Φιλόσοφοι της αρχαιότητας που περιφρονούσαν την κοινωνική συμβατικότητα. Ιδρυτής του φιλοσοφικού ρεύματος θεωρείται είτε ο μαθητής του Σωκράτη, Αντισθένης, είτε ο Διογένης ο Σινωπέας. Η φιλοσοφία τους ξεκίνησε κατά τον 4ο αι. π.Χ. και κατόρθωσε να επιβιώσει μέσω διαδοχικών φάσεων σε όλη την ιστορία του αρχαιοελληνικού πνευματικού πολιτισμού.
Ο φιλόσοφος Αντισθένης, μαθητής αρχικά του Σωκράτη, θεωρείται ιδρυτής της σχολής των κυνικών, σύμφωνα με την επικρατέστερη εκδοχή,
Σύμφωνα με ορισμένους, η ονομασία της κίνησης προέρχεται από το γυμνάσιο του Κυνοσάργους, όπου δίδασκε ο Αντισθένης· άλλοι υποστηρίζουν ότι προήλθε από τη λέξη κύων (σκύλος), καθώς το ζώο θα μπορούσε να είναι το σύμβολο αυτών των σοφών, εξαιτίας της απλότητας και της φυσικότητας της ζωής του.
Οι Κυνικοί ήταν μία από τις μακροβιότερες Φιλοσοφικές ΣχολέςΗ αποστολική και διδακτική συμπεριφορά τους γέννησε μια ολόκληρη φιλολογική παράδοση (διάλογοι, σάτιρα, παραινέσεις κλπ.) και κορυφώθηκε στο τυπικό είδος της διατριβής σε θέματα ηθικής. Οι ασκητικές συνήθειες των κυνικών εμπόδισαν την κίνησή τους να συγκροτηθεί σε οργανωμένη σχολή, ενώ ευνόησαν την επιβίωσή της παράλληλα προς τον στωικισμό.
Ο Ζήνων ο Κιτιεύς, ιδρυτής του τελευταίου ρεύματος, άντλησε στοιχεία από την κυνική διδασκαλία, παρά την αντίθεσή του προς αυτή. Ο κυνισμός επηρεάστηκε πολύ από τη σωκρατική διδασκαλία, σύμφωνα με την οποία η γνώση ταυτίζεται με την αρετή. Προβλήθηκε από τους κυνικούς με την έννοια ότι η γνώση έχει αξία μόνο σε συνάρτηση με την πράξη (σε αυτό το σημείο έχει την αφετηρία της και η υποτίμηση κάθε γνώσης καθαρά θεωρητικής και η αναγωγή της λογικής στον νομιναλισμό). Συνεπώς, η μόνη γνώση που έχει αξία είναι αυτή που δίνει τη λύση του πρακτικού προβλήματος της ευτυχίας. Η τελευταία συνίσταται στην αυτάρκεια και στην απομάκρυνση από τα εξωτερικά αγαθά ως αδιάφορα, καθώς αυτά αδυνατούν να απομακρύνουν τον σοφό από την τέλεια απάθειά του, που προκύπτει από την απελευθέρωσή του από τις επιθυμίες και τα πάθη. Η όλη διαδικασία απαιτεί προσπάθεια και άσκηση της θέλησης για την επιτυχημένη αντίθεση προς τον ηδονισμό.
Οι «Κυνικοί», κηρύσσουν μία «έμπρακτη» Ηθική, κατά την οποία η Αρετή όλως «παραδόξως» δεν εξαρτάται από τη Γνώση, αλλά είναι αποτέλεσμα ασκήσεως, εθισμού και αυτοελέγχου. Ιδεώδες των κυνικών ήταν ο Ηρακλής και οι περίφημοι άθλοι του. Τάσσονταν εναντίον του πολιτισμού, τον οποίο θεωρούσαν αφύσικη συμβατικότητα που θέλει να αποσπάσει τον άνθρωπο από τον μόχθο, αποτελώντας συγχρόνως τον δημιουργό καινούργιων αναγκών και πόνων. Από αυτή τη θεωρία προέρχεται η πολεμική εναντίον των μορφών της κοινωνικής ζωής (οικογένεια, κράτος κλπ.), η τάση προς ένα είδος ζωώδους και προκλητικού βίου, η περιφρόνηση κάθε κοινωνικής συνήθειας, η απουσία αιδούς και η απόλυτη ελευθερία του λόγου.
Ο «σοφός» των «Κυνικών» είναι αυτάρκης, αφού έχει (με το να είναι τέτοιος) τον πλούτο όλων των ανθρώπων. Δίνοντας συνεπώς έμφαση στον καθημερινό Τρόπο αντί στη Θεωρία, οι «Κυνικοί» επίγονοι του Αντισθένους, οι λεγόμενοι και «Αντισθενικοί», ταξίδευσαν με ιεραποστολική σχεδόν διάθεση από άκρου σε άκρο του Ελληνιστικού και Ρωμαϊκού κόσμου, ντυμένοι πτωχικά, μ’ ένα σακούλι στον ώμο για τη λιγοστή τροφή τους, αντισυμβατικοί σε όλους τους τομείς (κατά κανόνα αρνούμενοι ακόμη και εκείνους τους συγκεκριμένους τομείς της κοινωνικότητας που αναμφίβολα σεβόταν και τιμούσε ο ιδρυτής τους Αντισθένης), βρώμικοι, ατημέλητοι και προκλητικοί τόσο στα λόγια όσο και στα έργα τους, και καθιέρωσαν περισσότερο μία φιγούρα στάσεως, μορφής και συμπεριφοράς, παρά ένα οργανωμένο φιλοσοφικό σύστημα.
Ο σαρκασμός, ο εμπαιγμός, ο χλευασμός που χαρακτηρίζουν τα λόγια και τις πράξεις τους, στρέφονταν ενάντια σε κάθε εξουσία – πολιτική ή μη – ενάντια σ’ όλες τις αρχές και τους κανόνες – κοινωνικούς, οικογενειακούς – ενάντια σε κάθε τι που επιβάλλεται από έξω και παρεμποδίζει ή καθιστά αδύνατον αυτό που είναι το ζητούμενο : το κατά φύσιν ζην. Είναι η άλλη όψη της σωκρατικής διαλεκτικής, ο πλατωνισμός από την ανάποδη, ο φιλόσοφος με όψη σατύρου που σκέφτεται με διαφορετικούς όρους, που διακωμωδεί, παρωδεί και περιφρονεί τα πάντα, όχι από επιδειξιομανία αλλά από βαθύτερη γνώση της ανθρώπινης ένδειας και αδυναμίας……Αυτό που ζητούσαν οι αρχαίοι κυνικοί σε όλη τους τη ζωή ήταν να απαλλαγούν από κάθε άχρηστο περιττό βάρος. Και ο απώτερος στόχος τους δεν ήταν τίποτα άλλο από την αυτάρκεια και την ελευθερία. Εδώ και όχι στην αριστοτελική φιλοσοφία θα βρούμε τη ριζοσπαστικότερη, και πιο περήφανη, αμφισβήτηση και κριτική του πλατωνικού ιδεαλισμού.
Οι αρχές τους επικρίθηκαν πολύ από τους αντιπάλους τους, αλλά αποτέλεσαν τη βάση μιας αυστηρής ηθικής σχέσης και τα αρχέτυπα σημαντικών ιδεών σχετικά με την ισότητα, τη δουλεία, τον κοσμοπολιτισμό και την παγκοσμιότητα. Έχει ειπωθεί ότι με τους κυνικούς ο ελληνικός κόσμος αποκήρυσσε όλα τα ιδεώδη του και γι’ αυτό υπογραμμίστηκαν οι σχέσεις του παρακμάζοντος κυνισμού με τον μεταγενέστερο χριστιανισμό (ειδικά στις μοναστικές και ασκητικές του εκδηλώσεις). Όμως, ο κυνισμός δεν δίδαξε ούτε φιλανθρωπία ούτε αγάπη, αλλά αποτέλεσε – έστω και αρνητική – έκφραση ιδεών, οι οποίες προέκυψαν από τη γενική κρίση των παραδοσιακών αξιών, του πολιτισμού και της πολιτικής ζωής του αρχαίου ελληνικού κόσμου.
Κατά τους πρώτους χριστιανικούς χρόνους, της κυνικής αίρεσης οπαδοί υπήρξαν και ο Μάξιμος ο Αλεξανδρεύς (380) και ο Σαλλούστιος (460). Πολλά από τα δόγματα των Κυνικών και ιδίως τα περί απάθειας και ασκητικής εγκράτειας έγιναν αποδεκτά από τον χριστιανικό μοναχισμό.
wikipedia – Greek Academy΅Εγκυκλοπαίδεια