Με τον όρο αλλοτρίωση (λατ. alienatio) εννοούμε τη συμμόρφωση ενός ατόμου σε ξένες (αλλότριες) αξιώσεις ή απαιτήσεις με αποτέλεσμα την απομάκρυνση από τον εαυτό του και τον κόσμο της εμπειρίας του. H λέξη σχηματίστηκε από το επίθετο αλλότριος, που σημαίνει αυτός που ανήκει σε άλλον. Στην πραγματικότητα, η ιδέα της αλλοτρίωσης εκφράζει την απουσία κάποιου ουσιαστικού συστατικού της προσωπικότητας του ανθρώπου, πράγμα που έχει ως αποτέλεσμα την υποβάθμιση της, δεδομένου ότι απομακρύνει τον άνθρωπο από τον ίδιο τον εαυτό του, από τις ίδιες τις ιδιότητες του, τις πράξεις του και τις σχέσεις με το περιβάλλον του.
Παράλληλα με την έννοια της αλλοτρίωσης χρησιμοποιείται και η λέξη αποξένωση. Εννοιολογικά εξεταζόμενες και οι δύο λέξεις, αλλοτρίωση και αποξένωση, μπορεί να είναι συνώνυμες, αλλά δεν ταυτίζονται. Με τον όρο «αποξένωση» νοείται η απομάκρυνση των ανθρώπων, φαινόμενο που παρατηρείται στις κοινωνικές σχέσεις αστικής ζωής. Για το λόγο αυτό η αποξένωση θεωρείται ως η μια πλευρά της αλλοτρίωσης. Με τον όρο «αλλοτρίωση» νοείται διάσταση γενικότερα, ανάμεσα στο άτομο και στον εαυτό του, η οποία επεκτείνεται και επηρεάζει όλους τους τομείς της ανθρώπινης δραστηριότητας.
Σύμφωνα με την έννοια αυτή ο αλλοτριωμένος άνθρωπος χάνει την οντότητα του και την αυθυπαρξία του με αποτέλεσμα να γίνεται έρμαιο των καταστάσεων ή της διάθεσης και επιβολής των άλλων. To φαινόμενο αυτό είναι σύνηθες στο σύγχρονο άνθρωπο, ο οποίος χωρίς να το έχει συνειδητοποιήσει, έχει μεταβληθεί σε εξάρτημα των μηχανών που χειρίζεται. Περιοδικά αισθάνεται αποκομμένος από την εργασία του, από τους θεσμούς, από τους συνανθρώπους του, από τις ρίζες του, από το φυσικό του περιβάλλον. Αφυδατώνεται συναισθηματικά και υποδουλώνεται σε υλικά αγαθά και αξίες, που σύμφωνα με τον Άγγελο Τερζάκη, επέρχεται ο "πλήρης εξανδραποδισμός" του.
Με τον τρόπο όμως αυτό ο αλλοτριωμένος άνθρωπος παύει να επικοινωνεί με τον εαυτό του και να έχει συνείδηση των πραγματικών του προβλημάτων. Στην πραγματικότητα δεν είναι η δυναμική, η ενιαία οντότητα, έχει χάσει την ταυτότητα του, είναι μια διχασμένη προσωπικότητα, ετεροκινητη. «Εγώ είμαι όπως με Θέλετε» (Πιραντέλλο).
H αλλοτρίωση, ανάλογα με το χώρο στον οποίο εκδηλώνεται, μπορεί να διακριθεί σε ποικίλες μορφές , ορισμένες από τις οποίες είναι:
α) Υλική: Αναφέρεται στην παραγωγή των υλικών αγαθών, κυρίως όμως στην απομάκρυνση του ανθρώπου από την εργασία του. To παραγόμενο αγαθό δεν είναι δικό του και το ιδιοποιείται ο ιδιοκτήτης του:
β) Πνευματική: Νοείται η αλλοτριωμένη σκέψη δείγματα της οποίας είναι τα ιδεολογικά στερεότυπα της εποχής και η υποβάθμιση της γλώσσας,
γ) Επικοινωνιακή: αναφέρεται στο πρόβλημα των διαπροσωπικών σχέσεων. O σύγχρονος αστός χάνει την επαφή με τον συνάνθρωπο του με αποτέλεσμα να απομακρύνεται και να αποστασιοποιείται,
δ) Ηθική: H μορφή αυτή της αλλοτρίωσης είναι η πιο σημαντική, δεδομένου ότι έχει άμεση σχέση με το ποιόν και την οντότητα του ανθρώπου εξωτερικά (είδωλα, παγιωμένες «αρχές και αξίες») και εσωτερικά (αδυναμία προαίρεσης βούλησης, αδράνεια, άστοχοι προσανατολισμοί, ψυχική καταπίεση και κατάθλιψη).
H εισαγωγή του όρου αλλοτρίωση στην επιστήμη πραγματοποιήθηκε τον 18ο αιώνα. O Ζαν Ζακ Ρουσώ (1712-1778) χρησιμοποίησε την έννοια της αλλοτρίωσης για να εκφράσει την εκ μέρους του ανθρώπου, ως μέλους της κοινωνίας, παραχώρηση προς την κοινότητα τμήματος των δικαιωμάτων του, τα οποία ανήκαν στη δικαιοδοσία του εκ φύσεως. Ως εκ τούτου θεωρεί την αλλοτρίωση ως προϋπόθεση ύπαρξης της κοινωνίας με την έννοια ότι ο άνθρωπος ανταλλάσει την ατομικότητα του με τη συλλογική ύπαρξη.
Εκείνοι, όμως που καθιέρωσαν τον όρο αλλοτρίωση στις θεωρίες τους ήταν ο Χέγκελ (1770-1871), ο Φόϋερμπαχ (1804-1872) και ο Μαρξ (1818-1883). O Χέγκελ χρησιμοποίησε τον όρο στη μεταφυσική φιλοσοφία (θρησκεία). Κατ’ αυτόν ο άνθρωπος αλλοτριώθηκε από τότε που διέπραξε το προπατορικό του αμάρτημα. O Φόϋερμπαχ, Εγελιανός φιλόσοφος, αποδέχτηκε την ιδέα της αλλοτρίωσης, την οποία συχνά αναφέρει στη φυσιοκρατική του θεωρία. O Μαρξ χρησιμοποίησε ευρέως τον όρο κυρίως στις οικονομικοκοινωνικές θεωρίες του.
Κατά το Μαρξ « η αλλοτρίωση του εργάτη σημαίνει ότι η εργασία του εργάτη είναι έξω από αυτόν…Μεταξύ του δημιουργού και του δημιουργήματος του παρατηρείται μια απόσταση…» Υποστηρίχθηκε, εξάλλου, ότι οι εργάτες οι οποίοι με το μόχθο τους παράγουν τα διάφορα προϊόντα δεν έχουν τη δυνατότητα να τα απολαμβάνουν. Έτσι όμως διαπράττεται μια αδικία, η οποία πρέπει να θεραπευθεί. Και η θεραπεία είναι δυνατή, αν τα μέσα παραγωγής περιέλθουν στους εργάτες.
Στην ψυχολογία, τον όρο αλλοτρίωση εισήγαγε ο Φροϋντ (1856-1939) στον τομέα που αφορά την καταπίεση των ενστίκτων (Ψυχική αλλοτρίωση). Διατύπωσε τη θεωρία ότι μέσα στην ανθρώπινη προσωπικότητα εγκαθίσταται ένα ξένο σώμα, το Υπερεγώ, που περιέχει κοινωνικές δεσμεύσεις και αρχές, οι οποίες είναι ξένες προς τη φύση του ανθρώπου. Ωστόσο δεν είναι ωφέλιμο, κατά τον Φρόΰντ, να απαλλαγεί ο άνθρωπος τελείως από το κοινωνικό του Υπερεγώ και τις απαιτήσεις του, δεδομένου ότι η ορθή σχέση των απαιτήσεων του πρέπει να ρυθμίζεται προς τις ορμές του (τη περιοχή του id).
Την ιδέα της αλλοτρίωσης επικαλέστηκαν, εξάλλου, φιλόσοφοι του υπαρξισμού προκειμένου να επισημάνουν την ανακόλουθη σχέση του ανθρώπου προς το περιβάλλον, το οποίο ο ίδιος δημιούργησε. Κατά τους υπαρξιστές (Χάιντεγκερ 1889-1945, Σαρτρ 1905-1980)
«καθένας μας μοιάζει να έχει ‘ριχτεί τυχαία’ σ’ έναν ξένο, αφιλόξενο κόσμο, όπου πρέπει μόνος του, αποκομμένος από τις καθιερωμένες αξίες και αποξενωμένος να προσπαθήσει να δημιουργήσει τον εαυτό του». |
Σύμφωνα με την αντίληψη παλαιότερων και νεότερων διανοητών και φιλοσόφων τη βασική αιτία της αλλοτρίωσης αποτελεί το κοινωνικό περιβάλλον, χωρίς να αποκλείεται και ένα ποσοστό ατομικής ευθύνης, το οποίο ασκεί καταλυτική επίδραση στην ψυχική, πνευματική και ηθική ύπαρξη του ανθρώπου. Για το λόγο αυτό ο σύγχρονος άνθρωπος οφείλει να αναζητήσει τους τρόπους και τα μέσα εκείνα που θα του εξασφαλίσουν ισορροπία και αρμονία με τον εαυτό του, τον κοινωνικό του περίγυρο και τη φύση. Στο! μέσα αυτά πρωταρχική σημασία έχουν η ολοκληρωμένη μόρφωση και η ανθρωπιστική παιδεία.
Δημήτρης Διαμαντόπουλος, Θεοδόσης Πελεγρίνης: Λεξικό Φιλοσοφίας