Επιστημονική γνώση και ηθική

Συναρτάται άραγε η επιστήμη με την ηθική σε ένα θεωρητικό όσο καιπρακτικό επίπεδο ή είναι ανεξάρτητη και αποκομμένη η μία από την άλλη;Στο ερώτημα αυτό, που αποκτά στις μέρες μας μία ιδιαίτερη, ζωτική σημασία, καλούμαστε εκ των πραγμάτων να δώσουμε μία όσο το δυνατόν πιο τεκμηριωμένη απάντηση. Παρότι η φιλοσοφική, η επιστημολογική και η κοινωνιολογική θεώρηση του θέματος δεν αφήνουν κατά τη γνώμη μου περιθώρια για μία απάντηση, που δεν θα ήταν μονοσήμαντα καταφατική, οι απόψεις της επιστημονικής και της φιλοσοφικής κοινότητας δεν φαίνεται να συγκλίνουν σε μία κοινή θέση.

Τη συνύφανση της ηθικής με τη φυσική επιστήμη -σε μία αδιάρρηκτη ενότητα γνώσης και πράξης- την πρωτοσυναντάμε, τουλάχιστον όσον αφορά τον ευρωπαϊκό χώρο, στην προσωκρατική φιλοσοφία, με την οποία μπαίνουν για πρώτη φορά οι βάσεις για μία επιστημονική σκέψη, που δεν ενέχει μόνο ορθολογικά στοιχεία, αλλά ενσωματώνει θεμελιακά και στοιχεία ηθικού στοχασμού. Σύμφωνα λοιπόν με τον Ηράκλειτο, τον Αναξιμένη και τον Αναξίμανδρο, συμπαντική ηθική τάξη και φυσιοκρατική κοσμοαντίληψη είναι άρρηκτα συνυφασμένες σε μία καθολική ενότητα. Αλλά και για τον Πυθαγόρα και τους Πυθαγορείους η κοσμική τάξη και η συμπαντική αρμονία προδιαγράφουν την ηθική στάση του ανθρώπου, ο οποίος οφείλει να ζει όχι αποκομμένος από τη φύση αλλά σε πλήρη αρμονία μαζί της.

Όμως και στον ακραγαντίνο Εμπεδοκλή το ζεύγος των αντίρροπων δυνάμεων "Φιλότης – Νείκος" (έλξη – άπωση) δεν εκφράζει μόνο ένα φυσικό νόμο για την ωθούσα δύναμη των φυσικών διεργασιών, αλλά αποδίδει και τις δύο βασικές έννοιες του ηθικού του στοχασμού. Τέλος και ο Δημόκριτος θεωρεί ουσιαστικά ότι φυσική επιστήμη και ηθική δεν είναι ανεξάρτητες η μία από την άλλη, μιας που η νόηση και ο ηθικός βίος εξαρτώνται -σύμφωνα με την ατομιστική θεωρία του- από τις κινήσεις των σφαιρικών ατόμων της ψυχής.

Το συνταίριασμα βέβαια της γνώσης με την ηθική το συναντάμε αργότερα και στη σωκρατική φιλοσοφία, όπως επίσης στην πλατωνική, στην αριστοτελική αλλά και στην ελληνιστική φιλοσοφία.

Αξίζει πάντως να τονιστεί ότι η αρχαιοελληνική σκέψη δεν πρωτοεισήγαγε μόνο τον ορθό λόγο στη θέαση του κόσμου -όπως ελλειπτικώς συχνότατα της αναγνωρίζεται- αλλά έβαλε συγχρόνως και τις βάσεις για μία ηθική φιλοσοφία της γνώσης, μία οντολογία των αξιών και της ηθικής, συνυφασμένη με μία οντολογία της επιστήμης.

Ο διαχωρισμός επιστήμης και ηθικής, γεγονότων και αξιών (facts and values) είναι ουσιαστικά ένα προϊόν του άκρατου επιστημονισμού κυρίως του 20ού αιώνα. Τις ρίζες αυτού του διαχωρισμού μπορούμε ωστόσο να τις ανιχνεύσουμε στο πρώτο σημαντικό στάδιο ανάπτυξης της νεότερης επιστήμης, κυρίως κατά το 17ο αιώνα, και κάπως πιο έντονα στην περίοδο του Διαφωτισμού, κατά το 18ο αιώνα. Είναι βέβαια προφανές ότι, για να εδραιωθεί η επιστήμη ως αντικειμενική αλήθεια και γνώση, πρέπει να μείνει μακριά από υποκειμενικές αξίες και αρχές, να είναι ανεξάρτητη από την ηθική και τις αξιολογικές κρίσεις της. Αυτή όμως η απαραίτητη για το επιστημονικό έργο καταστατική αρχή, ενταγμένη σήμερα μέσα στο ασφυκτικό, θετικιστικό, άνυδρο και ανούσιο πλαίσιο ενός τεχνοκρατούμενου επιστημονισμού, έχει οδηγήσει στην επικίνδυνη παρανόηση που θέλει την επιστήμη πλήρως αποκομμένη από την ηθική.

Στο βιβλίο  του Τάκη Μίχα "Νόαμ Τσόμσκι και Φιλελευθερισμός", εκδ. Κριτική, διαβάζουμε σχετικώς την άποψη του αμερικανού γλωσσολόγου ότι είναι "προς τιμήν των επιστημών το γεγονός ότι είναι αποκομμένες από την ‘ηθική σκέψη και τον κόσμο’" και πως, παρότι η ορθολογική έρευνα είναι μέρος του κόσμου, "στόχος της είναι να κατανοήσει, όχι να κατασκευάσει, ένα δόγμα το οποίο να συμφωνεί με κάποιες ηθικές ή άλλες προτιμήσεις". Επίσης, αφού μοναδικό κριτήριο και στόχος της επιστημονικής έρευνας είναι η αλήθεια, "η αλήθεια είναι η αλήθεια. Δεν αποφασίζεις τι είναι αληθές για ιδεολογικούς λόγους […], πρέπει να προσδιοριστεί τι είναι αληθινό στη βάση δεδομένων […] και το ερώτημα τι είναι προοδευτικό και τι αντιδραστικό δεν έχει καμία σημασία στην έρευνα".

Όταν όμως κατά το επιστημονικό μας έργο αναζητούμε την αλήθεια, αυτό δεν αποτελεί άραγε την επιλογή μιας αξίας (της αξίας της αλήθειας), δεν αποτελεί μία ηθική επιλογή, όταν επιλέγουμε να παραμείνουμε στο ξέφωτο της αλήθειας; Και για να θυμηθούμε κατ’ αναλογία το γάλλο φυσιολόγο και νομπελίστα Ζακ Μονό και τη θεωρία του για την "ηθική της γνώσης", το αίτημα της αντικειμενικότητας στη γνώση (επιστήμη), που τη θέλει ανεξάρτητη από τις αξιολογικές κρίσεις της ηθικής, δεν αποτελεί άραγε από μόνο του μία ηθική επιταγή, αφού μία αξία (η αντικειμενικότητα) προορίζεται για τη θεμελίωση της γνώσης;

Δεν υπάρχουν σημαίνουσες ανθρώπινες δραστηριότητες, όπως είναι το επιστημονικό έργο -η έρευνα και οι εφαρμογές της- που να είναι ηθικά ουδέτερες. Η επιστήμη δεν μπορεί παρά να συμβαδίζει, θεωρητικά και πρακτικά, με την ηθική σε μία κοσμοθεώρηση, που σίγουρα δεν θα είναι πραγματιστική.

του Ιωάννη Ν.  Μαρκόπουλου, καθηγητή στο Τμήμα Χημικών Μηχανικών του ΑΠΘ