Πρέπει να ξέρεις να βρίσκεις την ομορφιά στο καθετί. Πρέπει να βλέπεις παντού την ομορφιά, γιατί κατά βάθος όλα είναι όμορφα. Τα πάντα κρύβουν κάτι όμορφο και πρέπει να μπορείς να το ανακαλύψεις- εκείνοι που μπορούν είναι οι «καλλιτέχνες». Αυτή είναι η δουλειά τους, ο σκοπός τους. Να ψάχνουν, να βρίσκουν, να ομορφαίνουν, να δείχνουν.
Και η καθημερινότητα κρύβει πράγματα μικρά, θαυμάσια, που τα εκχυδαΐζουμε.
Υπάρχουν στιγμές τελειότητας που μας αποζημιώνουν για όλες τις μέρες.
Πρέπει να ξέρεις να διαλέγεις, να ξεχωρίζεις τις στιγμές, να τις ζεις ανάλογα με την αξία της καθεμιάς. Δεν υπάρχει τίποτα πιο όμορφο.
Πρέπει να ξέρεις να κοιτάς ένα δέντρο, πρέπει να ξέρεις να κοιτάς τα πράσινα φύλλα του ή τα γυμνά κλαδιά του. Τίποτα δε πρέπει να το κοιτάμε βιαστικά, γιατί στο τέλος μάς γίνεται συνήθεια και η ζωή καταντάει μια φευγαλέα εικόνα, μια εικόνα στον άνεμο…
Πρέπει να ‘χεις γνωρίσει την πλήξη, για να εκτιμήσεις έπειτα τις πράξεις∙ πρέπει να ‘χεις μάθει στη δουλειά, για ν’ απολαύσεις στη συνέχεια μια βόλτα, μια ταινία.
Πρέπει να ξέρεις να ξεχωρίζεις τα πράγματα, αυτό είναι το μυστικό, το μεγάλο μυστικό.
Δε πρέπει να τ’ αφήσεις να χάνονται, πρέπει να κρατάς όσα μπορείς περισσότερα.
Αυτές είναι οι δέκα Εντολές μου.
Μαργαρίτα Καραπάνου – «Η ζωή είναι αγρίως απίθανη»
Η Μαργαρίτα Καραπάνου (1946-2008) γεννήθηκε στην Αθήνα, κόρη της πεζογράφου Μαργαρίτας Λυμπεράκη και του ποιητή Γιώργου Καραπάνου. Μεγάλωσε στην Ελλάδα και στη Γαλλία και σπούδασε κινηματογράφο στο Παρίσι. Εργάστηκε ως νηπιαγωγός στην Αθήνα. Τα βιβλία της «Η Κασσάνδρα και ο λύκος», «Ο υπνοβάτης» και «Rien ne va plus» εκδόθηκαν στην Ελλάδα, στις ΗΠΑ, στην Αγγλία, στη Γαλλία, στη Σουηδία, στο Ισραήλ, στη Γερμανία, στην Ολλανδία και στην Ιταλία. Αποσπάσματα των έργων της ανθολογήθηκαν σε βιβλία και σημαντικά λογοτεχνικά περιοδικά πλάι σε κείμενα των Λιούις Κάρολ, Τζέην Μπόουλς, Αναΐς Νιν, Τζων Φόουλς, Πέτερ Χάντκε, Κάρλος Φουέντες, Μίλαν Κούντερα, κ.ά. Το 1988 το μυθιστόρημά της «Ο υπνοβάτης» τιμήθηκε στη Γαλλία με το Βραβείο Καλύτερου Ξένου Μυθιστορήματος. Ακολούθησαν τα βιβλία της «Ναι», «Lee και Lou», «Μαμά», «Μήπως;» (συνομιλίες με τη Φωτεινή Τσαλίκογλου) και τα ημερολόγιά της με τίτλο «Η ζωή είναι αγρίως απίθανη», το 2008, τα οποία κρατούσε από τα 13 της έως τα 33 της χρόνια.
Πέθανε μετά από σύντομη νοσηλεία στη μονάδα εντατικής θεραπείας του Γενικού Κρατικού Νοσοκομείου Αθηνών, την Τρίτη 2 Δεκεμβρίου 2008, σε ηλικία 62 ετών, μετά από επιπλοκές στην υγεία της από αναπνευστικά προβλήματα.