Οι ιστορικοί συμφωνούν: ο 16ος και ο 17ος αιώνας αποτελούν περίοδο πολλαπλής κρίσης η οποία δεν αφήνει ανέπαφο κανέναν από τους τομείς της ανθρώπινης δραστηριότητας. Οικονομία, κοινωνία, κράτος, θρησκεία, φιλοσοφία, επιστήμη βρίσκονται σε ένα είδος περιδίνησης που γίνεται αισθητή από τους σύγχρονους και η οποία έχει αποτυπωθεί στην εποχή τη δική μας με το κλασικό πια έργο του Ρaul Ηazard υπό τον τίτλο Η κρίση της ευρωπαϊκής συνείδησης. Παράγωγο αυτής της κρίσης ήταν μια αλλαγή που έγινε στα ίδια τα θεμέλια, στο έδαφος που ως τότε φαινόταν η σίγουρη βάση πάνω στην οποία μπορούσαμε να οικοδομήσουμε. Γιατί αυτό που άλλαξε είναι ο τρόπος της σκέψης, σε βαθμό που η χρήση του όρου επανάσταση όχι μόνο δεν είναι υπερβολική, αλλά μόλις καταφέρνει να επισημάνει το μέγεθος της μεταβολής που συντελέστηκε.
Η καταστροφή του κόσμου
Ο Γαλιλαίος σε λιθογραφία του 18ου αιώνα
Είναι προφανές ότι ένα τόσο σημαντικό φαινόμενο προκάλεσε και εξακολουθεί να προκαλεί την ερμηνευτική όρεξη των ειδικών. Ενώ κανείς δεν αμφισβητεί ότι πρωταρχικό ρόλο στην αλλαγή έπαιξε η δυναμική εμφάνιση της νέας αστρονομίας, η οποία τοποθέτησε στη θέση του γεωκεντρικού κόσμου των αρχαίων ένα σύμπαν αποκεντρωμένο, δεν άργησαν να προταθούν ερμηνείες που σκόπευαν σε μια πολύ γενικότερη εξήγηση της μεγάλης αλλαγής. Αρκετοί ήταν οι ιστορικοί των ιδεών που υποστήριξαν ότι κυρίαρχη αιτία της ήταν η μεταστροφή της νοοτροπίας από τη θεωρητική στην πρακτική αντίληψη της ζωής ή, αλλιώς, από τη Vita contemplativa στη Vita activa, η οποία μετασχημάτισε τον άνθρωπο από θεατή σε κυρίαρχο της φύσης- σύμφωνα με την ενεργητική έκφραση του Καρτέσιου.
Για άλλους, η εξήγηση βρίσκεται στην εκκοσμίκευση της συνείδησης και στη μεταστροφή της από την ανησυχία που προκαλεί το επέκεινα στη μέριμνα για τη ζωή μας εδώ κάτω στη γη. Η νέα φυσική, έτσι όπως ορίζεται τόσο στον Γαλιλαίο όσο και στον Καρτέσιο, αδιαφορεί επιδεικτικά για την αναζήτηση των σκοπών και στη θέση της τοποθετεί την αναζήτηση των αιτίων. Με άλλα λόγια, το τελολογικό πρότυπο της αντίληψης του κόσμου φαίνεται να εκτοπίζεται οριστικά από το μηχανιστικό πρότυπο. Τέλος, για πολλούς ιστορικούς της φιλοσοφίας, η εμφάνιση και η επικράτηση του υποκειμένου ως κεντρικού, αλλά προβληματικού, προσώπου στη φιλοσοφική σκηνή ήρθε να επιβεβαιώσει τα μεγάλα πλήγματα της νέας επιστήμης εναντίον της παραδοσιακής αντίληψης του ανθρώπου και της φύσης.
Τα πλήγματα αυτά δεν άφησαν ανέπαφη τη λογοτεχνική παραγωγή, όπως το επισημαίνουν οι ιστορικοί της, οι οποίοι μιλούν συχνά για λογοτεχνία της απόγνωσης και της απελπισίας, μέσα σε έναν κόσμο χωρίς συνοχή και χωρίς νόημα. Για τους σύγχρονους δεν χρειάζεται καμία επιπλέον απόδειξη: το ισχυρό ρεύμα του σκεπτικισμού και της ελευθεριάζουσας σκέψης- η οποία αμφισβητεί προκλητικά, στις ακραίες εκδοχές της, τόσο την ύπαρξη του θεού όσο και την αθανασία της ψυχής- αρκούν ώστε να φανεί η επικίνδυνη ασυναρτησία των καιρών. Ο τόνος που επικρατεί είναι μάλλον πικρός, μια και για τους περισσότερους από τους ανθρώπους που ζουν στους επίμαχους αιώνες όχι μόνο ο άνθρωπος έχει χάσει τη θέση του στον κόσμο, αλλά έχει καταστραφεί και ο κόσμος στον οποίο οι άνθρωποι είχαν τη θέση τους, κατά κάποιον τρόπο, εξασφαλισμένη.
Ο χώρος του Σύμπαντος
Ο Γιοχάνες Κέπλερ (Kepler) σε προσωπογραφία του 1620
Οι ιστορικοί των επιστημών σήμερα είναι περισσότερο ψύχραιμοι στις εκτιμήσεις τους. Σε μια σειρά σημαντικών έργων στα οποία εξετάζει την επιστημονική επανάσταση του 16ου και του 17ου αιώνα, ο Αlexandre Κoyr έχει επιχειρήσει να καταγράψει τη φυσιογνωμία αυτής της επανάστασης, όχι μόνο στη συγκεκριμένη ιστορική της πορεία αλλά και στη φρόνιμη αποτίμηση της γενικότερης σημασίας της, η οποία αναλύεται στο βιβλίο του με τίτλο Από τον κλειστό κόσμο στο άπειρο σύμπαν. Εκεί, ο μεγάλος ιστορικός υποστηρίζει ότι η επιστημονική επανάσταση χαρακτηρίζεται από δύο θεμελιώδη γνωρίσματα. Το πρώτο έχει να κάνει
με την καταστροφή του Κόσμου, ενώ το δεύτερο έχει να κάνει με τη γεωμετρική ομοιογένεια του χώρου.
Θα ήταν χρήσιμο να δούμε τα πράγματα από πιο κοντά. Σύμφωνα με την παραδοσιακή αντίληψη, ο κόσμος αποτελούσε ένα πεπερασμένο όλο με άρτια εσωτερική διάταξη, στην οποία μπορούσε κανείς να διακρίνει μια σοφή και αμετάβλητη αξιολογική ιεραρχία. «Πάνω» από τη γη, βαρύ και πυκνό κέντρο της υποσελήνιας περιοχής, όπου βασιλεύουν η μεταβολή και η φθορά, «υψώνονται» οι ουράνιες σφαίρες των άφθαρτων και φωτεινών άστρων. Εναντίον ακριβώς αυτού του Κόσμου τώρα πια και με την ετυμολογική σημασία της λέξης- στρέφεται η νέα αστρονομία και τον αντικαθιστά από το Σύμπαν, το οποίο είναι άπειρο, δεν σφραγίζεται από καμία φυσική ιεραρχία, ενώ η ενότητά του είναι αποτέλεσμα των νόμων που το διέπουν και οι οποίοι ισχύουν για όλα τα μέρη που το απαρτίζουν. Στο σημείο αυτό παίζει τον ρόλο του το δεύτερο γνώρισμα, δηλαδή η γεωμετρική ομοιογένεια του χώρου, η οποία έρχεται σε ευθεία αντιπαράθεση με την αριστοτελική αντίληψη του χώρου ως διαφοροποιημένων τόπων.
Ο χώρος του σύμπαντος ταυτίζεται με τον χώρο έτσι όπως αυτός ορίζεται από την ευκλείδεια γεωμετρία, χώρος ομοιογενής, ουδέτερος, αντικείμενο μετρήσεων και υπολογισμών ακριβείας που μπορούν να εκφραστούν σε εξισώσεις και να σχηματοποιηθούν σε ευθείες και καμπύλες. Μια πέτρα που πέφτει δεν είναι, στην προοπτική της νέας φυσικής, το γνωστό στις αισθήσεις μας αντικείμενο, κάθε φορά διαφορετικό, σύμφωνα με τα ιδιαίτερα γνωρίσματά του· η πέτρα είναι απλώς ένα σώμα ή ένα σημείο που θα διατρέξει μια πορεία, η οποία υπακούει, με τρόπο αναγκαίο, στους προκαθορισμένους νόμους της πτώσης των σωμάτων. Με τον ίδιο τρόπο, ένα ουράνιο σώμα δεν είναι τίποτα άλλο από ένα σημείο που κινείται στο άπειρο σύμπαν ακολουθώντας τους νόμους που διετύπωσε ο Kepler. Αυτό δεν σημαίνει καθόλου ότι η Σελήνη θα πάψει να γοητεύει, να συγκινεί ή να τρομάζει τους ανθρώπους, ακόμη κι όταν αυτοί είναι φυσικοί ή αστρονόμοι. Σημαίνει όμως ότι η Σελήνη του ερωτευμένου είναι κάτι το εντελώς διαφορετικό από τη Σελήνη που βλέπει ο αστρονόμος από το τηλεσκόπιο.
Ένας από τους πρωτεργάτες της νέας επιστήμης, ο Pascal (Πασκάλ), διετύπωσε με το δικό του έντονο ύφος τη μεγάλη απορία που συνοδεύει τη σύγχρονη επιστήμη στο ξεκίνημά της: Η αιώνια σιωπή αυτών των άπειρων χώρων με τρομάζει.
του Γεράσιμου Βώκου, καθηγητή Φιλοσοφίας στο ΑΠΘ, Βήμα