Κάποτε, δύο μοναχοί περπατούσαν κατά μήκος ενός ποταμού όταν συνάντησαν μία γυναίκα που περίμενε να περάσει απέναντι. Ντυμένη με ένα μακρύ φόρεμα, ήταν εμφανές ότι δεν ήθελε να το βρέξει. Ο πιο ηλικιωμένος από τους δύο μοναχός, σήκωσε τη γυναίκα στα χέρια του και, χωρίς να πει τίποτα, διέσχισε τον ποταμό, την πέρασε στην απέναντι όχθη και την άφησε. Οι δύο μοναχοί συνέχισαν στο δρόμο τους σε απόλυτη σιωπή.
Μία ώρα αργότερα, ο νεότερος μοναχός ξέσπασε κι άρχισε να κατηγορεί τον ηλικιωμένο μοναχό για ό,τι είχε κάνει νωρίτερα. «Πώς είναι δυνατό να άγγιξες μία γυναίκα; Γνωρίζεις πολύ καλά ότι έχουμε ορκιστεί να μην αγγίξουμε ποτέ γυναίκα! Κι όχι μόνο αυτό, αλλά έτσι απλά, χωρίς καν να το σκεφτείς πήγες και τη σήκωσες στα χέρια σου!» Ο ηλικιωμένος μοναχός άκουγε προσεκτικά ό,τι είχε να του πει ο άλλος και στο τέλος είπε μόνο, «Αδελφέ, εγώ την άφησα εδώ και μία ώρα, εσύ γιατί συνεχίζεις να την κουβαλάς;»
Christian Conte, Advanced Techniques for Counseling and Psychotherapy Πηγή