Η Υπατία γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια το 370 μ.χ και πέθανε στην ίδια πόλη το 415 μ.Χ. Σήμερα δε 3 Ιουνίου εορτάζεται το όνομά της. Ήταν κόρη του μαθηματικού, αστρονόμου και φιλόσοφου Θέωνα, ενώ έλαβε με τις φροντίδες του πατέρα της την καλύτερη δυνατή εκπαίδευση στα Μαθηματικά. Ήταν η πρώτη γυναίκα που είχε μια ουσιαστική συμβολή στην ανάπτυξη των μαθηματικών. Ταξίδεψε στην Αθήνα και στην Ιταλία για να σπουδάσει φιλοσοφία. Στην Αθήνα παρακολούθησε μαθήματα στη νεοπλατωνική σχολή, όμως μαθήτευσε και κοντά στον Πρόκλο και τον Ιεροκλή.
Από την ταινία Υπατία
Ο πατέρας της Θέωνας κατέγραψε δυο εκλείψεις (μια ηλιακή και μια σεληνιακή) ενώ υπήρξε ο τελευταίος διευθυντής της Βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας πριν την καταστροφή της. Το κορυφαίο επίτευγμα του Θέωνος όμως ήταν η έκδοση από αυτόν των Στοιχείων του Ευκλείδη, περί το 364, από την οποία η ανθρωπότητα μάθαινε Γεωμετρία επί 15 αιώνες, και ανατυπωνόταν μέχρι το 1814.
Επιστρέφοντας στην Αλεξάνδρεια, έγινε επικεφαλής της εκεί σχολής των Πλατωνιστών (400 μ.Χ.), δίδαξε φιλοσοφία και μαθηματικά και αποτέλεσε πόλο έλξης για τους διανοούμενους της εποχής ενώ έκανε και εκτενή και ουσιώδη σχόλια στα μαθηματικά έργα του Διόφαντου και του Απολλώνιου. Δυστυχώς παρότι η ίδια η Υπατία υπήρξε πολυγραφότατη κανένα από τα έργα της δεν σώζεται και έχουμε μόνο αναφορές για αυτά.
Πολλοί από τους μαθητές της ανήκαν στους ανώτατους κύκλους της αριστοκρατίας της πόλης και έγιναν σημαντικές προσωπικότητες, όπως ο έπαρχος της Αλεξανδρείας Ορέστης. Η ίδια επηρεάστηκε φιλοσοφικά από τους νεοπλατωνικούς Πλωτίνο και Ιάμβλιχο.
Η Υπατία διδάσκοντας στη Σχολή της Αλεξάνδρειας. Έργο του Μασολίνο ντα Πανικάλε (1428)
Η Υπατία δίδαξε τις φιλοσοφικές τους ιδέες με μια μεγαλύτερη επιστημονική έμφαση από ότι οι πρώτοι οπαδοί του Νεοπλατωνισμού. Περιγράφεται από όλους τους σχολιαστές ως χαρισματικός δάσκαλος. Η Υπατία ήρθε να συμβολίσει την μάθηση και την επιστήμη που οι πρώτοι Χριστιανοί την ταύτιζαν με την ειδωλολατρεία.
Το σημαντικότερο έργο της Υπατίας ήταν στην άλγεβρα. Έγραψε σχόλια στην Αριθμητική του Διόφαντου σε 13 βιβλία. Ο Διόφαντος έζησε και εργάσθηκε στην Αλεξάνδρεια τον τρίτο αιώνα και έχει ονομασθεί ‘πατέρας της άλγεβρας’. Ανέπτυξε τις απροσδιόριστες (ή Διοφαντικές) εξισώσεις, δηλαδή εξισώσεις με πολλαπλές λύσεις. (Ένα συνηθισμένο παράδειγμα προβλημάτων αυτού του τύπου είναι το πώς μπορούμε να μετατρέψουμε ένα κατοστάρικο σε νομίσματα χρησιμοποιώντας διαφορετικά νομίσματα, 50άρικα, 20άρικα κλπ.). Εργάσθηκε επίσης με δευτεροβάθμιες εξισώσεις. Τα σχόλια της Υπατίας περιελάμβαναν εναλλακτικές λύσεις και πολλά νέα προβλήματα που προέκυπταν σαν συνέπεια στα χειρόγραφα του Διόφαντου.
Η Υπατία έγραψε επίσης μια διατριβή Περί των Κωνικών του Απολλώνιου σε οκτώ βιβλία. Ο Απολλώνιος ο Πέργας ήταν ένας αλεξανδρινός γεωμέτρης του 3ου π.Χ. αιώνα, που προσπάθησε να εξηγήσει τις ασυνήθιστες τροχιές των πλανητών. Το κείμενο της Υπατίας ήταν μια εκλαΐκευση της εργασίας του. Όπως οι έλληνες πρόγονοί της, η Υπατία γοητευόταν από τις κωνικές τομές (τα γεωμετρικά σχήματα που σχηματίζονται όταν ένα επίπεδο τέμνει ένα κώνο). Μετά το θάνατό της, οι κωνικές τομές αγνοήθηκαν μέχρι την αρχή του 17ου αιώνα όταν οι επιστήμονες συνειδητοποίησαν ότι πολλά φυσικά φαινόμενα, όπως οι τροχιές πλανητών, περιγραφόταν με τον καλύτερο τρόπο με τις καμπύλες που προκύπτουν από κωνικές τομές.
Ο Θέων, ο πατέρας της Υπατίας, αναθεώρησε και εξέλιξε τα Στοιχεία της γεωμετρίας του Ευκλείδη και είναι η δική του έκδοση που χρησιμοποιείται ακόμα και σήμερα. Πιθανότατα η Υπατία εργάσθηκε μαζί του σε αυτή την αναθεώρηση. Αργότερα έγραψε μαζί του τουλάχιστον μία διατριβή για τον Ευκλείδη. Η Υπατία επίσης έγραψε τουλάχιστον ένα βιβλίο από την εργασία του Θέωνα για τον Πτολεμαίο. Ο Πτολεμαίος είχε συστηματοποιήσει όλη τη σύγχρονη μαθηματική και αστρονομική γνώση σε ένα έργο 13 βιβλίων, το οποίο μετριόφρονα ονόμασε Μαθηματική Πραγματεία. Άραβες Σχολαστικιστές το μετονόμασαν σε Almagest (‘Μέγα Βιβλίο”). Το σύστημα του Πτολεμαίου παρέμεινε το κυρίαρχο αστρονομικό έργο μέχρι τον Κοπέρνικο τον 16ο αιώνα. Οι πίνακες της Υπατίας για τις κινήσεις των ουράνιων σωμάτων, ο Αστρονομικός Κανών, ίσως ήταν μέρος των σχολίων του Θέωνα στον Πτολεμαίο, ή ήταν ξεχωριστό έργο.
Εκτός από τη φιλοσοφία και τα μαθηματικά, η Υπατία είχε ενδιαφέρον για τη μηχανική και την πρακτική τεχνολογία. Τα γράμματα του Συνέσιου περιέχουν σχέδια για αρκετά επιστημονικά όργανα περιλαμβάνοντας έναν αστρολάβο (Ο αστρολάβος χρησιμοποιούταν για τη μέτρηση των θέσεων του άστρων, πλανητών και του ήλιου και για τον υπολογισμό της ώρας και του ανερχόμενου ζωδίου του ζωδιακού).
Η Υπατία ανέπτυξε ακόμα μια συσκευή για τη διύλιση του νερού, ένα όργανο για τη μέτρηση της στάθμης του νερού και ένα διαβαθμισμένο υδρόμετρο από μπρούτζο για τη μέτρηση της ειδικής βαρύτητας (πυκνότητας) ενός υγρού.
Η Υπατία ήταν ο τελευταίος παγανιστής επιστήμονας του δυτικού κόσμου και ο θάνατός της συνέπεσε με τα τελευταία χρόνια της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Και αφού από τότε δεν υπήρξαν σημαντικές πρόοδοι στα μαθηματικά, την αστρονομία και τη φυσική σε όλο τη Δύση για άλλα 1000 χρόνια, η Υπατία έγινε σύμβολο του τέλους της αρχαίας επιστήμης. Μετά την Υπατία ήρθε το χάος και ο βαρβαρισμός των Σκοτεινών Χρόνων.
Αρκετοί συγγραφείς μνημονεύουν τις διδασκαλίες της Υπατίας σαν Χριστιανικές στο πνεύμα. Πραγματικά, η Υπατία αφαίρεσε το πέπλο μυστηρίου με το οποίο είχε καλυφθεί αυτή η νέα θρησκεία, συζητώντας με τέτοια ευκρίνεια για τις πιο πολύπλοκες αρχές της ώστε πολλοί νεοφώτιστοι στη Χριστιανική πίστη εγκατέλειψαν το Χριστιανισμό για να γίνουν μαθητές της. Η Υπατία αποδείκνυε λογικά την παγανιστική καταγωγή της Χριστιανικής πίστης, αλλά και εξέθετε τα υποτιθέμενα θαύματα που οι Χριστιανοί πρόβαλαν σαν σημάδια “θείας προτίμησης”, αναλύοντας τους φυσικούς νόμους που διέπουν τα φαινόμενα.
Εντούτοις, μεταξύ των μαθητών που δίδαξε στην Αλεξάνδρεια υπήρξαν πολλοί προεξέχοντες Χριστιανοί. Ένας από τους διασημότερους είναι ο Συνέσιος ο Κυρηναίος που επρόκειτο αργότερα να γίνει επίσκοπος Πτολεμαίδος. Πολλές από τις επιστολές που ο Συνέσιος έγραψε στην Υπατία έχουν συντηρηθεί και βλέπουμε κάποιες απο αυτές που γέμιζαν από θαυμασμό και σεβασμό για τις διδακτικές και επιστημονικές ικανότητες της Υπατίας.
Το 412 μ.χ ο Κύριλλος έγινε Επίσκοπος της Αλεξάνδρειας. Ρωμαίος δε έπαρχος της Αλεξάνδρειας ήταν ο Ορέστης. Ο Κύριλλος και ο Ορέστης ήταν σφοδροί πολιτικοί ανταγωνιστές. Η εκκλησία και το κράτος πάλεψαν για τον έλεγχο. Η Υπατία ήταν φίλη του Ορέστη και αυτό, μαζί με την προκατάληψη των Χριστιανών που θεωρούσαν τις φιλοσοφικές απόψεις της, ειδωλολατρικές, συνετέλεσαν ώστε η Υπατία να γίνει το σημείο εστίασης των ταραχών μεταξύ των Χριστιανών και των μη-Χριστιανών.
Η δράση της θεωρήθηκε επικίνδυνη για την εξάπλωση του Χριστιανισμού, σταδιακά καλλιεργήθηκε κλίμα εναντίον της που οδήγησε στη βίαιη δολοφονία της από τον όχλο ή από ομάδες φανατικών μοναχών. Το μανιασμένο πλήθος την ξεγύμνωσε και τη πετροβόλησε μέχρι θανάτου, στη συνέχεια το πτώμα της διαμελίστηκε και κάηκε στη πυρά. Ηθικός αυτουργός θεωρήθηκε ο επίσκοπος της Αλεξάνδρειας, Κύριλλος, ο οποίος είχε έρθει σε μεγάλη αντίθεση με τον Ρωμαίο Κυβερνήτη της Αιγύπτου και φιλικά διακείμενου προς την Υπατία, Ορέστη.
“Η Υπατία ήταν ένα πρόσωπο που χώριζε την κοινωνία σε δύο μέρη:
αυτούς που την θεωρούσαν θαύμα του φωτός
και αυτούς που την έβλεπαν σαν απόστολο του σκότους.”
(Elbert Hunnard)
Ο φόνος της Υπατίας περιγράφεται στα γραπτά του χριστιανού ιστορικού του 5ου αιώνα Σωκράτη του Σχολαστικού ως εξής σε μετάφραση: “Όλοι οι άνθρωποι την σεβόταν και την θαύμαζαν για την απλή ταπεινοφροσύνη του μυαλού της. Ωστόσο, πολλοί με πείσμα την ζήλευαν και επειδή συχνά συναντούσε και είχε μεγάλη οικειότητα με τον Ορέστη, ο λαός την κατηγόρησε ότι αυτή ήταν η αιτία που ο Επίσκοπος και ο Ορέστης δεν γινόταν φίλοι. Με λίγα λόγια, ορισμένοι πεισματάρηδες και απερίσκεπτοι κοκορόμυαλοι με υποκινητή και αρχηγό τους τον Πέτρο, έναν οπαδό αυτής της Εκκλησίας, παρακολουθούσαν αυτή τη γυναίκα να επιστρέφει σπίτι της γυρνώντας από κάπου. Την κατέβασαν με τη βία από την άμαξά της, την μετέφεραν στην Εκκλησία που ονομαζόταν Caesarium, την γύμνωσαν εντελώς, της έσκισαν το δέρμα και έκοψαν τις σάρκες του σώματός της με κοφτερά κοχύλια μέχρι που ξεψύχησε, διαμέλισαν το σώμα της, έφεραν τα μέλη της σε ένα μέρος που ονομαζόταν Κίναρον και τα έκαψαν.”