Μια διδακτική ιστορία που αρχικά διηγήθηκε ένας ποιητής Σούφι, από την Περσία ο Αττά, που εμπεριέχει μια πολύ ενδιαφέρουσα αφήγηση για αυτά που μας συμβαίνουν τώρα. Γιατί κάθε τι που μας συμβαίνει κακό ή καλό, είναι σίγουρο ότι αργά ή γρήγορα, με κόπο, με πόνο, με δάκρυα, ή αίμα στην πρώτη περίπτωση, «κι αυτό θα περάσει».
Ένας βασιλιάς ζήτησε από τους σοφούς του στην αυλή, «Φτιάχνω ένα πολύ όμορφο δαχτυλίδι για τον εαυτό μου. Έχω ένα από τα καλύτερα διαμάντια που υπάρχουν. Θέλω να κρύψω μέσα στο δαχτυλίδι κάποιο μήνυμα που ίσως να με βοηθήσει σε κάποια στιγμή απόλυτης απελπισίας. Πρέπει να είναι πολύ μικρό για να μπορεί να παραμείνει κρυμμένο κάτω από το διαμάντι στο δαχτυλίδι».
Ήταν όλοι τους σοφοί άνθρωποι, ήταν όλοι τους σπουδαίοι λόγιοι και θα μπορούσαν να γράψουν σπουδαίες πραγματείες. Αλλά να του δώσουν ένα μήνυμα όχι μεγαλύτερο από δυο τρεις λέξεις το οποίο θα τον βοηθούσε σε στιγμές απόλυτης απελπισίας… Σκέφτηκαν, έψαξαν στα βιβλία τους αλλά δεν μπορούσαν να βρουν τίποτε.
Ο βασιλιάς είχε έναν γέρο υπηρέτη ο οποίος ήταν σχεδόν σαν πατέρας του -είχε υπάρξει υπηρέτης του πατέρα του. Η μητέρα του βασιλιά είχε πεθάνει νωρίς και αυτός ο υπηρέτης τον είχε φροντίσει κι έτσι δεν του φέρονταν σαν υπηρέτη. Ο βασιλιάς έτρεφε τεράστιο σεβασμό για εκείνον.
Ο γέρος είπε, «Δεν είμαι σοφός, δεν έχω γνώσεις, δεν είμαι λόγιοςˑ όμως ξέρω το μήνυμα – επειδή υπάρχει μόνο ένα μήνυμα. Και αυτοί οι άνθρωποι δεν μπορούν να σου το δώσουν· μπορεί να δοθεί μόνο από έναν μυστικιστή, από έναν άνθρωπο που έχει συνειδητοποιήσει τον εαυτό του. Στα τόσα χρόνια που έχω ζήσει στο παλάτι έχω συναντήσει κάθε λογής ανθρώπους, και κάποτε, συνάντησα ένα μυστικιστή. Ήταν καλεσμένος του πατέρα σου κι εγώ μπήκα στην υπηρεσία του. Όταν θα έφευγε, ως ένδειξη ευγνωμοσύνης για τις υπηρεσίες μου, μου έδωσε αυτό το μήνυμα» – και ο γέρος το έγραψε σε ένα μικρό κομμάτι χαρτί.
Το δίπλωσε και είπε στον βασιλιά, «Μην το διαβάσεις, απλά κράτησέ το κρυμμένο μέσα στο δαχτυλίδι. Να το ανοίξεις μόνο όταν όλα τα άλλα έχουν αποτύχει, όταν δεν υπάρχει διέξοδος».
Αυτή η στιγμή ήρθε σύντομα. Η χώρα δέχθηκε εισβολή και ο βασιλιάς έχασε το βασίλειό του. Το είχε σκάσει με το άλογό του για να σωθεί και τα άλογα του εχθρού τον ακολουθούσαν. Ήταν μόνος του κι εκείνοι ήταν πολλοί. Έφτασε σε ένα μέρος όπου το μονοπάτι σταματούσε, κατέληγε σε αδιέξοδο· υπήρχε μόνο ένας γκρεμός και μια βαθιά κοιλάδα· αν έπεφτε θα ήταν νεκρός. Δεν μπορούσε να γυρίσει πίσω, ήταν ο εχθρός εκεί και μπορούσε να ακούσει τους ήχους των οπλών των αλόγων. Δεν μπορούσε να προχωρήσει μπροστά και δεν υπήρχε άλλος δρόμος…
Ξαφνικά θυμήθηκε το δαχτυλίδι. Το άνοιξε, έβγαλε το χαρτί, και υπήρχε ένα μικρό μήνυμα τεράστιας αξίας: Απλά έλεγε, «Και αυτό θα περάσει». Μια μεγάλη σιωπή τον τύλιξε καθώς διάβαζε τη φράση, «Και αυτό θα περάσει».
Και πέρασε.
Όλα περνάνε· τίποτε δεν μένει σε αυτόν τον κόσμο. Οι εχθροί που τον ακολουθούσαν θα πρέπει να χάθηκαν στο δάσος, θα πρέπει να πήραν διαφορετικό μονοπάτι· ο ήχος από τις οπλές των αλόγων τους χάθηκε, σιγά σιγά, και δεν τους άκουγε πια.
Ο βασιλιάς ένιωσε τεράστια ευγνωμοσύνη για τον υπηρέτη και τον άγνωστο μυστικιστή. Αυτές οι λέξεις αποδείχθηκαν θαυματουργές. Δίπλωσε το χαρτί, το έβαλε πίσω στο δαχτυλίδι, συγκέντρωσε τα στρατεύματά του και ξανά ανέκτησε το βασίλειό του. Και την ημέρα που έμπαινε στην πρωτεύουσα, νικητής, έγινε μια μεγάλη γιορτή σε όλη την πρωτεύουσα. Μουσική, χορός – ένιωθε πολύ περήφανος για τον εαυτό του.
Ο ηλικιωμένος άνδρας ήταν εκεί, και περπατούσε δίπλα στο άρμα του. Είπε στον βασιλιά, «Κι αυτή η στιγμή είναι κατάλληλη: κοίταξε ξανά το μήνυμα».
Ο βασιλιάς είπε, «Τι εννοείς; Τώρα είμαι νικητής, οι άνθρωποι γιορτάζουν. Δεν είμαι σε απελπισία, δεν είμαι σε μια κατάσταση στην οποία δεν υπάρχει διέξοδος».
Ο ηλικιωμένος άνδρας είπε, «Άκου. Αυτό μου έχει πει ο άγιος: αυτό το μήνυμα δεν είναι μόνο για την απελπισία, είναι και για τη χαρά. Δεν είναι μόνο για όταν είσαι ηττημένος. είναι επίσης και για όταν είσαι νικητής – όχι μόνο για όταν είσαι ο τελευταίος, αλλά και για όταν είσαι ο πρώτος».
Και ο βασιλιάς άνοιξε το δαχτυλίδι, διάβασε το μήνυμα, «Και αυτό θα περάσει». Και ξαφνικά η ίδια γαλήνη, η ίδια σιωπή, ανάμεσα στα πλήθη, που χαίρονταν, γιόρταζαν, χόρευαν… όμως η περηφάνια, ο εγωισμός είχε φύγει.
Τα καλά και τα άσχημα εναλλάσσονται διαρκώς στη ζωή μας. Πολλές φορές, βιώνουμε περιόδους στρες, αγωνίας, πόνου και θλίψης, νομίζουμε τα πράγματα έχουν παγώσει και τίποτα δεν κινείται. Άλλες φορές γινόμαστε υπερβολικά αισιόδοξοι όταν τα πράγματα πηγαίνουν καλύτερα. Η εναλλαγή των καταστάσεων στην ζωή καθώς και των συναισθημάτων που τις ακολουθούν δεν μένει ποτέ στατική και κατά τον Ηράκλειτο «τα πάντα ρει».
Συνειδητοποιώντας την προσωρινότητα των πραγμάτων αρνητικών και θετικών καταλαβαίνουμε πως τίποτα δεν κρατά για πάντα, όλα στη ζωή αλλάζουν και είναι σημαντικό εμείς να έχουμε τον κατάλληλο τρόπο να τα αντιμετωπίσουμε ώστε να μην υποφέρουμε πολύ στα δύσκολα και να μην γινόμαστε αλαζόνες στις χαρές και τις επιτυχίες.
Και αυτό, όχι από άποψη ηθικής, όμως από άποψη προσωρινότητας, πως και πάλι η ζωή θα εναλλάξει τις καταστάσεις οπότε πιστεύοντας ότι είμαστε άτρωτοι είναι πιο πιθανό, να απογοητευτούμε σε μια μελλοντική αποτυχία ή στεναχώρια.
Είναι πολύ σημαντικό να είμαστε παρόντες σ αυτό που συμβαίνει κάθε φορά καλό ή κακό γιατί αυτό έχει να πει πολλά, για τις δράσεις μας και τη ζωή μας. Σκοπός μας δεν είναι να απομακρυνθούμε από τα συναισθήματα μας, αντίθετα θα ήταν καλό, να παρατηρούμε κάθε φορά πως νιώθουμε και να βρίσκουμε τρόπους αυτά που μας συμβαίνουν τελικά να μπορούμε να τα μετουσιώσουμε σε πολύτιμους οδηγούς ζωής.
Η Συνειδητοποίηση της προσωρινότητας θα μας κάνει να ζούμε πιο αρμονικά και χωρίς την συνεχή, πολλές φορές αναίτια διάδραση, με όλα αυτά που γίνονται. Το πιο σημαντικό όμως απ όλα είναι, πως θα μας δώσει τη δυνατότητα να μένουμε και να βιώνουμε τη στιγμή και να μπορούμε όταν χρειάζεται να διακρίνουμε φως, στην άκρη του τούνελ.
Γιατί.. «Κι αυτό θα περάσει!»
Πηγές: Χόρχε Μπουκαϊ, «Να σου πω μια ιστορία» και εδώ
Η φράση «κι αυτό θα περάσει» ήταν της μόδας στο πρώτο μισό του 19ου αιώνα. Μάλιστα την είχε χρησιμοποιήσει και ο Αβραάμ Λίνκολν σ’ έναν λόγο του προτού γίνει πρόεδρος των Ην.Πολιτειών. Το 1852 ο Άγγλος ποιητής Edward Fitzgerald έγραψε για έναν σουλτάνο που παρακάλεσε τον βασιλιά Σολομώντα να του παραχωρήσει μια φράση, η οποία θα ισχύει το ίδιο σε καλές και κακές εποχές. Εκείνος του απάντησε: «Κι αυτό θα περάσει».