Η στωική θεωρία για τον κόσμο, τη ζωή και την ανθρωπινή προσωπικότητα, ιδιαίτερα όμως η στωική ηθική με τη διδασκαλία της περί των καθηκόντων βρήκε τεράστια απήχηση στη ρωμαϊκή κοινωνία, ορισμένα από τα πλέον εξέχοντα μέλη της οποίας, όπως ο Οράτιος, ο Κακέρωνας, ο Μάρκος Αυρήλιος και ο Σενεκας, όχι μόνο ασπάστηκαν τη στωική θεωρία αλλά και φρόντισαν για την ευρεία διάδοσή της στον’ τότε γνωστό κόσμο.
Έτσι, μέσω των Ρωμαίων διατηρήθηκε, μεταδόθηκε και καταξιώθηκε ο στωικισμός, ώστε να επηρεάσει τον φιλοσοφικό λογισμό στοχαστών, αρχής γενομένης από τους νεοπλατωνικούς φιλοσόφους-στοχαστές μετά την Αναγέννηση, εμβέλειας όπως ο Giordano Bruno, ο Descartes, ο Spinoza, ο Leibniz, ο Locke, ο Kant, ο Schiller, ο Goethe και άλλοι.
Η κοσμοϊστορικής σημασίας όμως συμβολή του στωικισμού, που υπερβαίνει τις επιδράσεις του στους παραπάνω φιλοσόφους και τη φιλοσοφία γενικότερα, έγκειται στην επίδραση και τη σχέση του με τον χριστιανισμό. Με το αίτημα μιας αυστηρά ασκητικής ηθικής, την υποτίμηση των υλικών αγαθών, την απόδοση κάθε κοσμικού φαινομένου στη βούληση του ύψιστου πατρός, το αίτημα της αγάπης προς τον πλησίον χωρίς διάκριση, καθίσταται ο στωικισμός προάγγελος του χριστιανισμού Πολλοί από τους χριστιανούς διανοητές, όπως ο Κλημης ο Αλεξανδρεύς, ο Νεμέσιος, ο Αμβρόσιος Μεδιολανων και οι πατέρες της εκκλησίας, Μέγας Βασίλειος και Γρηγόριος Ναζιανζηνός διαλογίζονται και επιχειρηματολογούν με όρους και παραδείγματα των στωικών.
Με την παραπάνω σύγκλιση, δεν υπονοείται προφανώς ότι κατά την βαθμιαία διείσδυση ως την τελική επικράτηση του χριστιανισμού στον ρωμαϊκό κόσμο, οι στωικοί συμπαρατάχθηκαν με τους χριστιανούς Αντίθετα οι στωικοί υπερασπίστηκαν με σθένος τη μέχρι τότε ισχύουσα κοσμική θρησκεία που βασιζόταν στο δωδεκάθεο, τη συντριβή της οποίας, παρά την κριτική που ευκαιριακά της απηύθυναν, για κανένα λόγο δεν ήθελαν να αποδεχθούν. Σε πείσμα ωστόσο αυτής της αντιπαράθεσης, η πνευματική συγγένεια του στωικισμού με τον χριστιανισμό παρέμεινε ανέγγιχτη και ισχυρή.