Η χρήση των Google, Wikipedia, Internet Movie Database καθώς και των smart phones που μας βοηθούν στην επικοινωνία, ενεργούν στη μνήμη μας σαν να είναι μια μνήμη flash. Αυτό συμπέρανε μια έρευνα που δημοσιεύτηκε πρόσφατα στο Science.
Συγχρόνως, μια άλλη έρευνα που διεξήχθη από την ψυχολόγο Betsy Sparrow από το Πανεπιστήμιο Columbia έδειξε ότι η διαθεσιμότητα των πληροφοριών στο Διαδίκτυο αλλάζει τη φύση αυτών που θυμόμαστε, κάνοντάς μας να θυμόμαστε πιο εύκολα πού βρίσκονται κάποιες πληροφορίες παρά το ίδιο το περιεχόμενο των πληροφοριών αυτών.
Η Betsy Sparrow και οι συνεργάτες της, ο Daniel Wegner του Πανεπιστημίου του Harvard και η Jenny Liu του Πανεπιστημίου του Wisconsin στο Madison έκαναν τέσσερα διαφορετικά πειράματα μνήμης. Στο ένα από αυτά οι συμμετέχοντες πληκτρολόγησαν σε έναν υπολογιστή 40 δηλώσεις με πληροφορίες, όπως για παράδειγμα «το μάτι μιας στρουθοκαμήλου είναι μεγαλύτερο από τον εγκέφαλό της». Οι μισοί από τους συμμετέχοντες πίστευαν ότι οι πληροφορίες θα σώζονταν στον υπολογιστή ενώ οι υπόλοιποι μισοί πίστευαν ότι τα αντικείμενα που πληκτρολόγησαν θα διαγράφονταν.
Για τους συμμετέχοντες που είχαν υπόψη τους ότι δε θα ήταν δυνατό να ανακτήσουν την πληροφορία αργότερα, η πιθανότητα να θυμηθούν τις πληροφορίες ήταν σημαντικά πιο μεγάλη. «Οι συμμετέχοντες δεν έκαναν την προσπάθεια να θυμηθούν την πληροφορία όταν σκέφτονταν ότι θα μπορούσαν αργότερα να δουν τη δήλωση που είχαν διαβάσει» έγραψαν οι ερευνητές.
Ένα δεύτερο πείραμα σκόπευε στον προσδιορισμό του εάν η πρόσβαση σε υπολογιστή επηρεάζει ακριβώς αυτά που θυμόμαστε. «Σε ερώτηση σχετικά με το εάν υπάρχουν χώρες με μονάχα ένα χρώμα στη σημαία τους, για παράδειγμα» έγραψαν οι ερευνητές, «σκεφτόμαστε τις ίδιες τις σημαίες ή σκεφτόμαστε αμέσως να συνδεθούμε με το Δίκτυο για να το βρούμε;»
Στην περίπτωση αυτή στους συμμετέχοντες ζητήθηκε να θυμηθούν και την ίδια τη δήλωση και επίσης σε ποιόν από τους πέντε φακέλους στον υπολογιστή είχε σωθεί. Οι ερευνητές ανακάλυψαν προς έκπληξή τους, ότι οι άνθρωποι φάνηκε πως ανακαλούσαν ευκολότερα τον φάκελο.
Η μελέτη βασίζεται στη θεωρία “Transactive memory” η οποία αναφέρει ότι οι άνθρωποι βασίζονται σε άλλους ανθρώπους της οικογένειας ή φίλους για να θυμούνται γεγονότα που έχουνε κοινά.
Όπως αναφέρει η B. Sparrow, η επίδραση του Internet στη λειτουργία της μνήμης παραμένει ακόμη σε μεγάλο ποσοστό ανεξερεύνητη. Ωστόσο, μέσα από τις μελέτες που έχει διεξάγει, έχει βγάλει το συμπέρασμα ότι το Internet αποτελεί πλέον ένα είδους βασικού εξωτερικού αποθηκευτικού μέσου για τον άνθρωπο.
Ήδη η ερμηνεία των αποτελεσμάτων αυτών δίνει ιδιαίτερη έμφαση στα αμνησιακά αποτελέσματα του Διαδικτύου, ωσάν το Google να ήταν μια κατάρα για τον Ιππόκαμπο (εγκεφαλική περιοχή που σχετίζεται με τις μνημονικές διεργασίες). Οι ίδιοι οι επιστήμονες είναι ιδιαίτερα ενθουσιασμένοι με τα δεδομένα, σημειώνοντας ότι οι άνθρωποι βασίστηκαν στην εκτελεστική μνήμη από τότε που είχε ανακαλυφθεί η γλώσσα. Μονάχα που, για το μεγαλύτερο μέρος της ανθρώπινης ιστορίας, οι μοναδικές άλλες αξιόπιστες πηγές πληροφορίας ήταν οι άλλοι άνθρωποι. Αυτό που αποκαλύπτουν τα πειράματα αυτά είναι ότι αντιμετωπίζουμε τη μηχανή αναζήτησης σαν έναν ιδιαίτερα έξυπνο φίλο, έναν σύντροφο που είναι προικισμένος με γνώσεις για πολλά πράγματα. Όπως δηλώνουν οι επιστήμονες:
Αυτά τα αποτελέσματα υποδηλώνουν ότι οι διεργασίες της ανθρώπινης μνήμης προσαρμόζονται στον ερχομό νέας τεχνολογίας επικοινωνιών και υπολογισμού. Ακριβώς όπως μαθαίνουμε μέσω της εκτελεστικής μνήμης οτιδήποτε στις οικογένειες και στα γραφεία μας, μαθαίνουμε τι ‘γνωρίζει’ ο υπολογιστής και πότε θα απευθυνθούμε εκεί που έχουμε αποθηκευμένη πληροφορία στη μνήμη των υπολογιστών μας. Γινόμαστε συμβιωτικοί με τα υπολογιστικά μας εργαλεία, αναπτυσσόμενοι σε αλληλοσυνδεδεμένα συστήματα που θυμούνται λιγότερο μέσω ανάκλησης πληροφοριών απ’ όσο θυμούνται το πού μπορεί να βρεθεί η πληροφορία.
Αυτό που είναι ενδιαφέρον σχετικά με την έρευνα αυτή είναι ο τρόπος που αποκαλύπτει την συζευγμένη φύση της μνήμης. Αν και μας αρέσει να σκεφτόμαστε για τον φλοιώδη σκληρό δίσκο μας ότι έχει απεριόριστη δυνατότητα, είναι στην πραγματικότητα αρκετά περιορισμένος, κάτι που εξηγεί το γιατί πάντα αναζητούμε τρόπους για να μην αναγκαζόμαστε να θυμόμαστε πράγματα. Εάν ξέραμε ότι μια πληροφορία απέχει από εμάς μονάχα όσο μια αναζήτηση στο Google, τότε δε θα σπαταλούσαμε πολύτιμο συναπτικό χώρο στο να τη θυμηθούμε. Καλύτερα να αφήσουμε σε έναν σέρβερ να τη θυμάται.
Είναι επίσης σημαντικό να τονιστεί ότι, παρόλο που ήμασταν ρομαντικοί σχετικά με την ανθρώπινη μνήμη από την εποχή του Σωκράτη και μετά, η δυνατότητα ανάκλησης που έχουμε είναι ιδιαίτερα ελαττωματική. Κάθε φορά που ανακαλούμε μια μνήμη την ανασυνθέτουμε, αλλάζοντας λεπτά τις νευρωνικές λεπτομέρειες. Γι’ αυτό το λόγο, όσο περισσότερο θυμόμαστε κάτι, τόσο λιγότερο ακριβής γίνεται η ανάμνησή μας αυτή. Επίσης μας αρέσει να σκεφτόμαστε για τις αναμνήσεις μας σα να είναι αμετάβλητες εντυπώσεις, ανεξάρτητες από την ενέργεια της ανάκλησής τους, αλλά δεν είναι. Μια μνήμη είναι τόσο πραγματική όσο την τελευταία φορά που τη θυμηθήκαμε.
Γιατί εμπλεκόμαστε στην επανενίσχυση των αναμνήσεών μας; Μια θεωρία είναι ότι η διαδικασία αυτή μας βοηθάει να εξασφαλίσουμε ότι οι μνήμες μας διατηρούνται ενημερωμένες, ερμηνευμένες στο φως της πρόσφατης εμπειρίας μας. Ο εγκέφαλος δεν έχει ενδιαφέρον για άψογη ανάκληση, ενδιαφέρεται μονάχα για το παρελθόν στο βαθμό που μας βοηθάει να βγάλουμε νόημα για το μέλλον. Έχοντας μνήμες που διαρκώς αλλάζουν, διασφαλίζουμε ότι οι μνήμες που είναι αποθηκευμένες μέσα στα μνημονικά μας συρτάρια είναι όσο το δυνατόν πιο σχετικές.
Βέβαια, η θεωρία της επανενίσχυσης θέτει προβλήματα για την ακρίβεια της μνήμης. Αν και οι αναμνήσεις μας δίνουν πάντα την αίσθηση της γνησιότητας, σα μια κυριολεκτική καταγραφή του παρελθόντος, στις περισσότερες περιπτώσεις δεν είναι, καθώς διαρκώς αλλάζουν και επαναπροσδιορίζονται από τις τρέχουσες σκέψεις μας.
Και εδώ είναι που μπαίνει στο παιχνίδι το Διαδίκτυο. Μια από τις αρετές της εκτελεστικής μνήμης είναι ότι λειτουργεί σα μια επιταγή δεδομένων, βοηθώντας μας να διαβεβαιωθούμε ότι δε μεταβαίνουμε σε μια κατάσταση ιδιοτελή σολιψισμού. Μοιράζοντας και συγκρίνοντας τις αναμνήσεις μας, μπορούμε να εξασφαλίσουμε ότι εξακολουθούμε να έχουμε κάποια κοινά πράγματα, ότι δεν έχουμε εξαφανιστεί όλοι μέσα στο τούνελ των ιδιωτικών μας μνημονικών επανενισχύσεων. Με αυτή την έννοια, η ενστικτώδης τάση μας για πληροφορίες μέσω Google αποτελεί μια τελείως υγιή παρόρμηση. Δεν αποτελεί λοιπόν σημάδι ότι η τεχνολογία εξασθενίζει τον φλοιό μας, αλλά ότι είμαστε αρκετά σοφοί για να αναζητήσουμε εξωτερική βοήθεια σε μια δεξιότητα στην οποία δεν είμαστε και τόσο καλοί. Έχουμε στη διάθεσή μας χώρο σκληρού δίσκου για ότι θέλουμε, ενώ συγχρόνως βελτιώνουμε την ακρίβεια της ανάκλησης.
Και για να το δούμε και λίγο ακόμα διαφορετικά, υπάρχει και η εξής άποψη: Εάν ένα εξωτερικά αποθηκευμένο γεγονός ήταν το ίδιο όπως η μνήμη αυτού του γεγονότος αποθηκευμένη στο νου μας, τότε η απώλεια της εσωτερικής μας μνήμης δε θα είχε και μεγάλες συνέπειες. Αλλά η εξωτερική αποθήκευση και η βιολογική μνήμη δεν είναι το ίδιο πράγμα. Όταν σχηματίζουμε ή επανενισχύουμε μια προσωπική μνήμη, επίσης σχηματίζουμε συνδέσεις μεταξύ της μνήμης αυτής και άλλων μνημών που είναι μοναδικές σε εμάς και ακόμα απαραίτητες για την ανάπτυξη βαθιάς, εννοιολογικής γνώσης. Η ουσία της προσωπικής μας μνήμης δεν είναι τα διακριτά γεγονότα ή εμπειρίες που αποθηκεύουμε στο νου μας, αλλά η συνοχή που δένει όλα αυτά τα γεγονότα και τις εμπειρίες μαζί. Τι άλλο είναι ο εαυτός παρά το μοναδικό σχέδιο αυτής της συνοχής;