Ο Βοήθιος (475-525 μ. Χ.) ήταν ένας από τους τελευταίους Ρωμαίους φιλοσόφους. Ο Βιοήθιος γεννήθηκε το 480 μ.Χ. στη Ρώμη από λαμπρή οικογένεια. Σπούδασε στην Αθήνα και έμαθε την ελληνική. Γι` αυτό θεώρησε στο εξής ως αποκλειστικό πνευματικό του καθήκον τη μεταλαμπάδευση της ελληνικής φιλοσοφίας στη Δύση. Επέστρεψε στη Ρώμη, στην αυλή του Θευδέριχου, όπου τιμήθηκε με πολύ μεγάλα αυλικά αξιώματα. Παντρεύτηκε τη θυγατέρα του Κόιντου Ρουστικιανή, με την οποία απέκτησε τέκνα που γνώρισαν τις ίδιες με αυτόν τιμές.
Πέθανε είκοσι χρόνια προτού η Ρώμη πέσει σε χέρια βαρβάρων. Αλλά και όσο ζούσε, η Ρώμη είχε πάρει ήδη τον κατήφορο. Όπως οι επίσης Ρωμαίοι Κικέρων και Σενέκας, ο Βοήθιος θεωρούσε τη φιλοσοφία ένα είδος αυτοβοήθειας, έναν πρακτικό τρόπο για να βελτιώσει κανείς τη ζωή του, καθώς και έναν κλάδο αφηρημένης σκέψης.
Συνδέθηκε επίσης με τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη, το έργο των οποίων μετέφρασε στα λατινικά διατηρώντας ζωντανές τις ιδέες τους σε μια εποχή που υπήρχε κίνδυνος να χαθούν για πάντα. Καθώς ήταν χριστιανός, η γραφή του άρεσε στους θρησκόληπτους φιλοσόφους που διάβαζαν τα βιβλία του κατά τον Μεσαίωνα. Η φιλοσοφία του λοιπόν γεφύρωσε τους Έλληνες και Ρωμαίους στοχαστές με τη χριστιανική φιλοσοφία που θα επικρατούσε στη Δύση για πολλούς αιώνες μετά τον θάνατό του.
Όπως και πολλοί νεοπλατωνικοί φιλόσοφοι, έτσι και αυτός, ο Βοήθιος, θεωρούσε τη φιλοσοφία του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη ενιαία· κύριο έργο του ήταν να μεταφράσει και να υπομνηματίσει τα έργα τους στη λατινική γλώσσα. Με τα συγγράμματα του για το Όργανον του Αριστοτέλη έγινε ο αγωγός μέσω του οποίου μεταλαμπαδεύτηκε στο Μεσαίωνα η σκέψη του αρχαίου κόσμου.
Η ζωή του Βοήθιου ήταν ένα μίγμα τύχης και ατυχίας. Ο Θεοδώριχος, ο Οστρογότθος βασιλιάς που κυβερνούσε εκείνη την εποχή τη Ρώμη, του έδωσε το ανώτατο αξίωμα του υπάτου. Ύστερα, όμως η τύχη του άλλαξε. Συκοφαντήθηκε όμως από τους Γότθους του Θευδέριχου, ότι συνωμοτεί ενάντια στον Θεοδώριχο, καταδικάστηκε για εσχάτη προδοσία και άσκηση μαγείας, και στο κελί του συνέγραψε την Παραμυθία της φιλοσοφίας– στο έργο αυτό απαξιεί όλα τα υλικά αγαθά και υμνεί τον Θεό ως το ύψιστο αγαθό.Αφού βασανίστηκε έπειτα εκτελέστηκε με βασανιστήρια το 524.
Το βιβλίο του μετά τον θάνατό του έγινε ένα μεσαιωνικό μπεστ σέλερ. . Αρχίζει με τον Βοήθιο να μετανιώνει μες στο κελί της φυλακής του. Ξαφνικά συνειδητοποιεί πως μια γυναίκα τον κοιτάζει από ψηλά. Το ύψος της μοιάζει να αλλάζει από κανονικό σε ψηλότερο κι από τον ουρανό. Φορά ένα σκισμένο φόρεμα διακοσμημένο με μια σκάλα που ξεκινά από το ελληνικό γράμμα «Π» στον ποδόγυρο και να φτάσει μέχρι το γράμμα «Θ». Στο ένα χέρι κρατά ένα σκήπτρο, στο άλλο βιβλία. Αυτή η γυναίκα αποκαλύπτεται πως είναι η Φιλοσοφία. Όταν μιλά, λέει στον Βοήθιο τι πρέπει να πιστεύει. Είναι οργισμένη μαζί του επειδή την ξέχασε, και έχει έρθει να του θυμίσει πως πρέπει να αντιδράσει σε όσα συμβαίνουν. Το υπόλοιπο του βιβλίου είναι η συζήτησή τους, που αφορά την τύχη και τον Θεό. Είναι γραμμένο πότε σε πρόζα και πότε σε ποίηση. Η γυναίκα, η φιλοσοφία, του δίνει συμβουλές.
Το βιβλίο θέτει ερωτήματα για την ελεύθερη βούληση και τη θεία πρόνοια. Όταν ακούει ότι τίποτα δεν είναι τυχαίο στο σύμπαν και ότι η θεία πρόνοια βάζει τα πάντα σε τέλεια τάξη, ο φυλακισμένος αναρωτιέται: «Τότε γιατί ο άνθρωπος έχει ελεύθερη βούληση;» Η Φιλοσοφία εξηγεί ότι «ο Θεός βλέπει στο παρόν τα μελλοντικά γεγονότα όπως εξελίσσονται με την ελεύθερη βούληση». Ο Θεός γνωρίζει τι θα συμβεί αν κάνουμε μια συγκεκριμένη επιλογή, αλλά δεν παρεμβαίνει εκτός κι αν του ζητηθεί βοήθεια και καθοδήγηση
Η φιλοσοφία λέει στον Βοήθιο πως η τύχη αλλάζει συνέχεια και ότι δεν πρέπει να εκπλήσσεται. Αυτή είναι η φύση της τύχης. Είναι άστατη. Ο τροχός της τύχης γυρνά. Άλλες φορές βρίσκεσαι στην κορυφή άλλες φορές στον πάτο. Ο Βοήθιος πρέπει να καταλάβει πως έτσι είναι τα πράγματα.
Οι θνητοί εξηγεί η Φιλοσοφία, είναι ανόητοι όταν αφήνουν την ευτυχία τους να εξαρτάται από κάτι τόσο ευμετάβλητο. Η αληθινή ευτυχία μπορεί να έλθει μόνο από μέσα, από τα πράγματα που οι άνθρωποι ελέγχουν, όχι απ’ όσα η ατυχία μπορεί να καταστρέψει. Αυτή η στωική θέση […] Όταν οι άνθρωποι λένε ότι «φιλοσοφούν» τα άσχημα πράγματα που τους συμβαίνουν, αυτό εννοούν: προσπαθούν να μην επηρεάζονται από πράγματα που δεν ελέγχουν, όπως ο καιρός ή το ποιοι είναι οι γονείς τους. Τίποτα, λέει η Φιλοσοφία στον Βοήθιο, δεν είναι τρομερό αυτό καθαυτό –όλα βασίζονται στο πως τα σκεπτόμαστε. Η ευτυχία είναι μια κατάσταση του νου, όχι του κόσμου∙ αυτή είναι μια ιδέα που ο Επίκτητος θα αναγνώριζε ως δική του.
Η τύχη έρχεται και παρέρχεται όπως εκείνη επιλέγει, και γι΄ αυτό δεν πρέπει ποτέ να βασιζόμαστε σε αυτή, τονίζει η Φιλοσοφία. Ο φυλακισμένος έχει συνδέσει την ευτυχία με την υψηλή του θέση, τη δημόσια αναγνώριση και τον πλούτο, αλλά η Φιλοσοφία υποστηρίζει ότι ακριβώς αυτά τα στοιχεία, τα οποία τον οδήγησαν σε αυτή τη δεινή κατάσταση, δεν είναι δυνατό να αποτελούν την πρωταρχική πηγή της ευτυχίας. Αν κανείς επιλέξει να βασίζεται στην τύχη, τότε θα πρέπει να είναι προετοιμασμένος για κάθε ενδεχόμενο.
Μέσα στο θυμό του ο Βοήθιος έχει ξεχάσει πώς είναι η τάξη του κόσμου. Και πώς είναι αλήθεια; Η Φιλοσοφία πείθει τον φυλακισμένο ότι το ύψιστο αγαθό είναι ο Θεός και ότι η επιδίωξη υλικών αγαθών πλούτου, φήμης και εξουσίας είναι επίδειξη απληστίας και εγωισμού. Σε αντίθεση με την τύχη, ο Θεός είναι απαράλλαχτος και προσβάσιμος σε όλους: αρκεί να κοιτάξουμε μέσα μας. Παραδόξως, αυτός που αναζητά το Θεό κατακτά την αυτογνωσία.
Εξακολουθώντας να είναι αποκαρδιωμένος, ο κρατούμενος παραπονιέται ότι συχνά οι κακοί κατατροπώνουν τους καλούς. Αμφισβητώντας τον, η Φιλοσοφία υποστηρίζει ότι όπου πετυχαίνουν, οι κακοί γίνονται όπως τα ζώα, ενώ όταν πετυχαίνουν οι καλοί εξυψώνονται στο επίπεδο των θεών.
Ο φυλακισμένος μαθαίνει ότι ενώ η θεία πρόνοια οργανώνει το σύμπαν σαν σύνολο, η μοίρα αφορά στις κινήσεις των ανθρώπων μέσα στο χρόνο. Όσοι είναι κοντά στο Θεό ζουν σε μεγαλύτερη αρμονία με τη θεία πρόνοια και μπορούν να βασιστούν σε αυτή για βοήθεια, αντίθετα εκείνοι που πιστεύουν ότι είναι δεμένοι με τη μοίρα τους έχουν μικρότερο έλεγχο στο πεπρωμένο τους. Αυτοί που εκτιμούν την γαλήνη και τη σταθερότητα γνωρίζουν τη σοφία της θείας πρόνοιας, όσοι αντιλαμβάνονται μόνο το χάος και την αναταραχή έρχονται αντιμέτωποι με το σκληρό πρόσωπο της μοίρας.
H Φιλοσοφία προσπαθεί να αποδείξει στον Βοήθιο ότι δεν υπάρχει καλύτερος άνθρωπος από τον ίδιο ο οποίος, αφού απόλαυσε τον πλούτο, τη φήμη και την εξουσία, αναγκάστηκε να αναθεωρήσει την αξία των υλικών πραγμάτων. Δεν υπάρχει προστασία από ό,τι του έχει συμβεί και που στην ουσία είναι το πεπρωμένο του. Τις τελευταίες μέρες του, γράφοντας ως φυλακισμένος, ο Βοήθιος αρχίζει να βλέπει τη ζωή του με προοπτική. Τα επιτεύγματά του, συνειδητοποιεί, δεν είναι τόσο σημαντικά όσο η αυτογνωσία που κέρδισε. Σε μια αναλαμπή, συνειδητοποιεί ότι όλη του η ζωή ήταν μια μαθητεία ενώ στη διάρκεια της φυλάκισής του μεταμορφώθηκε σε ένα σοφό με βαθιά εκτίμηση στη νομοτέλεια του σύμπαντος. Με την παρηγοριά που του προσφέρει η Φιλοσοφία ακόμα και ένας φρικτός θάνατος όσο αυτός που τον περιμένει αποκτά προοπτική.
Ακόμα και σήμερα, η «Παραμυθία» του Βοήθιου εξακολουθεί να μιλά απευθείας στον αναγνώστη προσφέροντας συμβουλές, παρηγοριά και έμπνευση καθώς θίγει ένα από τα σημαντικότερα ζητήματα που απασχολούν τον σύγχρονο άνθρωπο: τη φύση της ευτυχίας.
Η επίδραση του Βοήθιου είναι ανυπολόγιστη. Για αιώνες ο Αριστοτέλης, βάση της μεσαιωνικής φιλοσοφίας, ήταν γνωστός μόνο από τις μεταφράσεις και τις πρωτότυπες εργασίες του Βοήθιου. Γι` αυτό τον ονομάζουν τελευταίο των Ρωμαίων και πρώτο σχολαστικό.
Η Φιλοσοφία θέλει ο Βοήθιος να επιστρέψει σε αυτήν. Του λέει ότι μπορεί να είναι πραγματικά ευτυχισμένος παρ’ ότι βρίσκεται στη φυλακή και περιμένει να εκτελεστεί. Εκείνη θα τον γιατρέψει από τη δυστυχία του. Το μήνυμα είναι ότι τα πλούτη, η εξουσία και οι τιμές δεν αξίζουν, αφού έρχονται και παρέρχονται. Κανείς δεν πρέπει να βασίζει την ευτυχία του σε τόσο εύθραυστα θεμέλια. Η ευτυχία πρέπει να πηγάζει από κάτι πιο στέρεο, κάτι που δεν μπορεί να μας το πάρει κανείς. Επειδή ο Βοήθιος πίστευε πως θα συνεχίζει να ζει μετά θάνατον, η επιδίωξη της ευτυχίας με όχημα τα τετριμμένα εγκόσμια πράγματα ήταν σφάλμα. Ούτως ή άλλως, θα τα έχανε όλα με τον θάνατό του.
Μα που μπορεί να βρει ο Βοήθιος την αληθινή ευτυχία; Η απάντηση της Φιλοσοφίας είναι ότι θα τη βρει στον Θεό ή στο αγαθό (αυτά εντέλει ταυτίζονται). Ο Βοήθιος ήταν χριστιανός, αλλά αυτό δεν το αναφέρει στην Παραμυθία της φιλοσοφίας. Ο Θεός τον οποίο περιγράφει η Φιλοσοφία θα μπορούσε να είναι ο Θεός του Πλάτωνα, η αμιγής Ιδέα του αγαθού. […]
Ο Βιοήθιος στη φυλακή
Σε όλο το βιβλίο η Φιλοσοφία θυμίζει στον Βοήθιο όσα ήδη γνωρίζει. Και αυτό προέρχεται από τον Πλάτωνα, αφού ο Πλάτων πίστευε πως η μάθηση είναι ουσιαστικά ανάμνηση ιδεών που ήδη έχουμε. Ποτέ δε μαθαίνουμε κάτι νέο, απλώς υποβοηθούμε τις αναμνήσεις μας. Η ζωή είναι ένας αγώνας να θυμηθούμε όσα γνωρίζαμε πρωτύτερα. Αυτό που ο Βοήθιος ήδη γνωρίζει ως ένα βαθμό είναι ότι δε χρειαζόταν να ανησυχεί για την απώλεια της ελευθερίας του και της δημόσιας εκτίμησης. Αυτά δεν τα ελέγχει. Σημασία έχει η στάση του απέναντι στην κατάστασή του, κάτι που μπορεί να επιλέγει.
Όμως τον Βοήθιο τον απασχολεί ένα αυθεντικό πρόβλημα που έχει απασχολήσει πολλούς πιστούς στον Θεό. Ο Θεός, όντας τέλειος, πρέπει να γνωρίζει όλα όσα συμβαίνουν, αλλά και όλα όσα θα συμβούν. Αυτό εννοούμε όταν περιγράφουμε τον Θεό ως «παντογνώστη». Αν λοιπόν υπάρχει Θεός, πρέπει να γνωρίζει ποιος θα κερδίσει το επόμενο παγκόσμιο κύπελλο, […] Από αυτά προκύπτει πως ο Θεός γνωρίζει τι θα κάνω στη συνέχεια, ακόμα και αν δεν είμαι βέβαιος τι θα είναι αυτό. […]
Αν ο Θεός ξέρει ήδη τι θα κάνουμε, πως μπορούμε να επιλέγουμε στ’ αλήθεια τι να κάνουμε; Είναι η επιλογή αυταπάτη; Φαίνεται πως δεν μπορώ να έχω ελεύθερη βούληση αν ο Θεός γνωρίζει τα πάντα […] Αν δεν μπορούμε να επιλέγουμε αυτό που κάνουμε, πως μπορεί ο Θεός να αποφασίζει αν θα πάμε στον παράδεισο; […]
Όμως η Φιλοσοφία […], έχει μερικές απαντήσεις. Έχουμε ελεύθερη βούληση του λέει. Δεν είναι αυταπάτη. Αν και ο Θεός ξέρει τι θα κάνουμε, η ζωή μας δεν είναι προκαθορισμένη. Ή, για να το θέσουμε διαφορετικά, η γνώση του Θεού για το τι θα κάνουμε διαφέρει από τον προκαθορισμό (την ιδέα ότι δεν έχουμε επιλογή για το τι θα κάνουμε). Εξακολουθούμε να έχουμε την επιλογή για το τι θα κάνουμε αμέσως μετά. Το λάθος είναι να εκλαμβάνουμε τον Θεό ως ένας άνθρωπο που βλέπει τα πράγματα να εκτυλίσσονται χρονικά. Η Φιλοσοφία λέει στον Βοήθιο ότι ο Θεός είναι άχρονος, εντελώς έξω από τον χρόνο.
Αυτό σημαίνει ότι ο Θεός συλλαμβάνει τα πάντα στη στιγμή. Ο Θεός βλέπει το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον ως ενότητα. Εμείς οι θνητοί βλέπουμε αναγκαστικά το ένα πράγμα να ακολουθεί το άλλο, αλλά ο Θεός δε το βλέπει έτσι. Ο λόγος για τον οποίο ο Θεός γνωρίζει το μέλλον, δίχως να διαλύει την ελεύθερη βούλησή μας και να μας μετατρέπει σε προγραμματισμένες μηχανές χωρίς επιλογή, είναι ότι ο Θεός δε μας παρατηρεί σε μια συγκεκριμένη στιγμή. Βλέπει τα πάντα με τη μία, με έναν άχρονο τρόπο. Και, όπως λέει η Φιλοσοφία στον Βοήθιο, δεν πρέπει να ξεχνά πως ο Θεός κρίνει τους ανθρώπους για το πώς συμπεριφέρονται, τι επιλογές κάνουν, παρ’ ότι ξέρει εκ των προτέρων τι θα κάνουν.
Αν η Φιλοσοφία έχει δίκιο και ο Θεός υπάρχει, τότε ο Θεός ξέρει ακριβώς πότε θα τελειώσω αυτή την πρόταση. Όμως εξακολουθεί να είναι ελεύθερη η επιλογή μου να βάλω εδώ τελεία.
Πηγές: wikipedia, Ιστορία της Φιλοσοφίας (C.Delius – M. Gatzemeier – D.Sertcan – K.Wuenscher), Μικρή ιστορία της Φιλοσοφίας