Τα τελευταία χρόνια μιλάμε αρκετά για τις παραψυχολογικές δυνάμεις. Υπάρχουν πολλές πληροφορίες που μπορούμε να αντλήσουμε από το διαδίκτυο, αλλά και από μια αληθινά πλούσια βιβλιογραφία που είναι διαθέσιμη στον κάθε αναγνώστη. Όμως αυτό το σύνολο, για τους περισσότερους, μοιάζει με ομιχλώδες τοπίο. Ανακατεμένες μαρτυρίες απλών ανθρώπων, πνευματιστών και σύγχρονων γκουρού προκαλούν την εντύπωση ότι παραπλανούν μια κοινωνία που μαστίζεται από τα δυο ακρωνύμια της σκέψης, το σκεπτικισμό από τη μια και την τυφλή παραδοχή κάθε καλοδιαφημισμένης ιστορίας από την άλλη. Και επειδή τίποτα δεν είναι ξεκάθαρο, αυτός ο συνδυασμός ελλιπούς γνώσης και συνονθυλεύματος αποσπασματικών γνώσεων προκαλεί παρερμηνείες, που συχνά οδηγούν κάθε σκεπτόμενο άνθρωπο στην ολοκληρωτική απόρριψη της ύπαρξης τέτοιων φαινομένων.
Το πρώτο ερώτημα που θέτει ένας αναζητητής της αλήθειας είναι:
Τι είναι αληθινό;
Η συνήθης απάντηση είναι:
Αυτό που βλέπω, που αγγίζω, που γεύομαι και οσφρίζομαι, που ακούω…
Αυτή θα ήταν μια εύκολη απάντηση, αλλά το ίδιο εύκολα ανατρέπεται.
Αν δεχθούμε ως αληθινό μόνο ότι μας υπαγορεύουν οι αισθήσεις μας τότε το αόρατο, για παράδειγμα, θα έπρεπε να ταυτίζεται με τη μη ύπαρξη. Αυτό σε κάποιες περιπτώσεις πιστεύεται ως δόγμα και σε άλλες ο ίδιος ο ορθολογιστής το υπερβαίνει. Όπως ό,τι σχετίζεται με τον μικρόκοσμο (πρωτόνια, νετρόνια) ή τον μακρόκοσμο (παρατήρηση πλανητών), δυο δηλαδή διαφορετικά επίπεδα που δεν είναι ορατά με γυμνό μάτι, θεωρούνται από εμάς ως πραγματικά. Κανείς δεν τα αμφισβητεί. Ωστόσο, όπως προαναφέραμε, δεν τα βλέπουμε με γυμνό μάτι, ούτε τα νοιώθουμε με την αφή μας, ούτε τα οσφραινόμαστε. Ακόμα ένα παράδοξο είναι ότι με το πέρασμα του χρόνου, ενώ μπορέσαμε να δούμε πράγματα που αγνοούσαμε μέχρι πρότινος, και η λογική λέει ότι αυτό θα συνεχιστεί, αυτό δεν έχει αλλάξει κάτι στο αντιληπτικό μας σύστημα.
Η επιστήμη που συνηθίζει να πολεμάει και να απορρίπτει πολλές φορές την ικανότητα αντίληψης χωρίς την χρήση των πέντε αισθήσεων, και γενικά όλα τα φαινόμενα εξωαισθητηριακής αντίληψης, παράλληλα είναι αυτή που χρησιμοποιεί νόμους γεωμετρίας, για να μετρήσει την περίμετρο των δακτυλιδιών του Κρόνου (εφαρμόζει δηλαδή τον 2ο νόμο του Κυμβαλείου-Νόμος Αναλογίας).
Αυτό αποτελεί μια μεγάλη αντίφαση. Ας θυμηθούμε ότι ενώ μέχρι πρόσφατα δεν μπορούσαμε να δούμε τα μικρόβια, και αγνοούσαμε την ύπαρξη τους, σήμερα με την βοήθεια της τεχνολογίας όλα και περισσότερα πράγματα παίρνουν «πιστοποιητικό αληθινής ποιότητας». Η ύπαρξη της αύρας, για παράδειγμα, τώρα θεωρείται αληθής, αφού υπάρχουν φωτογραφικές μηχανές -εξέλιξη της μηχανής Κίρλιαν- που την αποτυπώνουν.
Ας διεισδύσουμε λοιπόν στο μυστηριώδη κόσμο του μεταφυσικού.
Ανάλογα με το επίπεδο που θέλει να εμβαθύνει κανείς, μπορεί να επιλέξει να αναζητήσει θέματα που ανταποκρίνονται στην καθαρή νοητική του περιέργεια, είτε να αναζητήσει με σοβαρότητα και διάκριση τις απόκρυφες δυνάμεις που κρύβει κάθε άνθρωπος μέσα του, αλλά λόγω κακής εκπαίδευσης και άγνοιας δεν συνειδητοποιεί ότι έχει.
Τα παραψυχολογικά φαινόμενα, συχνά, μας οδηγούν σε μαρτυρίες ανθρώπων, που ανεξαρτήτως ηλικίας και μορφωτικού επιπέδου περιγράφουν ως αληθινές καταστάσεις και βιώματα που υπερβαίνουν την ανθρώπινη λογική. Σε αυτά γίνεσαι λόγος για μια αντιληπτική ικανότητα χωρίς τη διαμεσολάβηση του λόγου και των αισθήσεων, που είναι επίσης γνωστή ως έκτη αίσθηση.
Η έκτη αίσθηση -και όλες οι «υπεραισθήσεις»- αφορούν φαινόμενα όπως η τηλεπάθεια, η διόραση, η δια-αφή, η δι-ακοή, αλλά και η ενόραση, η ψυχομετρία κ.λπ.
ΤΗΛΕΠΑΘΕΙΑ
Η λέξη τηλεπάθεια εμπεριέχει την πραγματική έννοια της μεταβίβασης σκέψης, η οποία γίνεται όντως από μακριά εξ ου και το «τηλε-». Μέσω της τηλεπάθειας είναι δυνατόν είτε να αντιληφθούμε τη σκέψη κάποιου είτε να μεταφέρουμε τη δική μας σε αυτόν. Υπάρχει λήψη και εκπομπή πληροφοριών, που σημαίνει ότι χρειάζεται ένας πομπός που στέλνει σκέψεις, συναισθήματα, γεγονότα ή απλά εικόνες και ένας δέκτης που τα λαμβάνει. Αυτές τις «πληροφορίες» ένας επιστήμονας τις ονομάζει ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία, ένας θεολόγος ανταπόκριση του Θεού στα ανθρώπινα προβλήματα (π.χ. με την μορφή των δέκα εντολών). Επίσης μέσω της τηλεπάθειας μπορούμε να λάβουμε μήνυμα κινδύνου ή χαράς ή να διαισθανθούμε γεγονότα (πρόβλεψη). Η τηλεπάθεια μπορεί να λειτουργήσει είτε σε κατάσταση εγρήγορσης, είτε σε κατάσταση ύπνου, είτε σε κατάσταση ύπνωσης, είτε σε κατάσταση διαλογισμού.
Ωστόσο δεν υπάρχει πάντα τηλεπαθητική επικοινωνία μεταξύ δύο ατόμων. Αυτό συμβαίνει, γιατί τα άτομα αυτά δεν εκπέμπουν στην ίδια συχνότητα.
Οι μαρτυρίες ατόμων που είχαν τηλεπαθητική επικοινωνία μεταξύ τους μας δείχνει ότι συγγενείς και αγαπημένοι μπορούν να εκπέμπουν στην ίδια συχνότητα. Πρέπει να σημειωθεί ότι η εκπομπή και η λήψη δεν γίνεται μόνο από το μέτωπο ή τα μάτια, αλλά από κάθε σημείο που φεύγουν μαγνητικά ρευστά, π.χ. τα χέρια, τα οποία έχουν φωτογραφηθεί με τη μέθοδο Κίρλιαν.
ΔΙΟΡΑΣΗ
Πολλοί είναι αυτοί που συγχέουν τη διόραση με την τηλεπάθεια. Ωστόσο τις χωρίζει μια βασική διαφορά. Στη μεν τηλεπάθεια η πληροφορία μεταδίδεται από το εγκέφαλο του πομπού στον εγκέφαλο του δέκτη. Στη δε διόραση η πηγή των πληροφοριών είναι εξωτερική και μακρινή από κάθε ανθρώπινα προσιτό ερέθισμα. Εδρεύει στο λεγόμενο Αστρικό Πεδίο.
Εξίσου συχνά η διόραση μπερδεύεται με τη διαίσθηση. Η δύναμη της διαίσθησης αναφέρεται στη δυνατότητα κάποιων ανθρώπων να αισθάνονται γενικότερα κάποια μελλοντικά γεγονότα.
ΔΙΑΙΣΘΗΣΗ
Η διαίσθηση είναι μια από τις ανώτατες κατακτήσεις μέσα από το Διαλογισμό. Όσοι έχουν φτάσει σε αυτό το επίπεδο, νιώθουν τα κύματα που οι άνθρωποι εκπέμπουμε αναλόγως των συναισθημάτων μας.
Μπορούν να δουν την αύρα και τις σκεπτομορφές των συνανθρώπων τους. Υπάρχουν αρκετές διαβαθμίσεις της διαίσθησης και ξεκινούν από το να αντιλαμβάνεται ο δέκτης την κατάσταση υγείας του ατόμου μέχρι και το να βιώνει ξεκάθαρα τα συναισθήματα του άλλου, όπως θυμό, λύπη, απόγνωση, χαρά, ελπίδα, ηρεμία κ.λπ. Η διαφορά της, λοιπόν, από τη διόραση έγκειται στο γεγονός ότι η διαίσθηση αφήνει τη γεύση ενός πολύ έντονου συναισθήματος, ενώ η διόραση μιας καθαρά όρατης εικόνας μέσα στο μυαλό του δέκτη.
Όλες οι παραπάνω καταστάσεις αποτελούν συχνά στόχο για πολλούς από τους ανθρώπους που αναζητούν τον εαυτό τους. Βαδίζοντας σε ένα φιλοσοφικό δρόμο αυτογνωσίας αξίζει να αναρωτηθούμε ποια είναι η αξία να αναπτύσσει κανείς τις απόκρυφες δυνάμεις (π.χ του μυαλού) αν δεν μπορεί να ελέγξει το θυμό του, τα ένστικτα και τις φοβίες του. Τι νόημα θα είχε να μπορούσαμε να κάνουμε όσο συχνά θέλουμε συνειδητή αστρική προβολή, χωρίς να έχουμε κάνει βήματα στο να είμαστε περισσότερο συνειδητοί όταν είμαστε ξύπνιοι.