Ο Γερμανός κοινωνιολόγος Μαξ Βέμπερ υπήρξε ο σημαντικότερος στοχαστής του εικοστού αιώνα στον χώρο τον κοινωνικών επιστήμων.
Η ιστοριογραφία, η ανθρωπολογία, η πολιτική επιστήμη, μ’ όλα τους τα σημαντικά επιτεύγματα τον τελευταίο αιώνα, δεν έχουν να περηφανευτούν για ένα πνεύμα που να συνδύαζε σε τέτοιο βαθμό την συνθετική και αναλυτική ικανότητα με την στέρεη κατοχή ενός απέραντου -και για τα σημερινά μέτρα- εμπειρικού υλικού. Ακόμη και η οικονομική επιστήμη, της οποίας οι πρόοδοι στον εικοστό αιώνα πιθανότατα ξεπερνούν εκείνες όλων των υπόλοιπων κοινωνικών επιστημών μαζί, δεν έχει να επιδείξει έναν τόσο οικουμενικό στοχαστή.
Ο Βέμπερ γεννήθηκε το 1864 σε μια αστική οικογένεια, στενά συνδεδεμένη με μεγάλες προσωπικότητες του γερμανικού πολιτικού και πνευματικού κόσμου. Ξεκίνησε με σπουδές νομικής, και γρήγορα ξεχώρισε στον τομέα της ιστορίας του δικαίου. Στράφηκε στην μελέτη πρακτικών κοινωνικών και οικονομικών προβλημάτων, με τέτοια επιτυχία, ώστε σύντομα του προσφέρθηκε η θέση του καθηγητή Πολιτικής Οικονομίας στο Φράιμπουργκ κι έπειτα στην Χαϊδελβέργη. Η ακαδημαϊκή σταδιοδρομία του διακόπηκε βίαια λόγω προβλημάτων υγείας.
Κατά την πολυετή διαδικασία ανάρρωσης, ο Βέμπερ είχε την ευκαιρία να αφοσιωθεί στην μελέτη της παγκόσμιας ιστορίας, των μεγάλων θρησκειών, και της φιλοσοφίας των κοινωνικών επιστημών. Απ’ αυτή την περίοδο προέκυψε το υλικό για τις σπουδαίες μεθοδολογικές του έρευνες, καθώς και για τις εργασίες του πάνω στην κοινωνιολογία της θρησκείας, όπου ανέδειξε αριστοτεχνικά την συνάφεια μεταξύ θρησκευτικού και οικονομικού παράγοντα. Απ’ αυτή την περίοδο προέρχεται και το διασημότερο δοκίμιό του: Η προτεσταντική ηθική και το πνεύμα του καπιταλισμού. Μετά την ανάκτηση των δυνάμεών του, ο Βέμπερ πρόφτασε να ζήσει λίγο παραπάνω από μια δεκαετία, οπότε και συγκροτήθηκε το τεράστιο έργο του. Πέθανε αιφνίδια το 1920 σε ηλικία 56 ετών.
Από τους στοχαστές του εικοστού αιώνα, ο Βέμπερ μπορεί να συγκριθεί, σε ό,τι αφορά την επίδραση που άσκησε στην ευρωπαϊκή σκέψη, μονάχα με τον Φρόυντ και τον Χούσερλ (κι ενδεχομένως τον Κέυνς). Η σύλληψη της νεωτερικότητας ως διαδικασίας εξορθολογίκευσης της κοινωνικής και οικονομικής συμπεριφοράς, η απομάγευση του κόσμου ως προϋπόθεση για την ανάδυση του καπιταλισμού, η κυριαρχία της εργαλειακής ορθολογικότητας, ο κατακερματισμός των αξιών, η εξάπλωση των απρόσωπων κοινωνικών σχέσεων, η γραφειοκρατικοποίηση της εξουσίας, όλες αυτές τις έννοιες είτε τις συνέλαβε είτε τις επεξεργάστηκε και τις καθιέρωσε ο Βέμπερ.
Ο Βέμπερ, που συγκαταλέγεται μαζί με τον Καρλ Μαρξ, τον Εμίλ Ντιρκάιμ και τον Αύγουστο Κοντ στους τέσσερις κλασσικούς της κοινωνιολογίας θέλησε να συγκροτήσει ένα εννοιακό πλαίσιο που να περιέχει το σύνολο των ανθρώπινων δραστηριοτήτων και να τις τοποθετήσει μέσα σε μία δεδομένη ιστορική φάση, στον αντίποδα κάθε μεταφυσικής παράδοσης
Επιπλέον, επειδή όπως ο ίδιος ο κοινωνιολόγος έχει αναφέρει ότι «η δράση δεν είναι αυτοκίνητο να πατάει κανείς το φρένο και να σταματά», εισήγαγε την έννοια της απροσδιοριστίας, δηλαδή της παρέκκλισης από τον επιστημονικό κανόνα και το μη αναμενόμενο αποτέλεσμα κατόπιν της σύνδεσης πολλών αιτιοτήτων.
Το βασικό έργο του, «Οικονομία και Κοινωνία» ήταν για την αστική τάξη ό,τι το «Κεφάλαιο» του Μαρξ για την εργατική. Οι σύγχρονοι μελετητές μπορούν να βεβαιώσουν ότι οι μεθοδολογικές αρχές που διατυπώνει ο Βέμπερ εκεί εφαρμόστηκαν στη θεωρία καταγωγής του σύγχρονου δυτικού καπιταλισμού.
Στη θεωρία της κοινωνικής διάρθρωσης ο Μαξιμίλιαν Βέμπερ εκτός από τις κλασικές τάξεις αναγνώριζε ως κοινωνικές οντότητες και ομάδες με ιδιαίτερες ιστορικές, θρησκευτικές, ευρύτερα κοινωνικές, καταβολές που διέθεταν ξεχωριστό κύρος. Τους απέδιδε αυτονομία ανεξάρτητα από τη θέση τους στα μέσα παραγωγής. Αυτοτελή ενεργό δύναμη στις κοινωνικο-οικονομικές δομές αναγνώριζε ο Βέμπερ στη θρησκεία.
Εισήγαγε τον όρο «οικονομική ηθική» και χάρισε στον προτεσταντισμό και στην καλβινική εκδοχή του την ιδανικότερη αντιστοίχιση στο πνεύμα του καπιταλισμού. Ο Βέμπερ, αν και έβλεπε τις σύγχρονές του μαρξιστικές ιδέες για τον σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της κοινωνίας ως απειλή, αν και πρόσφερε θωράκιση στην αστική κοινωνιολογία, δεν δίσταζε να διατυπώνει την άποψη ότι και ο καπιταλισμός είναι μια θνησιγενής, μια αναλώσιμη θεώρηση του τρόπου λειτουργίας της οικονομίας και της κοινωνίας.
H ιστορία
Για τον Βέμπερ η ιστορία ήταν «δρόμος που ο διάβολος τον είχε στρώσει με κατεστραμμένες αξίες». Η βαθιά κοινωνικοπολιτική κρίση που συγκλόνισε το δυτικό κόσμο –για να σταθούμε μόνο σε μερικά από τα σημαντικά πολιτικά και οικονομικά προβλήματα μέχρι το 1920– ανακάμπτει σήμερα με άλλη ένταση και μορφή. Ποιος είναι εδώ ο ρόλος της κοινωνικής επιστήμης; Ο Βέμπερ έδωσε ένα επιπλέον μάθημα: Ουδέποτε λειτούργησε σαν «homo economicus» επιστήμονας, όπως αρκετοί σημερινοί «συνάδελφοί» του. Αντίθετα, με την επιστημονική του μεγαλοπρέπεια και τις ασυνήθιστες πνευματικές –αναλυτικές και συνθετικές– δυνάμεις, άνοιξε νέους μεθοδολογικούς δρόμους και δημιούργησε μια κοινωνική επιστήμη, η οποία συνδέθηκε με την ιστορία, δίχως να υπαχθεί συστηματικά σε κανένα από τα έως τότε γνωστά σχήματα – δηλαδή, το ζητούμενο σήμερα. Το έργο του είχε στόχο να αναδείξει τις ανθρώπινες δραστηριότητες στις διάφορες μορφές οικονομίας, δικαίου και κυριαρχίας και να τις ενσωματώσει σε ένα αυτόνομο σύστημα ερμηνείας του πολιτισμού και των αξιών που ενστερνίστηκαν οι άνθρωποι κατά τόπους και εποχές.
Επικρίθηκε ο Βέμπερ ως «αστός Μαρξ», αφού με την κοινωνιολογία του ξύπνησε αρκετούς από το όνειρο μιας κοινωνίας που θα αποτελούσε βάση μιας δυνητικής ζωής. Σήμερα, ωστόσο, που οι ουτοπίες έχουν αδειάσει την ουσία τους ο Βέμπερ εμφανίζεται επίκαιρος, ακριβώς γιατί μίλησε για τη δυτική κοινωνία μέσα από τις ερμηνείες και τις εκλογικεύσεις της, όπως αποτυπώνονται από τις εμπειρικές κοινωνικές επιστήμες και όπως εκφράζονται στην οικονομία και στην πολιτική (παραγωγή, εξουσία, κράτος, γραφειοκρατία). Είχε αναγνωρίσει εκ των προτέρων ότι η εκλογίκευση που εκπίπτει σε φορμαλιστικό ορθολογισμό δεν αποτελεί εγγύηση του θριάμβου που οι ποικιλώνυμοι «δημοκράτες της καλής θέλησης» αποκαλούν σήμερα φιλελεύθερες αξίες. Είχε αναγνωρίσει με απαισιοδοξία την προοδευτική επέκταση της γραφειοκρατικής οργάνωσης και, ειδικότερα, σαν δημοκράτης πολιτικός βίωσε την απογοήτευση από την τρέχουσα πολιτική του καιρού του. Σημαντικά ωστόσο ερωτήματά του στη σημερινή φάση εξέλιξης του κόσμου παραμένουν ανοιχτά: Ποιες είναι οι δικλίδες νομιμοποίησης της εξουσίας; Εχει «ξεμαγευτεί» τελικά ο κόσμος; Ποια η έκταση της σαγήνης που ασκεί σήμερα η θρησκεία στις σχέσεις και την κοινωνικοπολιτική δράση ατόμων και συνόλων;
Ο Βέμπερ γνήσιος «απόγονος» του Μακιαβέλι και ομόχρονος του Νίτσε, είχε διερωτηθεί σχετικά με το πώς μπορεί να είναι κάποιος «εντός πολιτικής», με ποιους όρους, με ποιες αξίες και με ποια δράση. Πώς μια κοινωνία θα μπορεί να παίξει ένα σημαντικό ρόλο στα παγκόσμια τεκταινόμενα; Πώς συνδέονται το γόητρο, ο πολιτισμός και η ισχύς; Πώς επανεξετάζεται το σύγχρονο οργανωτικό μοντέλο διακυβέρνησης; Ποια τα όρια της εμπορευματοποίησης των δημόσιων αξιωμάτων και των λειτουργημάτων;
Το ατομικό πράττειν
Η επιστημολογία του Μαξ Βέμπερ στηρίζεται στην αξιολογική ουδετερότητα και στον φορμαλισμό και βασίζεται σε ιδεότυπους και γενικεύσεις, ενώ σύμφωνα με τους ειδικούς ο «Μαρξ της αστικής τάξης» συγκαταλέγεται στους μεθοδολογικούς ατομιστές. Μέσα απο την παραπάνω μεθοδολογία ο Βέμπερ στο βιβλίο Wirtschaft und Gesellschaft προβαίνει σε μια γενική μελέτη του ατομικού πράττειν, ενός πράττειν που μπορεί να αναλυθεί με βάση τέσσερις θεμελιώδεις ιδεοτύπους:
1.η παραδοσιακή πράξη συναρτάται με τον εθισμό και τη συνήθεια.
2.η θυμική πράξη που κατευθύνεται από το πλατωνικό θυμοειδές,όπως για παράδειγμα ένα χαστούκι που δίνεται παρορμητικά.
3.η ορθολογική ως προς τα μέσα πράξη που είναι μια δράση εργαλειακού ορθολογισμού στραμμένη προς έναν ωφελιμιστικό στόχο και συνεπάγεται αντιστοιχία σκοπων και μέσων. Για παραδειγμα ο στρατηγός που καταστρώνει τα πλάνα του ή ο επιστήμονας που πειραματίζεται και αναζητα αποδείξεις
4.η ορθολογική ως προς την αξία δράση που έχει ως κίνητρο δογματικές αξίες, με έντονο το στοιχείο της ανελαστικότητας.Παραδείγματος χάριν έτσι δρα ο στρατιώτης που φεύγει για τον πόλεμο, ο ζωσμένος με εκρηκτικά Ταλιμπάν και ο καπετάνιος που εγκαταλείπει τελευταίος το καράβι που βυθίζεται.
Οι παραπάνω προσανατολισμοί δεν είναι παρά καθαροί τύποι που έχουν συγκροτηθει για να υπηρετήσουν τους σκοπούς της επιστημονικής έρευνας. Επιπρόσθετα ο Βέμπερ διαπιστώνει ότι η κοινωνική ζωή είναι καμωμένη απο αλληλεπιδράσεις, ζυμώσεις, συγκρούσεις και συμβιβασμούς και αυτό κάνει τα πράγματα ακόμα πιο δύσκολα για να την κατανοήσουμε.
Ο γερμανός επιστήμονας διακρίνει στη πραγματικότητα την κυριαρχία που εδράζεται σε ένα συνδυασμό συμφέροντος ή σε μια θεμελιωμένη κυριαρχία πάνω στην αρχή. Για αυτό προσθέτει σε κάθε τύπο δραστηριότητας έναν ιδιαίτερο τύπο κυριαρχίας δηλαδή την πιθανότητα να βρεθεί ένα πρόσωπο έτοιμο να υπακούσει σε μια διαταγή ορισμένου περιεχομένου.
Οι τρεις μορφές κυριαρχίας κατά Βέμπερ είναι οι εξής:
- η παραδοσιακή κυριαρχία που στηρίζει τη νομιμότητα της στην παράδοση, όπως η εξουσία του χωροδεσπότη στη φεουδαλική κοινωνία ή η εξουσία του πατέρα μέσα στην οικογένεια.
- η χαρισματική κυριαρχία πηγάζει από μία εξαίρετη προσωπικότητα προικισμένη με αίγλη. Ο χαρισματικός ηγέτης στηρίζει την εξουσία του στη δύναμη της πειθούς των μαζών, όπως ο Ιωσήφ Στάλιν, o Αδόλφος Χίτλερ και ο Φιντέλ Κάστρο. Η υπακοή σε τέτοιους ηγέτες συναρτάται με τους συγκινησιακούς παράγοντες που εκείνοι κατορθώνουν να διεγείρουν ώστε να διατηρήσουν τον έλεγχο. Η ιστορία είδε να παρελαύνουν πολλοί τέτοιοι αρχηγοί είτε ως αυτοκράτορες, είτε ως πνευματικοί ταγοί, είτε ως δικτάτορες.
- η κυριαρχία του νόμου στηρίζεται στην εξουσία ενός απρόσωπου και αφηρημένου δικαίου και έτσι προκύπτει ένα ρεπουμπλικανικό μοντέλο όπου ο νόμος είναι υπεράνω προσώπων και κατ’ επέκταση παράγεται ένα είδος έλλογης νομικογραφειοκρατικής εξουσίας. Η γραφειοκρατική διοίκηση του κράτους είναι η δικαιότερη και αποτελεσματικότερη, αφού η εξουσία θεμελιώνεται στην αρμοδιότητα και όχι στο έθιμο ή στη δύναμη. Επίσης η γραφειοκρατική λειτουργία απαγορεύει τις πελατειακές σχέσεις, προάγει την εξειδίκευση και ρυθμίζει την σταδιοδρομία με αντικειμενικά κριτήρια.
Τέλος υπάρχουν δύο βεμπεριανά ρητά που έχουν μείνει στην ιστορία:
- «Αναμφίβολα, όλη η ιστορική εμπειρία επιβεβαιώνει την αλήθεια ότι ο άνθρωπος δε θα ‘χε πετύχει το εφικτό αν δεν είχε ξανά και ξανά προσπαθήσει να φτάσει το ανέφικτο»
- «Πνευματικοί άνθρωποι δίχως κρίση, ηδονιστές χωρίς καρδιά: αυτά τα μηδενικά νομίζουν ότι είναι η πεμπτουσία της επιστήμης»
Συμπεράσματα για το έργο του
-
Η θεωρία του Max Weber είναι μεγαλειώδης και πρωτότυπη. Στο βιβλίο του για την Προτεσταντική Ηθική και τον Καπιταλισμό, φαίνεται καθαρά ότι συνδέει πολύ στενά το πνεύμα του Καπιταλισμού με την Προτεσταντική ηθική. Δεν μπορεί κανείς να παρερμηνεύσει αυτήν την άποψή του, άσχετα αν είναι σωστή εκτίμηση ή όχι. βέβαια, όταν κάνη λόγο για Προτεσταντική ηθική, δεν πρέπει να την αποδεσμεύσουμε από την μεταφυσική. Όταν μιλάει για την επιρροή και την επίδραση που έχει ο απόλυτος προορισμός, ο οποίος στην συνέχεια καθορίζει και την συμπεριφορά του ανθρώπου, δείχνει ότι δεν πρόκειται για μια εξωτερική και επίπλαστη ηθική, αλλά για οντολογία.
-
Οι απόψεις του Max Weber προκάλεσαν πολλές συζητήσεις, ακόμη και σήμερα. Διετυπώθησαν πολλές απόψεις σε πολλές περιπτώσεις αντίθετες μεταξύ τους. Άλλοι συμφώνησαν με την θεωρία αυτή και άλλοι διαφώνησαν. Πιθανόν αυτό έχει να κάνη με τις ιδεολογικές πεποιθήσεις κάθε αναλυτού. Το γεγονός είναι ότι και αυτοί που δεν δέχθηκαν την θεωρία του Max Weber σε πολλά σημεία, δεν μπόρεσαν να την απορρίψουν ολοκληρωτικά. Έτσι, λοιπόν, γίνεται μεγάλη συζήτηση, αλλά τελικά δεν απορρίφθηκε η θεωρία ότι το πνεύμα του Καπιταλισμού συνδέεται άμεσα ή έμμεσα με την Προτεσταντική ηθική.
-
Πρέπει να προσεχθεί ιδιαιτέρως ότι ο Max Weber όταν κάνει λόγο για Καπιταλισμό, δεν εννοεί απλώς την συσσώρευση του κεφαλαίου και την αγάπη προς τον πλούτο, αλλά τον Καπιταλισμό «ως ορθολογική καπιταλιστική οργάνωση της ελεύθερης εργασίας». Πρόκειται σαφώς για μορφή που παρουσιάσθηκε κατά τον μεσαίωνα και έχει να κάνη με το δυτικό πνεύμα. Αν σκεφθεί κανείς ότι το λεγόμενο δυτικό πνεύμα είναι η υποδομή τόσο του Καθολικισμού όσο και του Προτεσταντισμού, τότε καταλαβαίνει ότι ο Καπιταλισμός, όπως τον γνωρίζουμε σήμερα, με την δυτική μεταφυσική, που αποτελεί το θεμέλιο του δυτικού Χριστιανισμού, συνιστά τον τρόπο ζωής των δυτικών ανθρώπων.
-
Ο δυτικός τρόπος ζωής διακρίνεται για την πίστη στην μεταφυσική, τον απόλυτο προορισμό, τον ορθολογισμό, τον ηθικισμό και τον ασκητισμό με έναν ιδιαίτερο χαρακτήρα. Τελικά, το βαθύτερο πνεύμα του δυτικού Χριστιανισμού είναι ο ατομικισμός. Αυτό ακριβώς δείχνει τον στενό σύνδεσμο του Καπιταλισμού με τον δυτικό τρόπο ζωής.
-
Προϋπήρχε, βέβαια, αυτό το πνεύμα του Καπιταλισμού και στον Παπισμό, αλλά τελικά οι Προτεστάντες με την βίωση της ελευθερίας και την καλλιέργεια της ελεύθερης σκέψης, το ανέπτυξαν ακόμη περισσότερο. Γενικά, πιστεύουμε ότι ο φιλελευθερισμός έχει στενή σχέση με τον Καπιταλισμό.
Πηγές: Καθημερινή, wikipedia, απόσπασμα από το βιβλίο: «Γέννημα και θρέμμα Ρωμηοί» του μητροπολίτη Ναυπάκτου Ιεροθέου