Όπως ο Σίγκμουντ Φρόυντ – με την κόρη του οποίου, την Άννα, ο Έρικσον μελέτησε την ψυχανάλυση, ενώ απέκτησε πιστοποίηση από την Ψυχαναλυτική Εταιρεία της Βιέννης- ο Έρικσον διαίρεσε την αναπτυξιακή διαδικασία της προσωπικότητας σε στάδια.
- Στις 15 Ιουνίου του 1902 γεννήθηκε ο μεγάλος Δανο-αμερικανός ψυχολόγος και ψυχαναλυτής Έρικ Έρικσον. Ανέπτυξε τη θεωρία της ψυχοκοινωνικής ανάπτυξης, που αποτελεί μία από τις γνωστότερες θεωρίες προσωπικότητας, ενώ είναι ο «πατέρας» της περίφημης «κρίσης ταυτότητας».
Αντίθετα όμως με τη θεωρία των ψυχοσεξουαλικών σταδίων του Φρόυντ (στοματικό, φαλλικό, πρωκτικό κ.α) που επικεντρώνεται στη λίμπιντο με έμφαση στα πρώτα χρόνια της ζωής, ο Έρικσον περιγράφει τον αντίκτυπο της κοινωνικής εμπειρίας καθ’ όλη τη διάρκειά της.
Ένα από τα κύρια στοιχεία της θεωρίας του Έρικσον είναι η ανάπτυξη της ταυτότητας του Εγώ. Η ταυτότητα τουEγώ είναι η συνειδητή αίσθηση του εαυτού, η οποία αναπτύσσεται μέσω της κοινωνικής αλληλεπίδρασης. Έτσι, στον Έρικσον δίνεται το Εγώ μεγαλύτερη ισχύ από το να είναι ένας απλός υπηρέτης του Αυτού.
-
Εγώ: Ψυχικός θεσμός ή σύστημα, που διακρίνει ο Φρόυντ από το Αυτό και το Υπερεγώ στη δεύτερη θεωρία του για το ψυχικό όργανο: Το εγώ βρίσκεται σε μια σχέση εξάρτησης τόσο απέναντι από τις διεκδικήσεις του Αυτού όσο και απέναντι στις επιταγές του Υπερεγώ και τις απαιτήσεις της πραγματικότητας.
Αυτό: Συγκροτεί τον ενορμητικό πόλο της προσωπικότητας. Κατά τον Φρόυντ, τα περιεχόμενά του, ψυχική έκφραση των ενορμήσεων είναι ασυνείδητα, ένα μέρος τους κληρονομικά και έμφυτα, το υπόλοιπο απωθημένα και επίκτητα. Για τον Φρόυντ, το Αυτό είναι η κυριότερη παρακαταθήκη της ψυχικής ενέργειας και έρχεται σε σύγκρουση με το Εγώ και το Υπερεγώ.
Ουσιαστικά, ο Έρικσον αποδεσμεύει σε μεγάλο βαθμό τοΕγώ από την εξαρτητική του σχέση με το Αυτό -το οποίο ενέχει και «κληρονομικά» δεσμά- και δίνει μεγαλύτερο βάρος στα επίκτητα χαρακτηριστικά. Κατά τον Έρικσον, η ταυτότητα του Εγώ αλλάζει συνεχώς λόγω της νέας εμπειρίας και των πληροφοριών που αποκτά το άτομο στις καθημερινές αλληλεπιδράσεις με άλλους.
Εκτός αυτού, παρατηρεί ότι η αντίληψη της ικανότητάς από το ίδιο το άτομο, παρακινεί τις συμπεριφορές και τις ενέργειές του. Σε κάθε στάδιο της θεωρίας του, το άτομο ενδιαφέρεται να γίνει ικανό σε έναν τομέα της ζωής του. Αν το στάδιο αντιμετωπίζεται καλά, το πρόσωπο θα αισθανθεί μια αίσθηση κυριαρχίας (mastery). Αν το στάδιο δεν ρυθμιστεί σωστά, το άτομο θα βγει με μια αίσθηση ανεπάρκειας.
Σε κάθε στάδιο, πάντως, βιώνεται μια σύγκρουση που αποτελεί μια κρίσιμη καμπή στην ανάπτυξη της προσωπικότητας. Αυτές οι συγκρούσεις είναι κεντροθετημένες είτε στην ανάπτυξη μιας ψυχολογικής ποιότητας είτε στην αποτυχία να αναπτυχθεί αυτή η ποιότητα.
Κρίση Ταυτότητας
Η ταυτότητα για τον Έρικσον είναι μια υποκειμενική αίσθηση και μια παρατηρήσιμη ποιότητα της προσωπικής ομοιότητας και συνοχής, που ταιριάζει με μια ορισμένη αντίληψη της ομοιότητας και συνοχής μιας κοινής παγκόσμιας εικόνας.
Ο Έρικσον εισήγαγε τον όρο «κρίση ταυτότητας», θεωρώντας ότι αποτελεί μία από τις σημαντικότερες συγκρούσεις που αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι κατά την ανάπτυξή τους.
Πρόκειται για μία περίοδο εντατικής ανάλυσης και εξερεύνησης των διαφορετικών τρόπων αντίληψης του εαυτού. Εμφανίζεται κατά τη διάρκεια της εφηβείας, όταν οι έφηβοι παλεύουν μεταξύ συναισθημάτων ταυτότητας και σύγχυσης ρόλων. Το επίτευγμα της ταυτότητας εμφανίζεται όταν περάσει ένα άτομο από μια εξερεύνηση των διαφορετικών ταυτοτήτων και έχει αναλάβει δέσμευση για μία.
Πηγές:
-J. Laplanche – J.-B. Pontalis, Λεξιλόγιο της Ψυχανάλυσης, εκδ. Κέδρος, Αθήνα, 1995.
-oiko.files.wordpress.com