O Αλμπέρ Καμύ (1913-1960), ένα από τα μεγαλύτερα πολιτιστικά είδωλα της Γαλλίας, του οποίου τα έργα εξετάζουν την αλλοτρίωση που είναι εγγενής στη σύγχρονη ζωή. Είναι περισσότερο γνωστός για τη φιλοσοφική του αντίληψη για το παράλογο, ενώ ερεύνησε αυτές τις ιδέες στα μυθιστορήματά του, Ο Ξένος (1942), Η Πανούκλα (1947), η Πτώση (1956) καθώς και στα φιλοσοφικά του δοκίμια, Ο Μύθος του Σισύφου (1942) και ο Επαναστατημένος Άνθρωπος (1951). Τιμήθηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1957.
Ο Καμύ γεννήθηκε σε μια φτωχή οικογένεια στη σπαρασσόμενη από τον πόλεμο γαλλική Αλγερία. Ο πατέρας του, αγρότης, σκοτώθηκε όταν ήταν ενός έτους στον Α! Παγκόσμιο Πόλεμο, αφήνοντας την κωφή και αναλφάβητη γυναίκα του να μεγαλώσει τον Καμύ και τον μεγαλύτερο αδερφό του. Παρά τη στέρηση της παιδικής του ηλικίας, κέρδισε μια υποτροφία για ένα αριστοκρατικό λύκειο στο Αλγέρι και συνέχισε τις σπουδές του στη φιλοσοφία στο Πανεπιστήμιο του Αλγερίου. Ξεκίνησε τότε και τη συγγραφική του καριέρα ως δημοσιογράφος. Αφού μετακόμισε στο Παρίσι, ενεπλάκη στο κίνημα της Αντίστασης, έχοντας την επιμέλεια της παράνομης εφημερίδας του, Combat , και αναζητήθηκε από την Γκεστάπο. Οι αναμνήσεις του από τους πολέμους και τις εμπειρίες του υπό τη ναζιστική κατοχή διαπέρασαν τη φιλοσοφία και τα μυθιστορήματά του. Το πρώτο του μυθιστόρημα, Ο Ξένος , και το δοκίμιο, Ο Μύθος του Σίσυφου, εκτόξευσε τη φήμη του και τον πρόσεξε ο Jean-Paul Sartre. Μετά την απελευθέρωση της Γαλλίας, υπήρξε σημαντική προσωπικότητα στη μεταπολεμική γαλλική πνευματική ζωή.
Η φιλοσοφία του για τον παραλογισμό μπορεί να εξηγηθεί στο δοκίμιό του Ο Μύθος του Σισύφου. Ο Καμύ εκεί όρισε το παράλογο ως τη ματαιότητα της αναζήτησης ενός νοήματος σε ένα ακατανόητο σύμπαν, χωρίς Θεό και νόημα. Ο παραλογισμός προκύπτει από την τάση ανάμεσα στην επιθυμία μας για τάξη, νόημα και ευτυχία και, από την άλλη πλευρά, στην άρνηση του αδιάφορου φυσικού σύμπαντος να μας το παρέχει.
Στο δοκίμιο, ο Καμύ έθεσε το θεμελιώδες φιλοσοφικό ερώτημα: Αξίζει η ζωή; Είναι η αυτοκτονία μια νόμιμη απάντηση αν η ζωή δεν έχει νόημα; Συνέκρινε τη λαχτάρα της ανθρωπότητας για τάξη και νόημα με τον Έλληνα μυθολογικό ήρωα Σίσυφο, ο οποίος καταδικάστηκε αιώνια από τον Δία να κυλά συνεχώς έναν ογκόλιθο πάνω στην κορυφή ενός βουνού, και φθάνοντας εκεί ο βράχος κατρακυλούσε, σημαίνοντας άλλον έναν κύκλο του μαρτυρίου του. Όπως και ο Σίσυφος, συνεχίζουμε να ρωτάμε για το νόημα της ζωής, μόνο και μόνο για να βρούμε ότι οι απαντήσεις δεν μας ικανοποιούν.
«Φαντάζομαι πως ο Σίσυφος ήταν ευτυχισμένος». Αυτή του η φράση θα μπορούσε να συνοψίσει την έννοια του παραλογισμού που πραγματεύεται την ανθρώπινη ύπαρξη, συμφιλιωμένη με το παράλογο, χωρίς να στηρίζεται στην ελπίδα, αλλά να ζει με πάθος την κάθε στιγμή.
Ο φιλόσοφος Καμύ ισχυρίζεται ότι πρέπει να αγκαλιάσουμε τον παραλογισμό της ανθρώπινης ύπαρξης και να αναλάβουμε την ευθύνη της δημιουργίας μιας αξίας και ενός νοήματος. Οι προσπάθειες που καταβάλουμε καθώς και η ανθεκτικότητα της ύπαρξης μας– όχι η αυτοκτονία και η απελπισία – είναι οι κατάλληλες απαντήσεις. Ο Καμύ υποστήριξε ότι ο Σίσυφος είναι ευτυχισμένος και ότι πρέπει να μιμηθούμε την ανθεκτικότητά του. Ο Έλληνας ήρωας είναι αξιοθαύμαστος γιατί αποδέχεται το ανούσιο της αποστολής του και αντί να τα παρατήσει ή να αυτοκτονήσει, έχει υψωθεί πάνω από τη μοίρα του με εσκεμμένη επιλογή και θα κοπιάζει συνεχώς.
Στον Ξένο, στη διάσημη σειρά «Η μητέρα πέθανε σήμερα. Ή μήπως ήταν χθες, δεν ξέρω», ο αντιήρωας πρωταγωνιστής έπρεπε να αποδεχθεί τον παραλογισμό της ζωής, «ανοίγοντας την καρδιά του στην καλοήθη αδιαφορία του σύμπαντος». Το μυθιστόρημα μεταφέρει αυτή την αντίληψη του παραλογισμού της ανθρώπινης ύπαρξης και διερευνά την αποξένωση ενός νεαρού άνδρα, γνωστού ως Μερσώ, ο οποίος σκότωσε έναν Άραβα και καταδικάστηκε σε θάνατο για την άρνησή του να συμμορφωθεί με τις προσδοκίες που είχε η αστική κοινωνία από αυτόν, και όχι για την ίδια τη δολοφονία. Όταν δεν κλαίει στην κηδεία της μητέρας του ή δεν εκδηλώνει συναισθήματα, αυτό επιδεινώνει την ενοχή του στα μάτια της κοινωνίας και του ενόρκου που τον καταδικάζει.
Αυτή η έννοια του παραλόγου μπορεί να βρεθεί και στο άλλο αριστούργημα του, η Πανούκλα, στο οποίο οι ανθρώπινες φιλοδοξίες και η ευτυχία υπονομεύονται από την πανούκλα. Το μυθιστόρημα διαδραματίζεται στην πόλη Οράν, η οποία ξεπερνιέται από τη θανατηφόρα επιδημία, και είναι μια αλληγορία της γερμανικής κατοχής στη Γαλλία. η πανούκλα είναι μια μεταφορά του φασισμού και ενός ολοκληρωτικού καθεστώτος, του ναζισμού. Ο Καμύ εξετάζει τις ανθρώπινες αντιδράσεις στο τυχαίο κακό και την ανθρώπινη αλληλεγγύη μπροστά σε ένα αδιάφορο σύμπαν.
Η πολιτική του φιλοσοφία βρίσκει την έκφρασή της στον Επαναστατημένο Άνθρωπο (1951), που εξετάζει την έννοια της εξέγερσης σε αντίθεση με την έννοια της επανάστασης. Απαντώντας στο πολιτικό κλίμα της εποχής στην Ευρώπη, ο Καμύ έκανε κριτική στον κομμουνισμό και κατήγγειλε την ιδέα της επανάστασης λόγω της τάσης της να μετασχηματίζεται σε ολοκληρωτισμό και να καταρρεύσει σε τρόμο, όπως ο ναζισμός και ο σταλινισμός. Ως ειρηνιστής Καμύ, υποστήριξε μια ανθρωπιστική, ηθική και κοινωνική αναταραχή για την επίτευξη της δικαιοσύνης. Ήταν συμπονετικός προς τους Άραβες της Αλγερίας και έγραψε πολλά άρθρα για να καταδικάσει την εγγενή αδικία στην Αλγερία υπό τη γαλλική αποικιοκρατία καθ’ όλη τη διάρκεια της καριέρας του (1939-1958), αν και κράτησε ουδέτερη στάση κατά την Αλγερινή Επανάσταση από φόβο μήπως ανάψει κομματικά πάθη. Ήταν επίσης κατά της θανατικής ποινής και ήταν ένας από τους λίγους που μίλησαν εναντίον της ρίψης της ατομικής βόμβας στη Χιροσίμα το 1945 από τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Το 1957 βραβεύεται με Νόμπελ Λογοτεχνίας για το σύνολο των έργων του σε ηλικία 44 ετών. Από το βήμα του Δημαρχείου της Στοκχόλμης θα μιλήσει για το ρόλο του συγγραφέα και το χρέος του να υπηρετεί την αλήθεια και την ελευθερία.
«Κάθε γενιά, αναμφισβήτητα, θεωρεί τον εαυτό της προορισμένο να ξαναφτιάξει τον κόσμο. Η δική μου γνωρίζει πως δεν θα τον ξαναφτιάξει. Ίσως όμως η αποστολή της να είναι δυσκολότερη: να εμποδίσει να καταστραφεί ο κόσμος».
Το παράλογο τέλος
«Δεν υπάρχει τίποτα πιο σκανδαλώδες από τον θάνατο ενός παιδιού και τίποτα πιο παράλογο από το θάνατο σε τροχαίο δυστύχημα», έλεγε στους φίλους του, μα η μοίρα έπαιξε το παιχνίδι της και επεφύλαξε στον «πατέρα» του παραλογισμού, τον παράλογο αυτό θάνατο πριν καν προλάβει να συμπληρώσει τα 47 του χρόνια, με ένα ημιτελές αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα Ο Πρώτος Άνθρωπος .
Ήταν 4 Ιανουαρίου του 1960 σε μια διαδρομή από την Προβηγκία στο Παρίσι. Το όχημα οδηγεί ο εκδότης του Μισέλ Γκαλιμάρ με συνεπιβάτες τη σύζυγο και την κόρη του και τον Καμύ. Το αμάξι παρεκκλίνει της πορείας του και πέφτει βίαια σε έναν πλάτανο. Ο Καμύ βρίσκει ακαριαίο θάνατο. Ο Γκαλιμάρ πεθαίνει λίγες μέρες αργότερα.
Δυστύχημα ή δολοφονία; Ένα ερώτημα που δεν απαντήθηκε ποτέ με βεβαιότητα, ωστόσο όσοι μιλούν για δολοφονία «δείχνουν» την KGB, με κίνητρο την αντισοβιετική ρητορική του.
Παρά το ανάστημά του στη γαλλική κουλτούρα αλλά και το παγκόσμιο, ο Καμύ τάφηκε σαν ένας απλός Γάλλος δίπλα στη σύζυγό του. Μια ταπεινή, μικρή, πέτρινη πλάκα που την αγκαλιάζει δεντρολίβανο και στην οποία αναγράφεται: Αλμπέρ Καμύ: 1913-1960.
Όπως ο ίδιος είχε πει…
«Η ζωή μπορεί να είναι υπέροχη και συνταρακτική, αυτή είναι όλη η τραγωδία της. Χωρίς ομορφιά, αγάπη ή κίνδυνο, θα ήταν σχεδόν εύκολο να ζεις».