«Ντρέπεται», σπεύδουν να εξηγήσουν γονείς με απολογητικό βλέμμα όταν τα παιδιά τους σωπαίνουν, χαμηλώνουν το βλέμμα ή κρύβονται, αρνούμενα να υποταχθούν στους κανόνες κοινωνικής συμπεριφοράς. Η συστολή δεν ανήκει στις ιδιότητες που ενισχύουν τη γονεϊκή υπερηφάνεια, οπωσδήποτε όμως είναι προτιμότερη από την αγένεια ή, ακόμα χειρότερα, την αντικοινωνικότητα. Με την αυτοπροβολή και τις δημόσιες σχέσεις να έχουν αναχθεί σε ύψιστες αξίες, γονείς και εκπαιδευτικοί εύλογα τείνουν να επιβραβεύουν την εξωστρέφεια, την αυξημένη κοινωνικότητα και τη λεκτική επιδεξιότητα, ακόμα και στις πολύ νεαρές ηλικίες.
Το «πρόβλημα», υποστηρίζει η Susan Cain, είναι πως τουλάχιστον το ένα τρίτο ή και το 50% του πληθυσμού ανήκει στην κατηγορία των εσωστρεφών ― δηλαδή των ατόμων που «φορτίζουν τις μπαταρίες τους» μόνο όταν βρίσκονται σε ένα οικείο και ήρεμο περιβάλλον, που προτιμούν τη συντροφιά λίγων καλών φίλων από ένα ενθουσιώδες πλήθος και που αφοσιώνονται με πάθος στα ενδιαφέροντά τους, αντί να μοιράζουν τον χρόνο τους σε πολλές διαφορετικές δραστηριότητες.
Απενεχοποίηση
Η συγγραφέας του μπεστ σέλερ «Η δύναμη των εσωστρεφών» Σούζαν Κέιν (εκδ. Key Books)
Για την ακρίβεια, η συγγραφέας του «Η δύναμη των εσωστρεφών» είναι πεπεισμένη πως η εσωστρέφεια δεν αποτελεί, ούτε πρέπει να αντιμετωπίζεται ως πρόβλημα, αφού κάθε κοινωνία έχει ανάγκη τόσο από δυναμικούς, ευπροσήγορους και παρορμητικούς τύπους όσο και από πιο στοχαστικές, μοναχικές φυσιογνωμίες, που σκέφτονται περισσότερο προτού μιλήσουν, αποφεύγουν τις κατά μέτωπο συγκρούσεις και αποδίδουν καλύτερα όταν δεν κρίνονται από ένα ακροατήριο.
Κύριος στόχος της Κέιν είναι η απενοχοποίηση της εσωστρέφειας και η «απελευθέρωση» ανθρώπων που έχουν περάσει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους είτε υπό τον φόβο της κριτικής και της απόρριψης είτε υποκρινόμενοι πως αισθάνονται άνετα σε ασφυκτικά γεμάτους χώρους, λατρεύουν να απευθύνονται σε ένα ακροατήριο και δεν δυσκολεύονται καθόλου να προβάλουν τον εαυτό τους, τη δουλειά ή τις ιδέες τους.
Παράλληλα, επιδιώκει να αναδείξει τα προτερήματα των εσωστρεφών, ενθαρρύνοντας τους ίδιους -ή τους γονείς, τους δασκάλους και τους προϊσταμένους τους- να δημιουργήσουν το κατάλληλο περιβάλλον που θα επιτρέψει σε αυτές τις κρυμμένες δυνατότητες να έρθουν στην επιφάνεια.
«Ζούμε σε ένα σύστημα αξιών που θα το αποκαλέσω Ιδανικό της Εξωστρέφειας ― μια διαδεδομένη πεποίθηση ότι ο ιδανικός εαυτός είναι μέλος μιας αγέλης, σε ρόλο αρχηγού και άνετος μόλις πέσουν τα φώτα πάνω του», γράφει στο βιβλίο, το οποίο έχει μεταφραστεί σε 36 γλώσσες και έχει πουλήσει εκατομμύρια αντίτυπα.
«Η εσωστρέφεια -μαζί με τα “ξαδέλφια” της, την ευαισθησία, τη σοβαρότητα και τη συστολή- έχει γίνει πια ένα χαρακτηριστικό προσωπικότητας δευτεροκλασάτο, κάτι μεταξύ απογοητευτικού και παθολογικού», συνεχίζει. «Η εξωστρέφεια ως τύπος προσωπικότητας είναι εξαιρετικά γοητευτική, την έχουμε όμως μετατρέψει σε καταπιεστικό δεδομένο, με το οποίο οι περισσότεροι νιώθουμε πως οφείλουμε να συμμορφωθούμε».
Μεταξύ των επιφανών εσωστρεφών της Ιστορίας, η συγγραφέας τοποθετεί επιστήμονες όπως ο Ισαάκ Νεύτων και ο Αλβέρτος Αϊνστάιν, λογοτέχνες όπως ο Προυστ και ο Οργουελ, καλλιτέχνες όπως ο Βαν Γκογκ και λαμπρά μυαλά της πληροφορικής, όπως ο Μπιλ Γκέιτς και ο Λάρι Πέιτζ.
Ανατροφή και αλλαγή
Οι προσδιορισμοί «εξωστρεφής» και «εσωστρεφής» εκ πρώτης όψεως μοιάζουν απλουστευτικοί, αν όχι στερεοτυπικοί. Εντούτοις, η Κέιν, αριστούχος της Νομικής Σχολής του Χάρβαρντ έχει πλήρη επίγνωση του κινδύνου της υπεραπλούστευσης και αποφεύγει να υιοθετήσει «εύκολα» συμπεράσματα ― για παράδειγμα ότι η ιδιοσυγκρασία καθορίζεται αποκλειστικά από κληρονομικούς παράγοντες, ανεξαρτήτως της οικογένειας ή της κουλτούρας κάθε ατόμου, ή ότι όλοι οι εσωστρεφείς συμπεριφέρονται με τον ίδιο τρόπο. Αντίθετα, αναδεικνύει αφενός την επίδραση της ανατροφής στην προσωπικότητα του ατόμου, όσο και την ικανότητα κάθε ανθρώπου να αλλάξει, ώς ένα βαθμό, τη συμπεριφορά του με τη δύναμη της ελεύθερης βούλησης.
Καρπός της πολυετούς ενασχόλησής της με ένα ζήτημα που την αγγίζει προσωπικά -καθότι εσωστρεφής και η ίδια-, το βιβλίο φαινομενικά ακολουθεί το πρότυπο των εγχειριδίων αυτοβοήθειας, συνδυάζοντας τις εύληπτες αναλύσεις με «ζωντανές» περιπτωσιολογικές μελέτες και συμβουλές, όμως όσον αφορά το ερευνητικό του υπόβαθρο, θα μπορούσε κάλλιστα να αποτελεί επιστημονικό δοκίμιο ή διδακτορική διατριβή. Για τις ανάγκες της έρευνας, η συγγραφέας ανέτρεξε σε εκατοντάδες βιβλία, ακαδημαϊκές δημοσιεύσεις, άρθρα και αναρτήσεις στο Διαδίκτυο, συνομίλησε με καθηγητές πανεπιστημίων, ψυχολόγους και νευροεπιστήμονες, παρακολούθησε σεμινάρια με τον Τόνι Ρόμπινσον και επισκέφθηκε χώρους όπως η Σχολή Διοίκησης Επιχειρήσεων του Χάρβαρντ και η εκκλησία ευαγγελικών του Σάντλμπακ.
Αφού καθησυχάσει τους εσωστρεφείς αναγνώστες της -ή τους ανήσυχους γονείς εσωστρεφών παιδιών-, η συγγραφέας παραδέχεται πως, ορισμένες φορές, η ζωή τους θα είναι ευκολότερη αν καταφέρουν να συμπεριφερθούν ως πιο εξωστρεφείς. Το μυστικό για να το πετύχουν, και κυρίως για να μην έχουν την αίσθηση ότι είναι «ψεύτικοι» ή υποκριτές, είναι το πάθος: όταν υπηρετούν κάποια βασική τους επιδίωξη ή επιδίδονται στην αγαπημένη τους ασχολία, είναι σαφώς ευκολότερο να υπερβούν τις αναστολές τους, όπως ένας συνεσταλμένος καθηγητής που δίνει εξαιρετικές διαλέξεις ή ένας ηθοποιός, που τρομοκρατείται στη σκέψη ότι θα εμφανιστεί μπροστά στο κοινό, αλλά μεταμορφώνεται μόλις βρεθεί στη σκηνή.