Η απανωτή έκδοση βιβλίων του Φρόιντ και βιβλίων για τον Φρόιντ είναι ένα από τα ευτυχέστερα γεγονότα της εκδοτικής μας παραγωγής. Νέες μεταφράσεις των κλασικών έργων του, νέες βιογραφίες, νέες μελέτες από Έλληνες και ξένους ειδικούς, περιοδικά ποικίλων ψυχαναλυτικών τάσεων που συνεχίζουν την κυκλοφορία τους: όλα αυτά δείχνουν το συνεχιζόμενο, πιθανώς και εντεινόμενο ενδιαφέρον για τον σπουδαιότερο στοχαστή του 20ού αιώνα.
Εδώ και μερικές δεκαετίες, η αληθινή ευρωπαϊκή πατρίδα της ψυχανάλυσης είναι λιγότερο η Αυστρία, η Γερμανία ή η Αγγλία, και περισσότερο η Γαλλία. Λογικό λοιπόν να μας έρχονται από εκεί πολλές εμπεριστατωμένες μελέτες για το φροϊδικό έργο. Ο γαλλόφωνος Ζαν-Μισέλ Κινοντόζ, του οποίου το βιβλίο Πώς να διαβάσω τον Φρόιντ (Κέδρος) θα μας απασχολήσει εδώ, είναι μάλιστα Ελβετός, δηλαδή και γερμανόφωνος, πράγμα που σημαίνει πως είχε τη δυνατότητα και την τύχη να μελετήσει το φροϊδικό corpus, όπως επισημαίνει και ο ίδιος στην «Εισαγωγή» του, στο πρωτότυπο.
Διδάκτωρ της Ελβετικής Ψυχαναλυτικής Εταιρίας, επίτιμο μέλος της Βρετανικής Ψυχαναλυτικής Εταιρίας, συντάκτης και αρχισυντάκτης διαφόρων ψυχαναλυτικών περιοδικών, ψυχαναλυτής με ιδιωτικό ιατρείο στη Γενεύη και μεγάλη κλινική εμπειρία, πολυγραφότατος, ο Κινοντόζ είναι προφανώς ένας από τους πλέον ειδικούς στο να μας εισαγάγει στο αχανές φροϋδικό έργο, φωτίζοντας τις πολυδιάστατες όψεις του.
Στο εν λόγω βιβλίο, με τον κατατοπιστικό υπότιτλο «Οδηγός ανάγνωσης του φροϊδικού έργου», ο Κινοντόζ ακολουθεί μια ιστορική-χρονολογική ανάλυση των έργων του Φρόιντ, ξεκινώντας από τις Μελέτες για την υστερία, τις οποίες ο πατέρας της ψυχανάλυσης συνέγραψε με τον Γιόζεφ Μπρόυερ και εξέδωσε το 1895, και ολοκληρώνοντας την περιήγησή του ύστερα από 400 και πλέον σελίδες με την επίμαχη μελέτη Ο άνδρας Μωυσής και η μονοθεϊστική θρησκεία, το τελευταίο δημοσιευμένο έργο του Φρόιντ πριν από την ευθανασία του το 1939. Αφορμή για τη συγγραφή της μελέτης του Κινοντόζ στάθηκαν τα σεμινάρια ανάγνωσης των έργων του Φρόιντ, τα οποία ξεκίνησε το 1988 στη Γενεύη.
Γέννηση και ανάπτυξη της ψυχανάλυσης
Ακολουθώντας πιστά την πρόταση-πρόσκληση που διατύπωσε ο Φρόιντ το 1923 («Ο καλύτερος τρόπος να αντιληφθούμε την ψυχανάλυση είναι να ακολουθήσουμε τη γέννηση και την ανάπτυξή της»), ο Κινοντόζ χωρίζει κάθε κεφάλαιο στα εξής βασικά μέρη: α) μια γενική εισαγωγή στο εκάστοτε φροϊδικό βιβλίο ή δοκίμιο, β) μια βιογραφική και ιστορική ανασκόπηση της ζωής του Φρόιντ την εποχή που το έγραφε, σε συνδυασμό με πληροφορίες για τους εμπλεκόμενους συναδέλφους και συνεχιστές του, αλλά και τους ασθενείς του, γ) ένας σχετικά αναλυτικός σχολιασμός του εκάστοτε κειμένου, δ) μια εισαγωγή στους «μεταφροϊδικούς» ψυχαναλυτές και στον τρόπο που αυτοί διάβασαν, σχολίασαν, ανέπτυξαν ή και επέκριναν τις ιδέες του εκάστοτε κειμένου, και ε) μια χρονολόγηση των φροϊδικών εννοιών, ώστε με μια ματιά να γνωρίζει ο αναγνώστης ποιες έννοιες εισήγαγε σε κάθε χρονική περίοδο ο Φρόιντ. Συχνά παρεμβάλλεται, όταν κρίνεται απαραίτητο, ένα σχόλιο για την εξέλιξη των φροϊδικών εννοιών.
Η γλώσσα του Ελβετού ψυχαναλυτή είναι βατή, δεν αναλίσκεται σε άχρηστες λεπτομέρειες, ούτε όμως απλοποιεί τις έννοιες…
Μια τέτοια ανάγνωση του Φρόιντ δεν είναι και τόσο συνηθισμένη, αφού οι περισσότεροι μελετητές του αφοσιώνονται στη δομική σημασία των φροϊδικών εννοιών και αφήνουν στην άκρη (χωρίς φυσικά να θεωρούν απαραιτήτως εσφαλμένη) τη γενετική εξιστόρηση των φροϊδικών ανακαλύψεων. Αυτοί οι δύο τρόποι προσπέλασης του φροϊδικού (όπως και σχεδόν κάθε άλλου στοχαστικού) έργου δεν λειτουργούν πάντως αντιθετικά, αλλά συμπληρωματικά.
Η γλώσσα του Ελβετού ψυχαναλυτή είναι βατή, δεν αναλίσκεται σε άχρηστες λεπτομέρειες, ούτε όμως απλοποιεί τις έννοιες, κάτι που συχνά αναιρεί τη ριζοσπαστικότητα και την πολυσημία τους. Όπως υπογραμμίζει και ο ίδιος: «Η ανάγνωση των πρωτότυπων κειμένων του Φρόιντ μού επιτρέπει να απολαμβάνω την απλότητα της γλώσσας που χρησιμοποιεί, διότι ευνοεί τον καθημερινό λόγο και αποφεύγει τους νεολογισμούς. Είμαι πράγματι υποχρεωμένος να γράψω στο ίδιο πνεύμα, προκειμένου να καταστήσω τις ιδέες του Φρόιντ κατανοητές σε ένα κοινό όσο το δυνατόν πιο ευρύ, γνωρίζοντας ότι μπορούμε να γράφουμε με σαφήνεια, σεβόμενοι συνάμα την πολυπλοκότητα των ιδεών που εκθέτουμε».
Τα πρώτα χρόνια της ψυχανάλυσης δεν ήταν καθόλου εύκολα: η πρώτη έκδοση της Ερμηνείας των ονείρων, που είναι το σημαντικότερο έργο του Φρόιντ, πήρε οκτώ ολόκληρα χρόνια να εξαντληθεί. Κάποια στιγμή η επιτυχία και η αναγνώριση φτάνουν, αλλά αργά, με τρομερό κόπο και απανωτές συγκρούσεις εντός και εκτός του κύκλου των ψυχαναλυτών. Η Ψυχοπαθολογία της καθημερινής ζωής, το δημοφιλέστερο βιβλίο του Φρόιντ (τουλάχιστον από την πρώτη φάση του έργου του), είναι το πρώτο που κατορθώνει να αγγίξει ένα ευρύτερο κοινό και να καταστήσει ορισμένες φροϊδικές έννοιες καθημερινή υπόθεση. Αργότερα, αυτές οι έννοιες, μαζί με μεταγενέστερους όρους της ψυχανάλυσης, έμελλε να γίνουν συχνές λέξεις στη γλώσσα πολλών ανθρώπων σε όλο τον δυτικό κόσμο, λέξεις όπως «απωθημένο», «ματαίωση», «μετουσίωση», «οιδιπόδειο», «ναρκισσισμός», «εκλογίκευση», «αμφιθυμία», «ευνουχισμός» κ.α. Με αυτά και με τα επόμενα έργα του Φρόιντ, η επίδραση της σκέψης του θα γίνει ανυπολόγιστη, καθώς θα υπερβεί την ψυχολογία και την ιατρική και θα εξαπλωθεί σε όλες τις ανθρωπιστικές επιστήμες και τις τέχνες.
Ο Κινοντόζ παρουσιάζει λοιπόν την περιπέτεια της γέννησης, της ανάπτυξης και της διάδοσης των φροϊδικών εννοιών. Ενώ σε γενικές γραμμές αποφεύγει να τοποθετηθεί επί των επίμαχων θεμάτων που προκάλεσαν διαμάχες και διαγραφές στους κόλπους του ψυχαναλυτικού κινήματος, δεν μένει πάντα αμέτοχος, και σε ορισμένα κρίσιμα ζητήματα παίρνει θέση, συνήθως σύντομη και προσεκτική. Για παράδειγμα, στο αμφιλεγόμενο ζήτημα της σχέσης ψυχανάλυσης και θρησκείας, ο Κινοντόζ υποστηρίζει την προσωπική θέση πως «η ψυχανάλυση και η θρησκευτική πίστη καταλαμβάνουν ξεχωριστό πεδίο η καθεμία».
Το βιβλίο του Κινοντόζ είναι εξαιρετικά χρήσιμο καθώς λειτουργεί στο εξής διπλό επίπεδο: όποιος έχει διαβάσει ένα βιβλίο ή δοκίμιο του Φρόιντ μπορεί να ανατρέξει στον Κινοντόζ για να διαβάσει μια καλή σύνοψη και να εντοπίσει προς ποια κατεύθυνση έχει κινηθεί η μεταφροϊδική σκέψη και βιβλιογραφία. Μπορεί κανείς, από την άλλη, αφότου διαβάσει ολόκληρο το βιβλίο ή το οποιοδήποτε μεμονωμένο κεφάλαιο του Κινοντόζ τον ενδιαφέρει, να στραφεί προς το συναφές βιβλίο του Φρόιντ και να το διαβάσει σε μία από τις ελληνικές μεταφράσεις του.
Στον αντίποδα ψυχολογισμού και επιστημονισμού
Ζούμε σε μια εποχή στην οποία, όπου κι αν στρέψουμε το βλέμμα μας, παρατηρούμε την άνθιση της ποπ ψυχολογίας: καθημερινές εκφράσεις όπως «να είσαι ο εαυτός σου», «είμαι ΟΚ, είσαι ΟΚ, είμαστε ΟΚ», «πάνω απ’ όλα το ΕΓΩ σου, δηλαδή ΕΣΥ», «το παν είναι να τα έχεις βρει με τον εαυτό σου», «σκέψου θετικά» κ.λπ. αποτελούν συνθηματικές φούσκες που σκάνε στο μυαλό μας χωρίς αποτέλεσμα, ούτε ωφέλιμο ούτε μακροπρόθεσμο, για την ψυχοπνευματική μας υγεία και τη βαθύτερη κατανόηση της θέσης μας στον κόσμο.
Οι ανάγκες στις οποίες απαντά το φροϊδικό έργο, όχι μόνο δεν έχουν πάψει να υπάρχουν, αλλά είναι μάλλον πιο έντονες.
Από την άλλη, η ραγδαία εξάπλωση και παγίωση των νευροεπιστημών στον τομέα της ψυχικής υγείας έχει οδηγήσει στη μερική ή ολική αναγωγή του νοήματος στις εγκεφαλικές, νευρωνικές λειτουργίες. Παρά τις αποδεδειγμένες και οπωσδήποτε καλοδεχούμενες ανακαλύψεις των νευροεπιστημόνων (ο ίδιος ο Φρόιντ υποστήριζε τη βιολογία και τα μελλοντικά ευρήματά της, μιλώντας μάλιστα για μια μελλοντική «βιοανάλυση»), δεν πρέπει να ξεχνάμε πως οι νευροεπιστήμες συνήθως παραγνωρίζουν τις ψυχικές δομές, την αναπτυξιακή πορεία με αρχή και βάση τα νηπιακά και παιδικά χρόνια, καθώς και τις κοινωνικο-ιστορικές συνιστώσες της κατάστασης του υποκειμένου.
Μεταξύ αυτών των δύο άκρων, καθώς και άλλων ευκολιών και στρεβλώσεων τις οποίες επιβάλλει η εποχή μας («ένα χάπι κι όλα θα πάνε καλά»), στέκει όρθιο το έργο του Φρόιντ και μας καλεί να το (ξανα)μελετήσουμε, με τη συμβολή εξαιρετικών μελετών όπως το Πώς να διαβάσω τον Φρόιντ του Κινοντόζ. Οι ανάγκες στις οποίες απαντά το φροϊδικό έργο, όχι μόνο δεν έχουν πάψει να υπάρχουν, αλλά είναι μάλλον πιο έντονες στον χαοτικό, όπως τον διαβλέπουν πολλοί (μάλλον και ο ίδιος ο Φρόιντ, αν ζούσε), αιώνα μας.
Του Γιώργου Λαμπράκου lamprakos.wordpress.com