Καταρχήν, ποια είναι τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν, που κυριαρχούν σε ένα ψυχαναγκαστικό άτομο;
Η τελειομανία, η τάξη, η ακρίβεια, ο προγραμματισμός είναι πρωταρχικά «συστατικά».
Η διαγνωσμένη ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή (OCD) που χαρακτηρίζεται από τη εμμονή με την οργάνωση, την τάξη ή τον χρόνο σε υπερβολικό βαθμό, την εμμονή με την τελειότητα ή ακόμη και την μικροβιοφοβία, είναι ένα παθολογικό σύμπτωμα που χρειάζεται ειδική αντιμετώπιση, κυρίως μέσω της ψυχοθεραπείας.
Ο ψυχαναγκαστικός έχει την ανάγκη να έχει τον έλεγχο στα πάντα, από το ποιες θα είναι οι δραστηριότητές του στην καθημερινότητα, πότε θα ξεκινήσουν, πότε θα τελειώσουν, με ποιους ανθρώπους ακριβώς και πώς θα συνεργαστεί στη δουλειά του κ.ά.
Η συνήθεια αυτή να ελέγχει τα πάντα τον κάνει να αισθάνεται ασφάλεια. Πρόκειται βέβαια για ένα συναίσθημα που στην ουσία δεν ισχύει καθώς δεν μπορούμε να έχουμε τον έλεγχο παντού, γι’ αυτό και συχνά ο ψυχαναγκαστικός άνθρωπος αισθάνεται ματαίωση και θυμό. Θυμός όμως τον οποίο δεν τον εκφράζει προς τα έξω, τον κρατάει μέσα του, γι’ αυτό και γίνεται ευάλωτος στο άγχος και την κατάθλιψη.
Ο ψυχαναγκαστικός μέσα μας φωνάζει: «Αχ, είναι τόσο συμμετρικά άψογες!».
Ακόμη ο ψυχαναγκαστικός δεν θέλει να αποκλίνει από το πρόγραμμά του. Κάθε αλλαγή δεν μπορεί να την χειριστεί με ευελιξία μέσα στο πρόγραμμά του και νιώθει δυσφορία. Είναι επίσης αρκετά αυστηρός και απαιτητικός με τους άλλους, φίλοι, συνάδελφοι, συγγενείς, ερωτικοί σύντροφοι. Στην ουσία όμως αυτό δείχνει ότι πρώτα είναι αυστηρός και τελειομανής με τον ίδιο του τον εαυτό.
Όσον αφορά την εργασία, υπάρχει υπερβολική αφοσίωση, κάτι που φαίνεται μέσα από τις ατέλειωτες ώρες εργασίας και την εμμονή στην παραγωγικότητα. Οι δραστηριότητες, ο ελεύθερος χρόνος και οι διαπροσωπικές σχέσεις συχνά μπαίνουν σε δεύτερη μοίρα και αποτελούν «ατροφικά» κομμάτια στη ζωή του ψυχαναγκαστικού.
Επιπλέον, τα άτομα με ψυχαναγκαστική προσωπικότητα συχνά εμφανίζουν αγχώδεις διαταραχές. Οι πιο συχνές είναι οι κρίσεις πανικού, οι φοβίες, η γενικευμένη αγχώδης διαταραχή και η ψυχαναγκαστική – καταναγκαστική διαταραχή. Τέλος, ο ψυχαναγκαστικός δεν είναι γενναιόδωρος αλλά έχει έναν τσιγγούνικο τρόπο στο να ζει. Και η τσιγγουνιά του δεν μένει μόνο στα χρήματα αλλά δυσκολεύεται να δώσει, να εκφράσει συναισθήματα σε φίλους και ερωτικούς συντρόφους.
Όλα αυτά τα παραπάνω στοιχεία συνθέτουν μια προσωπικότητα που είναι φανερό ότι δε συμβάλλει θετικά στις διαπροσωπικές σχέσεις και στη σεξουαλικότητα. Ειδικότερα στη σεξουαλικότητα, ένας ψυχαναγκαστικός άνδρας μπορεί να εμφανίσει διαταραχή της σεξουαλικής επιθυμίας (υποτονική επιθυμία) καθώς μέσα του κυριαρχούν τα πρέπει αλλά και η τελειομανία για το πώς θα προσεγγίσει, θα φλερτάρει, θα «ρίξει» μια γυναίκα.
Η στυτική δυσλειτουργία είναι μια συχνή διαταραχή καθώς το μυαλό του ψυχαναγκαστικού δε χαλαρώνει ποτέ, συνεχώς σκέφτεται, οπότε δεν αφήνει το σώμα του να λειτουργήσει χωρίς άγχος (ψυχογενής στυτική δυσλειτουργία).
Τέλος οι διαταραχές της εκσπερμάτισης (πρόωρη εκσπερμάτιση και ανεσταλμένη εκσπερμάτιση) πλήττουν ιδιαίτερα τον ψυχαναγκαστικό άνδρα.
Αντίστοιχα στις γυναίκες, η ψυχαναγκαστικότητα είναι μεγάλος εχθρός της σεξουαλική τους λειτουργίας. Η μειωμένη ερωτική επιθυμία, η δυσκολία στην εφύγρανση του κόλπου, η έλλειψη σεξουαλικών φαντασιώσεων αποτελούν κατεξοχήν συμπτώματα του ψυχαναγκαστικού άγχους.
Τέλος, όσον αφορά τον οργασμό, οι περισσότερες ψυχαναγκαστικές γυναίκες δεν μπορούν να αφήσουν ελεύθερο τον εαυτό τους να αισθανθεί κολπικό οργασμό ενώ υπάρχουν και περιπτώσεις όπου αναφέρουν ότι δεν μπορούν να βιώσουν καθόλου οργασμό.
Άρθρο από τον Κωνσταντίνο Ρόκκα, Χειρούργος Ουρολόγος-Ανδρολόγος και Αργύρη Θεοδωρόπουλο, ψυχολόγος – ψυχοθεραπευτής