Η σχέση του Επίκουρου με την Φιλοσοφία, την Επιστημολογία και τη Φυσική

Εξάπλωση της επικούρειας διδασκαλίας

Στην εξάπλωση της επικούρειας διδασκαλίας συντέλεσε και ο μειλίχιος χαρακτήρας του Επίκουρου, αλλά κυρίως το πρακτικό πνεύμα της ηθικής του διδασκαλίας, σύμφωνα με το οποίο η φιλοσοφία δεν ήταν αυτοσκοπός, αλλά μέσο και βοήθημα στην επίτευξη του σκοπού του ανθρώπινου βίου, που ήταν η ευδαιμονία.

epicurus«Γεννηθήκαμε μια φορά και δε γίνεται να γεννηθούμε και δεύτερη, ενώ είναι βέβαιο πως δεν θα υπάρξουμε ξανά στον αιώνα τον άπαντα.

Εσύ όμως, ενώ δεν εξουσιάζεις το αύριο, αναβάλλεις την ευτυχία γι’ αργότερα.
Και η ζωή κυλά με αναβολές και χάνεται, και ο καθένας μας πεθαίνει μες στις έγνοιες.»

Γι΄αυτό το λόγο ο Επίκουρος δεν έδινε σχεδόν καμιά σημασία στις εκτεταμένες θεωρητικές, γραμματικές, ιστορικές και μαθηματικές έρευνες, εφόσον δεν εξυπηρετούσαν το να ζει ο άνθρωπος ευτυχισμένος. Από την άλλη όμως, επειδή θεωρούσε ότι η κακοδαιμονία των ανθρώπων προέρχεται από την αμάθεια, τη δεισιδαιμονία, τις προλήψεις, τους φόβους και τις ελπίδες που γεννούν όλα αυτά στους ανθρώπους και επειδή θεωρούσε πως αιτία όλων αυτών είναι η άγνοια των φυσικών νόμων, πίστευε ότι το μόνο μέσο θεραπείας είναι η ορθή γνώση των νόμων που διέπουν τη φύση και τον άνθρωπο.

«Γεννηθήκαμε μια φορά και δε γίνεται να γεννηθούμε και δεύτερη, ενώ είναι βέβαιο πως δεν θα υπάρξουμε ξανά στον αιώνα τον άπαντα.
Εσύ όμως, ενώ δεν εξουσιάζεις το αύριο, αναβάλλεις την ευτυχία γι’ αργότερα.
Και η ζωή κυλά με αναβολές και χάνεται, και ο καθένας μας πεθαίνει μες στις έγνοιες.»

Επιστημολογία

Ο Επίκουρος και οι οπαδοί του είχαν μια καλά ανεπτυγμένη γνωσιολογία, η οποία αναπτύχθηκε ως αποτέλεσμα του ανταγωνισμού τους με άλλες φιλοσοφικές σχολές. Ο Επίκουρος έγραψε μια πραγματεία με τίτλο Κανόνας, στην οποία εξήγησε τις μεθόδους έρευνας και τη θεωρία της γνώσης.

Αυτό το βιβλίο, ωστόσο, δεν έχει διασωθεί, ούτε κάποιο άλλο κείμενο που να εξηγεί πλήρως και ξεκάθαρα την Επικούρεια γνωσιολογία, αφήνοντας μόνο αναφορές αυτής της γνωσιολογίας από αρκετούς συγγραφείς για να την ανακατασκευάσουν. Ο Επίκουρος ήταν ένθερμος Εμπειριστής, πιστεύοντας ότι οι αισθήσεις είναι οι μόνες αξιόπιστες πηγές πληροφοριών για τον κόσμο. Απέρριψε την πλατωνική ιδέα του «Λόγου» ως αξιόπιστης πηγής γνώσης για τον κόσμο, εκτός από τις αισθήσεις και ήταν κάθετα αντίθετος με τους Πυρρωνιστές σκεπτικιστές καθώς και τους Πλατωνιστές (Ακαδημαϊκούς Σκεπτικιστές), οι οποίοι όχι μόνο αμφισβήτησαν την ικανότητα των αισθήσεων να παρέχουν ακριβή γνώση για τον κόσμο, αλλά και κατά πόσο είναι ακόμη δυνατό να γνωρίζουμε οτιδήποτε για τον κόσμο.

Ο Επίκουρος υποστήριξε ότι οι αισθήσεις δεν εξαπατούν ποτέ τους ανθρώπους, αλλά ότι οι αισθήσεις μπορούν να παρερμηνευθούν.  Ο Επίκουρος υποστήριξε ότι ο σκοπός κάθε γνώσης είναι να βοηθήσει τους ανθρώπους να επιτύχουν την αταραξία. Δίδαξε ότι η γνώση μαθαίνεται μέσω των εμπειριών και όχι μέσω της έμφυτης τάσης και ότι η αποδοχή της θεμελιώδους αλήθειας των πραγμάτων που ένα άτομο αντιλαμβάνεται είναι απαραίτητη για την ηθική και πνευματική υγεία ενός ατόμου. Στην Επιστολή προς τον Πυθοκλή , δηλώνει, “Εάν ένα άτομο αντιδράσει στα ξεκάθαρα στοιχεία των αισθήσεών του, δεν θα μπορέσει ποτέ να μοιραστεί τη γνήσια γαλήνη.” Ο Επίκουρος θεωρούσε τα καλά αισθήματα ως την απόλυτη αυθεντία σε ζητήματα ηθικής και θεώρησε ότι το αν ένα άτομο αισθάνεται ότι μια πράξη είναι σωστή ή λάθος, αυτό είναι ένας πολύ πιο πειστικός οδηγός για το αν αυτή η πράξη είναι πραγματικά σωστή ή λάθος από ότι τα αφηρημένα αξιώματα, οι αυστηροί κωδικοποιημένοι κανόνες της ηθικής. ή ακόμα και ο ίδιος ο λόγος.

Ο Επίκουρος ανέφερε ότι κάθε κατάσταση που δεν είναι άμεσα αντίθετη με την ανθρώπινη αντίληψη έχει τη δυνατότητα να είναι αληθινή. Ωστόσο, οτιδήποτε είναι αντίθετη με την εμπειρία ενός ατόμου μπορεί να αποκλειστεί ως ψευδές. Οι Επικούρειοι συχνά χρησιμοποιούσαν αναλογίες με την καθημερινή εμπειρία για να υποστηρίξουν το επιχείρημά τους για τα λεγόμενα «ανεπαίσθητα», τα οποία περιλάμβαναν οτιδήποτε δεν μπορεί να αντιληφθεί ο άνθρωπος, όπως η κίνηση των ατόμων.  Σύμφωνα με αυτήν την αρχή της μη αντίφασης, οι Επικούρειοι πίστευαν ότι τα γεγονότα στον φυσικό κόσμο μπορεί να έχουν πολλαπλές αιτίες που είναι όλες εξίσου πιθανές και δυνατές.

Για τη Φυσική

Η επικούρεια φυσική φιλοσοφία, έχει υψηλή διαχρονικότητα και ενδιαφέρον ακόμα και με τα σημερινά δεδομένα. Χαρακτηρίζεται από τα κάτωθι:

α. Ατομικότητα: η ύπαρξη των ατόμων πρωτοαναφέρεται στη Δημοκρίτεια φιλοσοφία. Ο Επίκουρος θεωρούσε όμως ότι τα άτομα έχουν βάρος και εισήγαγε την παρέγκλιση από την ευθεία πορεία τους που επιτρέπει τη σύγκρουσή τους και συνεπώς την δημιουργία των κόσμων . Η ύλη είναι σύζευξη ατόμων και κενού.

β.Παρέγκλισις: είναι η τυχαία κίνηση των ατόμων του Επίκουρου από τροχιά σε τροχιά, που δημιουργεί και την ποικιλότητα στη φύση. Εντυπωσιακή κβαντική προσέγγιση.

γ. Τυχαιότητα: η επικούρεια φιλοσοφία άφηνε ανοιχτό το φαινόμενο της τυχαιότητος σε αντίθεση με τα αιτιοκρατικά και τελεολογικά αιτήματα των Πλατωνιστών και Αριστοτελικών. Επίσης σε αντίθεση με την χρήση της «αναγκαιότητος» του Δημόκριτου. Η αθεϊστική αυτή προσέγγιση έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον.

δ.Υλισμός: θεωρεί υλική ακόμη και την ψυχή.

Ο Επίκουρος γράφει στην Επιστολή του προς τον Ηρόδοτο (όχι τον ιστορικό) ότι « τίποτα δεν προκύπτει ποτέ από το ανύπαρκτο», υποδεικνύοντας έτσι ότι όλα τα γεγονότα έχουν επομένως κάποια αιτία, ανεξάρτητα από το αν αυτές οι αιτίες είναι γνωστές ή άγνωστες.

Ομοίως, γράφει επίσης, ότι τίποτα δεν περνάει ποτέ στην ανυπαρξία (!σήμερα θα το λέγαμε για τα υποατομικά σωματίδια), γιατί, «αν ένα αντικείμενο που το είδαμε κάποια στιγμή, εκμηδενιζόταν εντελώς, τα πάντα στον κόσμο θα είχαν χαθεί, αφού αυτό στο οποίο θα διαλυόταν θα ήταν ανύπαρκτο.”

Γι’ αυτό δηλώνει: «Το σύνολο των πραγμάτων ήταν πάντα όπως είναι τώρα και θα παραμείνουν πάντα το ίδιο γιατί δεν υπάρχει τίποτα στο οποίο θα μπορεί να μετατραπεί, καθώς δεν υπάρχει τίποτα έξω από το σύνολο που θα μπορούσε να παρεισφρήσει και να επηρεάσει την αλλαγή».

Όπως ο Δημόκριτος πριν από αυτόν, ο Επίκουρος δίδαξε ότι όλη η ύλη αποτελείται εξ ολοκλήρου από εξαιρετικά μικροσκοπικά σωματίδια που ονομάζονται «άτομα». Για τον Επίκουρο και τους οπαδούς του, η ύπαρξη ατόμων ήταν θέμα εμπειρικής παρατήρησης. Ο αφοσιωμένος οπαδός του Επίκουρου, ο Ρωμαίος ποιητής Λουκρήτιος, αναφέρει τη σταδιακή φθορά των δαχτυλιδιών από τη χρήση, τα αγάλματα από τα φιλιά, τις πέτρες από το νερό και τους δρόμους από το περπάτημα στο έργο του Περί της Φύσης των Πραγμάτων, ως απόδειξη για την ύπαρξη ατόμων ως μικροσκοπικών, ανεπαίσθητων σωματιδίων.

Επίσης, όπως ο Δημόκριτος, έτσι και ο Επίκουρος ήταν ένας υλιστής που δίδασκε ότι τα μόνα πράγματα που υπάρχουν είναι τα άτομα και το κενό.  Το κενό εμφανίζεται σε οποιοδήποτε μέρος όπου δεν υπάρχουν άτομα. Ο Επίκουρος και οι οπαδοί του πίστευαν ότι τα άτομα και το κενό είναι και τα δύο άπειρα και ότι το σύμπαν είναι επομένως απεριόριστο. Στο Περί της Φύσης των Πραγμάτων, ο Λουκρήτιος υποστηρίζει αυτό το σημείο χρησιμοποιώντας το παράδειγμα ενός ανθρώπου που ρίχνει ένα ακόντιο στο θεωρητικό όριο ενός πεπερασμένου σύμπαντος. Δηλώνει έτσι ότι το ακόντιο πρέπει είτε να περάσει από την άκρη του σύμπαντος, οπότε δεν είναι πραγματικά ένα όριο, είτε πρέπει να μπλοκαριστεί από κάτι και να αποτραπεί από το να συνεχίσει την πορεία του, αλλά, αν συμβεί αυτό, τότε το αντικείμενο που το εμποδίζει πρέπει να είναι έξω από τα όρια του σύμπαντος. Ως αποτέλεσμα αυτής της πεποίθησης είναι ότι το σύμπαν και ο αριθμός των ατόμων σε αυτό είναι άπειροι, οπότε ο Επίκουρος και οι Επικούρειοι πίστευαν ότι πρέπει επίσης να υπάρχουν άπειροι κόσμοι μέσα στο σύμπαν.

Ο Επίκουρος δίδαξε ότι η κίνηση των ατόμων είναι σταθερή, αιώνια και χωρίς αρχή ή τέλος.  Υποστήριξε ότι υπάρχουν δύο είδη κίνησης: η κίνηση των ατόμων και η κίνηση των ορατών αντικειμένων.  Και τα δύο είδη κίνησης είναι αληθινές και όχι απατηλές. Ο Δημόκριτος είχε περιγράψει τα άτομα όχι μόνο ως αιώνια κινούμενα, αλλά και ως αιώνια που πετούν μέσα στο χώρο, που συγκρούονται, συνενώνονται και χωρίζουν το ένα από το άλλο όπως είναι απαραίτητο.  Σε μια σπάνια απόκλιση από τη φυσική του Δημόκριτου, ο Επίκουρος έθεσε την ιδέα της ατομικής «κλίσης» (παρέγκλισις), μια από τις πιο γνωστές πρωτότυπες ιδέες του. Σύμφωνα με αυτήν την ιδέα, τα άτομα, καθώς ταξιδεύουν στο διάστημα, μπορεί να αποκλίνουν ελαφρώς από την πορεία που συνήθως αναμένεται να ακολουθήσουν. Ο λόγος του Επίκουρου για την εισαγωγή αυτού του δόγματος ήταν επειδή ήθελε να διατηρήσει τις έννοιες της ελεύθερης βούλησης και της ηθικής ευθύνης διατηρώντας παράλληλα το ντετερμινιστικό φυσικό μοντέλο του ατομισμού. Ο Λουκρήτιος το περιγράφει με αυτό τον τρόπο, λέγοντας: «Είναι αυτή η ελαφρά απόκλιση των αρχέγονων σωμάτων, σε απροσδιόριστους χρόνους και τόπους, που εμποδίζει το μυαλό ως τέτοιο να βιώνει έναν εσωτερικό καταναγκασμό να κάνει ό,τι κάνει και να αναγκάζεται να υπομείνει και να υποφέρει όπως ένας αιχμάλωτος αλυσοδεμένος».

Ο Επίκουρος ήταν ο πρώτος που επιβεβαίωσε την ανθρώπινη ελευθερία ως αποτέλεσμα του θεμελιώδους ντετερμινισμού στην κίνηση των ατόμων. Αυτό οδήγησε ορισμένους φιλοσόφους να πιστέψουν ότι, για τον Επίκουρο, η ελεύθερη βούληση προξενήθηκε απευθείας από τύχη. Στο έργο του, Περί της φύσης των πραγμάτων , ο Λουκρήτιος φαίνεται να το προτείνει αυτό στο πιο γνωστό απόσπασμα για τη θέση του Επίκουρου. Στην Επιστολή του προς τον Μενοικέα , ωστόσο, ο Επίκουρος ακολουθεί τον Αριστοτέλη και προσδιορίζει ξεκάθαρα τρεις πιθανές αιτίες: «κάποια πράγματα συμβαίνουν εξ ανάγκης, άλλα κατά τύχη, άλλα μέσω της δικής μας δράσης». Ο Αριστοτέλης είπε ότι κάποια πράγματα «εξαρτώνται από εμάς». Ο Επίκουρος συμφώνησε με τον Αριστοτέλη και είπε ότι σε αυτά τα τελευταία πράγματα συνδέονται φυσικά οι έπαινοι και οι κατηγορίες. Για τον Επίκουρο, η «εκτροπή» (παρέκκλιση) των ατόμων απλώς νίκησε τον ντετερμινισμό για να αφήσει χώρο για την αυτόνομη δράση.

Η αντιδικία με τους στωικούς

Όλοι οι μαθητές και φίλοι του Επίκουρου, αποτελούσαν σύλλογο με αρχηγό τον Επίκουρο, όμοιο μ΄εκείνον των Πυθαγορείων, ενώ συνδέονταν με στενή φιλία μεταξύ τους χωρίς όμως, να έχουν κοινοκτημοσύνη, την οποία ο Επίκουρος δεν θεωρούσε αναγκαία, διότι κατά τη γνώμη του δήλωνε απιστία μάλλον παρά πίστη μεταξύ φίλων. Σ΄αυτό το σύλλογο δεν συμμετείχαν μόνο άνδρες αλλά και γυναίκες, όπως η Θεμίστα, η σύζυγος του Λεοντέα, που ήταν ερωμένη του Μητροδώρου πράγμα που τότε δεν ερχόταν σε αντίθεση με την ηθική αντίληψη της ελληνικής κοινωνίας. Αυτή, όμως, η χαρούμενη σχέση του Επίκουρου και των φίλων του με εταίρες, η διδασκαλία του περί ηδονής, που παρανοήθηκε ή διαστρεβλώθηκε επίτηδες από μερικούς, καθώς και η καταφρόνηση που έδειχνε ο Επίκουρος και οι μαθητές του για τους σύγχρονους αλλά και και τους προγενέστερους φιλοσόφους, έδωσαν αφορμή, ιδιαίτερα στους στωικούς, να διαβάλουν τόσο τον ίδιο όσο και τη φιλοσοφία του με τον χειρότερο τρόπο.

Την ηθική των Επικουρείων κατηγόρησε αργότερα και ο Πλούταρχος στα συγγράμματά του Προς Κολώτην και ότι ουδέ ζην έστιν ηδέως κατ΄ Επίκουρον.

Η φυσιοκρατική θεωρία των Επικουρείων και η θεοκρατική διδασκαλία

Ο Επίκουρος και οι οπαδοί του παρουσιάστηκαν από τους χριστιανούς λόγιους ως κήρυκες και υποδείγματα ακολασίας και με τη σημασία αυτή διατηρήθηκε ο όρος επικουρισμός κατά τον Μεσαίωνα. Όμως, κατά τον 17ο αι. ο Γάλλος φιλόσοφος και θεολόγος Πιερ Γκασέντ προσέγγισε με άλλη ματιά τον επικουρισμό, προσπαθώντας να συνδυάσει τη φυσιοκρατική θεωρία των Επικουρείων με τη θεοκρατική διδασκαλία του χριστιανισμού. Η αντίθεση μεταξύ επικουρισμού και στωικισμού στο θέμα της θείας πρόνοιας, καθώς ο Επίκουρος αρνήθηκε κάθε θεία παρέμβαση στον κόσμο και κάθε τελολογική ερμηνεία, έδωσε αφορμή για την ανάπτυξη οξείας αντιδικίας εκείνη την εποχή. Ωστόσο, στους νεότερους χρόνους, η προσεκτική μελέτη των κειμένων και η επιστημονική αξιολόγηση αναζήτησαν και απέδωσαν στον επικουρισμό την πραγματική του θέση στην ιστορία της φιλοσοφίας.