«O Βρετανός υφυπουργός Παιδείας, όπως σχεδόν όλοι οι πολιτικοί, είτε ανήκουν στη Δεξιά είτε στην Αριστερά, είναι ένας ρομαντικός της εκπαίδευσης, που πιστεύει ότι όλα τα παιδιά μπορούν να παίρνουν καλούς βαθμούς αρκεί το σχολείο να κάνει καλά τη δουλειά του.
Κατ΄ αρχάς, μια απλή αλήθεια: πολλά παιδιά “δεν παίρνουν τα γράμματα” και το σχολείο μπορεί να τα βοηθήσει μόνο οριακά να βελτιώσουν τις επιδόσεις τους. Είναι σαν να λέμε», γράφει ο Μάρεϊ στους «Sunday Τimes», «ότι με την προπόνηση όλα τα παιδιά μπορούν να κάνουν μια δύσκολη άσκηση στη ρυθμική γυμναστική. Στην εκπαίδευση, πολλά παιδιά δεν είναι ικανά να διαβάσουν μια φράση με μεγάλες λέξεις ή σύνθετο συντακτικό και άλλα δεν μπορούν να λύσουν μια εξίσωση».
Η παραδοχή.
Αυτή η επίδοση δεν έχει μεγαλύτερη σημασία από τις χαμηλές επιδόσεις μας στον αθλητισμό ή τη μουσική. Κι όμως, μια τέτοια παραδοχή σοκάρει και προκαλεί επικρίσεις και διάφορες ενστάσεις, σημειώνει ο Τσαρλς Μάρεϊ. Οι ρομαντικοί της εκπαίδευσης ισχυρίζονται, για παράδειγμα, ότι όταν ένα παιδί είναι κάτω από τον μέσο όρο μπορούμε να το βοηθήσουμε να βελτιωθεί ή ότι τα σχολεία είναι τόσο κακά ώστε τα παιδιά σε όλα τα επίπεδα της εκπαίδευσης μπορούν να μάθουν περισσότερα απ΄ όσα μαθαίνουν τώρα.
Κι έπειτα, προσθέτουν, οι καλές επιδόσεις της περασμένης δεκαετίας αποδεικνύουν ότι η βελτίωση είναι δυνατή. Ωστόσο, οι έρευνες στις ΗΠΑ αποδεικνύουν ότι η βελτίωση είναι πολύ μικρή και σε κάθε περίπτωση καθόλου σίγουρη. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι προσπάθειες βελτίωσης επικεντρώθηκαν στις προσχολικές ηλικίες με βάση το σκεπτικό ότι σε αυτή την περίοδο ο εγκέφαλος και η προσωπικότητα είναι πιο εύπλαστα. Μελέτες έδειξαν, όμως, ότι τα παιδιά εμφανίζουν καλύτερες επιδόσεις σε αυτές ηλικίες, αλλά το κέρδος αυτό εξανεμίζεται στην εφηβεία. Και, σε κάθε περίπτωση, το συμπέρασμα είναι ότι ένα παιδί που κινείται κάτω από τη βάση μπορεί με προσπάθεια να πλησιάσει πιο κοντά στη βάση και τίποτε περισσότερο. Κανένα σχέδιο και οπουδήποτε δεν παρουσίασε καλύτερα αποτελέσματα από αυτό.
Καλύτερα σχολεία.
Οι ρομαντικοί της εκπαίδευσης ισχυρίζονται ότι για τους κακούς μαθητές ευθύνονται τα κακά σχολεία. Μπορεί να ισχύει για μαθήματα όπως η Ιστορία, υποστηρίζει ο Αμερικανός καθηγητής. Στην ανάγνωση και τα Μαθηματικά, όμως, δεν παίζει ρόλο εάν ένα σχολείο είναι καλό ή κακό. Μια έρευνα που πραγματοποιήθηκε το 1966 στις ΗΠΑ σε δείγμα 645.000 μαθητών απέδειξε ότι τα προσόντα του δασκάλου, οι υποδομές του σχολείου και τα χρήματα που ξοδεύει ένας μαθητής ή ό,τι άλλο θεωρούμε πως βοηθά τις επιδόσεις των μαθητών, δεν έχουν και τόση σημασία.
Κι όμως, επιμένουν οι ρομαντικοί, πρέπει να κάνουμε καλύτερα σχολεία. Αν είναι αριστεροί, ζητούν νέες μεθόδους διδασκαλίας και καινοτομίες στη διδακτέα ύλη.
Αν είναι δεξιοί, ζητούν δίδακτρα και άλλους τρόπους ιδιωτικοποίησης της εκπαίδευσης. Για άλλη μια φορά, οι Ηνωμένες Πολιτείες διαθέτουν πολλά στοιχεία και για τις δύο πλευρές. Και αυτά τα στοιχεία δείχνουν ότι καμία από τις εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις που έγιναν δεν έφεραν τα θεαματικά αποτελέσματα που περιμένουν οι ρομαντικοί.
Πρέπει να ανακαλύψουμε τις δεξιότητές τους
Η αλήθεια είναι, συμπεραίνει ο Τσαρλς Μάρεϊ, ότι υπάρχουν γενετικοί και κοινωνικοί παράγοντες που σχετίζονται με την επίδοση των μαθητών. Ο γενετικός λόγος είναι ότι το 40-60% του δείκτη ευφυΐας που απαιτείται για την έφεση στη μάθηση κληρονομείται γονιδιακά. Το υπόλοιπο 40-60% οφείλεται στο περιβάλλον.
Και εδώ δεν έχουν σχέση τα χρήματα. Το να διαβάζεις παραμύθια ή να διηγείσαι ιστορίες στο παιδί σου προτού κοιμηθεί δεν κοστίζει τίποτε. Κι όμως, αυτή η πρακτική εξασθενεί από τα υψηλότερα προς τα χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα. Θα έπρεπε, λοιπόν, να εγκαταλείψουμε τους κακούς μαθητές στη μοίρα τους; «Σε καμία περίπτωση», απαντά ο Μάρεϊ. «Απλώς, πρέπει να βγάλουμε τις ιδεολογικές παρωπίδες και να οδηγούμε τα παιδιά στην ενηλικίωση βοηθώντας τα να ανακαλύψουν αυτό που τους αρέσει και μπορούν να κάνουν καλύτερα».