Η ιδέα και η εντύπωση είναι τα μόνα που μετρούν. Η επίγνωση της κατωτερότητας και της λειψής σου φύσης είναι οι μόνοι εφιάλτες. Η σιγουριά φτάνει για να σε κάνει πιο ήρεμο, ακόμα κι αν είναι μια σκέτη ουτοπία. Η δύναμη είναι μια ιδέα, όλα είναι μια ιδέα. Τίποτε δεν έχει την αληθινή του υπόσταση και μπορεί να μην υπάρχουν αληθινές υποστάσεις μέσα σε ανθρώπινες ψυχές.
Το μυαλό είναι εκείνο που φτάνει τα πάντα και μόνο του πάλι τα χαλά. Μέσα στο μυαλό μου έχω πια την σιγουριά ότι μπορώ να είμαι ελεύθερη μόλις το θελήσω. Μέσα στο μυαλό μου έχω τη δύναμη να καλωσορίσω την κάθε μονότονη μέρα. Μέσα στο μυαλό μου βρίσκω την δύναμη να ανέβω την ανηφόρα χωρίς να υποφέρω.
Είμαι εγώ και είμαι ζωντανή και αυτόφωτη σαν ήλιος. Και από τίποτα πια δεν έχω ανάγκη, αφού δοκιμάστηκα στα γρανάζια της ζωής και της περιπέτειας. Αφού έμαθα τις αληθινές αξίες κι έδωσα αξία στον εαυτό μου. Είμαι ελεύθερη και μοναδική. Μπόρεσα, μπόρεσα!
Ξυπνώ πια το πρωί και φωνάζω, «μπορώ» γιατί το `χω πιστέψει πως όλα τα μπορώ. Κι είναι αλήθεια. Είμαι παντοδύναμη και κανείς δεν μπορεί να μου κλέψει όλες τις όμορφες στιγμές που τόλμησα να ζήσω.
Μόνοι γεννιόμαστε, μόνοι πεθαίνουμε και τίποτα δεν μας μένει πέρα από τις στιγμές που ζήσαμε. Τις όμορφες. Όλες εκείνες που ξεπέρασαν για λίγο την μιζέρια και την θλίψη, όλες εκείνες που ταυτίστηκαν μαζί μας, που ανήκουν πια μόνο σε μας. Επειδή πάνω απ όλα, θέλει τόλμη η ζωή, θέλει πολλά κότσια η ευτυχία.
Κι η μοίρα δεν είναι κάτι απλό κι ουδέτερο, αλλά κάτι που πλάθεται όπως το θες. Οι δυστυχίες που έρχονται παλεύονται. Οι ευτυχίες που δεν λένε να φανούν είναι εκείνες που γίνονται οι εφιάλτες μιας ζωής. Όλες εκείνες οι μικρές σπίθες που μας δίνονται έτοιμες, ολοζώντανες κάθε μέρα και τις αφήνουμε να χαθούν σαν να μην υπήρξαν είναι τα απωθημένα που δεν θα μας αφήσουν να γεράσουμε με αξιοπρέπεια.
Θεέ μου, δος μου τις δυστυχίες που μου αναλογούν, αφού δεν γίνεται αλλιώς, αλλά βοήθησε με να αξιωθώ κι όλες τις ευτυχισμένες ώρες που αιωρούνται σαν άστρα πάνω από το κεφάλι μου.
Να ζήσω τον χρόνο μου, να τον ποτιστώ μέχρι την πιο μικρή μου ίνα, να μπορέσω να γίνω ένα μαζί του. Να έχω συντρόφισσες όμορφες στιγμές, να ξέρω πως έζησα, να μετανιώνω για κείνα που έκανα και να ψάχνω να βρω κι άλλα να κάνω.
Οι στιγμές, οι ώρες και τα αγγίγματα, η αναστάτωση κι οι κόμποι στο στομάχι, το βαρύ στο στήθος απ` τον πανικό της ευτυχίας, η απόλαυση του κορεσμού και της σοφίας, το κύμα μέσα στο κεφάλι μου, η τρικυμία που δεν λέει να κοπάσει, ο φόβος για το ύστερα, για το μετά, οι ευωδιές των χυμών και οι επιλογές. Να η ζωή!
Να η ζωή, φωνάζω μ` όση δύναμη μου απομένει. Μα είναι λίγη και πολύτιμη κι είναι δική μου, μόνο δική μου σαν τον αέρα που ανασαίνω. Δεν θ αφήσω να μου την πάρει μήτε άνθρωπος μήτε Θεός. Κι εύχομαι όλες οι αναστολές κι οι δισταγμοί μου να ξεκινούν μόνο από αγάπη. Αγάπη για κάτι άλλο πιο βαθύ, πιο ωραίο.
Γιατί, τέλος, και το γήρας είναι ωραίο και παντού μέσα του μπορείς να βρεις όλες εκείνες τις αναλαμπές που σημαίνουνε ζωή. Κι όλα είναι όμορφα από κοντά, όταν τα ζεις. Μα σε τούτο το γήρας καλό είναι να μην μένεις μόνος σου.
Κι είναι αλήθεια αυταπόδεικτη, πως το μόνο που μπορεί πάντα να σε συνοδεύει, το μόνο που για πάντα μένει είναι μια, δυο, δέκα, εκατό -ξέρω κι εγώ πόσες – όμορφες στιγμές…
Απόσπασμα από το βιβλίο «Οι Αναλφάβητοι του “Ερωτα» της Εύας Ομηρόλη.