ουσιοκρατικών προσεγγίσεων σε ανθρώπινες πράξεις, έργα και θεσμούς και η αντικατάστασή τους με επιστημονικά προγράμματα μεθοδολογικού ατομισμού, η προσπάθεια διαμόρφωσης προϋποθέσεων λειτουργίας ελεύθερων κοινωνιών που αυξάνουν την ατομική ευτυχία των μελών τους. Το διαφωτιστικό στοιχείο αυτής της προσέγγισης είναι η απόρριψη ερμηνειών του κόσμου στα πρότυπα του ανθρώπου – κατασκευαστή ή του ανθρώπου ως μέλους της οικογένειας ή της φυλής, που είναι φυσικά δεμένες με την εμφάνιση του homo sapiens στη γη και κατάλληλες μόνο για τη βιολογική μας επιβίωση και αναπαραγωγή.
Με την υπέρβαση των βιολογικών περιορισμών που φέρνει η δημιουργία πολιτισμού άνοιξε ο δρόμος σε μια ορθολογικά θεμελιωμένη εικόνα του κόσμου που δίνει νέες δυνατότητες και νέο νόημα στην ανθρώπινη παρουσία. Η γνώση των φυσικών νομοτελειών δίνει ένα μέτρο της θέσης μας στον κόσμο, η ιδιαιτερότητα μας ως σύνθετου, αυτοκαθοριζόμενου, βιολογικού όντος ένα μέτρο αξίας για ηθικές αρχές και κανόνες ανθρώπινης συμπεριφοράς (σύμφωνα με την Πρωταγόρεια ρήση ότι απάντων χρημάτων (= ιδιοτήτων και ποιοτήτων, όχι πραγμάτων) μέτρον άνθρωπος).
Τα κηρύγματα μίσους και διχόνοιας των σύγχρονων φουνταμενταλιστών μας αναγκάζουν να αντιμετωπίσουμε σοβαρά το ερώτημα, αν η αποδοχή της ανθρώπινης μοναξιάς μας φέρνει πράγματι κοντά στη Ντοστογέφσκεια προφητεία του καταστροφικού χάους και του «όλα επιτρέπονται» ή μήπως οδηγεί αντίθετα σε μια ηθική ναυαγού με ισχυρά (λόγω επίγνωσης της κοινής μοίρας) αποτελέσματα συναδέλφωσης, αλληλεγγύης και αγάπης.
Σε κάθε περίπτωση είναι απαραίτητο γνώση, αξιολόγηση, πράξη και κάθε άλλη ανθρώπινη έκφανση να οργανωθούν με εμπιστοσύνη και σεβασμό στον ανθρώπινο λόγο και με τη μεγάλη επιδίωξη να συμβάλουν στη δημιουργία κοινωνιών με ελεύθερους, υπεύθυνους και ευτυχισμένους πολίτες. Από την πλευρά αυτή ανθρώπινα δικαιώματα, ελευθερία και δημοκρατία, αν και δημιουργήματα του Ευρωπαϊκού πολιτισμού, δεν είναι εγγενή στοιχεία ορισμένου πολιτιστικού κύκλου, αλλά πανανθρώπινες αξίες και ιδιότητες που ισχύουν και για εκείνους που λόγω φανατισμού, άγνοιας και καταπίεσης δεν είναι σε θέση να τις επιλέξουν και να τις ασκήσουν. Και είναι βαθύτατη (και ιδιαίτερα επίκαιρη) ανθρώπινη υποχρέωση η προστασία των θεμελιακών αυτών δικαιωμάτων απανταχού της γης, αντίθετα προς υποκριτικούς σχετικισμούς ανθρωπολογικής ή θρησκευτικής προέλευσης ή προς πρακτικές σκοπιμότητες για την αποφυγή δήθεν πολιτισμικών συγκρούσεων.
Μεγάλη προσφορά προς την κατεύθυνση αυτή είχε και ο μεγάλος Αυστριακός φιλόσοφος Karl Popper, μέλος της ακαδημαϊκής κοινότητας του Πανεπιστημίου μας, τα 100 χρόνια από τη γέννηση του οποίου γιορτάζουμε φέτος. Πέρα από τις πρωτότυπες επιμέρους συμβολές του, ο Popper βοήθησε όσο λίγοι (όπως το έκαναν π.χ. εξίσου καλά και ο Russel και ο Hayek) στη διατήρηση της ενότητας του λόγου και στη δημιουργία μιας επιστημονικής κοσμοεικόνας για τον πολίτη μιας ελεύθερης δημοκρατικής κοινωνίας που τον κάνει ικανό να μετέχει στη συζήτηση των μεγάλων προβλημάτων που τον αφορούν και να λαμβάνει ή να ελέγχει ορθολογικά ατομικές και συλλογικές αποφάσεις.
Του Π. Γέμτου καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Το παρόν κείμενο προέρχεται από την εναρκτήρια ομιλία στη σειρά των διαλέξεων του Τμήματος ΜΙΘΕ της περιόδου 2001-02 με θέμα το Διαφωτισμό Πηγή: Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης