Τι είναι η φιλοσοφική ηθική;

1.1 Η έννοια του ηθικού προβλήματος

Ένα πρώτο βήμα για τη συστηματοποίηση και την καλλιέργεια των ηθικών μας προβληματισμών είναι ο εντοπισμός και η περιγραφή ενός ηθικού προβλήματος. Κάθε πρόβλημα που καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε μπορεί να διατυπωθεί με μια συγκεκριμένη ερώτηση. Έτσι, η κατάλληλη ερώτηση για να διαπιστώσουμε αν μια συγκεκριμένη κατάσταση πραγμάτων ή μια ενέργεια είναι ηθικά ενδιαφέρουσα είναι «ποιος βλάπτεται ή/και ποιος ωφελείται;». Αν η απάντηση που θα δώσουμε είναι καταφατική, τότε μπορούμε να θεωρήσουμε ότι έχουμε ένα ηθικό πρόβλημα – αν και διαφορετικοί άνθρωποι θα αντιμετώπιζαν την ίδια κατάσταση με διαφορετικό τρόπο, δεδομένου ότι τα κριτήρια ως προς το τι συνιστά βλάβη και ωφέλεια ποικίλλουν σημαντικά. Επίσης, θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι φορείς της βλάβης ή της ωφέλειας διαφοροποιούνται ανάλογα με την υπό εξέταση περίπτωση με αποτέλεσμα εκτός από τους συνανθρώπους μας φορείς βλαβών και ωφελημάτων να θεωρούνται (συχνά χωρίς επαρκή τεκμηρίωση) οι νεκροί, τα ζώα, το περιβάλλον, ακόμα και οι αφηρημένες ιδέες.

Από τη στιγμή, ωστόσο, που θα θεωρήσει κανείς ότι υπάρχει ένα ηθικό πρόβλημα είναι φυσικό να αναρωτηθεί ποιος είναι υπεύθυνος για τη βλάβη ή την ωφέλεια που προκαλείται, που προκλήθηκε ή που ενδέχεται να προκληθεί. Η έννοια της ευθύνης είναι σύνθετη και περίπλοκη, αφού αποτελεί αντικείμενο μελέτης τόσο της μεταφυσικής όσο και της επιστήμης του δικαίου, και για τον προσδιορισμό της υπάρχουν σοβαρές διχογνωμίες. Ωστόσο, για τις ανάγκες της έρευνάς μας μπορούμε να θεωρήσουμε κάποιον υπεύθυνο για μια πράξη ή παράλειψή του αν αυτή υπήρξε αποτέλεσμα συνειδητής επιλογής του, πράγμα το οποίο προϋποθέτει ότι είχε τη δυνατότητα, αν το επιθυμούσε, να προβεί σε διαφορετικές επιλογές. Από αυτή τη θεώρηση συνάγεται ότι κάποιος δεν είναι υπεύθυνος για πράγματα που δεν μπορεί να ελέγξει, όπως το DNA του ή κάποιες ενστικτώδεις κινήσεις ή ό,τι κάνει υπό την επήρεια ψυχοφαρμάκων. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι περιπτώσεις όπου κάποιος αναγκάζεται να κάνει ή να μην κάνει κάτι, γιατί μια διαφορετική επιλογή θα ήταν ιδιαίτερα οδυνηρή, όπως όταν απειλείται η ζωή του. Εδώ θεωρείται μεν υπεύθυνος, αφού θεωρητικά θα μπορούσε να πράξει κάτι το διαφορετικό, αλλά η απόφαση του κρίνεται με ιδιαίτερη επιείκεια, εφόσον αντιλαμβανόμαστε ότι είναι ιδιαίτερα επώδυνο για όλους μας να ενεργήσουμε διαφορετικά υπό παρόμοιες περιστάσεις. Ο λόγος που μας ενδιαφέρει να διαπιστώσουμε ποιος είναι υπεύθυνος θα γίνει παρακάτω κατανοητός.

Η βασικότερη όμως αντίδραση που κατά τεκμήριο μας προκαλεί ο εντοπισμός ενός ηθικού προβλήματος είναι ο προβληματισμός για το τι πρέπει να γίνει. Τα ηθικά προβλήματα δεν μας αφήνουν αδιάφορους, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι πάντοτε μας οδηγούν στην επιτέλεση συγκεκριμένων ενεργειών. Συχνά δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα, ενίοτε θεωρούμε κάποιους άλλους υπευθύνους, ενώ δεν θα πρέπει να λησμονούμε και τις περιπτώσεις εκείνες όπου μολονότι πιστεύουμε ότι πρέπει να κάνουμε κάτι και έχουμε αυτή τη δυνατότητα, αδυνατούμε να ενεργήσουμε (το φαινόμενο αυτό ονομάζεται ακρασία). Η περισσότερο συνήθης θετική αντίδραση στην παρουσία μιας ηθικά ενδιαφέρουσας κατάστασης είναι η εκφορά κάποιας σχετικής κρίσης και ο έπαινος αυτού που θεωρούμε υπεύθυνο (αν υπάρχει κάποιος στον οποίο μπορεί να καταλογισθεί ευθύνη). Αντίθετα, μια αρνητική αντίδραση εκδηλώνεται με καταδικαστικές κρίσεις και τον ψόγο αυτού που θεωρούμε υπεύθυνο, καθώς και την απαίτηση να επανορθώσει. Όταν, όμως, δεν υπάρχει κάποιος υπαίτιος (όπως λ. χ. σε ένα σεισμό) η αντίδρασή μας εκφράζεται με τον καθορισμό συγκεκριμένων υποχρεώσεων, την αιτιολόγησή τους, και ενδεχομένως με προτάσεις για τον τρόπο με τον οποίο θα πραγματοποιηθούν καλύτερα οι εν λόγω υποχρεώσεις. Ωστόσο, η θετική ή η αρνητική αντίδρασή μας δεν εξαντλείται πάντοτε με την εκφορά κάποιων ομιλιακών ενεργημάτων. Σε ορισμένες περιπτώσεις κρίνουμε ότι θα πρέπει να ενεργήσουμε με μη λεκτικό τρόπο, όπως όταν κάποιος αποφασίζει να πέσει στη θάλασσα για να σώσει έναν άνθρωπο που πνίγεται ή να ενισχύσει υλικά κάποιον που προέβη σε μια ηρωική πράξη.

Συμπερασματικά, από τη στιγμή που αναγνωρίζουμε μια κατάσταση όπου κάποιος ή κάτι, σύμφωνα με τα κριτήριά μας, βλάπτεται ή ωφελείται, μας ανοίγεται μια ευρεία κλίμακα θετικών ή αρνητικών αντιδράσεων που αρχίζει με επιδοκιμαστικές ή αποδοκιμαστικές σκέψεις και καταλήγει στην απόφασή μας να παρέμβουμε ενεργά και να επιχειρήσουμε να αλλάξουμε την κατάσταση. Υπάρχει λοιπόν ένα πρωτογενές υλικό, μια σειρά προβληματισμών , νοητικών διαδικασιών και ενεργειών που είναι κοινή στους περισσότερους ανθρώπους και πάνω στην οποία οικοδομείται η ηθική φιλοσοφία.

1.2. Καθημερινή και φιλοσοφική ηθική

Αν θέσουμε σε έναν άνθρωπο που δεν έχει ασχοληθεί συστηματικά με τη μελέτη της ηθικής, το ερώτημα τι είναι για αυτόν η ηθική θα μας απαριθμούσε κάποιες αξίες, αρχές ή κανόνες που προσδιορίζουν τη συμπεριφορά του και καθορίζουν τι είναι καλό και κακό. Αν όμως αντιμετωπίσουμε με κριτικό πνεύμα παρόμοιες απαντήσεις που συγκροτούν την καθημερινή ηθική, θα προβαίναμε στις ακόλουθες διαπιστώσεις.

α) Η καθημερινή ηθική υφίσταται σήμερα ποικίλες επιδράσεις από διαφορετικούς χώρους, όπως από τη θρησκεία, την παράδοση, τα ΜΜΕ και τα επικρατούντα κοινωνικά πρότυπα, με αποτέλεσμα σε συλλογικό επίπεδο οι κανονιστικές πεποιθήσεις των δρώντων να είναι ανομοιογενείς και σε ατομικό επίπεδο η σύνθεση των εν λόγω επιδράσεων να αποδεικνύεται ανεπιτυχής.

β) Συχνά δεν υπάρχει καμία ενοποιητική αρχή που να συνέχει όλες τις αρχές και τους κανόνες που επικαλούνται οι δρώντες, με αποτέλεσμα να αποδέχονται αντιφατικές αρχές ή να αντιμετωπίζουν παρόμοιες περιπτώσεις με διαφορετικά κριτήρια.

γ) Πολλές αρχές και κανόνες καλύπτονται με ένα μανδύα ηθικότητας, αλλά κατ’ ουσίαν είτε αποτελούν εκλογικεύσεις είτε συνειδητά εξυπηρετούν κατ’ αποκλειστικότητα συγκεκριμένα ατομικά ή συλλογικά συμφέροντα.

δ) Παρατηρείται συχνά μια αδυναμία έστω και στοιχειώδους δικαιολόγησης των αρχών και των κανόνων που ο μέσος άνθρωπος εφαρμόζει και αυτό εξηγείται από το γεγονός πολλές από αυτές έχουν άκριτα αφομοιωθεί μέσω διαδικασιών κοινωνικοποίησης.

Η φιλοσοφική όμως σκέψη που από καταβολής της προβάλλει μεταξύ άλλων την ανάλυση, τη σαφήνεια, το επιχείρημα, την πειστική δικαιολόγηση, τη θεωρία, την ενότητα και την επίτευξη λογικής συνοχής δεν μπορεί να μείνει ικανοποιημένη με αυτή την κατάσταση. Επιχειρεί από την εποχή του Σωκράτη και εξής μέσω του κλάδου της που ονομάζεται φιλοσοφική ηθική ή ηθική φιλοσοφία μια ενδελεχή θεώρηση των αξιών προσπαθώντας να δώσει μια περισσότερο συστηματική, σαφή, επαρκώς τεκμηριωμένη και λογικά συνεκτική εικόνα του τρόπου με τον οποίο οφείλουμε να ζούμε. Στα νεότερα χρόνια η προσπάθεια αυτή εκφράζεται, σε μεγάλο βαθμό αλλά όχι αποκλειστικά, με τη δημιουργία ηθικών θεωριών (ωφελιμισμός, καντιανή δεοντοκρατία, συμβολαιοκρατία, ενορασιοκρατία, φυσιοκρατία κ.ο.κ), δηλαδή με την προβολή γενικών δικαιολογημένων αρχών μέσω των οποίων μπορούμε να αντιμετωπίσουμε κάθε ηθικά ενδιαφέρουσα κατάσταση. Εδώ όμως απαιτείται μια βασική διευκρίνιση για την αποφυγή παρανοήσεων. Αυτός που αρχίζει να ασχολείται με την ηθική φιλοσοφία δε θα πρέπει να προσεγγίζει το αντικείμενο επιζητώντας να βρει την από καθέδρας «αλήθεια» αναφορικά με τα ηθικά προβλήματα. Αν και κάθε φιλόσοφος με σημαντική συμβολή στο χώρο ισχυρίζεται, όπως είναι φυσικό, ότι οι θέσεις του είναι ορθές, ο νεοεισερχόμενος μελετητής δε θα πρέπει να αναγνωρίζει στην ηθική φιλοσοφία εν γένει κάποια υπερβατική αυθεντία στην οποία πρέπει με σεβασμό να υποταχθεί απορρίπτοντας με αισθήματα ενοχής ό,τι προηγουμένως πίστευε. Η φιλοσοφική ηθική θα πρέπει να αποτελεί για αυτόν το έναυσμα για να αναλογιστεί και να επεξεργαστεί με τη βοήθεια φιλοσοφικών εργαλείων τις ηθικές του πεποιθήσεις επιβεβαιώνοντας, απορρίπτοντας ή τροποποιώντας κάποιες από αυτές, να έρθει σε επαφή με μια σειρά ηθικών προβλημάτων, τα οποία μέχρι τώρα δεν είχε την ευκαιρία να αντιληφθεί και να τα επεξεργασθεί, αναγνωρίζοντας το σύνθετο χαρακτήρα και την περιπλοκότητά τους, να γνωρίσει συγκεκριμένες μεθόδους αντικειμενικής ανάλυσης και αμερόληπτης αντιμετώπισης ηθικά ενδιαφερουσών υπαρκτών καταστάσεων, να ευαισθητοποιήσει και να οξύνει την ηθική κρίση του αναγνωρίζοντας την αναγκαιότητα επιχειρηματολογίας, και ίσως, σε ένα ύστερο στάδιο, να πεισθεί ως προς την ορθότητα κάποιας ηθικής θεωρίας ή θεώρησης, ή να διατυπώσει τις δικές του πρωτότυπες θέσεις. Σε αντίθετη περίπτωση, ελλοχεύει ο κίνδυνος να δει τη φιλοσοφική ηθική ως ένα βαρετό διανοητικό παιχνίδι χωρίς καμία πρακτική σημασία, όπου οι συμμετέχοντες αρέσκονται στο να αλληλοαναιρούνται και ενίοτε να παίζουν «εν ου παικτοίς»”.

1.3 Ο ορισμός της ηθικής και η ανάλυσή του

Στο πλαίσιο της φιλοσοφικής ηθικής μπορούμε να ορίσουμε την ηθική υπό την ευρεία έννοια ως κάθε σύνολο βασικών προτάσεων που αποσκοπούν στο να αξιολογήσουν ή να καθορίσουν μορφές συμπεριφοράς και παρουσιάζουν τα ακόλουθα χαρακτηριστικά : είναι καθολικεύσιμες, εφαρμόσιμες, επιτακτικές, απαιτούν από τους δρώντες να καθορίζουν τις ενέργειές τους με τέτοιο τρόπο ώστε να λαμβάνουν υπόψη και τα συμφέροντα όσων επηρεάζονται από αυτές και, τέλος, δικαιολογημένες. Από το σημείο αυτό και εξής, όταν αναφερόμαστε στην ηθική, θα εννοούμε το συγκεκριμένο αυτό ορισμό.

Τα επιμέρους αυτά χαρακτηριστικά μπορεί να θεωρηθούν ως αναγκαίες και επιμέρους ικανές συνθήκες οι οποίες πρέπει να πληρούνται για να ανήκει μια πρόταση στο χώρο της ηθικής και να ληφθεί σοβαρά υπόψη. Τα χαρακτηριστικά αυτά προσδιορίζουν την τυπική μορφή που πρέπει να έχει μια πρόταση σε αντίθεση με μια πρόταση που δεν ανήκει σε αυτό το χώρο (και κατά συνέπεια βρίσκεται εκτός της δικαιοδοσίας της ηθικής) και καθορίζουν ένα minimum περιεχομένου. Ακόμα, θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο ανωτέρω ορισμός αναφέρεται στην ηθική όπως την εννοούμε εδώ και τώρα στον δυτικό κόσμο, ύστερα από αρκετούς αιώνες σχετικών συζητήσεων. Ωστόσο, η περιγραφή που ακολουθεί μπορεί να ενσωματώσει και σημαντικές φιλοσοφικές θεωρίες του παρελθόντος όπως την αριστοτελική ηθική. Ας δούμε όμως τι σημαίνει το καθένα από αυτά τα χαρακτηριστικά.

α) Καθολικευσιμότητα: Μια πρόταση για να είναι ηθική θα πρέπει να επιβάλλει πως ό,τι είναι ορθό σε μια περίπτωση χ, είναι ορθό σε κάθε παρόμοια περίπτωση. Ομολογουμένως, δεν είναι πάντοτε εύκολο να προσδιορίσουμε με ακρίβεια δύο ηθικά παρόμοιες περιπτώσεις, δεδομένου ότι η επισήμανση μιας λανθάνουσας παραμέτρου ενδέχεται να μεταβάλει ριζικά την κρίση μας. Ωστόσο, δεν θα είχαμε καμία δυσκολία να απορρίψουμε προτάσεις όπως “μόνο όταν βρίσκεται κανείς στην πατρίδα του, θα πρέπει να προσεγγίζει τους άλλους με συμπόνια και κατανόηση” ή “μόνο τα ψέματα που λέγονται μετά τη δύση του ηλίου είναι αποδεκτά”. Στις περιπτώσεις αυτές ο δρων δεν μπορεί να εξηγήσει ικανοποιητικά τι είναι αυτό που αλλάζει όταν κάποιος καλείται να δείξει κατανόηση σε μια ξένη χώρα ή να πει ψέματα το πρωί.

β) Εφαρμοσιμότητα: Μια πρόταση για να είναι ηθική θα πρέπει να μην επιβάλλει κάτι που βρίσκεται πέρα από τις ανθρώπινες δυνατότητες. Σύμφωνα με μια φιλοσοφική ρήση “το πρέπει προϋποθέτει το μπορώ” (ought implies can), αλλά το ερώτημα που προκύπτει είναι ποια είναι τα όρια των ανθρώπινων δυνατοτήτων που θέτουν ταυτόχρονα όρια και στις αξιώσεις της ηθικής. Κάποια πράγματα αναμφίβολα είναι λογικώς ή φυσικώς αδύνατο να γίνουν, αλλά από εκεί και πέρα οι άνθρωποι διαφοροποιούνται ως προς το τι θεωρούν ότι είναι μέσα στις δυνατότητές τους. Κάποιοι προσφέρουν απλόχερα από το υστέρημά τους, ενώ για κάποιους είναι πολύ δύσκολο να στερηθούν κάτι από το περίσσευμά τους. Σε γενικές γραμμές, θα δεχόμασταν ότι τα ηθικά προτάγματα οφείλουν να είναι μετριοπαθή, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν θα πρέπει να επιβάλλουν λελογισμένες θυσίες στους δρώντες ή πρότυπα διαγωγής που περιορίζουν κάποιες επιβλαβείς για τους άλλους φυσικές ή επίκτητες τάσεις μας. Το να απαιτήσει κανείς από όλους να ζουν μια απόλυτα ασκητική και περιορισμένη ζωή είναι πιθανόν ανέφικτο· το να ζητήσει περισσότερη ειλικρίνεια ή μεγαλύτερη ευαισθησία για την ιδιωτική ζωή των άλλων δεν είναι.

γ) Επιτακτικότητα: Μια πρόταση για να θεωρηθεί ηθική θα πρέπει να επιβάλλει μια μορφή συμπεριφοράς, η οποία είναι δεσμευτική για αυτούς στους οποίους απευθύνεται. Οι προτάσεις της ηθικής δεν έχουν προαιρετικό χαρακτήρα, δηλαδή η εφαρμογή τους δεν επαφίεται στις διαθέσεις του δρώντος. Μπορεί βέβαια κάποιος να διαφωνήσει με μια συγκεκριμένη πρόταση. Ωστόσο, από τη στιγμή που την αποδεχθεί, οφείλει να ενεργεί σύμφωνα με αυτήν ανεξάρτητα από το αν η εφαρμογή της δεν είναι πάντα προς το συμφέρον του. Θα λέγαμε ότι πάντοτε οι ηθικοί λόγοι υπερισχύουν των μη-ηθικών λόγων.

δ) Στοιχειώδης Αλτρουισμός: Το χαρακτηριστικό αυτό αφορά το περιεχόμενο των ηθικών προτάσεων και όχι τη μορφή τους. Επιβάλλει ένα ελάχιστο κριτήριο ηθικής διαγωγής το οποίο εντοπίζεται στο να λαμβάνει κανείς υπόψη του κατά το σχεδιασμό των ενεργειών του και τα συμφέροντα των άλλων. Αυτό σημαίνει ότι η ηθική συμπεριφορά υπό την ευρεία έννοια είναι ασυμβίβαστη με την εγωιστική συμπεριφορά. Ως εγωιστής ορίζεται κάποιος που πρεσβεύει ότι η ικανοποίηση των συμφερόντων του κατισχύει πάντοτε της ικανοποίησης των συμφερόντων των άλλων. Αντίθετα, ηθικός άνθρωπος υπό την ευρεία έννοια είναι εκείνος που είναι διατεθειμένος να περιορίσει τις επιδιώξεις του για να προστατεύσει βασικά συμφέροντα εκείνων με τους οποίους αλληλεπιδρά. Αναμφίβολα, το ποια συμφέροντα θα θεωρήσει βασικά είναι συνάρτηση των ηθικών πεποιθήσεων του. Αυτό όμως που έχει σημασία στο σημείο αυτό είναι να κατανοήσουμε ότι μια κανονιστική πρόταση να θεωρηθεί  ηθική υπό την ευρεία έννοια θα πρέπει να εκφράζει ένα στοιχειώδες αλτρουιστικό περιεχόμενο. Με αυτό το σκεπτικό, για παράδειγμα, θα απορρίψουμε εξαρχής την πρόταση “η πλέον σημαντική αρετή είναι η μισαλλοδοξία” ή .

στ) Δικαιολόγηση: Οι φιλοσοφικές θέσεις θα άγγιζαν τα όρια του παραλογισμού για τον κοινό νου, αν δε συνοδεύονταν από εκτενή τεκμηρίωση. Η ανάγκη επομένως να συνοδεύονται οι προτάσεις της ηθικής από άλλες προτάσεις της ιδίας κατηγορίας δια των οποίων προβάλλονται οι λόγοι που καταδεικνύουν την ορθότητα και τη σπουδαιότητά των πρώτων είναι επιτακτική. Αυτό είναι αναμενόμενο, άπαξ και συνειδητοποιήσουμε ότι η συμμόρφωση με τις προτάσεις της ηθικής συνοδεύεται από καθόλου ευκαταφρόνητους περιορισμούς και θυσίες για τα ηθικά υποκείμενα. Δυστυχώς ή ευτυχώς δεν υπάρχει ομοφωνία ως προς το τι συνιστά ικανοποιητική δικαιολόγηση μιας επιμέρους ηθικής απόφασης, αν και ο πιο συνηθισμένος τρόπος είναι να επικαλείται το υποκείμενο μια ευρύτερη αρχή, στάση ή διαδικασία την οποία θεωρεί ότι είναι ότι θα γίνει ευρύτατα αποδεκτή. Εδώ, όμως, όπως θα διαπιστώσουμε στη συνέχεια, είμαστε σε θέση να διατυπώσουμε μια μέθοδο λήψης ηθικών αποφάσεων, η οποία μπορεί να μην εγγυάται την ορθότητά τους, μας προφυλάσσει, ωστόσο, από συνήθη σφάλματα και ατοπήματα.

Ακόμα μεγαλύτερες δυσκολίες ανακύπτουν ως προς τη δικαιολόγηση των θεμελιωδών ηθικών παραδοχών, λ.χ. μεγιστοποίησε την ωφέλεια, αναζήτησε την ευδαιμονία. Το μόνο για το οποίο υπάρχει σχετική ομοφωνία είναι ότι στην ηθική δεν μπορούμε να έχουμε τις αυστηρές λογικές αποδείξεις που συναντάμε στα μαθηματικά. Αλλά όπως και να έχει το ζήτημα, θα πρέπει να απαιτούμε από τους άλλους και (το δυσκολότερο ίσως) από τον εαυτό μας να υποβάλλουν σε κριτική θεώρηση τα ηθικά τους πιστεύω και τα πιστεύω των άλλων μη δεχόμενοι ανεξέταστα ό,τι συμβαίνει να θεωρείται ορθό. Έτσι, αν κάποιος απλώς προβάλλει μια αξιολογική πρόταση, θα πρέπει να του ζητήσουμε να μας αναφέρει τους λόγους που τον κάνουν να πιστεύει στην ορθότητά της· και αν η εξήγηση του δεν μας φαίνεται καθόλου πειστική, δεν έχουμε κανένα λόγο να συμφωνήσουμε μαζί του.

Είναι αναγκαίο να επισημάνουμε το ότι η παρουσία των πέντε αυτών χαρακτηριστικών σε μία πρόταση δεν επιβάλλει και την αναγκαστική συμφωνία μας με το περιεχόμενό της. Εκείνο το οποίο επιτυγχάνει είναι να εντάξει την εν λόγω πρόταση στην περιοχή του ηθικού (το οποίο εδώ αντιδιαστέλλεται με το μη-ηθικό) και να την καταστήσουν υποψήφια για αξιολόγηση και ολική ή μερική αποδοχή ή απόρριψη. Αντίθετα, η απουσία κάποιου χαρακτηριστικού αποτελεί λόγο άμεσου εξοβελισμού μιας πρότασης από την περιοχή του ηθικού, όποιο κι αν είναι το επιμέρους περιεχόμενό του.

1.4 Μια ταξινόμηση των πράξεων σύμφωνα με την ηθική

Υπό το πρίσμα της ηθικής οι πράξεις ταξινομούνται σε:

α. Επιτρεπτές, δηλαδή σε πράξεις που δεν απαγορεύονται ή δεν επιβάλλονται, αλλά επαφίενται στη διακριτική ευχέρεια του δρώντος.

β. Επιβεβλημένες, δηλαδή σε πράξεις η τέλεση των οποίων κρίνεται υποχρεωτική. Εδώ εντάσσονται τα συνήθη καθήκοντα και οι υποχρεώσεις.

γ. Καταδικαστέες, δηλαδή σε πράξεις η τέλεση των οποίων είναι απαγορευμένη

δ. Πέραν του καθήκοντος, δηλαδή σε πράξεις η τέλεση των οποίων επικροτείται απόλυτα από την οπτική γωνία της ηθικής, αλλά δε θεωρείται επιβεβλημένη, καθώς οι πράξεις αυτές ενέχουν δυσβάσταχτο κόστος για τον δρώντα. Για παράδειγμα, το να αφιερώσει κανείς τη ζωή του και την περιουσία του στην υπηρεσία των αναξιοπαθούντων αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα πράξης που υπερβαίνει το καθήκον.

Θα πρέπει να παρατηρήσουμε ότι η απόδοση σε μια πράξη κάποιου από τους ανωτέρω χαρακτηρισμούς εξαρτάται από την περιεκτική κατανόηση των περιστάσεων υπό τις οποίες τελείται (λ.χ. το να βλέπω τηλεόραση δεν είναι ηθικά επιτρεπτή πράξη τη στιγμή που ο γείτονάς μου καλεί σε βοήθεια), και φυσικά μπορεί να διαφοροποιείται ανάλογα με την ηθική θεωρία ή προσέγγιση που ενστερνίζεται ο κρίνων. Πάντως, οι ηθικοί φιλόσοφοι τείνουν να συμφωνούν ότι μια ηθική θεωρία, η οποία θα επέτρεπε λίγες πράξεις και θα χαρακτηριζόταν από πολλές υποχρεώσεις και απαγορεύσεις μη αφήνοντας στο υποκείμενο χώρο για  αμιγώς ατομικές επιδιώξεις, δε θα είχε πολλές πιθανότητες να γίνει ευρύτερα αποδεκτή.

1.5 Γιατί χρειαζόμαστε την ηθική;

Και μόνο η διατύπωση αυτού του ερωτήματος αρκεί να προκαλέσει την έντονη αντίδραση ορισμένων φιλοσόφων. Αν οι αξίες ενυπάρχουν στα πράγματα, θα σχολίαζαν, δεν έχει νόημα να αναρωτιόμαστε αν τις χρειαζόμαστε, αφού δεν μπορούμε παρά να τις αναγνωρίσουμε και να ζήσουμε σύμφωνα με αυτές. Κάποιοι άλλοι πρεσβεύουν ότι οφείλουμε να υπακούμε στις ηθικές αρχές άσχετα από το αν έχουν ή όχι κάποια συλλογική χρησιμότητα. Δε νομίζουμε όμως ότι οι απαντήσεις αυτές θα ήταν ιδιαίτερα ικανοποιητικές για εκείνους που βρίσκονται εκτός ηθικής και θέτουν το ερώτημα για τη χρησιμότητά της, αφού προϋποθέτουν τη de facto αποδοχή της.

Για αυτό το λόγο θα επικεντρώσουμε την προσοχή μας σε μια θεώρηση που βλέπει την ηθική ως έναν τρόπο συλλογικής βελτίωσης της θέσης του ανθρώπου στον κόσμο και απαντά με διάφορες παραλλαγές στον Πρωταγόρα, στον Hobbes, στον Hume και από τους σύγχρονους στους Mackie και Warnock. Σύμφωνα με τον τελευταίο (The Object of Morality, 1970) η παρουσία του ανθρώπου στον κόσμο σημαδεύεται από ορισμένα στοιχεία που καθιστούν τη ζωή του ιδιαίτερα δυσάρεστη. Το πρώτο είναι οι “περιορισμένες συμπάθειες” δηλαδή το γεγονός ότι οι άνθρωποι δεν βρίσκονται κατ’ ανάγκη σε άριστες σχέσεις με τους συνανθρώπους τους. Οι αντιπαλότητες που δημιουργούνται μπορεί να καταλήξουν σε μια καθολική αντιπαράθεση και στην αλληλοεξόντωση. Το δεύτερο στοιχείο είναι οι “περιορισμένοι πόροι” και εδώ εννοούμε το γεγονός ότι αφενός μεν δεν υπάρχει αφθονία πόρων στην γη, ώστε όλοι να ικανοποιούνται χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια, αφετέρου δε δεν υπάρχει ισοκατανομή τους με αποτέλεσμα για κάποιους η επιβίωση να καθίσταται περισσότερο επώδυνη. Εδώ θα μπορούσε να εντάξει κανείς τις ασθένειες καθώς και όλα τα φυσικά δεινά που πλήττουν τους ανθρώπους χωρίς δική τους υπαιτιότητα. Το τρίτο στοιχείο είναι η “περιορισμένη λογικότητα” η οποία θα μπορούσε να ερμηνευθεί ως διαπίστωση της αδυναμίας μας να επιλύσουμε βασικά μας προβλήματα χωρίς τη συνεργασία και τη βοήθεια των άλλων, καθώς και ως διαπίστωση των περιορισμένων δυνατοτήτων που έχουν κάποιοι άνθρωποι να επιλύουν τα προβλήματά τους σε σχέση με άλλους οι οποίοι είναι περισσότερο αποτελεσματικοί. Όλα αυτά είναι προφανές ότι δυσχεραίνουν την επιβίωση όλων των ανθρώπων και συντελούν στη δημιουργία μιας δυσάρεστης κατάστασης η συνειδητοποίηση της οποίας δεν προϋποθέτει την αποδοχή κάποιων θεωρητικών αρχών και η βελτίωση της οποίας κρίνεται επιτακτική. Στο σημείο αυτό διαφαίνεται η σημασία της ηθικής που γίνεται αντιληπτή ως ένα σύνολο κοινά αποδεκτών αρχών, στόχος των οποίων είναι να απαλειφθούν ή να μετριασθούν οι τραγικές για τους ανθρώπους συνέπειες των περιορισμένων συμπαθειών, των περιορισμένων πόρων και της περιορισμένης λογικότητας. Έτσι, προκειμένου να “αυξηθούν” οι περιορισμένες συμπάθειες χρειάζονται κανόνες για την προστασία της ανθρώπινης ζωής, της σωματικής ακεραιότητας και της αξιοπρέπειας. Για την αντιμετώπιση του προβλήματος των περιορισμένων πόρων απαιτούνται αρχές αγαθοπραξίας και συνδρομής των ασθενών και των αναξιοπαθούντων. Ακόμα απαιτούνται αρχές κοινωνικής δικαιοσύνης που θα καθορίζουν την κατανομή των υποχρεώσεων και των αγαθών σε μια κοινωνία. Τέλος, αρχές που επιβάλλουν τη συνεργασία και το συντονισμό των ατομικών προσπαθειών είναι απαραίτητες για να επιλυθούν, όσο αυτό είναι εφικτό, τα προβλήματα που προκύπτουν από την περιορισμένη λογικότητα.

Η θεώρηση αυτή δεν έχει ιστορικό χαρακτήρα, γιατί οι κώδικες ηθικής δεν υπήρξαν αποτέλεσμα συλλογικών διαβουλεύσεων όπου όλοι συμμετείχαν υπό καθεστώς πλήρους ισότητας. Αντίθετα, φαίνεται ότι οι ισχυρότεροι επέβαλαν ή μετέδωσαν την πολιτική ή τη θρησκευτική ηθική τους σε εκείνους που εξουσίαζαν. Ωστόσο, έχει το πλεονέκτημα ότι κάνει τον καθένα μας να αναλογιστεί τη συλλογική χρησιμότητα της ηθικής και να αντιληφθεί ότι η ηθική είναι ένα ανθρώπινο δημιούργημα που υπόκειται σε μεταβολές και βελτιώσεις και όχι ένα σύνολο μονολιθικών αρχών και κανόνων που έχουν υπερβατική ή φυσική προέλευση στους οποίους πρέπει άκριτα να υποταχθεί.

Μια τελική παρατήρηση. Το ερώτημα “γιατί χρειαζόμαστε την ηθική;” δεν πρέπει να ταυτίζεται με το ερώτημα “γιατί πρέπει να είμαι ηθικός;”. Και αυτό γιατί υπάρχει το ενδεχόμενο κάποιος να αναγνωρίσει τη συλλογική χρησιμότητα της ηθικής, αλλά να αρνηθεί να δεσμευθεί ως προς την εφαρμογή των κανόνων της με το αιτιολογικό ότι τον συμφέρει να τηρούν οι υπόλοιποι τις ηθικές αρχές, ενώ ο ίδιος να παραμένει ανήθικος, ειδικά όταν δεν γίνεται αντιληπτός. Σε ένα τέτοιο άτομο η ηθική δεν έχει να δώσει μια αποστομωτική απάντηση, αλλά να του υποδείξει ότι η στάση αυτή ενδέχεται να οδηγήσει στην απομόνωση, στην αλλοτρίωση ή στην αποκάλυψή του.

1.6 Oι κλάδοι της ηθικής

Ένα τόσο σύνθετο και ενδημικό φαινόμενο, όπως η ηθική διαγωγή και οι αρχές και οι αξίες που τη διέπουν, δεν είναι δυνατό να μελετηθεί από μία και μοναδική οπτική γωνία. Έτσι, κάποιος μπορεί να ασχοληθεί με την:

α) Περιγραφική ηθική. Στόχος της είναι η περιγραφή, η ανάλυση και η εξήγηση των ηθικών κωδίκων που επικρατούν σε μια συγκεκριμένη κοινωνία. Στόχος του μελετητή, που συνήθως είναι κοινωνιολόγος ή ανθρωπολόγος, είναι να κατανοήσει τις διαδικασίες σχηματισμού συγκεκριμένων ηθικών αντιλήψεων, χωρίς όμως να τοποθετείται ως προς την ορθότητά τους. Τα πορίσματα μιας τέτοιας προσέγγισης είναι χρήσιμα για τον ηθικό φιλόσοφο, αλλά δεν αποτελούν το κύριο αντικείμενο της έρευνάς του.

β) Μεταηθική. Ως αντικείμενό της έχει την ανάλυση του νοήματος των όρων και των προτάσεων της ηθικής (λ.χ. τι ακριβώς επιδιώκουμε να επιτύχουμε, όταν εκφέρουμε την πρόταση «η κλοπή είναι κάτι το κακό» ;)· την εύρεση μεθόδων και διαδικασιών που θα προσδίδουν στοιχειώδη εγκυρότητα στις ηθικές μας κρίσεις (λ.χ. υπό ποιες συνθήκες μπορεί μια ηθική κρίση να είναι αμερόληπτη; )· καθώς και τη μελέτη της υπόστασης και του τρόπου σύλληψης των ηθικών αξιών (λ.χ. υπάρχουν οι αξίες ανεξάρτητα από τον ηθικό δρώντα ή την κοινωνία όπου ζει;)..

γ) Κανονιστική ηθική. Στην περιοχή αυτή μας ενδιαφέρει η δικαιολόγηση συγκεκριμένων νοητικών καταστάσεων, ενεργειών και καταστάσεων πραγμάτων. Στόχος είναι να λάβουμε θέση σχετικά με το αν κάτι είναι δίκαιο ή άδικο, ορθό ή εσφαλμένο, καλό ή κακό. Και βέβαια να αιτιολογήσουμε επαρκώς τη θέση μας. Για παράδειγμα, μας ενδιαφέρει το αν και γιατί θα πρέπει να λέμε ψέματα. Στο χώρο αυτό οι φιλόσοφοι είτε καταγίνονται με τη διατύπωση θεωριών που παρέχουν γενικές καθοδηγητικές αρχές και επιμέρους κανόνες, είτε προτείνουν πιο συγκεκριμένα και χαλαρά κριτήρια (αγάπη, εμπιστοσύνη, αρετές) που θα μας δημιουργήσουν τα κατάλληλα κίνητρα για ηθική δράση. Το γεγονός είναι η προσέγγιση αυτή έχει πρακτικό χαρακτήρα, αλλά μπορεί να εκμεταλλευτεί τα πορίσματα της μεταηθικής που κινείται σε ένα πιο αφηρημένο επίπεδο. Στη συνέχεια θα αναφερθούμε στις πλέον βασικές ηθικές θεωρίες, τη δεοντοκρατία, τον ωφελιμισμό και την αρεταϊκή ηθική. Τέλος, τα τελευταία χρόνια ιδιαίτερη ανάπτυξη γνωρίζει μια εκδοχή της κανονιστικής ηθικής, η εφαρμοσμένη ηθική, που επικεντρώνεται στη μελέτη συγκεκριμένων πρακτικών προβλημάτων (λ.χ. σε αυτά που σχετίζονται με την επιστημονική έρευνα ή τη διεξαγωγή του πολέμου) και προτείνει λύσεις χρησιμοποιώντας με κριτικό πνεύμα τις γενικές παραδοχές της κανονιστικής ηθικής. Η αλματώδης ανάπτυξη της ιατρικής, της γενετικής και της βιολογίας τα τελευταία τριάντα χρόνια δημιούργησε τόσα ηθικά προβλήματα ώστε για πολλούς καθίσταται αναγκαία η θέσπιση ενός καινούργιου πεδίου έρευνας, της βιοηθικής, το οποίο θα έχει ως αποκλειστικό στόχο την αντιμετώπισή τους σε φιλοσοφικό, κοινωνικό και νομικό επίπεδο.  

Ενδεικτική βιβλιογραφία.

Ο ορθότερος πάντα τρόπος για να προσεγγίσει κανείς τη φιλοσοφική ηθική είναι μέσα από τα κείμενα που τη διαμόρφωσαν. Οι πλατωνικοί διάλογοι και ειδικότερα η Πολιτεία (Εκδόσεις Πόλις), τα Ηθικά Νικομάχεια του Αριστοτέλη, (Εκδόσεις Κάκτος και Ζήτρος) οι Διατριβές του Επίκτητου (εκδόσεις Ζήτρος) και τα κείμενα των Στωικών, οι επιστολές του Επίκουρου (Εκδόσεις Εξάντας), τα κείμενα του Αυγουστίνου και του Ακινάτη, ο Λεβιάθαν του Hobbes (Εκδόσεις Γνώση), η Έρευνα για την ανθρώπινη φύση του Hume, τα Θεμέλια της μεταφυσικής των ηθών (Εκδόσεις Δωδώνη)και η Κριτική του πρακτικού Λόγου (Εστία) του Kant, ο Ωφελιμισμός του Mill (Εκδόσεις Πόλις), η Γενεαλογία της ηθικής του Nietzsche (Εκδοτική Θεσσαλονίκης), το Περί ηθικής του Wittgenstein (Εκδόσεις Καρδαμίτσα) ανήκουν αναμφίβολα σε αυτή την κατηγορία. Όσον αφορά σύγχρονες θεωρήσεις (και ειδικότερα την ελληνική βιβλιογραφία) μπορεί κανείς να συμβουλευτεί κάποια από τα παρακάτω κείμενα:

    Άνσκομπ, Ελίζαμπεθ & Νέιγκελ, Τόμας. Ηθικός πόλεμος – Ηθική εν πολέμων. Εισαγωγή – μετάφραση Κωστής Μ. Κωβαίος. Αθήνα: Εκκρεμές, 2002. [Κλασικά κείμενα για την ηθική του πολέμου.]
    Arrington, Robert. Western Ethics: An Historical Introduction. Oxford: Blackwell, 1998. [Ιδιαίτερα κατατοπιστική εισαγωγή που καλύπτει τις πλέον σημαίνουσες μορφές της ηθικής σκέψης από την κλασική αρχαιότητα μέχρι σήμερα.]
    Αθανασόπουλος, Κωνσταντίνος Γ., Η ηθική φύση και η ελευθερία του προσώπου: Προβλήματα και προσωπικότητες της νεώτερης ηθικής φιλοσοφίας. Αθήνα: Δαρδανός, 2002.
    Atkinson, R.F. Εισαγωγή στην ηθική φιλοσοφία. Μετάφραση Ε. Καλοκαιρινού. Θεσσαλονίκη: Σύγχρονη Παιδεία, 1995. [Έμφαση στη μεταηθική.]
    Βauman, Zygmunt. Και πάλι μόνοι: Η ηθική μετά τη βεβαιότητα. Μετάφραση Ρίκα Μπενβενίστε – Κώστας Χατζηκυριακού. Αθήνα: Έρασμος, 1998.
    Beauchamp, Tom L. Philosophical Ethics: An Introduction to Moral Philosophy. New York : MacGraw-Hill, 1991.
    Blackburn, Simon. Ηθική. Mετάφραση Βασίλειος Κρουστάλλης. Αθήνα: Το Βήμα-Ελληνικά Γράμματα, 2006.
    Cavalier, Robert J. et al., eds. Ethics in the History of Western Philosophy. New York: St. Martin’s Press, 1989. [Αξιόπιστη συλλογή άρθρων για τις σημαντικότερες μορφές της ηθικής φιλοσοφίας.]
    Becker, Lawrence και Becker, Charlotte, eds. Encyclopedia of Ethics. New York: Garland, 1992. [Περιέχονται σύντομα λήμματα για τα περισσότερα θέματα που απασχολούν τους σύγχρονους ηθικούς φιλοσόφους.]
    Downie, R.S. και Calman K.C. Υγιής σεβασμός: Η ηθική στη φροντίδα υγείας. Μετάφραση Γ. Παπαγούνος και Α. Παπαοικονόμου-Αποστολοπούλου. Αθήνα: Λίτσας, 1997. [Αν και το δημοφιλές αυτό εγχειρίδιο επικεντρώνεται στην ιατρική ηθική, μπορεί να διαβαστεί και ως εισαγωγή στην ηθική φιλοσοφία.]
    Δραγώνα-Μονάχου, Μυρτώ. Σύγχρονη ηθική φιλοσοφία. Αθήνα : Ελληνικά Γράμματα, 1995. [Πρόκειται για την πληρέστερη γενική μελέτη που υπάρχει στα ελληνικά και καλύπτει τις σύγχρονες εξελίξεις. Εκτενής ελληνική βιβλιογραφία.]
    Δρακοπούλου Σ. “Μια επισκόπηση των κυριότερων τάσεων στη σύγχρονη αγγλοσαξονική ηθική φιλοσοφία.” Δωδώνη 14 (1985): 113-26.
    Habermas, Jurgen. Η ηθική της επικοινωνίας. Εισαγωγή-μετάφραση Κ. Καβουλάκος. Αθήνα: Εναλλακτικές Εκδόσεις, 1997. [Συνοπτική έκθεση μιας πρόσφατης δημοφιλούς ηθικής θεωρίας από έναν από τους διασημότερους φιλοσόφους της εποχής μας.]
    Mackie, J. L. Ethics: Inventing Right and Wrong. Harmondsworth: Penguin, 1977. [Δύσκολο αλλά σημαντικό. Θα εκδοθεί από τις εκδόσεις Εκκρεμές]
    MacIntyre, Alasdair. A Short History of Ethics. London: Routledge, 1976. [Επισκόπηση της ηθικής σκέψης από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα].
    Nagel, Thomas. Η θέα από το πουθενά. Μετάφραση Χρήστος Σταματέλος. Επιμέλεια Στέλιος Βιρβιδάκης. Αθήνα: Κριτική, 2000. [Τα τέσσερα τελευταία κεφάλαια.]
    Παιονίδης, Φιλήμων. Ψευδολογία και ηθική. Θεσσαλονίκη: Βάνιας, 1994. [Διεξοδική ανάλυση ενός διαδεδομένου ηθικού προβλήματος.]
  • Autonomy and Sympathy: A post-Kantian Moral Image. Lanham MD: University Press of America, 2005.
  • Υπέρ του δεόντος: Δοκίμια εφαρμοσμένης φιλοσοφίας. Αθήνα: Εκκρεμές, 2007.
    Παπανούτσος, Ε. Π. Ηθική. Αθήνα: Ίκαρος, 1956. [Αν και πέρασαν πολλά χρόνια από τη συγγραφή της, η μελέτη αυτή παραμένει σημαντική.]
    Πελεγρίνης, Θεοδώσιος Ν. Ηθική φιλοσοφία. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα, 1997.
    Prior, William J. Virtue and Knowledge: An Introduction to Ancient Greek Ethics. London: Routledge, 1991. [Κατατοπιστική εισαγωγή στην αρχαία ελληνική ηθική σκέψη.]
    Rachels, James. The Elements of Moral Philosophy. New York: MacGraw-Hill, 1993. [Ένα από τα χρηστικότερα εγχειρίδια που υπάρχουν στην αγγλική γλώσσα.]
    Schneewind, Jerry. The Invention of Autonomy. Cambridge: Cambridge University Press, 1998. [Μία από τις ιστορικές σημαντικότερες μελέτες για την ανάδειξη και τα χαρακτηριστικά της νεότερης ηθικής φιλοσοφίας.]
    Singer, P.,ed. A Companion to Ethics. Oxford: Basil Blackwell, 1991.
    – ed. Ethics. Oxford: Oxford University Press, 1994. [Στην ανθολογία αυτή συγκεντρώνεται μια πληθώρα πηγών σχετικά με τη δυτική και την ανατολική ηθική σκέψη.]
    Timmons, Marc. Moral Theory: An Introduction. Lanham MD: Rowman and Littlefield, 2002.
    Τσινόρεμα, Σταυρούλα. “Η βιοηθική και η σύγχρονη κριτική της πράξης.” Δευκαλίων 24 (2006): 213-50
    Βιρβιδάκης, Στέλιος. “Υπάρχει κρίση της ηθικής φιλοσοφίας;” Ελληνική Φιλοσοφική Επιθεώρηση 5 (1988): 115-29. [Επισκόπηση πρόσφατων εξελίξεων.]
    Williams, Bernard. Morality: An Introduction to Ethics. Cambridge: Cambridge University Press, 1972.
    – Ethics and the Limits of Philosophy. London: Fontana, 1985. [Αν και ιδιαίτερα δύσβατος για κάποιον που αρχίζει να έρχεται σε επαφή με το αντικείμενο αυτό, ο Williams παραμένει ένας από τους πλέον διεισδυτικούς σύγχρονους ηθικούς φιλοσόφους.]

    Συντάκτης : Φιλήμων Παιονίδης