Πόνος που μοιράζεται, δεν κρατά πολύ…

Σήμερα θέλω να σου μιλήσω για τον πόνο.

Εκείνο τον πρωτόγονο πόνο που σου σπαράζει τα σωθικά ακόμη κι αν δεν είναι δικός σου.

emotional_pain Για εκείνη την οδύνη του να βλέπεις τον πιο δικό σου άνθρωπο να υποφέρει.

Να τον βλέπεις ανήμπορο σε ένα δωμάτιο δημόσιου νοσοκομείου και να μην μπορείς να κάνεις τίποτα για να τον βοηθήσεις.

Θα σου μιλήσω για ανήλιαγες παιδικές πτέρυγες. Για δωμάτια δίχως κλιματισμό, όταν έξω ο υδράργυρος φλερτάρει τους 40 βαθμούς.

Θα σου μιλήσω για ελλείψεις προσωπικού, εξοπλισμού και πρώτων υλών.

Μα πάνω από όλα θα σου μιλήσω για τον ωμό πόνο.

Για μωρά που κλαίνε μαζί.

Για πιτσιρικάδες που βογγούν.

Για ένα κοριτσάκι που ουρλιάζει ζητώντας το σπίτι του. Το κρεβάτι του. Την υγεία του.

emotional-pain Υγεία.

Τόσο δεδομένη και τόσο άπιαστη.

Τόσο απαραίτητη για να λειτουργήσει κάθε τι ανθρώπινο.

Κι είναι η απουσία της που σου ταράζει όλα τα δεδομένα. Που τα κάνει αυτόματα ζητούμενα.

Απελπιστικά ζητούμενα.

Πέρασες ποτέ από την αίθουσα αναμονής ενός χειρουργείου;

Μέτρησες τα σκαμμένα πρόσωπα, τα γεμάτα αγωνία για το μέλλον των αγαπημένων τους που πάλευαν με το νυστέρι του χειρουργού;

Μέτρησες δάκρυα χαράς κι ανακούφισης;

Αναστεναγμούς και βογγητά;

Μέτρησες εκείνα τα ατέλειωτα λεπτά της αναμονής κι όλα εκείνα τα άκυρα ανοίγματα της πόρτας, που ήλπιζες αλλά τελικά δεν ήταν για σένα;

Πόνος.

Ανθρώπινος.

Δεσμευτικός και παντοδύναμος.

Και αυτοπροσδιοριστικός.

Σε κάνει να αναθεωρείς μέσα σου τα πρώτα και τα δεύτερα. Τα σημαντικά και τα ολότελα ασήμαντα.

Σε κάνει να καταλαβαίνεις πόσο άσκοπα μπορεί να σπαταλάς τη ζωή σου, με ανούσια και περιττά.

Με μεγάλα κι όμως τόσο μικρά που δε χωράει ο νους σου.

Μπες σε ένα νοσοκομείο και κάνε μια βόλτα.

Και τότε θα καταλάβεις πως είμαστε ένα τίποτα.

Μα ταυτόχρονα απόλυτα τυχεροί.

Που στεκόμαστε στα δυο μας πόδια, που δεν υποφέρουμε.

Που είμαστε απλά επισκέπτες.

Δες το μουντό χρώμα των τοίχων, τον καταθλιπτικό φωτισμό, τα απαρχαιωμένα κρεβάτια χωρίς μαξιλάρια.

Κι ύστερα δες όλους αυτούς, μικρούς και μεγάλους, που βρίσκονται εγκλωβισμένοι σε ένα σιδερένιο, παλιακό κρεβάτι.

Άκου τις ανάσες τους, τις φωνές και τα παράπονά τους. Μύρισε τα δάκρυα, άγγιξε τις πληγές τους.

Και κατάλαβε τον πόνο.

Νιώσε τον πάνω σου.

Άσε τον να γίνει μέγγενη που θα σου σφίξει την καρδιά μέχρι να καταλάβεις.

Μέχρι να δεις τη ζωή αλλιώς. Μέχρι να την εκτιμήσεις.

Κι ύστερα απαρνήσου τον εαυτό σου και βοήθα τους ανθρώπους.

Γίνε το δεκανίκι τους, το χαμόγελό τους, το ποτήρι με το νερό που κανείς δε θα βρεθεί να τους το φέρει την ώρα εκείνη που το ζητάνε.

Γίνε ευαίσθητος, γίνε πρόθυμος, γίνε πονετικός.

Γίνε αυτό για το οποίο πλάστηκες, γαμώτο.

Άνθρωπος.

Και μοιράσου τον πόνο.

Δεν είναι ξένος, μην του γυρνάς την πλάτη.

Θα μπορούσε να είναι δικός σου. Εκτίμησε που δεν είναι και κάνε κάτι να τον ξορκίσεις. Γιατί έτσι πρέπει.

Γιατί πόνος που μοιράζεται, δεν πονάει πολύ…Κι ούτε και κρατάει πολύ…

Της Στεύης Τσούτση. Πηγή