Διαταραχές στη μάθηση στους εφήβους

Έχετε σκεφθεί ότι τα παιδιά που δεν τα καταφέρνουν καλά σε ένα ή περισσότερα μαθήματα στο  σχολείο δεν είναι απαραίτητα τεμπέλικα ή αδιάφορα, όπως νομίζετε; Εύκολα τα αποκαλείτε «κακούς μαθητές», ενώ στην πραγματικότητα παρουσιάζουνε ειδικές μαθησιακές διαταραχές στην ανάγνωση, την αριθμητική ή τη γραφή. Παρ’ ότι επιθυμούν να μάθουν και διαθέτουν το κατάλληλο νοητικό επίπεδο, δυσκολεύονται σε κάποιες τάξεις και τελικά αποθαρρύνονται.

 

Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα από την αρχή. Για να προχωρήσει το παιδί με επιτυχία στην απόκτηση σχολικών γνώσεων απαιτείται, μεταξύ άλλων, να έχει αναπτύξει το κίνητρο για μάθηση και να συγκεντρώνει με επιτυχία τη προσοχή του σε κάποια δραστηριότητα. Επίσης, αν έχει την ικανότητα να μεταφράζει τα οπτικά και ακουστικά ερεθίσματα σε σύμβολα, ώστε να τα καταλαβαίνει. Τέλος, να μπορεί να κινείται άνετα στο χώρο και να τον ελέγχει (χωροχρονικός προσανατολισμός).

Είναι ευνόητο ότι κάθε παιδί έχει το δικό του ρυθμό και τις δικές του επιδόσεις.

Μερικά παιδιά, όμως, ενώ έχουν φυσιολογική νοητική ικανότητα και δεν αντιμετωπίζουν προβλήματα όρασης ή ακοής ή κάποιες ψυχικές διαταραχές, παρουσιάζουν μια ανεξήγητη από τους γονείς τους δυσκολία σε επιμέρους τομείς της σχολικής τους φοίτησης (π.χ. ανάγνωση, ορθογραφία, αριθμητική κ.λπ.)

Υπάρχει και μια κατηγορία διαταραχών της μάθησης που δεν προσδιορίζεται. Αυτό σημαίνει ότι δεν ανταποκρίνεται στα κριτήρια των ειδικών μαθησιακών διαταραχών. Κάποια παιδιά, δηλαδή, μπορεί να αντιμετωπίζουν δυσκολίες και στους τρεις μαθησιακούς τομείς –ανάγνωση, μαθηματικά, ορθογραφία-που μαζί συνιστούν ενδεικτικά σχολική αποτυχία, παρ’ ότι οι επιδόσεις τους στις διάφορες αξιολογήσεις ικανοτήτων δεν είναι καθαρά κάτω από το επίπεδο που καθορίζεται με βάση την χρονολογική τους ηλικία, τη νοητική τους ηλικία και την μάθηση που έχουνε δεχτεί για την ηλικία τους.

Χαρακτηριστικά των παιδιών με ειδικές διαταραχές στη μάθηση.

• Ανώριμη συμπεριφορά.

• Είναι παρορμητικά και υπερκινητικά.

• Έχουνε περιορισμένη συγκέντρωση και προσοχή, με αποτέλεσμα να μην καταλαβαίνουν το μάθημα που διαβάζουν ή να το ξεχνούν εύκολα.

• Παρανοούν προφορικές οδηγίες.

• Έχουν δυσκολία στην οργάνωση.

• Δυσκολεύονται να αρχίσουν και να ολοκληρώσουν μια δουλειά.

• Διστάζουν όταν μιλούν και έχουν αδυναμία στην προφορική έκφραση.

• Παρουσιάζουν κακό συντονισμό κινήσεων, ενώ ο ρυθμός εκτέλεσης μιας εργασίας είναι αργός.

• Η διάθεσή τους παρουσιάζει απότομες εναλλαγές , θυμώνουν, απογοητεύονται και παραιτούνται εύκολα, ενώ δεν είναι σπάνιες οι εκρήξεις θυμού.

• Στην ανάγνωση μπερδεύουν, παραλείπουν ή αντιστρέφουν γράμματα ή συλλαβές, διαβάζουν αργά ή συλλαβιστά, χωρίς ροή, δεν καταλαβαίνουν επαρκώς το κείμενο, δυσκολεύονται να εκφράσουν γραπτά αυτό που σκέφτονται.

• Στο γραπτό λόγο αντιστρέφουν γράμματα ή ολόκληρη λέξη, χρησιμοποιούν κάποια γράμματα με λανθασμένη σειρά.

• Δείχνουν ότι αγνοούν βασικούς κανόνες γραμματικής, δυσκολεύονται να αντιγράψουν κυρίως από το πίνακα, κολλάνε τα γράμματα, ξεκινούν την πρόταση με μικρά γράμματα, ανακατεύουν μικρά και κεφαλαία κ.λπ.

• Στα μαθηματικά δυσκολεύονται στην αντίληψη βασικών κανόνων αλλά και στο συνδυασμό αριθμού με σύμβολο (π.χ πρόσθεση, αφαίρεση κλ.π.)

Δεν γνωρίζουμε ακριβώς το ποσοστό των παιδιών που παρουσιάζουν διαταραχές μάθησης, αλλά υπολογίζεται περίπου στο 10% του μαθητικού πληθυσμού. Ένα μεγάλο μέρος από αυτές τις δυσκολίες θα ξεπεραστεί σχετικά εύκολα, ενώ το υπόλοιπο θα χρειαστεί ειδική αντιμετώπιση.

Αλεξάνδρα Καππάτου, Ψυχολόγος – Παιδοψυχολόγος