Η Σώτη Τριανταφύλλου συνομιλεί με την έφηβη Αλίκη για τη φιλοσοφία και το νόημα της ζωής μ’ έναν προσιτό κι ελκυστικό τρόπο στο βιβλίο «Μιλώντας με την Αλίκη για τη φιλοσοφία και το νόημα της ζωής», με σκοπό να φέρει τους νέους ανθρώπους πιο κοντά στη φιλοσοφία, στο στοχασμό και στην αυτογνωσία. Θυμίζει μια εκτεταμένη συζήτηση, η οποία πού και πού παίρνει τη μορφή συνέντευξης. Η Αλίκη ρωτά και η Σώτη απαντά. Η Σώτη σχολιάζει και η Αλίκη αναρωτιέται. Η Αλίκη πεινά και η Σώτη της δίνει τροφή για τη σκέψη.
ΑΛΙΚΗ: Γιατί χρειάζεται να μάθουμε τι είναι η φιλοσοφία;
Σ.Τ.: «Για να μάθουμε να σκεφτόμαστε ώστε να αντιμετωπίζουμε τα προβλήματα της ζωής», απαντά η Σώτη, και προσθέτει: «Η σοφία είναι μια από τις προϋποθέσεις της ευτυχίας. Όλοι θέλουμε να είμαστε ευτυχισμένοι… κι όλοι προσπαθούμε… συχνά όμως μας λείπουν τα εργαλεία».
ΑΛΙΚΗ: Ποιός είναι ο στόχος της φιλοσοφίας;
Σ.Τ.: Ο στόχος της φιλοσοφίας δεν είναι να δώσει οριστικές απαντήσεις τις οποίες θα δεχτούν όλοι αλλά να ερευνήσει διαφορετικές απαντήσεις. Είναι τελείως απίθανο να είσαι εσύ, ή να είμαι εγώ ο μοναδικός άνθρωπος που δίνει τις “σωστές” απαντήσεις: γι’ αυτό είναι καλό να κρατάμε κριτική στάση σε όλες τις φιλοσοφικές θέσεις. Στους περισσότερους επιστημονικούς κλάδους –στα μαθηματικά, στην ιστορία, στη φυσική, στη χημεία, υπάρχουν σωστές και λανθασμένες απαντήσεις. Η φιλοσοφία δεν είναι ακριβώς έτσι… Μπορούμε να διαφωνούμε με όλους αρκεί να τεκμηριώνουμε την άποψή μας με βάση τη λογική…»
Η λογική μοιάζει να είναι η αρχή και το τέλος της φιλοσοφίας. Χρησιμοποιώντας αυτή και μόνο, και με βάση τις γνώσεις μας φυσικά, φαίνεται να λέει η συγγραφέας, θα μπορέσουμε να κάνουμε τη ζωή μας καλύτερη. Κι εδώ που τα λέμε, αυτή ακριβώς είναι που μοιάζει να λείπει από το σύγχρονο διαδικτυακό μας κόσμο. Οι άνθρωποι σήμερα μοιάζουν μονάχα να ξέρουν πώς να μιλάνε, αλλά όχι πώς να ακούν. Έχουν απόψεις, αλλά δεν έχουν επιχειρήματα. Έχουν ιδέες, τους λείπουν όμως οι γερές βάσεις πάνω στις οποίες θα μπορούσαν να τις στηρίξουν.
ΓΙΝΕΤΑΙ Ο ΚΟΣΜΟΣ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ;
AΛΙΚΗ: Τόσοι αιώνες σοφίας, επιστήμης και ο κόσμος είναι ακόμα καταστροφικός.
Σ.Τ.: Aν κάνεις μια ιστορική αναδρομή θα συμπεράνεις ότι γίνεται όλο και καλύτερος. Καθώς προχωρεί ο πολιτισμός, οι άνθρωποι αναζητούν την αλήθεια και έναν καλύτερο τρόπο ζωής. Αναρωτιούνται ποια είναι τα όρια της ατομικής ελευθερίας, τι σημαίνει Καλό, πώς μπορούμε να αποφύγουμε το Κακό, ποιοι νόμοι χρειάζονται για να εξασφαλίσουν την ειρήνη και τη δικαιοσύνη. Επίσης ερευνούν την ανθρώπινη φύση, το πώς αυτή μπορεί να βελτιωθεί και το πώς οι άνθρωποι μπορούν να οργανωθούν σε πολιτισμένες κοινωνίες. Οι φιλόσοφοι του 16ου και 17ου αιώνα ερευνούν την έννοια του Θεού που, όπως είπαμε, δεν έχει πια τα χαρακτηριστικά της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης. Για παράδειγμα, ο Σπινόζα ταυτίζει τον Θεό με τον κόσμο, με τη φύση. Η σκέψη εξελίσσεται, εξελίσσεται και ο τρόπος ζωής του ανθρώπου.
ΑΛΙΚΗ: Η ιστορία προχωρεί μπροστά ή επαναλαμβάνεται;
Σ.Τ.: Σίγουρα προχωρεί αν και μερικές φορές τα φαινόμενα και οι καταστάσεις μοιάζουν και είναι συγκρίσιμες. Η φιλοσοφία όμως δεν είναι κλάδος της ιστορίας. Σίγουρα πρέπει να διατηρήσουμε τη φιλοσοφική κληρονομιά μας· έχουμε μάλιστα το «καθήκον», στο πεδίο της πνευματικής ζωής, να επισκεπτόμαστε τα παλιά κτήρια και, αν χρειάζεται, να τα αναστηλώνουμε. Όμως, στην παιδεία για παράδειγμα, η φιλοσοφία είναι ακόμα προσκολλημένη στο παρελθόν σε βάρος του παρόντος. Η φιλοσοφία δεν βασίζεται αποκλειστικά στο παρελθόν όπως πιστεύουν πολλοί: η ιστορία της είναι, σε μεγάλο βαθμό, εκείνη των σχολών και των ιδεολογιών, μια ιστορία γνώσεων που άλλοτε ξεχνάμε, άλλοτε απωθούμε, όπως και μια σειρά από καινούργια ξεκινήματα που φαίνονται καινούργια επειδή μερικές σκέψεις που παραμελήθηκαν στο πέρασμα του χρόνου ανακαλύπτονται ξανά.
ΑΛΙΚΗ: Θεωρίες ξεχνιούνται και ύστερα ξεθάβονται.
Σ.Τ.: Σπάνια η ζωή κτίζει κάτι χωρίς να χρειαστεί να αναζητήσει αλλού τις απαραίτητες πέτρες γι’ αυτό το κτίσιμο. Οι περισσότεροι φιλόσοφοι έκτισαν τα συστήματα της σκέψης τους πάνω στα ερείπια των προγενεστέρων τους, όχι πάνω στα ερείπια όλης της ιστορίας της φιλοσοφίας, όπως έχουμε την τάση να πιστεύουμε. Στη φιλοσοφία ενσωματώθηκαν όχι μόνον οι «αρμόζουσες» πλευρές της γνώσης και της σκέψης αλλά και μια σειρά παλαβές θεωρίες, άσχετες με τη ζωή και τον κόσμο. Αυτή η ρήξη μεταξύ νόησης και συναισθήματος φαίνεται και στους ίδιους τους φιλοσόφους. Τον 18ο αιώνα, ο Ντέιβιντ Χιουμ, για παράδειγμα, υπήρξε στοχαστής μοντέρνος για την εποχή του: παρ’ όλ’ αυτά, ο τρόπος με τον οποίον έβλεπε τους άλλους λαούς, κυρίως τους Αφρικανούς, ήταν σοβινιστικός και ρατσιστικός. Τον 19ο αιώνα, ο Φρίντριχ Νίτσε υπήρξε ένας από τους πιο οξυδερκείς κριτικούς της φιλοσοφίας: παρ’ όλ’ αυτά, οι αντιλήψεις του για τον άνθρωπο είναι συχνά κακόγουστες, ξιπασμένες και λίγο κιτς!
ΑΛΙΚΗ: Θέλεις να πεις ότι η επιρροή ενός στοχαστή δεν εξαρτάται αποκλειστικά από την «ορθότητα» των απόψεών του.
Σ.Τ.: Ακριβώς. Ο Νίτσε, για παράδειγμα, επηρέασε βαθιά τη φιλοσοφία παρότι τα περισσότερα απ’ αυτά που είπε δεν ήταν ούτε όσο καινούργια, ούτε όσο πρωτότυπα φαίνονταν. Ο Ζίγκμουντ Φρόυντ υπήρξε, αναντίρρητα, ένας πολύ σπουδαίος άνθρωπος και δημιουργός ιδεών. Κι όμως, η ψυχανάλυση απεδείχθη απατηλή σε πολλά σημεία· ομοίως, η φιλοσοφική και πολιτική σπουδαιότητα του Χέγκελ βρίσκεται σε δυσαρμονία με το πλήθος των ανακολουθιών και των ευκαιριακών του υποθέσεων.
ΑΛΙΚΗ: Πώς μπορούμε να τα μάθουμε σε βάθος όλα αυτά;
Σ.Τ.: Ο κόσμος, τα πράγματα, γίνονται γνωστά μέσω του ορθού λόγου, από μια ορθολογική συνείδηση. Ας πάρουμε ένα παράδειγμα. Ας φανταστούμε ότι μπαίνω σε μια μεγάλη εκκλησία. Στην αρχή, βλέπω την είσοδο, τους τοίχους και μερικές λεπτομέρειες της αρχιτεκτονικής που δεν μου δίνουν πολλές πληροφορίες για το κτίσμα στο οποίο έχω μπει. Είναι δηλαδή γύψινα ή κολόνες που θα μπορούσαν να βρίσκονται και σ’ ένα σπίτι ή σ’ ένα σχολείο. Έχω λοιπόν μια αποσπασματική ιδέα για την εκκλησία. Προχωρώ στο βάθος και βλέπω την εκκλησία ολόκληρη. Λέω από μέσα μου: «Να, μια εκκλησία». Μπορώ μάλιστα, ανάλογα με τις γνώσεις μου, να πω «μια ορθόδοξη εκκλησία» ή «μια γοτθική εκκλησία» ή «μια εκκλησία του 16ου αιώνα». Η εκκλησία έχει μπει, κατά κάποιον τρόπο, στο μυαλό μου, άρα υπάρχει για μένα. Αυτή είναι η διαδικασία της εξέλιξής μας στον κόσμο. Κάθε μέρα μπαίνουμε όλο και βαθύτερα μέσα του, καταλαβαίνουμε καλύτερα τα φαινόμενα. Κάθε μέρα ο κόσμος είναι για μας «λίγο περισσότερος».
Ο Χέγκελ πίστευε στην ανθρώπινη εξέλιξη μέσω της γνώσης. Και, ερευνώντας τη συνείδηση, χρησιμοποίησε μια μέθοδο που την ονόμασε διαλεκτική.
ΑΛΙΚΗ: Που δεν είναι το ίδιο με τη “διαλεκτική μέθοδο” του Σωκράτη.
Σ.Τ. Η διαλεκτική του Χέγκελ είναι ένας τρόπος θεώρησης του κόσμου. Όταν φανταζόμαστε κάτι μπλε, όπως λέγαμε νωρίτερα, στην πραγματικότητα σκεφτόμαστε ότι αυτό το μπλε δεν είναι κόκκινο, δεν είναι πορτοκαλί, δεν είναι κίτρινο και τα λοιπά. Σκεφτόμαστε την ίδια στιγμή το αντίθετό του.
Στην Αγγλία, τον παλιό καιρό, ο όρος αυτός –«διαλεκτική»– ήταν συνώνυμος της λογικής, ειδικά της λογικής των ρητόρων. Όμως από την αρχαιότητα η λέξη «διαλεκτική» αναφέρεται ειδικότερα στη λογική αμφισβήτηση, δηλαδή στην αρχική τέχνη του «διαλέγεσθαι» με ερωτήσεις και στη συνέχεια αποκρίσεις. Λέγεται ότι πρώτος που δημιούργησε και εξάσκησε την τέχνη αυτή ήταν ο Ζήνων ο Ελεάτης, και την οποία στη συνέχεια ανέπτυξε ο Πλάτων. Στους νεότερους χρόνους εφάρμοσε τη διαλεκτική ο Ιμμάνουελ Καντ Ο Καντ εφάρμοσε τη διαλεκτική μελετώντας τις αντιφάσεις που προκύπτουν όταν χρησιμοποιούνται αρχές της εμπειρικής γνώσης πέρα όμως από τα όρια της εμπειρίας. Ένας ακόμη φιλόσοφος, ο Χέγκελ, εφάρμοσε τη διαλεκτική σε μια διαδικασία κατά την οποία οι αντιφάσεις καταργούνται από κάποιο ανώτερο επίπεδο αλήθειας. Η λέξη «διαλεκτική», όπως η λέξη «ιδεαλιστής» και «υλιστής» έχει πολλές και διαφορετικές έννοιες: Στην ιστορία της φιλοσοφίας διακρίνουμε διαφορετικές μορφές διαλεκτικής. Η διαλεκτική της αρχαιότητας ξεκίνησε με τον Ηράκλειτο και τους προσωκρατικούς.
ΑΛΙΚΗ: Η φιλοσοφία μού φαίνεται ένα πεδίο μάχης, όπως και η κοινωνία.
Σ.Τ.: Ο πόλεμος, για τον Χέγκελ, είναι επίσης ένα καλό παράδειγμα της διαλεκτικής… Μια διαλεκτική διαδικασία κατά την οποία το ανήθικο (το να σκοτώνουμε ανθρώπους) οδηγεί στο ηθικό. Σκέψου τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο: αν δεν πολεμούσαμε θα είχε επικρατήσει το φρικτό καθεστώς των Ναζί, του Χίτλερ.
ΑΛΙΚΗ: Όλα μοιάζουν σαν μια αντιπαράθεση Καλού-Κακού.
Σ.Τ.: Όταν μελετάμε την ιστορία της δυτικής φιλοσοφίας, διαπιστώνουμε ότι οι περισσότερες αψιμαχίες εκτυλίσσονται σύμφωνα με μια σχέση αντίθεσης ανάμεσα σε μερικές ευδιάκριτες διαχωριστικές γραμμές, σε ‘‘χαρακώματα’‘, θα λέγαμε: από τη μια βρίσκονται οι υλιστές, από την άλλη οι ιδεαλιστές (ή, κατά την αγγλική ορολογία, οι εμπειριστές και οι ορθολογιστές). Αυτός ο τρόπος διάκρισης απαντάται παντού σε ποικίλους συνδυασμούς, ανανεώνοντας ξανά και ξανά τα κουρέλια της σκέψης.
ΑΛΙΚΗ: Μπορείς να συνοψίσεις;
Σ.Τ.: Σύμφωνα με τον υλισμό, δεν υπάρχει τίποτα πέρα από τη φύση που να μπορούμε να συλλάβουμε με τις αισθήσεις μας· δεν υπάρχουν θεοί, ούτε ιδεώδη: η θεωρία αυτή εμφανίστηκε στη Γαλλία στον 18ο αιώνα, δηλαδή στην εποχή του Διαφωτισμού.
ΑΛΙΚΗ: Δηλαδή τον 18ο αιώνα όταν έχουν διαδοθεί οι επιστήμες… Μάθαμε ότι ο διαφωτισμός είχε μεγάλη απήχηση στην Ελλάδα που τότε ήταν ακόμα μέρος της οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Με τον Διαφωτισμό και τη Γαλλική Επανάσταση έφυγε ένας ολόκληρος κόσμος και γεννήθηκε ένας καινούργιος. Οι Ευρωπαίοι ήρθαν σε επαφή με άλλους, ξένους πολιτισμούς· το πολιτικό τους σύστημα άλλαξε. Οι «εγκυκλοπαιδιστές» (ο Ντενί Ντιντρό, ο Ντ’ Αλαμπέρ) πίστευαν ότι υπάρχει μια επιστημονική και ηθική αρχιτεκτονική της γνώσης η οποία απελευθερώνει τον άνθρωπο.
Σ.Τ.: Ο διαφωτισμός σάρωσε την Ευρώπη και τον κόσμο. Σίγουρα θα μάθατε στο σχολείο για τον Ρήγα Φεραίο και τον Αδαμάντιο Κοραή… Πρέπει όμως να κάνουμε μια διάκριση: ο νεοελληνικός διαφωτισμός δεν αποτελεί μια φιλοσοφία –είναι ένα πνευματικό κίνημα το οποίο ζητεί την αφύπνιση των αρχών και των ιδανικών της κλασικής αρχαιότητας καθώς και, όπως είναι φυσικό, την απελευθέρωση από τους Τούρκους και τη δημιουργία ενός εθνικού κράτους.
ΑΛΙΚΗ: Στην Ελλάδα, μετά το 1750, άρχισαν να φτιάχνουν σχολεία και να εκδίδουν βιβλία…Αυτό μάθαμε νομίζω…
Σ.Τ.: Σωστά. Ο διαφωτισμός είναι, όπως είπαμε, ένα πνευματικό κίνημα που πιστεύει πολύ στη γνώση και στην πρόοδο μέσω της γνώσης. Επιστρέφω όμως στη φιλοσοφία. Τι μας λένε οι διαφωτιστές φιλόσοφοι; Ο καθένας τους είναι διαφορετικός και έχει τη δική του προσωπικότητα – έχουν όμως μερικά κοινά σημεία.
ΑΛΙΚΗ: Είπαμε: το κριτικό πνεύμα, την αγάπη για την πρόοδο και για τη γνώση. Γι’ αυτό όλο λες ‘‘διαβάστε’‘ και ‘‘διαβάστε’‘…Γιατί η γνώση είναι τόσο σημαντική; Τι κερδίζει κανείς με το να μαθαίνει πράγματα;
Σ.Τ.: Η γνώση δεν είναι μέσον, είναι αυτοσκοπός. Δεν μαθαίνουμε πράγματα ώστε να βρούμε, λόγου χάρη, δουλειά – ούτε βέβαια για να κάνουμε τους έξυπνους. Μαθαίνουμε πράγματα επειδή είναι ωραίο να μαθαίνουμε πράγματα. Να, τώρα εσύ αρχίζεις να μαθαίνεις μερικά πράγματα για τη φιλοσοφία – δεν τα μαθαίνεις για να τα χρησιμοποιήσεις κάπου συγκεκριμένα· τα μαθαίνεις γιατί είναι ωραία και σε κάνουν καλύτερο άνθρωπο.
ΑΛΙΚΗ: Αυτό που με μπερδεύει είναι ότι οποιαδήποτε ιδέα μπορεί να αμφισβητηθεί. Δεν υπάρχει απόλυτη αλήθεια, ούτε άνθρωποι που να είναι φορείς της απόλυτης, της αναμφισβήτητης αλήθειας. Ούτε στην επιστήμη υπάρχει απόλυτη και αναμφισβήτητη αλήθεια! Ό,τι ισχύει σήμερα μπορεί να καταρριφθεί αύριο.
Σ.Τ.: Στην επιστήμη πιστεύουμε στα αποτελέσματα των πειραμάτων μας. ‘Ωσπου να κάνουμε καινούργια πειράματα τα οποία είτε θα επιβεβαιώσουν τα παλιά, είτε θα τα συμπληρώσουν, είτε θα τα ακυρώσουν. Για παράδειγμα, σε παλιότερες εποχές, οι άνθρωποι πίστευαν ότι το μικρότερο σωματίδιο είναι το άτομο – γι’ αυτό και το ονόμασαν ‘‘άτομο’‘, δηλαδή ‘‘που δεν μπορεί να τμηθεί, να κοπεί’‘. Αργότερα, ανακάλυψαν τα πρωτόνια, τα ηλεκτρόνια και τα νετρόνια… Το 1964 ο Αμερικανός φυσικός Μάρεϊ Γκελ-Μαν συμπέρανε, από τα πειράματά του, ότι τα πρωτόνια και τα νετρόνια δεν είναι τελικά τα μικρότερα σωματίδια αλλά αποτελούνται από ακόμα μικρότερα τα οποία ονόμασε κουάρκ. Και πάει λέγοντας. Στην επιστήμη είμαστε πάντοτε ανοιχτοί σε καινούργιες ιδέες. Η Αναγέννηση, στην οποία επιστρέφω τώρα, είναι μια εποχή καινούργιων ιδεών.
ΑΛΙΚΗ: Μπορείς να μου ξαναπείς τι είναι ο ορθολογισμός;
Σ.Τ.: Ο ορθολογισμός είναι η συνολική φιλοσοφική κατεύθυνση που αποδέχεται ως γνώμονα και αφετηρία της γνώσης τη λογική σκέψη. Από την περίοδο του Διαφωτισμού ο ορθολογισμός συνδέεται συνήθως με την εισαγωγή των μαθηματικών μεθόδων στη φιλοσοφία, αρχικά με το έργο των Ντεκάρτ, Λάιμπνιτς και Σπινόζα.
Ο ορθολογισμός συχνά έρχεται σε αντιπαράθεση με τον εμπειρισμό. Στη πράξη οι απόψεις αυτές δεν αποκλείονται αμοιβαία, αφού για παράδειγμα η φιλοσοφία της επιστήμης είναι και ορθολογιστική και εμπειρική. Αν τραβήξουμε όμως τον εμπειρισμό στα άκρα, θεωρούμε ότι όλες οι ιδέες προέρχονται από την εμπειρία, είτε μέσω των πέντε εξωτερικών αισθήσεων, είτε μέσω των εσωτερικών αισθήσεων όπως ο πόνος και η ευχαρίστηση, και επομένως ότι η γνώση βασίζεται ουσιαστικά στην εμπειρία. Αντιστοίχως, ορισμένες εκδοχές του ορθολογισμού υποστηρίζουν ότι ξεκινώντας με βασικές θεμελιώδεις αρχές, όπως τα αξιώματα της γεωμετρίας, θα μπορούσε κανείς να αντλήσει απαγωγικά το σύνολο ολόκληρης της δυνατής γνώσης. Οι φιλόσοφοι που υποστήριζαν περισσότερο την άποψη αυτή ήταν ο Σπινόζα και ο Λάιμπνιτς, οι προσπάθειες των οποίων να αντιμετωπίσουν τα επιστημολογικά και μεταφυσικά προβλήματα που έθεσε ο Ντεκάρτ οδήγησαν σε ανάπτυξη μιας κάπως θεμελιοκρατικής προσέγγισης του ορθολογισμού. Τόσο ο Σπινόζα όσο και ο Λάιμπνιτς υποστήριζαν ότι κατ’ αρχήν τουλάχιστον όλες οι γνώσεις, συμπεριλαμβανομένων των επιστημονικών γνώσεων, μπορούν να αποκτηθούν με τη χρήση του ορθού λόγου και μόνο. Αν και οι δύο παραδέχονταν ότι αυτό δεν είναι δυνατό στην πράξη για τον άνθρωπο, παρά μόνο σε συγκεκριμένες περιοχές της επιστήμης όπως είναι τα μαθηματικά.
ΑΛΙΚΗ: Υπάρχουν περίοδοι όπου φαίνεται να κυριαρχεί ο ιδεαλισμός και περίοδοι όπου κερδίζει έδαφος ο υλισμός.
Σ.Τ.: Πράγματι. Σήμερα ανανεώνεται το ενδιαφέρον για τον υλισμό με τις ανακαλύψεις της νευροβιολογίας. Ωστόσο, όλον αυτό τον καιρό, υπήρξαν φάσεις όπου κυριάρχησε ο ιδεαλισμός σε διαφορετικές εκδοχές. Αντίθετα με τον υλισμό, όπως είπαμε, ο ιδεαλισμός δεν εμπιστεύεται τη γνώση του κόσμου μέσω των αισθήσεων και τη θεωρεί ανεξάρτητη από τον ορθό λόγο και τις ιδέες του. Εννοείται ότι αυτές οι δύο ετικέτες που τοποθετούμε στην ιστορία της φιλοσοφίας καλύπτουν μερικές φορές πολύ διαφορετικά κίνητρα και πρότυπα των επιμέρους φιλοσόφων. Ένας ιδεαλιστής σαν τον Πλάτωνα δεν σκεφτόταν τα ίδια πράγματα με έναν ιδεαλιστή σαν τον Καντ. Γι’ αυτό είναι αδύνατο να γραφεί μια «αληθινή» ιστορία της φιλοσοφίας είτε σαν λογική κατασκευή ακολουθώντας τους μεγάλους φιλοσόφους, είτε σαν ιστορία των μεγάλων φιλοσοφικών ρευμάτων. Σε κάθε περίπτωση θα ήμασταν υποχρεωμένοι να αφήσουμε κατά μέρος πολλές πλευρές που θα καθιστούσαν την πραγματικότητα αληθοφανή και πλήρη.
ΑΛΙΚΗ: Ποια θα έλεγες ότι είναι τα μεγάλα ερωτήματα;
Σ.Τ.: «Τι μπορώ να μάθω; Τι μπορώ να κάνω; Σε τι μπορώ να ελπίζω; Τι είναι ο άνθρωπος;»
ΑΛΙΚΗ: Και: “Τι μπορώ να ξέρω για τον εαυτό μου;”
Σ.Τ.: Η ερώτηση γύρω από το τι μπορούμε να ξέρουμε για τον εαυτό μας είναι κλασική επιστημολογική, όχι ολοκληρωτικά φιλοσοφική. Έχει περάσει σε μεγάλο βαθμό στο πεδίο της νευροβιολογίας η οποία μπορεί να μας εξηγήσει τα θεμέλια της συσκευής γνώσης που διαθέτουμε, καθώς και τις δυνατότητές της. Η φιλοσοφία αναλαμβάνει ρόλο συμβούλου που βοηθά τη νευροβιολογία σε βαθύτερη κατανόηση του γνωστικού της πεδίου. Προσθέτω το εξής μεγάλο ερώτημα «Τι πρέπει να κάνω;»
ΑΛΙΚΗ: Αυτό ανήκει στην ηθική.
Σ.Τ.: Προσπαθούμε να εξηγήσουμε τα θεμέλια της ηθικής. Γιατί οι άνθρωποι είναι ικανοί να δρουν με ηθικό τρόπο; Σε ποιο βαθμό αντιστοιχούν το Καλό και το Κακό στην ανθρώπινη φύση; Η φιλοσοφία δεν είναι μόνη ούτε σ’ αυτό: η νευροβιολογία, η ψυχολογία και η μελέτη της συμπεριφοράς έχουν κι αυτές κάτι να πουν. Εφόσον ο άνθρωπος περιγράφεται ως ον προικισμένο με ηθική, εφόσον έχουν αποδειχθεί τα ερεθίσματα που ανταμείβουν στον εγκέφαλο τις ηθικές του πράξεις, οι επιστήμες της φύσης έρχονται σε δεύτερη μοίρα. Πολλά ερωτήματα που απασχολούν σήμερα την κοινωνία μας, είτε μιλάμε για την άμβλωση, είτε για την ευθανασία, για τη γενετική και τις μεθόδους αναπαραγωγής, για την περιβαλλοντική ηθική και την ηθική προς τα ζώα, υπάρχει χώρος για συλλογισμούς και επιχειρήματα, λίγο ή πολύ εύλογα: αυτός είναι ο χώρος της φιλοσοφικής διαμάχης.
ΑΛΙΚΗ: Πάντως το πρακτικό και χρήσιμο ερώτημα είναι νομίζω το “Σε τι μπορώ να ελπίζω;» εφόσον οι άνθρωποι επιδιώκουν την ευτυχία.
Σ.Τ.: Και την ελευθερία, τον έρωτα, τον Θεό και το νόημα της ζωής. Σ’ αυτές τις απορίες είναι δύσκολο να δώσουμε απλές απαντήσεις· μπορούμε όμως να σκεφτούμε με βάθος και ένταση.
ΑΛΙΚΗ: Με τόση ένταση που πόνεσε το κεφάλι μου.
Σ.Τ.: Δεν υπάρχει μεγαλύτερη επιτυχία από μια συνειδητή ζωή με όλο και βαθύτερη αυτογνωσία όπου να αποκτάμε πλήρη έλεγχο των παρορμήσεών μας ή, όπως ήλπιζε ο Νίτσε (έστω κι αν για τον ίδιον δεν βγήκε σε καλό), να γινόμαστε οι «ποιητές» της ζωής μας: «Είναι μια ολόκληρη δεξιότητα το να μπορούμε να παρατηρούμε την κατάστασή μας με το μάτι του καλλιτέχνη, ακόμα και στον πόνο και στα βάσανα, ακόμα και στις δυσκολίες που συναντάμε».