Η ερωτική επιθυμία, είναι η αναζήτηση ευχαρίστησης προσανατολισμένη πάντα σε ένα αντικείμενο, στο οποίο επιθυμεί να διεισδύσει ή να εισβάλλει κανείς ή από το οποίο θα προέλθει η διείσδυση ή η εισβολή. Είναι η ικανοποίηση από την ταύτιση με την σεξουαλική διέγερση και τον οργασμό του συντρόφου.
Είναι η αίσθηση της παραβίασης, της παράκαμψης των απαγορεύσεων, που ενέχουν όλες οι σεξουαλικές συναντήσεις.
Η σεξουαλική διέγερση συνεπάγεται μια αίσθηση ότι το αντικείμενο προσφέρεται και συγχρόνως συγκρατείται και ότι η σεξουαλική διείσδυση, η περίκλειση του αντικειμένου είναι μια παραβίαση των ορίων του.
Με αυτή την έννοια η παραβίαση συνεπάγεται και επιθετικότητα εναντίον του αντικειμένου, επιθετικότητα που είναι διεγερτική μέσα στην ηδονική της ικανοποίηση και που πάλλεται από την ικανότητα να νιώσει κανείς ηδονή μέσα από τον πόνο και από την προβολή αυτής της ικανότητας πάνω στο αντικείμενο.
Η εκστατική και η επιθετική πλευρά της προσπάθειας να εξαφανιστούν τα όρια του εαυτού αντιπροσωπεύουν μια βαθύτερη και περίπλοκη πλευρά της ερωτικής επιθυμίας. Έχει υποστηριχθεί ότι οι εντονότερες εμπειρίες υπέρβασης, βιώνονται υπό την ένδειξη της αγάπης και υπό την ένδειξη της επιθετικότητας.
Αποτελεί μια από τις πιο δραματικές πλευρές της ανθρώπινης λειτουργίας το γεγονός ότι η διάλυση των ορίων μεταξύ εαυτού και άλλου συντελείται σε στιγμές μεγάλης παλινδρόμησης προς την εκστατική αγάπη και κάτω από συνθήκες ακραίου πόνου. Το να προκαλείς πόνο στον άλλον και να ταυτίζεσαι με την ερωτική ηδονή που νιώθει ο άλλος από τον πόνο, είναι ο αντίποδας του ερωτικού μαζοχισμού και δεν είναι άλλος από τον ερωτικό σαδισμός.
Οι μαζοχιστικές και σαδιστικές πλευρές της ερωτικής επιθυμίας και των σεξουαλικών σχέσεων, ανοίγουν τον δρόμο για το πλήρες φάσμα της σεξουαλικής ευχαρίστησης, αλλά ενέχουν και τον κίνδυνο της άμετρης επιθετικότητας ως μέρος της σεξουαλικής σχέσης.
Στα «Τρία δοκίμια για την σεξουαλικότητα» ο Freud, υπογραμμίζει ότι μαζοχισμός και σαδισμός, είναι δυο εκδοχές μιας και μόνο διαστροφής, της οποίας η ενεργητική και παθητική μορφή ανευρίσκεται στο άτομο κατά ποικίλες αναλογίες. Χαρακτηριστικά αναφέρει: «΄Ένας σαδιστής, είναι πάντοτε ταυτόχρονα μαζοχιστής, πράγμα που δεν εμποδίζει την υπερίσχυση της ενεργητικής ή της παθητικής πλευρές της διαστροφής, χαρακτηρίζοντας την σεξουαλική δραστηριότητα που προεξάρχει.
Στο «Οικονομικό πρόβλημα του μαζοχισμού»(1924), περιγράφει τον ερωτογενή, τον θηλυκό, και τον ηθικό μαζοχισμό.
Ο θηλυκός, στα πλαίσια τώρα της θεωρίας της αμφισεξουαλικότητας, περιγράφεται ως σαν μια δυνατότητα έμφυτη σε κάθε ανθρώπινο ον η οποία τοποθετεί το άτομο σε μια χαρακτηριστική κατάσταση θηλυκότητας-παθητικότητας, ενώ ο ηθικός, περιγράφεται ως στοιχείο του χαρακτήρα. Συγκεκριμένα για την τρίτη μορφή αναφέρει:
«Στο έκδηλο περιεχόμενο των μαζοχιστικών φαντασιώσεων, εκφράζεται επίσης ένα αίσθημα ενοχής, καθώς υποτίθεται ότι το εν λόγο άτομο έχει υποπέσει σε παράπτωμα ,που αφήνεται απροσδιόριστο, οπότε δέχεται όλες τις επώδυνες και βασανιστικές διαδικασίες για να εξιλεωθεί.
Αυτός ο παράγοντας ενοχής, οδηγεί στον ηθικό μαζοχισμό.
Τα εν λόγο άτομα, τα οποία και φέρουν αυτό το συναίσθημα, αναζητούν την θέση του θύματος δίχως να υπεισέρχεται εκεί κατά κάποιο τρόπο άμεσα μια σεξουαλική ευχαρίστηση.
Στον ηθικό μαζοχισμό δεν έχει καμιά σημασία εάν η ταλαιπωρία η οποία μπορεί να προκαλείται από απρόσωπες δυνάμεις ή συνθήκες… «ο σωστός μαζοχιστής στρέφει την πορεία του πάντοτε προς το σημείο από το οποίο υπάρχει η προοπτική να δεχθεί χτύπημα».
Τα άτομα αυτά δημιουργούν με την συμπεριφορά τους-στην θεραπευτική διαδικασία και στην ζωή-την εντύπωση πως έχουν υπερβολικές ηθικές αναστολές, που διατελούν υπό την κυριαρχία μιας ιδιαίτερης ευαίσθητης συνείδησης, μολονότι μια τέτοια υπέρ-ηθική δεν τους είναι συνειδητή.
Ενώ στον καταθλιπτικό, μελαγχολικό άτομο υπάρχει ένα σαδιστικό Υπερεγώ στο οποίο το Εγώ υποτάσσεται.
Στον ηθικό μαζοχιστή το βάρος πέφτει στον μαζοχισμό του ίδιου του Εγώ, το οποίο επιζητεί την τιμωρία το οποίο επιζητεί την τιμωρία είτε από το Υπερεγώ, είτε από τις γονικές προβολές σε καταστάσεις του έξω-περιβάλλοντος.
Και στις δυο περιπτώσεις η κατάληξη είναι μια ανάγκη ικανοποιούμενη με την τιμωρία και την οδύνη.
Ο σαδισμός του Υπερεγώ συνήθως είναι έντονα συνειδητός ενώ η μαζοχιστική τάση του Εγώ, είναι κατά κανόνα ασυνείδητη και πρέπει να την συμπεράνουμε από την συμπεριφορά του.
Ο μαζοχιστής δημιουργεί τον πειρασμό για αμαρτωλές πράξεις οι οποίες στην συνέχεια πρέπει να εξιλεωθούν με τις μορφές της σαδιστικής συνείδησης ή με τον σωφρονισμό από την γονική εξουσία.
Ο μαζοχιστής, ενεργεί αντιστρατευόενος το ίδιο το συμφέρον του καταστρέφοντας τις προοπτικές που του παρουσιάζονται στον κόσμο της πραγματικότητας και ίσως εκμηδενίζοντας την ίδια του την ύπαρξη.
Εν τέλει, στους σαδομαζοχιστικούς ρόλους, είτε στην σεξουαλική ζωή είτε στην σχέση ,ο στόχος της επιθυμίας είναι η εκμηδένιση της επιθυμίας του άλλου ή η εκμηδένιση της ίδιας της επιθυμίας του ατόμου.
Η εξήγηση επικεντρώνεται στην λογική του Κυρίου και του δούλου.
Πράγματι, ο σαδιστής(Κύριος) και μαζοχιστής(δούλος) εξαντλούνται: ο με πρώτος να καταστήσει τον δεύτερο ένα άψυχο αντικείμενο, ένα εργαλείο χωρίς επιθυμία, ο δε δεύτερος στο να τοποθετήσει τον πρώτο στην θέση ενός ειδώλου.
Όμως στο βαθμό που ο σαδιστής τοποθετείται σε αυτή την θέση, τελικά προσπαθεί να αναγνωρισθεί από ένα σχεδόν άψυχο αντικείμενο.
Φαίνεται, ότι είναι ένας πειρασμός να θυσιάσεις και να θυσιαστείς, να καταστρέψεις και να καταστραφείς!!!
Ειρήνη Ρόκα, Πηγή