Η ύπαρξη βασικών, έμφυτων, κληρονομημένων από τους μακρινούς προγόνους μας δυνάμεων9 και αρετών, αποτελεί θεμελιώδη αποδοχή της Θετικής Ψυχολογίας. Είναι εκείνες που βρίσκονται στον αντίποδα των επίσης βιολογικά καθορισμένων αρνητικών ανθρώπινων χαρακτηριστικών και διακρίνονται σε τονικές και φασικές, με τις πρώτες να εκδηλώνονται απεριόριστα, σε διαφορετικές στιγμές και ποικίλες περιστάσεις και τις δεύτερες να απαντούν σε πολύ συγκεκριμένα, σπάνια και ιδιαιτέρως έντονα ερεθίσματα.
Η καλοσύνη, η πνευματικότητα, η αφοσίωση ανήκουν στην πρώτη κατηγορία, ενώ στη δεύτερη κατατάσσονται η δικαιοσύνη, η ανδρεία, η επιμονή. Είναι σημαντικό να τονισθεί ότι ερευνητές που ασχολούνται με την πρόληψη της ψυχικής ασθένειας έχουν συμπεράνει ότι υπάρχουν κάποιες δυνάμεις του ανθρώπου που μπορούν να λειτουργήσουν αποτρεπτικά εναντίον της ασθένειας.
Κάποιες από τις δυνάμεις αυτές, ας τις ονομάσουμε ατομικές, συναπαρτίζουν το προσωπικό, ξεχωριστό ‘οπλοστάσιο’ του καθενός και η ανάπτυξη και εκμετάλλευσή τους, προς όφελος της ανάδειξης της ιδιαιτερότητάς μας, θα πρέπει, σύμφωνα με τη Θετική Ψυχολογία, να αποτελεί τη βασική μας επιδίωξη.
Όχι τόσο η απάλειψη των αδυναμιών και η βελτίωση των ελαττωμάτων μας, όσο η ανάπτυξη των ατομικών μας δυνάμεων μπορεί να μας εξασφαλίσει τη βαθύτερη ικανοποίηση. Επομένως, ο απώτερος στόχος του ανθρώπου θα πρέπει να είναι η αξιοποίηση των δυνάμεων και των αρετών του σε όλα τα επίπεδα της ζωής: στην εργασία, τον έρωτα, την ανατροφή των παιδιών.
Μια ενδελεχής μελέτη φιλοσοφικών, θεολογικών και άλλων κειμένων οδήγησε τον Αμερικανό καθηγητή ψυχολογίας Martin Seligman στην καταγραφή έξι κεντρικών αρετών, τις οποίες αποδέχονται όλα τα ρεύματα και όλα τα κινήματα ως δομικά στοιχεία του (καλού) χαρακτήρα.
Οι αρετές αυτές είναι η σοφία και η γνώση, το θάρρος, η αγάπη και ο ανθρωπισμός, η δικαιοσύνη, η εγκράτεια και, τέλος, η πνευματικότητα. Κάθε μία από τις αρετές αυτές μπορεί να αποκτηθεί με διάφορους τρόπους και μέσω της ενεργοποίησης των προαναφερθέντων δυνάμεων του χαρακτήρα.
Υπάρχουν τρία είδη, τρεις μορφές της ανθρώπινης ζωής που είναι επιθυμητές και τις οποίες επιδιώκει ο άνθρωπος να ζήσει. Πρόκειται για την ευχάριστη (pleasant), την καλή (good) και τη γεμάτη νόημα ζωή (meaningful). Το στοιχείο που τις διακρίνει και τις χαρακτηρίζει έχει να κάνει με τις θετικές συγκινήσεις που οδηγούν σε αυτές, που με τη σειρά τους χαρακτηρίζονται από το χρόνο στον οποίο βιώνονται.
Οι θετικές συγκινήσεις αφορούν βιώματα του παρελθόντος, του παρόντος ή του μέλλοντος. Μια επιπλέον διάκριση γίνεται εντός της ‘κατηγορίας’ των θετικών συγκινήσεων του παρόντος σε απολαύσεις (pleasures) και ικανοποιήσεις (gratifications), όπου οι απολαύσεις με τη σειρά τους είτε απαντούν σε ερεθίσματα του σώματος, δηλαδή των αισθήσεων είτε αναφέρονται σε υψηλότερες συγκινήσεις, πιο περίπλοκα ερεθίσματα που απαιτούν μια επεξεργασία που δεν περιορίζεται στις πέντε αισθήσεις.
Σύμφωνα με τα παραπάνω, μια ευχάριστη ζωή έχει ως στόχο την επιδίωξη θετικών συγκινήσεων, ανεξαρτήτως χρονικού προσδιορισμού, δηλαδή τόσο στο παρόν όσο και στο παρελθόν αλλά και το μέλλον.
Όσον αφορά την καλή ζωή, αυτή εξαρτάται από τη βίωση των ικανοποιήσεων σε όλα τα πεδία της ανθρώπινης ζωής και δράσης, βίωση που εξαρτάται αναπόδραστα από τη χρήση των δυνάμεων και των αρετών μας. Οι ικανοποιήσεις που οδηγούν στην καλή ζωή αναφέρονται στο παρόν, αλλά διαφέρουν από τις απολαύσεις, καθώς δεν συνδέονται με αισθήματα, αλλά με δραστηριότητες στις οποίες το άτομο επιλέγει να εμπλακεί και το ευχαριστούν. Οι ικανοποιήσεις αυτές απορροφούν, συναρπάζουν το άτομο σε τέτοιο βαθμό ώστε να αισθάνεται ότι ο χρόνος έχει σταματήσει και εμποδίζεται κάθε άλλη παράλληλη βίωση συγκινήσεων πέραν εκείνης που ακολουθεί την ολοκλήρωση της δραστηριότητας και αποτελεί μια αξιολόγηση του ικανοποιητικού αποτελέσματος.
Μια ζωή γεμάτη νόημα βρίσκεται ένα σκαλοπάτι ψηλότερα από την καλή ζωή. Η μόνη διαφορά και προϋπόθεσή της είναι η αφιέρωση των δυνάμεων και των αρετών μας στην υπηρεσία ενός σκοπού που μας ξεπερνά και για το λόγο αυτό και μας εμπνέει.
Πέρα και πάνω από αυτές τις παράξενες, ίσως περιττές κατά την άποψή μας, διακρίσεις μεταξύ συγκινήσεων και ειδών ζωής, η Θετική Ψυχολογία θέτει ως στόχο και επιθυμητό αποτέλεσμά της την επίτευξη της ευτυχίας, που αποτελεί, όπως και όλες οι συγκινήσεις, μια υπόθεση αυστηρά υποκειμενική, αλλά και μετρήσιμη σύμφωνα με τη Θετική Ψυχολογία, η οποία προτείνει ποσοτικές μεθόδους μέτρησής της και μια εξίσωση για τον υπολογισμό της:
H = S + C + V
όπου H (enduring happiness) είναι το σταθερό στη διάρκεια του χρόνου επίπεδο ευτυχίας του ατόμου, S (set range) είναι η εγγενής κλίμακα ευτυχίας του, C (circumstances) είναι οι συνθήκες ζωής του και V (voluntary control) οι παράγοντες που εξαρτώνται από τη βούλησή του.
Η διαρκής (enduring) ευτυχία διαφέρει ουσιαστικά από τη στιγμιαία, η οποία εξαρτάται από μεμονωμένες, μικρής αξίας και διάρκειας εμπειρίες, όπως είναι η κατανάλωση μιας σοκολάτας, η παρακολούθηση μιας κωμωδίας ή η αγορά μιας καινούργιας μπλούζας.
Η διαρκής ευτυχία δεν προκύπτει από το άθροισμα αυτών των εκρήξεων χαράς αλλά από την εκτίμηση του ατόμου για τη ζωή του στο σύνολό της. Η μέτρησή της δε προκύπτει μέσω ερωτήσεων του τύπου «Γενικά θεωρώ τον εαυτό μου: ένα όχι πολύ ευτυχισμένο άτομο – ένα πολύ ευτυχισμένο άτομο» ή «Σε σύγκριση με τους περισσότερους συνομηλίκους μου θεωρώ τον εαυτό μου: λιγότερο ευτυχισμένο – περισσότερο ευτυχισμένο», σε μια κλίμακα από το 1 έως το 7
Κληρονομικοί και περιβαλλοντικοί παράγοντες που καθορίζουν την ευτυχία
Όσο αυθαίρετη και αν φαντάζει μια τέτοια αξιολόγηση, εντούτοις δεν είναι σε καμία περίπτωση απαλλαγμένη από περιορισμούς. Βασικό και ανυπέρβλητο περιορισμό αποτελεί το κληρονομημένο από τους προγόνους μας επίπεδο ευτυχίας που μας αναλογεί, ένας εσωτερικός οδηγός που μας ωθεί προς ένα συγκεκριμένο επίπεδο ευτυχίας ή δυστυχίας. Περίπου το 50% κάθε χαρακτηριστικού της προσωπικότητάς μας μπορεί να αποδοθεί στην κληρονομικότητα, σύμφωνα με τις έρευνες που σε μεγάλη έκταση πραγματοποιούν οι αμερικανοί, κυρίως, ψυχολόγοι με δείγμα διδύμους, οι οποίοι ανατράφηκαν στο ίδιο οικογενειακό περιβάλλον ή σε διαφορετικά μετά την υιοθεσία τους από θετούς γονείς. Ευτυχώς, η κληρονομικότητα δεν παρουσιάζεται σε απόλυτο βαθμό απαγορευτική για την αλλαγή κάποιου –ψυχολογικού- χαρακτηριστικού μας και μας δίνεται έτσι η δυνατότητα να αντισταθούμε, για παράδειγμα, στη ‘βαριά κληρονομιά’ ενός απαισιόδοξου γονιού.
Όσον αφορά τις αντικειμενικές, εξωτερικές συνθήκες της ζωής, δύσκολα μπορεί να καταλήξει κανείς στο κατά πόσο ευνοούν και με ποιο τρόπο την ευτυχία του ατόμου. Παράγοντες όπως η οικονομική και οικογενειακή κατάσταση, το φύλο και η ηλικία, η υγεία, το επίπεδο της εκπαίδευσης και η διανοητική κατάσταση, η θρησκευτική πίστη του ατόμου έχουν αποτελέσει αντικείμενο μελέτης και της Θετικής Ψυχολογίας, χωρίς όμως να μπορεί κανείς να μιλήσει για αδιαμφισβήτητα συμπεράσματα και μονοδιάστατες απαντήσεις.
Το κλειδί, ασφαλώς, για την κατάκτηση της ευτυχίας παραμένει η προσωπική βούληση και οι επιλογές του ατόμου, το V δηλαδή της εξίσωσης της ευτυχίας.
Αν θα θέλαμε να συνοψίσουμε το περιεχόμενο της μελέτης της Θετικής Ψυχολογίας σε σχέση με τις συγκινήσεις και τους προσδιορισμούς που θέτει ο χρόνος, θα λέγαμε ότι το ενδιαφέρον εντοπίζεται στην ευχαρίστηση και την ικανοποίηση, ως προϊόν εκτίμησης του παρελθόντος, στην ελπίδα και την αισιοδοξία για το μέλλον, καθώς και την ευτυχία και το απόλυτο ‘δόσιμο’ σε μια δραστηριότητα που επιφέρει το συναίσθημα της ολοκλήρωσης, της πλήρους εμπλοκής σε αυτήν.
Από την διπλωματική εργασία της Νίκης Παπασταύρου : Αναπαραστάσεις, Βιώματα και Σημασίες της Ευτυχίας Σήμερα – Ο Ρόλος της Ευτυχίας στην Ανθρώπινη Επικοινωνία